.
Ο φεμινισμός και η γλώσσα
Ο φεμινισμός, ως κίνηση/κίνημα, προήλθε από την ανάγκη των γυναικών για ισότιμη και αξιοπρεπή θέση, σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Ακούγεται συχνά ότι το γυναικείο κίνημα, ο φεμινισμός έχει πια ξεπεραστεί και οι γυναίκες κατέκτησαν πολλά από τα δικαιώματά τους για ίση πρόσβαση σε διάφορους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, ενώ το αίτημα για ίση μεταχείριση συχνά μεταφράζεται ως ισοπέδωση των δύο φύλων.
Εντούτοις, ίσο δε σημαίνει απαραίτητα και ίδιο. Ως ίσο εννοούμε και το ισάξιο, κάτι που εξακολουθεί να αποτελεί αίτημα για διαρκή εγρήγορση του γυναικείου κινήματος. Αίτημα με σκοπό την επίτευξη ισάξιας αντιμετώπισης των δύο φύλων, σε όλους τους τομείς της ζωής, και την ταυτόχρονη κατάργηση μιας ανδροκρατούμενης νοοτροπίας και συμπεριφοράς. Αυτή η θέση και συνάμα στάση ζωής -αποτελώντας ένα διαφορετικό μοντέλο κοινωνικής συμπεριφοράς- προτείνει την εφαρμογή πρακτικών απόρριψης μιας κατεστημένης νοοτροπίας και τη δημιουργία εναλλακτικών προτάσεων, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας. Η γλωσσική συμπεριφορά αποτελεί ένα τέτοιο επίπεδο, καθώς προσδιορίζει τόσο το κοινωνικοπολιτισμικό, μορφωτικό μας επίπεδο, όσο και μια καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Κατά συνέπεια, υπάρχουν διαφορές στη χρήση της γλώσσας -εξαιτίας του διαφορετικού κοινωνικού, πολιτισμικού, μορφωτικού, ηλικιακού μας επιπέδου-, αλλά και εξαιτίας του περιβάλλοντος στο οποίο βρισκόμαστε κάθε φορά. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά αποτελούν μέρος της ταυτότητας κάθε ανθρώπου. Το φύλο εντάσσεται επίσης σε αυτά τα χαρακτηριστικά.
Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα, που αναδεικνύουν τις διαφορετικές γλωσσικές προσεγγίσεις εξαιτίας της διαφορετικότητας των ατόμων σε πολλαπλά επίπεδα. Παράλληλα, είναι εκτενείς στην παγκόσμια βιβλιογραφία και οι αναφορές στη σχέση μεταξύ γλώσσας, σκέψης και -κατά συνέπεια- κοινωνικής συμπεριφοράς. Στο παρόν βιβλίο-οδηγό μη σεξιστικής γλώσσας, εκτός από την αναγκαιότητα, αναδεικνύεται και ο προβληματισμός για την εφαρμογή της μη σεξι-στικής γλώσσας. Καθώς η γλωσσική μας συμπεριφορά, όπως και οποιαδήποτε άλλη, είναι προϊόν συνήθειας και επανάληψης, η συστηματική χρήση εναλλακτικών γλωσσικών τύπων θα βοηθήσει, ώστε οι τύποι αυτοί να γίνουν περισσότερο προσιτοί. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθεί η δυνατότητα για πιο δίκαιη εκπροσώπηση των γυναικών, εφόσον -μια τέτοια αλλαγή γλωσσικής συμπεριφοράς- θα αποτελεί κίνηση ενάντια στο γλωσσικό σεξισμό. Συγχρόνως η παρούσα γλώσσα θα διευρυνθεί, εφόσον εκφράζεται με πληρέστερο τρόπο η συνεχώς εξελισσόμενη κοινωνικοπολιτισμική πραγματικότητα. Σε ό,τι αφορά τις ενστάσεις που υπάρχουν, για τη λειτουργικότητα της χρήσης εναλλακτικών γλωσσικών τύπων, η απάντηση έγκειται στην προσωπική και ιδεολογική στάση του/της χρήστη/χρήστριας.
Έτσι, ο παρόν οδηγός εστιάζεται στο δημόσιο λόγο και χώρο και στην ευθύνη που προκύπτει από αυτόν, καθώς είναι αυτός που επηρεάζει μαζικά την κοινή γνώμη, εκπροσωπώντας διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Ο δημόσιος λόγος που εκφράζεται από τα Μ.Μ.Ε., την εκπαίδευση, την πολιτική, καταγράφει, επηρεάζει και δημιουργεί πρότυπα γλωσσικής συμπεριφοράς στους πολίτες και των δύο φύλων, εξαιτίας της σημασίας του δημόσιου ρόλου που τους αντιστοιχεί. Ωστόσο, ο οδηγός αυτός, δεν παύει να αφορά οποιοδήποτε άτομα εκφράζουν τον προβληματισμό τους -για την κάθε μορφής κοινωνική ανισότητα- και επιθυμούν να καταθέσουν τις αρχές τους.
1.1 Η σεξιστική γλώσσα είναι το σύμπτωμα αλλά και η αιτία
Σεξισμός (ή αλλιώς σεξουαλικός ρατσισμός) είναι η πρακτική μέσω της οποίας υποβαθμίζονται άτομα με βάση το φύλο τους, η διάκριση εναντίον ενός φύλου. Το φύλο που υποτιμάται είναι το γυναικείο, όταν σε μια πατριαρχική κοινωνία ο γυναικείος λόγος βρίσκεται στο περιθώριο και οι άντρες έχουν αισθητά μεγαλύτερη οικονομική και πολιτική δύναμη. Στο επίπεδο της γλώσσας, η υποτίμηση εναντίον των γυναικών εκφράζεται στη γραμματική, τη σύνταξη, τη σημασιολογία λέξεων και προτάσεων. Το πιο τρανταχτό ίσως παράδειγμα αποτελεί η υπερίσχυση του αρσενικού γραμματικού γένους έναντι του θηλυκού και ουδετέρου. Σε κάθε περίπτωση, η άμεση σχέση γλώσσας και σκέψης τονίζει τη σημαντικότητα μιας πιο κριτικής προσέγγισης απέναντι στη γλώσσα. Σε πολλές έρευνες αποδείχτηκε η άμεση σχέση επιρροής του λεξιλογίου στη στάση και συμπεριφορά των ανθρώπων. Στη φράση «ο άνθρωπος έφαγε τα μούτρα του» ποιος θα σκεφτόταν ένα άτομο θηλυκού γένους;
Ο φεμινισμός, ως κίνηση/κίνημα, προήλθε από την ανάγκη των γυναικών για ισότιμη και αξιοπρεπή θέση, σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Ακούγεται συχνά ότι το γυναικείο κίνημα, ο φεμινισμός έχει πια ξεπεραστεί και οι γυναίκες κατέκτησαν πολλά από τα δικαιώματά τους για ίση πρόσβαση σε διάφορους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, ενώ το αίτημα για ίση μεταχείριση συχνά μεταφράζεται ως ισοπέδωση των δύο φύλων.
Εντούτοις, ίσο δε σημαίνει απαραίτητα και ίδιο. Ως ίσο εννοούμε και το ισάξιο, κάτι που εξακολουθεί να αποτελεί αίτημα για διαρκή εγρήγορση του γυναικείου κινήματος. Αίτημα με σκοπό την επίτευξη ισάξιας αντιμετώπισης των δύο φύλων, σε όλους τους τομείς της ζωής, και την ταυτόχρονη κατάργηση μιας ανδροκρατούμενης νοοτροπίας και συμπεριφοράς. Αυτή η θέση και συνάμα στάση ζωής -αποτελώντας ένα διαφορετικό μοντέλο κοινωνικής συμπεριφοράς- προτείνει την εφαρμογή πρακτικών απόρριψης μιας κατεστημένης νοοτροπίας και τη δημιουργία εναλλακτικών προτάσεων, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας. Η γλωσσική συμπεριφορά αποτελεί ένα τέτοιο επίπεδο, καθώς προσδιορίζει τόσο το κοινωνικοπολιτισμικό, μορφωτικό μας επίπεδο, όσο και μια καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Κατά συνέπεια, υπάρχουν διαφορές στη χρήση της γλώσσας -εξαιτίας του διαφορετικού κοινωνικού, πολιτισμικού, μορφωτικού, ηλικιακού μας επιπέδου-, αλλά και εξαιτίας του περιβάλλοντος στο οποίο βρισκόμαστε κάθε φορά. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά αποτελούν μέρος της ταυτότητας κάθε ανθρώπου. Το φύλο εντάσσεται επίσης σε αυτά τα χαρακτηριστικά.
Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα, που αναδεικνύουν τις διαφορετικές γλωσσικές προσεγγίσεις εξαιτίας της διαφορετικότητας των ατόμων σε πολλαπλά επίπεδα. Παράλληλα, είναι εκτενείς στην παγκόσμια βιβλιογραφία και οι αναφορές στη σχέση μεταξύ γλώσσας, σκέψης και -κατά συνέπεια- κοινωνικής συμπεριφοράς. Στο παρόν βιβλίο-οδηγό μη σεξιστικής γλώσσας, εκτός από την αναγκαιότητα, αναδεικνύεται και ο προβληματισμός για την εφαρμογή της μη σεξι-στικής γλώσσας. Καθώς η γλωσσική μας συμπεριφορά, όπως και οποιαδήποτε άλλη, είναι προϊόν συνήθειας και επανάληψης, η συστηματική χρήση εναλλακτικών γλωσσικών τύπων θα βοηθήσει, ώστε οι τύποι αυτοί να γίνουν περισσότερο προσιτοί. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθεί η δυνατότητα για πιο δίκαιη εκπροσώπηση των γυναικών, εφόσον -μια τέτοια αλλαγή γλωσσικής συμπεριφοράς- θα αποτελεί κίνηση ενάντια στο γλωσσικό σεξισμό. Συγχρόνως η παρούσα γλώσσα θα διευρυνθεί, εφόσον εκφράζεται με πληρέστερο τρόπο η συνεχώς εξελισσόμενη κοινωνικοπολιτισμική πραγματικότητα. Σε ό,τι αφορά τις ενστάσεις που υπάρχουν, για τη λειτουργικότητα της χρήσης εναλλακτικών γλωσσικών τύπων, η απάντηση έγκειται στην προσωπική και ιδεολογική στάση του/της χρήστη/χρήστριας.
Έτσι, ο παρόν οδηγός εστιάζεται στο δημόσιο λόγο και χώρο και στην ευθύνη που προκύπτει από αυτόν, καθώς είναι αυτός που επηρεάζει μαζικά την κοινή γνώμη, εκπροσωπώντας διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Ο δημόσιος λόγος που εκφράζεται από τα Μ.Μ.Ε., την εκπαίδευση, την πολιτική, καταγράφει, επηρεάζει και δημιουργεί πρότυπα γλωσσικής συμπεριφοράς στους πολίτες και των δύο φύλων, εξαιτίας της σημασίας του δημόσιου ρόλου που τους αντιστοιχεί. Ωστόσο, ο οδηγός αυτός, δεν παύει να αφορά οποιοδήποτε άτομα εκφράζουν τον προβληματισμό τους -για την κάθε μορφής κοινωνική ανισότητα- και επιθυμούν να καταθέσουν τις αρχές τους.
1.1 Η σεξιστική γλώσσα είναι το σύμπτωμα αλλά και η αιτία
Σεξισμός (ή αλλιώς σεξουαλικός ρατσισμός) είναι η πρακτική μέσω της οποίας υποβαθμίζονται άτομα με βάση το φύλο τους, η διάκριση εναντίον ενός φύλου. Το φύλο που υποτιμάται είναι το γυναικείο, όταν σε μια πατριαρχική κοινωνία ο γυναικείος λόγος βρίσκεται στο περιθώριο και οι άντρες έχουν αισθητά μεγαλύτερη οικονομική και πολιτική δύναμη. Στο επίπεδο της γλώσσας, η υποτίμηση εναντίον των γυναικών εκφράζεται στη γραμματική, τη σύνταξη, τη σημασιολογία λέξεων και προτάσεων. Το πιο τρανταχτό ίσως παράδειγμα αποτελεί η υπερίσχυση του αρσενικού γραμματικού γένους έναντι του θηλυκού και ουδετέρου. Σε κάθε περίπτωση, η άμεση σχέση γλώσσας και σκέψης τονίζει τη σημαντικότητα μιας πιο κριτικής προσέγγισης απέναντι στη γλώσσα. Σε πολλές έρευνες αποδείχτηκε η άμεση σχέση επιρροής του λεξιλογίου στη στάση και συμπεριφορά των ανθρώπων. Στη φράση «ο άνθρωπος έφαγε τα μούτρα του» ποιος θα σκεφτόταν ένα άτομο θηλυκού γένους;
Πολλά άλλα παραδείγματα υποδεικνύουν το ίδιο αποτέλεσμα.
1.2 Οι διαφορές των δύο φύλων στη γλώσσα
Η ταυτότητα κάθε ανθρώπου προσδιορίζεται και από το φύλο του. Μια αρχική ένδειξη γι’ αυτό αποτελεί η ερώτηση για το φύλο του νεογέννητου παιδιού. Πολλές έρευνες κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα, με στόχο -μέσα από την κατανόηση της διαφοράς- να αποφευχθούν αρνητικές αξιολογήσεις και στερεότυπα. Βέβαια, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι και άλλοι παράγοντες, για παράδειγμα το κοινωνικο-οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο, η ηλικία και η μόρφωση, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, σχετίζονται με το φύλο και καθορίζουν την ανθρώπινη υπόσταση και ταυτότητα. Το μοντέλο της ‘διαφοράς’ και αυτό της ‘υπεροχής’ προτάθηκαν, για να ερμηνεύσουν τις διαφορές των δύο φύλων. Στην πρώτη περίπτωση -της διαφοράς στην κουλτούρα- δίδεται έμφαση στο ότι τα δύο φύλα αναπτύσσουν διαφορετικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς (κοινωνικής και γλωσσικής), μέσα από τη διαδικασία της κοινω-νικοποίησης -που αρχίζει ήδη από τη γέννηση. Η δεύτερη θεωρία -της αντρικής υπεροχής- εστιάζει στο γεγονός, ότι η παρούσα κοινωνικο-πολιτική κατάσταση εξοβελίζει τις γυναικείες αξίες και συνήθειες, εξαιτίας της πατριαρχικής δομής της κοινωνίας, με αποτέλεσμα ο κανόνας να ορίζεται από την άρχουσα τάξη των αντρών. Και οι δυο θεωρίες είναι απαραίτητες για την κατανόηση των διαφορών των φύλων, καθώς η διαδικασία της κοινωνικοποίησης γίνεται μέσα σε συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, που ευνοεί το αντρικό φύλο.
Ο σεξισμός στα ελληνικά
2.1 Το γραμματικό γένος
Το γραμματικό γένος στην ελληνική γλώσσα προσδιορίζεται από την ιεραρχία αρσενικού, θηλυκού και ουδέτερου, με πρωτεύον και ισχυρότερο -κατά τη γραμματική του Τριανταφυλλίδη (1978)- το αρσενικό. Το γραμματικό γένος ισχύει για όλα μέρη του λόγου, που προσδιορίζουν ουσιαστικά. Από συγκρίσεις και παρατηρήσεις, σχετικά με το γραμματικό γένος σε διάφορες γλώσσες (γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά, ελληνικά), γίνεται εμφανές ότι υπάρχει μια σχέση ανάμεσα στο γραμματικό γένος και το φύλο. Μέσα από την κλασσική ιεράρχηση αρσενικού, θηλυκού και ουδέτερου, υποδηλώνεται μια κοινωνικο-πολιτική ιεραρχία -που απαιτεί τη δεδομένη σειρά- δίνοντας προτεραιότητα στο αντρικό φύλο. Η χρήση του αρσενικού ως του επικρατέστερου γένους, και αυτού που αντιπροσωπεύει το ανθρώπινο είδος, στερεοτυπικά ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, που έχουν γραμματικό γένος. Ωστόσο εντοπίζονται τάσεις αναθεώρησης, όπου (π.χ. στα γαλλικά και ισπανικά) η χρήση του αρσενικού τύπου αντικαθίσταται από τη χρήση διπλού τύπου (π.χ. tous les acteurs γίνεται tous/toutes les acteurs/actrices - todos los etudiantes γίνεται todos/todas los/las estudiantes).
2.2 Η σύνταξη
Στα βιβλία γραμματικής και συντακτικού ορίζεται ότι «ο αρσενικός τύπος προηγείται του θηλυκού και ουδέτερου». Πολλές εκφράσεις δίνουν προτεραιότητα στο αρσενικό π.χ. ‘αντρόγυνο’, ‘ο κύριος και η κυρία’, ‘Αντώνιος και Κλεοπάτρα’ ενώ σε άλλες περιπτώσεις το θηλυκό είτε αγνοείται τελείως είτε ‘συμπεριλαμβάνεται’ στο αρσενικό π.χ. ‘οι δάσκαλοι’, ‘οι μαθητές’, ‘οι καθηγητές’, ‘οι φοιτητές’ κ.ά. Σε χαρακτηριστικές μόνο περιπτώσεις προηγείται, με το ψευδοεπιxείρημα της ευγένειας, ο θηλυκός τύπος (π.χ. ‘η νύφη κι ο γαμπρός’, ‘κυρίες και κύριοι’ κ.ά.), όπου υποδηλώνονται καταστάσεις στις οποίες πρωταγωνιστεί η γυναίκα λόγω της σχέσης της με κάποιον άντρα ή λόγω της εξωτερικής της εμφάνισης.
2.3 Σημασιολογικά στερεότυπα
Αναζητώντας σε λεξικά της ελληνικής γλώσσας τα λήμματα ‘γυναίκα’ και ‘άντρας’, διαπιστώνεται ότι γίνεται ένας συνδυασμός με άλλα λήμματα, που αποτελούν ένα σημασιολογικό πεδίο αρνητικό για τις γυναίκες και θετικό για τους άντρες. Τα παραδείγματα είναι πολλά και διαφωτιστικά: η γυναίκα του δρόμου, η γυναικάρα, η αλόγα, η βουβάλα, η αρκούδα, η αντρογυναίκα κ.ο.κ. / ο αντρείος, αντρειωμένος, γενναίος, γενναιόκαρδος, γενναιόψυχος, παλικάρι κ.ο.κ.
Στο λεξικό του Εμμανουήλ Κριαρά (1995) παρόμοια στερεότυπα διατηρούνται και καθιερώνονται. Σε πολλές περιπτώσεις η γυναικεία συμμετοχή ορίζεται ως η ‘εξαίρεση’ στον κανόνα, που καθορίζεται από τις αντρικές δραστηριότητες (π.χ. γυναικοδουλειά, γυναικοκαβγάς), ενώ σε άλλες εκφράζεται η απεικόνιση του γυναικείου πληθυσμού ως άμορφης μάζας (π.χ. γυναικομάνι, γυναικόκοσμος).
Δε γίνεται αναφορά στους όρους ‘σεξισμός’, ‘σεξιστικό’ και ‘σεξουαλική παρενόχληση’, ενώ απουσιάζει ο όρος ‘αντρικός σωβινισμός’ (η εμμονή δηλαδή σε ένα πατριαρχικό μοντέλο σκέψης και συμπεριφοράς), αν και υπάρχει η απόδοση του όρου ‘σωβινισμός’ με εθνικιστικά σημαινόμενα. Επίσης, στο λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη (1991), ενώ υπάρχουν οι όροι ‘σεξισμός’ και ‘ανδροκρατία’, απουσιάζουν οι όροι ‘σεξιστικό’, ‘σεξουαλική παρενόχληση’ και ‘αντρικός σωβινισμός’.
Άξιο λόγου είναι και το γεγονός ότι, συχνά, η λέξη ‘άνθρωπος’ χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει αποκλειστικά αρσενικού γένους άτομα. Αυτή η μονοπώληση είναι εμφανής στη χρήση σύνθετων όρων π.χ. παλιάνθρωπος - παλιογυναίκα, ενώ απουσιάζει το παλιάνδρας).
Κατά τον ίδιο τρόπο μονοπωλείται η λέξη ‘παιδί’ που, ενώ δηλώνει κορίτσια και αγόρια στην παιδική ηλικία, χρησιμοποιείται για αρσενικά νεαρής ηλικίας από την εφηβεία και μετά π.χ. παλιόπαιδο - παλιο-κόριτσο, ενώ απουσιάζει το παλιάγορο). Το ίδιο ισχύει και για τα φτωχόπαιδο - φτωχοκόριτσο και πλουσιόπαιδο - πλουσιοκόριτσο, ενώ απουσιάζουν τα φτωχάγορο και πλουσιάγορο αντιστοίχως. Αυτοί οι τύποι θα ήταν δυνατοί, αν τα σύνθετα με τη λέξη ‘παιδί’ ήταν ουδέτερα.
Να τονιστεί επίσης η έλλειψη λέξεων που αναφέρονται σε αρνητικά χαρακτηριστικά των αρσενικών, σε αντίθεση με την ποικιλία των αρνητικών θηλυκών χαρακτηριστικών. Αυτή η μεροληψία διαιωνίζει ένα σύστημα που κατακρίνει μονίμως τη γυναικεία παρουσία, ενώ επαινεί την αντρική σεξουαλικότητα (π.χ. σιγανοπαπαδιά, παρθένα, μιξοπάρθενη, αντροχωρίστρα, γαμιάς κτλ.).
(…)
3.4 Σύνοψη εναλλακτικών τακτικών
Συνοπτικά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προτάσεις για μια εναλλακτική χρήση της γλώσσας είναι:
1) Η κριτική προσέγγιση της γλώσσας το επίπεδο της γραμματικής, της σύνταξης και της σημασιολογίας.
2) Η χρήση διπλών (αρσενικών και θηλυκών) τύπων στις γενικές αναφορές (π.χ. μαθητής/τρια).
3) Η κατάργηση σεξιστικών όρων (π.χ. γεροντοκόρη, δεσποινίς)
4) Η καθιέρωση καινούριων όρων, που θα εκφράζουν τη γυναικεία
πραγματικότητα (π.χ. σεξουαλική παρενόχληση, τεκνοθεσία αντί υιοθεσία).
5) Η ευαισθητοποίηση (μέσα από συζητήσεις και σεμινάρια) στο θέμα του γλωσσικού σεξισμού στην εκπαίδευση, στα Μ.Μ.Ε., στις πολιτικές οργανώσεις.
6) Η συμμετοχή γυναικών φεμινιστριών γλωσσολόγων, στις διαδικασίες καθορισμού της γλώσσας.
7) Η χρήση εναλλακτικών ρόλων/προτύπων, για τα δύο φύλα, στην εκπαίδευση (π.χ. η πυροσβεστίνα, ο νηπιαγωγός).
8) Η χρήση γυναικείων μορφών στα Μ.Μ.Ε., ως αντιπροσωπευτικών της γυναικείας ύπαρξης (π.χ. στις γελοιογραφίες).
9) Η παρουσίαση των γυναικών, στα τηλεοπτικά σήριαλ, ως ευφυή, δυναμικά και αποφασιστικά και όχι απαραιτήτως υστερικά, άβουλα και σεξομανή άτομα.
10) Η συχνή χρήση του θηλυκού γένους, με σκοπό την κριτική των στερεοτύπων στο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο (π.χ. ‘η από μηχανής θεά’).
Πετρουλα Τσοκαλίδου: Το φύλο της γλώσσας. Οδηγός μη σεξιστικής γλώσσας για το δημόσιο ελληνικό λόγο (Σύνδεσμος Ελληνίδων Επιστημόνων, Αθήνα, 1996)
Ο σεξισμός στα ελληνικά
2.1 Το γραμματικό γένος
Το γραμματικό γένος στην ελληνική γλώσσα προσδιορίζεται από την ιεραρχία αρσενικού, θηλυκού και ουδέτερου, με πρωτεύον και ισχυρότερο -κατά τη γραμματική του Τριανταφυλλίδη (1978)- το αρσενικό. Το γραμματικό γένος ισχύει για όλα μέρη του λόγου, που προσδιορίζουν ουσιαστικά. Από συγκρίσεις και παρατηρήσεις, σχετικά με το γραμματικό γένος σε διάφορες γλώσσες (γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά, ελληνικά), γίνεται εμφανές ότι υπάρχει μια σχέση ανάμεσα στο γραμματικό γένος και το φύλο. Μέσα από την κλασσική ιεράρχηση αρσενικού, θηλυκού και ουδέτερου, υποδηλώνεται μια κοινωνικο-πολιτική ιεραρχία -που απαιτεί τη δεδομένη σειρά- δίνοντας προτεραιότητα στο αντρικό φύλο. Η χρήση του αρσενικού ως του επικρατέστερου γένους, και αυτού που αντιπροσωπεύει το ανθρώπινο είδος, στερεοτυπικά ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, που έχουν γραμματικό γένος. Ωστόσο εντοπίζονται τάσεις αναθεώρησης, όπου (π.χ. στα γαλλικά και ισπανικά) η χρήση του αρσενικού τύπου αντικαθίσταται από τη χρήση διπλού τύπου (π.χ. tous les acteurs γίνεται tous/toutes les acteurs/actrices - todos los etudiantes γίνεται todos/todas los/las estudiantes).
2.2 Η σύνταξη
Στα βιβλία γραμματικής και συντακτικού ορίζεται ότι «ο αρσενικός τύπος προηγείται του θηλυκού και ουδέτερου». Πολλές εκφράσεις δίνουν προτεραιότητα στο αρσενικό π.χ. ‘αντρόγυνο’, ‘ο κύριος και η κυρία’, ‘Αντώνιος και Κλεοπάτρα’ ενώ σε άλλες περιπτώσεις το θηλυκό είτε αγνοείται τελείως είτε ‘συμπεριλαμβάνεται’ στο αρσενικό π.χ. ‘οι δάσκαλοι’, ‘οι μαθητές’, ‘οι καθηγητές’, ‘οι φοιτητές’ κ.ά. Σε χαρακτηριστικές μόνο περιπτώσεις προηγείται, με το ψευδοεπιxείρημα της ευγένειας, ο θηλυκός τύπος (π.χ. ‘η νύφη κι ο γαμπρός’, ‘κυρίες και κύριοι’ κ.ά.), όπου υποδηλώνονται καταστάσεις στις οποίες πρωταγωνιστεί η γυναίκα λόγω της σχέσης της με κάποιον άντρα ή λόγω της εξωτερικής της εμφάνισης.
2.3 Σημασιολογικά στερεότυπα
Αναζητώντας σε λεξικά της ελληνικής γλώσσας τα λήμματα ‘γυναίκα’ και ‘άντρας’, διαπιστώνεται ότι γίνεται ένας συνδυασμός με άλλα λήμματα, που αποτελούν ένα σημασιολογικό πεδίο αρνητικό για τις γυναίκες και θετικό για τους άντρες. Τα παραδείγματα είναι πολλά και διαφωτιστικά: η γυναίκα του δρόμου, η γυναικάρα, η αλόγα, η βουβάλα, η αρκούδα, η αντρογυναίκα κ.ο.κ. / ο αντρείος, αντρειωμένος, γενναίος, γενναιόκαρδος, γενναιόψυχος, παλικάρι κ.ο.κ.
Στο λεξικό του Εμμανουήλ Κριαρά (1995) παρόμοια στερεότυπα διατηρούνται και καθιερώνονται. Σε πολλές περιπτώσεις η γυναικεία συμμετοχή ορίζεται ως η ‘εξαίρεση’ στον κανόνα, που καθορίζεται από τις αντρικές δραστηριότητες (π.χ. γυναικοδουλειά, γυναικοκαβγάς), ενώ σε άλλες εκφράζεται η απεικόνιση του γυναικείου πληθυσμού ως άμορφης μάζας (π.χ. γυναικομάνι, γυναικόκοσμος).
Δε γίνεται αναφορά στους όρους ‘σεξισμός’, ‘σεξιστικό’ και ‘σεξουαλική παρενόχληση’, ενώ απουσιάζει ο όρος ‘αντρικός σωβινισμός’ (η εμμονή δηλαδή σε ένα πατριαρχικό μοντέλο σκέψης και συμπεριφοράς), αν και υπάρχει η απόδοση του όρου ‘σωβινισμός’ με εθνικιστικά σημαινόμενα. Επίσης, στο λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη (1991), ενώ υπάρχουν οι όροι ‘σεξισμός’ και ‘ανδροκρατία’, απουσιάζουν οι όροι ‘σεξιστικό’, ‘σεξουαλική παρενόχληση’ και ‘αντρικός σωβινισμός’.
Άξιο λόγου είναι και το γεγονός ότι, συχνά, η λέξη ‘άνθρωπος’ χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει αποκλειστικά αρσενικού γένους άτομα. Αυτή η μονοπώληση είναι εμφανής στη χρήση σύνθετων όρων π.χ. παλιάνθρωπος - παλιογυναίκα, ενώ απουσιάζει το παλιάνδρας).
Κατά τον ίδιο τρόπο μονοπωλείται η λέξη ‘παιδί’ που, ενώ δηλώνει κορίτσια και αγόρια στην παιδική ηλικία, χρησιμοποιείται για αρσενικά νεαρής ηλικίας από την εφηβεία και μετά π.χ. παλιόπαιδο - παλιο-κόριτσο, ενώ απουσιάζει το παλιάγορο). Το ίδιο ισχύει και για τα φτωχόπαιδο - φτωχοκόριτσο και πλουσιόπαιδο - πλουσιοκόριτσο, ενώ απουσιάζουν τα φτωχάγορο και πλουσιάγορο αντιστοίχως. Αυτοί οι τύποι θα ήταν δυνατοί, αν τα σύνθετα με τη λέξη ‘παιδί’ ήταν ουδέτερα.
Να τονιστεί επίσης η έλλειψη λέξεων που αναφέρονται σε αρνητικά χαρακτηριστικά των αρσενικών, σε αντίθεση με την ποικιλία των αρνητικών θηλυκών χαρακτηριστικών. Αυτή η μεροληψία διαιωνίζει ένα σύστημα που κατακρίνει μονίμως τη γυναικεία παρουσία, ενώ επαινεί την αντρική σεξουαλικότητα (π.χ. σιγανοπαπαδιά, παρθένα, μιξοπάρθενη, αντροχωρίστρα, γαμιάς κτλ.).
(…)
3.4 Σύνοψη εναλλακτικών τακτικών
Συνοπτικά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προτάσεις για μια εναλλακτική χρήση της γλώσσας είναι:
1) Η κριτική προσέγγιση της γλώσσας το επίπεδο της γραμματικής, της σύνταξης και της σημασιολογίας.
2) Η χρήση διπλών (αρσενικών και θηλυκών) τύπων στις γενικές αναφορές (π.χ. μαθητής/τρια).
3) Η κατάργηση σεξιστικών όρων (π.χ. γεροντοκόρη, δεσποινίς)
4) Η καθιέρωση καινούριων όρων, που θα εκφράζουν τη γυναικεία
πραγματικότητα (π.χ. σεξουαλική παρενόχληση, τεκνοθεσία αντί υιοθεσία).
5) Η ευαισθητοποίηση (μέσα από συζητήσεις και σεμινάρια) στο θέμα του γλωσσικού σεξισμού στην εκπαίδευση, στα Μ.Μ.Ε., στις πολιτικές οργανώσεις.
6) Η συμμετοχή γυναικών φεμινιστριών γλωσσολόγων, στις διαδικασίες καθορισμού της γλώσσας.
7) Η χρήση εναλλακτικών ρόλων/προτύπων, για τα δύο φύλα, στην εκπαίδευση (π.χ. η πυροσβεστίνα, ο νηπιαγωγός).
8) Η χρήση γυναικείων μορφών στα Μ.Μ.Ε., ως αντιπροσωπευτικών της γυναικείας ύπαρξης (π.χ. στις γελοιογραφίες).
9) Η παρουσίαση των γυναικών, στα τηλεοπτικά σήριαλ, ως ευφυή, δυναμικά και αποφασιστικά και όχι απαραιτήτως υστερικά, άβουλα και σεξομανή άτομα.
10) Η συχνή χρήση του θηλυκού γένους, με σκοπό την κριτική των στερεοτύπων στο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο (π.χ. ‘η από μηχανής θεά’).
Πετρουλα Τσοκαλίδου: Το φύλο της γλώσσας. Οδηγός μη σεξιστικής γλώσσας για το δημόσιο ελληνικό λόγο (Σύνδεσμος Ελληνίδων Επιστημόνων, Αθήνα, 1996)
.
Διαβάστε περισσότερα πιέζοντας εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου