ΜΙΚΡΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
από την ελληνική gay βιβλιογραφία
Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου: Αποχαιρετισμός
Συναντηθήκαμε αργά το απόγευμα κάπου προς τον παλιό
σταθμό. Φυσούσε από το πρωί κι η θάλασσα ήταν
έρημη στα καφενεία και στα τραμ της αφετηρίας
Κοιτούσα τα χέρια του που έσφιγγαν ήρεμα, με κρυφή συγ-
κατάθεση, τα δικά μου. Μες στο σακίδιο ήταν όλος
ο κόσμος του - πουλόβερ, βιβλία, γράμματα... Ε-
πρεπε να 'ρχονταν τα πράγματα αλλιώς, μα το θε-
λήσαμε τάχα
Άχρωμο φως, μια Κυριακή φθινοπωριάτικη, καμιά ελπίδα.
Μικρά ταξίδια στις ακτές, όλα χαλάσανε. Θεέ μου,
τόση ερημιά
Έβρεχε στην επιστροφή και ο αυτοκινητόδρομος γέμισε
φωτεινά σήματα, πικρά ολομόναχα φώτα
Συλλογή:Νοσοκομείο εκστρατείας
Ο Δύσκολος θάνατος (Νεφέλη)
Kωνσταντίνος Π. Καβάφης: Ο Σεπτέμβρης του 1903
Τουλάχιστον με πλάνες ας γελιούμαι τώρα·
την άδεια την ζωή μου να μη νιώθω.
Και ήμουνα τόσες φορές τόσο κοντά.
Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·
γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·
και μέσα μου να κλαίει η άδεια μου ζωή,
και να μαυροφορούν οι επιθυμίες μου.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι
στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,
στ’ ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι.
Κ. Καβάφης, Κρυμμένα Ποιήματα (Ίκαρος)
Ναπολέων Λαπαθιώτης: Τραγούδι το φθινόπωρο
Φθινόπωρο σ’ αγάπησα, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά γυμνά για το χειμώνα,
που βιάζονται τα δειλινά, κι είναι τα ρόδα μήλα,
- κι είναι τα βράδια μόνα...
Και τώρα στέκω και ρωτώ: Ποια μοίρα, και ποια μπόρα,
καθώς τραβούσα, μοναχός, το δρόμο της αβύσσου,
παράξενα κι ανέλπιστα, να μ’ έχει φέρει, τώρα,
ζητιάνο στην αυλή σου;...
Κι όταν το γιόμα χάνεται, κι η νύχτα κατεβαίνει,
και σιωπηλά, σαν τα βιβλία, το φως της μέρας κλείνει,
να ‘ρχομαι, πάλι, να ζητώ μιαν ησυχία χαμένη,
σαν μιαν ελεημοσύνη!
Σ’ αγάπησα φθινόπωρο, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά, κι είναι τα βράδια μόνα...
Μ’ αλήθεια να σ’ αγάπησα – ή μην είν’ η ανατριχίλα
του ερχόμενου χειμώνα;…
Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα (Ζήτρος)
Χάρης Μεγαλυνός: Για να μην φοβόμαστε τον τάφο
Αυτός ο όμορφος φθινοπωριάτικος καιρός
πόσο πάει βαθιά μες στα κόκκαλα.
Η συγκρατημένη του διαύγεια, η ευγενική του
μελαγχολία λες και είναι φτιαγμένες
γι’ αυτό το περιφρονημένο μέρος του κορμιού μας
που μόνο όταν είμαστε γέροι κάνει την παρουσία του
αισθητή σαν μια μακρινή υπενθύμιση του τάφου.
Κι όπως το φθινόπωρο είναι ο τάφος,
όχι μόνο του καλοκαιριού αλλά ολόκληρης
της χρονιάς, το λίκνο του μούστου,
ο θρίαμβος των πρώτων πουλόβερ,
έτσι κι αυτό που ονομάζουμε ρευματισμούς,
πόνους στα κόκκαλα, δεν έχουν τίποτα
απ’ την στυγνότητα των συναισθημάτων της νιότης.
Δεν θέλω να κλάψω τώρα που ήρθε το φθινόπωρο
δεν θέλω να δω στα ρείθρα αυτό το νερό
των πόλεων, αυτό το νερό το τόσο θολό
απ’ τους στροβίλους της ανικανοποίησης.
Μόνο να, θέλω αυτός ο όμορφος φθινοπωριάτικος
καιρός να δώσει στα κόκκαλά μας
που μόνο το φιλί του τάφου θα αισθανθούν
να νοιώσουν κάτι απ’ το ρίγος
και την θαλπωρή της θνητής μας σάρκας
Το μήλον της έριδος (Οδός Πανός)
Γιώργος Χρονάς: Τα ποιήματα του σπέρματος Γ’
Μα πιο πολύ το σπέρμα του θρηνώ
καλά κλεισμένο μέσα στους αδένες του να πεθαίνει
γιατί είναι βέβαιο πως αν έπεφτε δυνατά σε γόνιμη γη
λαμπρά βρέφη θα τούδινε
Έπειτα, αργότερα αυτά τα παιδιά του
όπως θα ερχόντουσαν απ’ τη μεριά της θάλασσας
- φθινόπωρο οι τελευταίες λάμψεις του ήλιου,
θα τον συναντούσαν γυμνό να λούζεται στα ντουζ
σκύβοντας στο χώμα κάποιο σαπούνι να φτάσει
Ζητώντας μια λευκή πετσέτα που δεν υπάρχει.
Ο αναιδής θρίαμβος (Οδός Πανός)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου