Ο επίσκοπος Πηγάσιος
Εισήλθαν στον περικαλλή ναό της Αθηνάς
ο Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
Εκύτταζαν με πόθον και στοργή τ’ αγάλματα
όμως συνομιλούσανε διστακτικώς.
με υπαινιγμούς, με λόγια διφορούμενα,
με φράσεις πλήρεις προφυλάξεως,
γιατί δεν ήσαν βέβαιοι ο ένας για τον άλλον
και συνεπώς φοβούνταν να μη εκτεθούν,
ο ψεύτης Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο ψεύτης Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
(Μάιος 1920)
Η διάσωσις του Ιουλιανού
Όταν μαινόμενοι σκότωσαν οι στρατιώται
τους συγγενείς του αποθανόντος Κωνσταντίνου'
και τελευταίως κινδύνευεν απ’ την φρικτή
παραφορά των ώς και το μικρό παιδί -έξι χρονώ-
του Καίσαρος Ιουλίου Κωνσταντίου,
οι Χριστιανοί ιερείς, οι εύσπλαχνοι,
το βρήκαν, και το πήγανε στο άσυλον
της εκκλησίας. Εκεί τον διέσωσαν, τον εξαετή Ιουλιανόν.
Πλην επιβάλλεται να πούμεν ότι
είναι χριστιανικής πηγής πληροφορία.
Μα διόλου απίθανον να είν’ αληθινόν.
Τίποτε το παράδοξον ιστορικώς
δεν παρουσιάζει: του Χριστού ιερείς
διασώζοντες αθώα Χριστιανόπαιδα.
Αν είναι αληθινό –άραγε ο πολύς φιλόσοφος
Αύγουστος και σ’ αυτό να εξέφραζε
το «λήθη δε έστω του σκότους εκείνου»;
(Δεκέμβριος 1923)
Αθανάσιος
Μέσα σε βάρκα επάνω στον μεγάλο Νείλο,
με δυο πιστούς συντρόφους μοναχούς,
φυγάς και ταλαιπωρημένος ο Αθανάσιος
-ο ενάρετος, ο ευσεβής, ο την ορθήν πίστιν τηρών-
προσεύχονταν. Τον καταδίωκαν οι εχθροί
και λίγη ελπίς υπήρχε να σωθεί.
Ήταν ο άνεμος ενάντιος'
και δύσκολα η σαθρή βάρκα τους προχώρει.
Σαν ετελείωσε την προσευχή,
έστρεψε το θλιμμένο βλέμμα του
προς τους συντρόφους του –κι απόρησε
βλέποντας το παράξενο μειδίαμά τους.
Οι μοναχοί, ενώ προσεύχονταν εκείνος,
είχαν συναισθανθεί τι εγίνονταν
στην Μεσοποταμία' οι μοναχοί
εγνώρισαν που εκείνη την στιγμή
ο φαύλος Ιουλιανός είχεν εκπνεύσει.
(Απρίλιος 1920)
Hunc deorum templis
Γερόντισσα τυφλή, ήσουν κρυφή εθνική;
ή ήσουν χριστιανή; Τον λόγον σου
που βγήκε αληθινός –που αυτός που εισήρχετο
επευφημούμενος στην Βιέννη, ο ένδοξος
Καίσαρ Ιουλιανός ήταν προωρισμένος
να υπηρετήσει τα τεμένη των (ψευτών) θεών –
τον λόγον σου που βγήκε αληθινός,
γερόντισσα τυφλή, τον είπες με οδύνην
ως θέλω να υποθέτω ή, φαύλη! με χαράν;
(Μάρτιος 1926)
Είχαν περάσει δέκα πέντε χρόνια.
Ήταν ο πρώτος χρόνος του Θεοδοσίου.
Στην αίθουσα του πατρικού μεγάρου του
περίμενε ένας νέος αλεξανδρινός
μία επίσκεψιν αγαπημένου φίλου.
Για να περνάει πιο εύκολα ο καιρός
πήρε κ’ εδιάβασε το πρώτο που έτυχε βιβλίο.
Ήτανε σοφιστού πολύ οργίλου,
που, για ταπείνωσιν των Χριστιανών,
παράθετε του Ιουλιανού την φράσι.
«Βεβαίως» ψιθύρισεν ο νέος αλεξανδρινός,
«πρώτα ο Ματθαίος, πρώτα ο Λουκάς».
Για τ’ άλλα, όμως, του Ιουλιανού,
Όμηρον και Ησίοδο, εμειδίασεν μονάχα.
Κ. Π. Καβάφης: Ατελή ποιήματα 1918-1932 (Ίκαρος 1994)
Φιλολογική έκδοση και σχόλια Renata Lavagnini
Εισήλθαν στον περικαλλή ναό της Αθηνάς
ο Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
Εκύτταζαν με πόθον και στοργή τ’ αγάλματα
όμως συνομιλούσανε διστακτικώς.
με υπαινιγμούς, με λόγια διφορούμενα,
με φράσεις πλήρεις προφυλάξεως,
γιατί δεν ήσαν βέβαιοι ο ένας για τον άλλον
και συνεπώς φοβούνταν να μη εκτεθούν,
ο ψεύτης Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο ψεύτης Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
(Μάιος 1920)
Η διάσωσις του Ιουλιανού
Όταν μαινόμενοι σκότωσαν οι στρατιώται
τους συγγενείς του αποθανόντος Κωνσταντίνου'
και τελευταίως κινδύνευεν απ’ την φρικτή
παραφορά των ώς και το μικρό παιδί -έξι χρονώ-
του Καίσαρος Ιουλίου Κωνσταντίου,
οι Χριστιανοί ιερείς, οι εύσπλαχνοι,
το βρήκαν, και το πήγανε στο άσυλον
της εκκλησίας. Εκεί τον διέσωσαν, τον εξαετή Ιουλιανόν.
Πλην επιβάλλεται να πούμεν ότι
είναι χριστιανικής πηγής πληροφορία.
Μα διόλου απίθανον να είν’ αληθινόν.
Τίποτε το παράδοξον ιστορικώς
δεν παρουσιάζει: του Χριστού ιερείς
διασώζοντες αθώα Χριστιανόπαιδα.
Αν είναι αληθινό –άραγε ο πολύς φιλόσοφος
Αύγουστος και σ’ αυτό να εξέφραζε
το «λήθη δε έστω του σκότους εκείνου»;
(Δεκέμβριος 1923)
Αθανάσιος
Μέσα σε βάρκα επάνω στον μεγάλο Νείλο,
με δυο πιστούς συντρόφους μοναχούς,
φυγάς και ταλαιπωρημένος ο Αθανάσιος
-ο ενάρετος, ο ευσεβής, ο την ορθήν πίστιν τηρών-
προσεύχονταν. Τον καταδίωκαν οι εχθροί
και λίγη ελπίς υπήρχε να σωθεί.
Ήταν ο άνεμος ενάντιος'
και δύσκολα η σαθρή βάρκα τους προχώρει.
Σαν ετελείωσε την προσευχή,
έστρεψε το θλιμμένο βλέμμα του
προς τους συντρόφους του –κι απόρησε
βλέποντας το παράξενο μειδίαμά τους.
Οι μοναχοί, ενώ προσεύχονταν εκείνος,
είχαν συναισθανθεί τι εγίνονταν
στην Μεσοποταμία' οι μοναχοί
εγνώρισαν που εκείνη την στιγμή
ο φαύλος Ιουλιανός είχεν εκπνεύσει.
(Απρίλιος 1920)
Hunc deorum templis
Γερόντισσα τυφλή, ήσουν κρυφή εθνική;
ή ήσουν χριστιανή; Τον λόγον σου
που βγήκε αληθινός –που αυτός που εισήρχετο
επευφημούμενος στην Βιέννη, ο ένδοξος
Καίσαρ Ιουλιανός ήταν προωρισμένος
να υπηρετήσει τα τεμένη των (ψευτών) θεών –
τον λόγον σου που βγήκε αληθινός,
γερόντισσα τυφλή, τον είπες με οδύνην
ως θέλω να υποθέτω ή, φαύλη! με χαράν;
(Μάρτιος 1926)
Είχαν περάσει δέκα πέντε χρόνια.
Ήταν ο πρώτος χρόνος του Θεοδοσίου.
Στην αίθουσα του πατρικού μεγάρου του
περίμενε ένας νέος αλεξανδρινός
μία επίσκεψιν αγαπημένου φίλου.
Για να περνάει πιο εύκολα ο καιρός
πήρε κ’ εδιάβασε το πρώτο που έτυχε βιβλίο.
Ήτανε σοφιστού πολύ οργίλου,
που, για ταπείνωσιν των Χριστιανών,
παράθετε του Ιουλιανού την φράσι.
«Βεβαίως» ψιθύρισεν ο νέος αλεξανδρινός,
«πρώτα ο Ματθαίος, πρώτα ο Λουκάς».
Για τ’ άλλα, όμως, του Ιουλιανού,
Όμηρον και Ησίοδο, εμειδίασεν μονάχα.
Κ. Π. Καβάφης: Ατελή ποιήματα 1918-1932 (Ίκαρος 1994)
Φιλολογική έκδοση και σχόλια Renata Lavagnini
.
sarantakos.com
sarantakos.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου