.
Θανάσης Σκρούμπελος: Μπλε καστόρινα παπούτσια (Τόπος, 2007)
Με αφορμή την αιματηρή προβοκάτσια του παρακράτους τον Νοέμβριο του 1964, κατά τον εορτασμό για την επέτειο ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, ο Θ. Σκρουμπέλος στήνει μια τολμηρή τοιχογραφία των σίξτις, με φόντο το μαγαζί "Χαβάη" στο Μεταξουργείο: κέντρο τραβεστί, τόπο συνάντησης πρώην χιτών, αρχηγείο παρακρατικών συνωμοσιών, σήμα κατατεθέν μιας γειτονιάς, μικρογραφία της Ελλάδας, χωρισμένης αυστηρά στα όρια μιας εξουσίας που καθόριζαν οι διεκδικήσεις των άτεγκτων αντιπάλων, Λαμπράκηδες και παρακράτος. [...] Ένα παθιασμένο μυθιστόρημα για τα πάθη της Αριστεράς, για τα πάθη της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Μια συγκλονιστική ιστορία, που πραγματεύεται την Ιστορία με τα υλικά ερωτικής τραγωδίας.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Σπουδή στο περιθώριο
Από τον ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ (Ελευθεροτυπία, 16/3/2008)
Το καινούριο βιβλίο του Θανάση Σκρουμπέλου «Μπλε καστόρινα παπούτσια» (εκδόσεις «Τόπος») μπορεί να μην ανήκει στο ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά έχει έναν σαφώς ιστορικό πυρήνα, που δεν είναι άλλος από τα έκτροπα τα οποία συνέβησαν τον Νοέμβριο του 1964, κατά την επέτειο του εορτασμού της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, όταν το παρακράτος βρήκε την ευκαιρία να αναλάβει περίοπτη δράση. Ο Σκρουμπέλος πλέκει την ιστορία του -ή μάλλον τις ιστορίες του- γύρω από αυτό το βασικό γεγονός, κρατώντας, ωστόσο, την πολιτική στο φόντο της δράσης του, ως έναν έντονο απόηχο της ζωής των πρωταγωνιστών του, έναν απόηχο, πάντως, που μοιάζει να χάνει όλο και πιο πολύ το νόημά του όσο προχωρεί η αφήγηση και αποκαλύπτονται οι πραγματικές της εξελίξεις.
Κέντρο της πλοκής στα «Μπλε καστόρινα παπούτσια» είναι το νυχτερινό μαγαζί «Χαβάη», στο Μεταξουργείο, όπου βρίσκει τη χαρά του ο κάθε πικραμένος, καταφεύγοντας στην τρυφερή αγκαλιά των νεαρών τραβεστί του. Λαϊκά παιδιά, ξένοι και ντόπιοι πράκτορες, πρώην χίτες και νυν ακροδεξιοί, στρατιωτικοί και παραστρατιωτικοί μπλέκονται με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο στην παρέα του μαγαζιού, δοκιμάζοντας να καλμάρουν τα σεξουαλικά αλλά και τα πολιτικά πάθη τους. Το τελικό αποτέλεσμα για τους περισσότερους είναι να χάσουν τα πάντα: τους έρωτες και τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες, την οικογενειακή τους άνεση αλλά και την ασφάλεια ή την επιτυχία της καριέρας τους. Και τούτο όχι εξαιτίας των τιτάνιων συλλογικών συγκρούσεων της περιόδου, αλλά λόγω μιας βαθύτερης καχεξίας της κοινωνίας και της ατομικής τους ύπαρξης, η οποία τους βυθίζει στο τέλμα και στην απόγνωση ή στον θάνατο.
Γραμμένο με χιούμορ και σε χαμηλούς τόνους, με καλά επεξεργασμένους χαρακτήρες (ξεχωρίζουν ο κυρ-Χρήστος, ο Μπόης, ο Γαζούρης και η Αριστέα), καθώς και με σοβαρή μέριμνα για την εικονογράφηση των σκληρών αδιεξόδων των ηρώων του, που συντρίβονται λιγότερο από τις διαφορές των πολιτικών τους παρατάξεων και περισσότερο από την ασφυξία της καθημερινότητάς τους, το βιβλίο του Σκρουμπέλου αποτελεί μια πολύ προσεκτική σπουδή του κοινωνικού περιθωρίου της δεκαετίας του 1960 (στο ίδιο θέμα, αλλά με εμφανώς λιγότερες δυνάμεις προσήλθε το 2006 ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης με το μυθιστόρημά του «Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου»), η οποία βγαίνει στο προσκήνιο χωρίς δογματισμούς και ιδεολογικοποιήσεις, σαν ένας ολοζώντανος και απολύτως χειροπιαστός μέσα στις ακραίες αντιφάσεις και αντιθέσεις του κόσμος.
Θανάσης Σκρούμπελος: Μπλε καστόρινα παπούτσια (Τόπος, 2007)
Με αφορμή την αιματηρή προβοκάτσια του παρακράτους τον Νοέμβριο του 1964, κατά τον εορτασμό για την επέτειο ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, ο Θ. Σκρουμπέλος στήνει μια τολμηρή τοιχογραφία των σίξτις, με φόντο το μαγαζί "Χαβάη" στο Μεταξουργείο: κέντρο τραβεστί, τόπο συνάντησης πρώην χιτών, αρχηγείο παρακρατικών συνωμοσιών, σήμα κατατεθέν μιας γειτονιάς, μικρογραφία της Ελλάδας, χωρισμένης αυστηρά στα όρια μιας εξουσίας που καθόριζαν οι διεκδικήσεις των άτεγκτων αντιπάλων, Λαμπράκηδες και παρακράτος. [...] Ένα παθιασμένο μυθιστόρημα για τα πάθη της Αριστεράς, για τα πάθη της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Μια συγκλονιστική ιστορία, που πραγματεύεται την Ιστορία με τα υλικά ερωτικής τραγωδίας.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Σπουδή στο περιθώριο
Από τον ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ (Ελευθεροτυπία, 16/3/2008)
Το καινούριο βιβλίο του Θανάση Σκρουμπέλου «Μπλε καστόρινα παπούτσια» (εκδόσεις «Τόπος») μπορεί να μην ανήκει στο ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά έχει έναν σαφώς ιστορικό πυρήνα, που δεν είναι άλλος από τα έκτροπα τα οποία συνέβησαν τον Νοέμβριο του 1964, κατά την επέτειο του εορτασμού της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, όταν το παρακράτος βρήκε την ευκαιρία να αναλάβει περίοπτη δράση. Ο Σκρουμπέλος πλέκει την ιστορία του -ή μάλλον τις ιστορίες του- γύρω από αυτό το βασικό γεγονός, κρατώντας, ωστόσο, την πολιτική στο φόντο της δράσης του, ως έναν έντονο απόηχο της ζωής των πρωταγωνιστών του, έναν απόηχο, πάντως, που μοιάζει να χάνει όλο και πιο πολύ το νόημά του όσο προχωρεί η αφήγηση και αποκαλύπτονται οι πραγματικές της εξελίξεις.
Κέντρο της πλοκής στα «Μπλε καστόρινα παπούτσια» είναι το νυχτερινό μαγαζί «Χαβάη», στο Μεταξουργείο, όπου βρίσκει τη χαρά του ο κάθε πικραμένος, καταφεύγοντας στην τρυφερή αγκαλιά των νεαρών τραβεστί του. Λαϊκά παιδιά, ξένοι και ντόπιοι πράκτορες, πρώην χίτες και νυν ακροδεξιοί, στρατιωτικοί και παραστρατιωτικοί μπλέκονται με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο στην παρέα του μαγαζιού, δοκιμάζοντας να καλμάρουν τα σεξουαλικά αλλά και τα πολιτικά πάθη τους. Το τελικό αποτέλεσμα για τους περισσότερους είναι να χάσουν τα πάντα: τους έρωτες και τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες, την οικογενειακή τους άνεση αλλά και την ασφάλεια ή την επιτυχία της καριέρας τους. Και τούτο όχι εξαιτίας των τιτάνιων συλλογικών συγκρούσεων της περιόδου, αλλά λόγω μιας βαθύτερης καχεξίας της κοινωνίας και της ατομικής τους ύπαρξης, η οποία τους βυθίζει στο τέλμα και στην απόγνωση ή στον θάνατο.
Γραμμένο με χιούμορ και σε χαμηλούς τόνους, με καλά επεξεργασμένους χαρακτήρες (ξεχωρίζουν ο κυρ-Χρήστος, ο Μπόης, ο Γαζούρης και η Αριστέα), καθώς και με σοβαρή μέριμνα για την εικονογράφηση των σκληρών αδιεξόδων των ηρώων του, που συντρίβονται λιγότερο από τις διαφορές των πολιτικών τους παρατάξεων και περισσότερο από την ασφυξία της καθημερινότητάς τους, το βιβλίο του Σκρουμπέλου αποτελεί μια πολύ προσεκτική σπουδή του κοινωνικού περιθωρίου της δεκαετίας του 1960 (στο ίδιο θέμα, αλλά με εμφανώς λιγότερες δυνάμεις προσήλθε το 2006 ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης με το μυθιστόρημά του «Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου»), η οποία βγαίνει στο προσκήνιο χωρίς δογματισμούς και ιδεολογικοποιήσεις, σαν ένας ολοζώντανος και απολύτως χειροπιαστός μέσα στις ακραίες αντιφάσεις και αντιθέσεις του κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου