Η ΔΙΩΞΗ ΤΩΝ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΩΝ ΣΤΟ Γ ΡΑΙΧ
Το κρυμμένο Ολοκαύτωμα
Χιλιάδες ομοφυλόφιλοι βασανίστηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επέζησαν ελάχιστοι. Και αυτοί υποχρεώθηκαν μετά τον πόλεμο να αποσιωπήσουν τα βιώματά τους και να ζήσουν σε έναν κόσμο που συνέχιζε να τους θεωρεί "έκφυλους" και "κοινωνικά επικίνδυνους". Η ιστορία τους αρχίζει επιτέλους να γράφεται.
Ένα βιβλίο φέρνει στο φως μια πτυχή του Ολοκαυτώματος που αποσιωπήθηκε συστηματικά επί δεκαετίες. Πρόκειται για τη μαρτυρία ενός νεαρού Αυστριακού που συνελήφθη από την Γκεστάπο το 1939 ως ομοφυλόφιλος, καταδικάστηκε σε πολύμηνη φυλάκιση και στη συνέχεια στάλθηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου. Η αφήγηση αυτή ("Οι άντρες με το ροζ τρίγωνο. Η μαρτυρία ενός ομοφυλόφιλου από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης") υπήρξε η πρώτη θαρραλέα καταγραφή των εφιαλτικών βιωμάτων μιας κατηγορίας πολιτών που μετά τον πόλεμο δεν κρίθηκαν άξιοι να συμπεριληφθούν στο μαρτυρολόγιο των θυμάτων του ναζισμού. Σιγά-σιγά, την αρχική αυτή ρωγμή στο τείχος της απόλυτης σιγής θα ακολουθούσαν και άλλες. Ένα μικρό σώμα μαρτυριών και αρκετές επιστημονικές εργασίες προσφέρουν πλέον επαρκή τεκμηρίωση για την κατανόηση τόσο του ίδιου του ιστορικού γεγονότος όσο και των λόγων που οδήγησαν στη συνειδητή συσκότισή του.
Για τους ομοφυλόφιλους το Τρίτο Ράιχ δεν ηττήθηκε στα 1945. Όσοι από αυτούς -και ήταν ελάχιστοι- κατόρθωσαν να βγουν ζωντανοί από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης έμελλε να βρεθούν και πάλι σε μια κοινωνία απρόθυμη να ακούσει την ιστορία τους, ανίκανη να τους αντιμετωπίσει ως ισότιμους με τους συγκρατουμένους τους και πεισμένη ότι η δική τους αποκατάσταση ήταν απολύτως περιττή. Δεν πρόκειται απλώς για το ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν την αποζημίωση, ηθική και υλική, που δικαιούνταν άλλες κατηγορίες θυμάτων. Η αιτία που τους οδήγησε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης συνέχισε για δεκαετίες μετά την πτώση του ναζισμού να συνιστά στη Γερμανία αξιόποινη πράξη, καταδικάζοντάς τους σε συμπεριφορές ανάλογες με εκείνες που είχαν υιοθετήσει την περίοδο του εθνικοσοσιαλισμού. Εδώ πρέπει μάλλον να αναζητηθεί και η πιο τραυματική όψη της εμπειρίας τους: στην περίπτωσή τους, η μεταπολεμική κοινωνία αποδεικνυόταν αρκετά συγγενική με τη ναζιστική. Το ίδιο "έγκλημα" που υπήρξε ο λόγος του εγκλεισμού τους μπορούσε ακόμη να τους σύρει στα αστυνομικά τμήματα και τα δικαστήρια.
Στην καλλιέργεια του εχθρικού αυτού κλίματος κατά των "κρατουμένων με το ροζ τρίγωνο" συνέτεινε και η άρνηση των ιστορικών να εντάξουν τα βιώματά των ομοφυλόφιλων στην επίσημη αφήγηση των θηριωδιών του Τρίτου Ράιχ. Κάποιοι δικαιολογήθηκαν αργότερα ότι οι σιωπές της ιστορίας οφείλονταν στην αδυναμία των ίδιων των υποκειμένων να μιλήσουν για το επώδυνο παρελθόν. Είπαν ψέματα: ούτως ή άλλως, σαφείς νύξεις για την τύχη των ομοφυλόφιλων "διαφθορέων της άριας φυλής" περιέχονταν τόσο στις αναμνήσεις άλλων ομάδων κρατουμένων όσο και στα κείμενα κάποιων πρωτεργατών του ναζισμού, όπως για παράδειγμα του Ρούντολφ Χες ή του Φέλιξ Κέρστεν, προσωπικού γιατρού του Χίμλερ. Οι πηγές αυτές ήταν διαθέσιμες στους ερευνητές από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, απλώς κανείς δεν είχε το θάρρος -και την τιμιότητα- να τις αφουγκραστεί.
Το αιματηρό διάλειμμα
Η εικόνα άλλαξε τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Τώρα πια, ευάριθμες αλλά σημαντικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η ναζιστική δίωξη των ομοφυλόφιλων υπήρξε το φονικό ιντερμέδιο της σχετικά ευθύγραμμης αντιμετώπισής τους που δρομολογήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, επέζησε την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και συνεχίστηκε περίπου αναλλοίωτη ως τις αρχές της δεκαετίας του '70. Η παρατήρηση αυτή έχει τη σημασία της: η ποινικοποίηση της ομοφυλόφιλης συμπεριφοράς προηγήθηκε του ναζισμού και δεν καταργήθηκε με την κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ. Όταν, με άλλα λόγια, ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, είχε στη διάθεσή του ένα νομοθετικό οπλοστάσιο, την περιβόητη παράγραφο 175, που του επέτρεπε να προχωρήσει σταδιακά στο κυνήγι των ομοφυλόφιλων χωρίς εμφανείς ρήξεις με το παρελθόν.
Ξεκίνησε, λοιπόν, με τη συντριβή του κινήματος των ομοφυλόφιλων: οι συσσωματώσεις τους καταργήθηκαν, η κουλτούρα τους δαιμονοποιήθηκε, τα σημεία συνάντησής τους έγιναν στόχος επιθέσεων και βανδαλισμών, τα βιβλία τους -με πρώτη και καλύτερη την πολύτιμη βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου του δόκτορα Μάγκνους Χίρσφελντ στο Βερολίνο- κάηκαν στις τελετουργικές ναζιστικές πυρές. Σύντομα, οι ομοφυλόφιλοι αντιλήφθηκαν πως η προσωπική τους ασφάλεια διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο: "Για να μην ενοχοποιούμε ο ένας τον άλλον πάψαμε να χαιρετιόμαστε στο δρόμο", θυμάται ένας από τους επιζήσαντες. "Κάθε φορά που διασταυρωνόμαστε τυχαία, στρέφαμε τα μάτια αλλού και κάναμε πως δεν γνωριζόμαστε".
Στα 1934 δημιουργήθηκε ένα ειδικό τμήμα της Γκεστάπο με αντικείμενο την πάταξη της ομοφυλοφιλίας και της έκτρωσης. Είχε προηγηθεί η δολοφονία του Ρεμ και των άλλων στελεχών των Ταγμάτων Εφόδου (SA) και η σύνδεση της "τιμωρίας" τους με τις ομοφυλόφιλες πρακτικές τους είχαν κάνει σαφείς τις προθέσεις του νέου καθεστώτος. Στον επίσημο εθνικοσοσιαλιστικό λόγο, η ομοφυλοφιλία εμφανιζόταν πλέον συστηματικά ως μια εξαιρετικά απεχθής παρέκκλιση, μείζον εμπόδιο στη διατήρηση της άριας φυλής. Εύγλωττη είναι και η συσχέτισή της με τη "μάστιγα των εκτρώσεων", τον δεύτερο κατά σειρά "εσωτερικό εχθρό" του γερμανικού έθνους. Στο κλίμα αυτό, μία από τις πρώτες κινήσεις της Γκεστάπο ήταν η συμπλήρωση των "ροζ καταλόγων" με ονόματα ομοφυλόφιλων από κάθε γωνιά της χώρας. Και πάλι η πρωτοτυπία των ναζιστικών οργάνων ήταν μάλλον σχετική: λίστες υπόπτων για ομοφυλοφιλία φυλάσσονταν στα γερμανικά αστυνομικά τμήματα από τις αρχές του αιώνα.
Τα μακάβρια δεδομένα της δίωξης
Η συνέχεια ήταν η αναμενόμενη. Στα 1935, η παράγραφος 175 του Ποινικού Κώδικα που από το 1871 ποινικοποιούσε την ομοφυλοφιλία ενισχύθηκε με πρόσθετες διατάξεις και την επόμενη χρονιά το ειδικό τμήμα της Γκεστάπο αναβαθμίστηκε από τον Χίμλερ σε Ομοσπονδιακό Γραφείο Ασφαλείας για την Πάταξη της Ομοφυλοφιλίας και της Έκτρωσης. Αυτομάτως, οι διώξεις ομοφυλόφιλων αυξήθηκαν, φθάνοντας στο αποκορύφωμά τους μεταξύ 1937-1939. Στα δύο αυτά χρόνια πιστεύεται ότι σημειώθηκαν οι μισές περίπου από τις καταδίκες ομοφυλόφιλων ανδρών που διεκπεραιώθηκαν σε όλη τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί με ακρίβεια ο αριθμός των ομοφυλόφιλων που διώχθηκαν από το ναζιστικό καθεστώς. Οι σχετικές μελέτες υπολογίζουν σε 100.000 τους άνδρες που συνελήφθησαν με τη συγκεκριμένη κατηγορία και σε 50.000-63.000 εκείνους που καταδικάστηκαν.
Ασαφής παραμένει και ο αριθμός των γυναικών που είχαν αντίστοιχη τύχη. Καθώς η παράγραφος 175 δεν προέβλεπε τιμωρία της γυναικείας ομοφυλοφιλίας, και αφού οι φραστικές επιθέσεις κατά των λεσβιών δεν στάθηκαν ιδιαίτερα κεντρικές στον εθνικοσοσιαλιστικό λόγο, πολλοί υποστήριξαν ότι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες δεν υπήρξαν σε καμία περίπτωση στόχος των ναζιστών. Αρκετές έμμεσες πηγές, αλλά και οι άμεσες μαρτυρίες γυναικών που κατηγορήθηκαν ως λεσβίες και οδηγήθηκαν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης, διαφοροποιούν την εικόνα: αν και πολύ σπανιότερα από τους άνδρες ομοφυλόφιλους, ορισμένες γυναίκες που καταγγέλθηκαν ως λεσβίες υπέστησαν και αυτές τον εφιάλτη των ναζιστικών στρατοπέδων.
Να επιστρέψουμε: Ο αριθμός των ομοφυλόφιλων ανδρών που μετά την καταδίκη τους οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν είναι γνωστός. Κάποιοι ερευνητές τον υπολογίζουν σε 5-15.000. Άγνωστο παραμένει και το ακριβές ποσοστό των "175άρηδων" που θανατώθηκαν κατά την κράτησή τους. Υπάρχουν, ωστόσο, και αρκετές βεβαιότητες. Η πρώτη σχετίζεται με την εθνικότητα των ομοφυλόφιλων κρατουμένων: στη συντριπτική τους πλειονότητα ήταν Γερμανοί και Αυστριακοί, αφού η δίωξη της ομοφυλοφιλίας στόχευε αποκλειστικά στην "καθαρότητα της γερμανικής φυλής". Η δεύτερη αφορά τις συνθήκες κράτησής τους: τους ομοφυλόφιλους περίμενε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης η βέβαιη εξόντωση, γεγονός που ερμηνεύει και την υψηλότερη σε σχέση με άλλες κατηγορίες εγκλείστων θνησιμότητά τους (στο 60% τοποθετείται από κάποιες μελέτες η θνησιμότητα των ομοφυλόφιλων έναντι του 14% των πολιτικών κρατουμένων).
Στο τελευταίο σκαλοπάτι
Από την πρώτη στιγμή της άφιξής τους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, "ειδική" υποδοχή επιφυλασσόταν στους κρατούμενους με το υφασμάτινο ροζ τρίγωνο στο σακάκι (κίτρινο φορούσαν, ως γνωστόν, οι Εβραίοι, πράσινο οι ποινικοί, κόκκινο οι πολιτικοί, μαύρο οι "κοινωνικά απροσάρμοστοι", καφέ οι Τσιγγάνοι και λιλά οι μάρτυρες του Ιεχωβά). Ολες οι μαρτυρίες είναι στο σημείο αυτό σύμφωνες: τα σωματικά βασανιστήρια και οι εξευτελισμοί που συνιστούσαν την τελετουργία μύησης των "καινούριων" στην κόλαση του στρατοπέδου αποκτούσαν απίστευτη σκληρότητα στην περίπτωση των καταδίκων της παραγράφου 175. Ακολουθούσε συνήθως η απομάκρυνσή τους από τους υπόλοιπους κρατούμενους ("για να μην τους μιάνουν") και η ουσιαστική αποκοπή τους από το υπόλοιπο σώμα των κρατουμένων. Οι Ες-Ες εξαντλούσαν πάνω τους όλη τους τη βία, αναγκάζοντάς τους να επαναλαμβάνουν διαρκώς τους λόγους που τους οδήγησαν στον εγκλεισμό, υποβάλλοντάς τους σε συνεχή μαρτύρια και αναθέτοντάς τους τις πιο επικίνδυνες εργασίες, από τις οποίες ήταν βέβαιο ότι οι περισσότεροι δεν θα γύριζαν ζωντανοί. Ελάχιστοι είχαν την ελπίδα για μια κάπως καλύτερη μεταχείριση, έστω και προσωρινή: ήταν οι νεότεροι και ωραιότεροι που κάποιοι φρουροί μπορούσαν να διαλέξουν για ερωτικούς συντρόφους.
Ακόμη πιο τραυματική ήταν για τους ομοφυλόφιλους η στάση των συγκρατουμένων τους. Ποτισμένοι με την τρέχουσα ομοφοβία της εποχής, ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι απέφευγαν όσο γινόταν τις επαφές με τους "175άρηδες" και αρνούνταν να τους εντάξουν στα μυστικά δίκτυα που συγκροτούνταν στο στρατόπεδο με στόχο την αλληλοϋποστήριξη των εγκλείστων. Έτσι, οι ομοφυλόφιλοι δεν είχαν καμία πρόσβαση στην παράλληλη αυτή εσωτερική δομή των στρατοπέδων που φρόντιζε να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κρατουμένων για λίγη έξτρα τροφή ή για μια πιο ξεκούραστη θέση εργασίας. Και είναι γνωστό ότι οι πολιτικοί και ποινικοί κάπο (κρατούμενοι που ορίζονταν υπεύθυνοι μιας ομάδας και αποκτούσαν κάποιες εξουσίες πάνω στους συντρόφους τους), όταν είχαν τη δυνατότητα να αποφασίσουν για τη σύνθεση μιας αποστολής θανάτου, επέλεγαν συνήθως τους μελλοθάνατους από την ομάδα των ομοφυλόφιλων προκειμένου να γλιτώσουν τους "δικούς" τους ανθρώπους.
Στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι κρατούμενοι με το ροζ τρίγωνο πρέπει να προστεθεί και η ανυπαρξία στήριξης από τον έξω κόσμο: οι οικογένειές τους συχνά ντρέπονταν να αποκαλύψουν τους πραγματικούς λόγους της εξαφάνισής τους και έκοβαν κάθε επαφή μαζί τους. Οι ίδιοι, πάλι, δυσκολεύονταν να επικοινωνήσουν με φίλους τους ή να τους ζητήσουν βοήθεια, φοβούμενοι ότι θα τους ενοχοποιούσαν κι αυτούς. Η απομόνωσή τους ήταν πλήρης, αφού και μεταξύ τους στο στρατόπεδο δεν ήταν εύκολο να αποκαταστήσουν μια στενή επικοινωνία: οι κατάδικοι της παραγράφου 175 ήταν άτομα με πολύ διαφορετική προέλευση -κοινωνική, μορφωτική κ.ο.κ.- και δύσκολα μπορούσαν να κατακτήσουν το επίπεδο αλληλεγγύης που επιδείκνυαν οι άλλες συμπαγείς κατηγορίες κρατουμένων.
Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν πολλούς ομοφυλόφιλους στα λατομεία των στρατοπέδων Φλόσενμπιργκ, Μπούχενβαλντ, Ζαξενχάουζεν, Μαουτχάουζεν και Ντόρα-Μίτελμπαου, όπου χιλιάδες από αυτούς άφησαν την τελευταία τους πνοή. "Οι κρατούμενοι με το ροζ τρίγωνο δεν ζούσαν για πολύ", σημειώνει επιγραμματικά στη μελέτη του για το Νταχάου ο Ράιμουντ Σνάμπελ. "Εξοντώνονταν από τους Ες-Ες γρήγορα και μεθοδικά". Αντίστοιχη είναι και η εικόνα που διέσωσε ο πολιτικός κρατούμενος Οιγκεν Κόγκον στην κλασική πλέον αφήγησή του για το Μπούχενβαλντ: "Τον Οκτώβριο του 1938, οι ομοφυλόφιλοι αναγκάστηκαν να δουλεύουν στο λατομείο. Το γεγονός αυτό απέδειξε ότι επρόκειτο για το χαμηλότερο στρώμα του στρατοπέδου – και μάλιστα τα πιο δύσκολα χρόνια. Στα ανθρώπινα φορτία που επρόκειτο να σταλούν στα στρατόπεδα της εξόντωσης (Νορντχάουζεν, Νατσβάιλερ και Γκρος-Ρόζεν), οι ομοφυλόφιλοι κατείχαν το υψηλότερο αναλογικά ποσοστό, καθώς το στρατόπεδο είχε την κατανοητή τάση να ξεκαθαρίσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θεωρούνταν μικρότερης αξίας ή και άχρηστα. Αν υπήρχε έστω και μια πιθανότητα να τους σώσει κάτι, αυτό ήταν μια μιαρή σχέση μέσα στο στρατόπεδο. Αλλά κι αυτό μπορούσε να θέσει τη ζωή τους σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο. Στην πραγματικότητα, το πρόβλημά τους ήταν άλυτο και όλοι σχεδόν χάθηκαν".
Τα ιατρικά πειράματα ήταν, τέλος, ένας ακόμη σοβαρός λόγος που οδήγησε στο θάνατο πολλούς ομοφυλόφιλους κρατουμένους. Πίσω από τις ανατριχιαστικές αυτές ψευδοϊατρικές επεμβάσεις κρύβονταν γιατροί που ανέλαβαν να θέσουν σε εφαρμογή την έμμονη ιδέα του Χίμλερ, σύμφωνα με την οποία ήταν εφικτό να "διορθωθούν οι άνδρες-σφάλματα της δημιουργίας", να επιστρέψουν στον ίσιο δρόμο της φύσης και να τεκνοποιήσουν άρια παιδιά. Στους οπαδούς της "θεωρίας" του Χίμλερ συγκαταλέγεται και ο Δανός Καρλ Φερνάετ που χρησιμοποίησε τους ομοφυλόφιλους του Μπούχενβαλντ για να τσεκάρει την παρανοϊκή ιδέα του για το πώς θα μπορούσαν να μετατραπούν σε "αρσενικούς Αριους" οι "παρεκκλίνοντες με το ροζ τρίγωνο": το 1944, πολλοί κρατούμενοι υποβλήθηκαν σε ευνουχισμό και στη συνέχεια βομβαρδίστηκαν με ανδρικές ορμόνες προκειμένου να γίνουν "φυσιολογικοί" άνδρες.
(Ελευθεροτυπία, 25/6/2000)
Το κρυμμένο Ολοκαύτωμα
Χιλιάδες ομοφυλόφιλοι βασανίστηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επέζησαν ελάχιστοι. Και αυτοί υποχρεώθηκαν μετά τον πόλεμο να αποσιωπήσουν τα βιώματά τους και να ζήσουν σε έναν κόσμο που συνέχιζε να τους θεωρεί "έκφυλους" και "κοινωνικά επικίνδυνους". Η ιστορία τους αρχίζει επιτέλους να γράφεται.
Ένα βιβλίο φέρνει στο φως μια πτυχή του Ολοκαυτώματος που αποσιωπήθηκε συστηματικά επί δεκαετίες. Πρόκειται για τη μαρτυρία ενός νεαρού Αυστριακού που συνελήφθη από την Γκεστάπο το 1939 ως ομοφυλόφιλος, καταδικάστηκε σε πολύμηνη φυλάκιση και στη συνέχεια στάλθηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου. Η αφήγηση αυτή ("Οι άντρες με το ροζ τρίγωνο. Η μαρτυρία ενός ομοφυλόφιλου από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης") υπήρξε η πρώτη θαρραλέα καταγραφή των εφιαλτικών βιωμάτων μιας κατηγορίας πολιτών που μετά τον πόλεμο δεν κρίθηκαν άξιοι να συμπεριληφθούν στο μαρτυρολόγιο των θυμάτων του ναζισμού. Σιγά-σιγά, την αρχική αυτή ρωγμή στο τείχος της απόλυτης σιγής θα ακολουθούσαν και άλλες. Ένα μικρό σώμα μαρτυριών και αρκετές επιστημονικές εργασίες προσφέρουν πλέον επαρκή τεκμηρίωση για την κατανόηση τόσο του ίδιου του ιστορικού γεγονότος όσο και των λόγων που οδήγησαν στη συνειδητή συσκότισή του.
Για τους ομοφυλόφιλους το Τρίτο Ράιχ δεν ηττήθηκε στα 1945. Όσοι από αυτούς -και ήταν ελάχιστοι- κατόρθωσαν να βγουν ζωντανοί από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης έμελλε να βρεθούν και πάλι σε μια κοινωνία απρόθυμη να ακούσει την ιστορία τους, ανίκανη να τους αντιμετωπίσει ως ισότιμους με τους συγκρατουμένους τους και πεισμένη ότι η δική τους αποκατάσταση ήταν απολύτως περιττή. Δεν πρόκειται απλώς για το ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν την αποζημίωση, ηθική και υλική, που δικαιούνταν άλλες κατηγορίες θυμάτων. Η αιτία που τους οδήγησε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης συνέχισε για δεκαετίες μετά την πτώση του ναζισμού να συνιστά στη Γερμανία αξιόποινη πράξη, καταδικάζοντάς τους σε συμπεριφορές ανάλογες με εκείνες που είχαν υιοθετήσει την περίοδο του εθνικοσοσιαλισμού. Εδώ πρέπει μάλλον να αναζητηθεί και η πιο τραυματική όψη της εμπειρίας τους: στην περίπτωσή τους, η μεταπολεμική κοινωνία αποδεικνυόταν αρκετά συγγενική με τη ναζιστική. Το ίδιο "έγκλημα" που υπήρξε ο λόγος του εγκλεισμού τους μπορούσε ακόμη να τους σύρει στα αστυνομικά τμήματα και τα δικαστήρια.
Στην καλλιέργεια του εχθρικού αυτού κλίματος κατά των "κρατουμένων με το ροζ τρίγωνο" συνέτεινε και η άρνηση των ιστορικών να εντάξουν τα βιώματά των ομοφυλόφιλων στην επίσημη αφήγηση των θηριωδιών του Τρίτου Ράιχ. Κάποιοι δικαιολογήθηκαν αργότερα ότι οι σιωπές της ιστορίας οφείλονταν στην αδυναμία των ίδιων των υποκειμένων να μιλήσουν για το επώδυνο παρελθόν. Είπαν ψέματα: ούτως ή άλλως, σαφείς νύξεις για την τύχη των ομοφυλόφιλων "διαφθορέων της άριας φυλής" περιέχονταν τόσο στις αναμνήσεις άλλων ομάδων κρατουμένων όσο και στα κείμενα κάποιων πρωτεργατών του ναζισμού, όπως για παράδειγμα του Ρούντολφ Χες ή του Φέλιξ Κέρστεν, προσωπικού γιατρού του Χίμλερ. Οι πηγές αυτές ήταν διαθέσιμες στους ερευνητές από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, απλώς κανείς δεν είχε το θάρρος -και την τιμιότητα- να τις αφουγκραστεί.
Το αιματηρό διάλειμμα
Η εικόνα άλλαξε τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Τώρα πια, ευάριθμες αλλά σημαντικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η ναζιστική δίωξη των ομοφυλόφιλων υπήρξε το φονικό ιντερμέδιο της σχετικά ευθύγραμμης αντιμετώπισής τους που δρομολογήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, επέζησε την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και συνεχίστηκε περίπου αναλλοίωτη ως τις αρχές της δεκαετίας του '70. Η παρατήρηση αυτή έχει τη σημασία της: η ποινικοποίηση της ομοφυλόφιλης συμπεριφοράς προηγήθηκε του ναζισμού και δεν καταργήθηκε με την κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ. Όταν, με άλλα λόγια, ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, είχε στη διάθεσή του ένα νομοθετικό οπλοστάσιο, την περιβόητη παράγραφο 175, που του επέτρεπε να προχωρήσει σταδιακά στο κυνήγι των ομοφυλόφιλων χωρίς εμφανείς ρήξεις με το παρελθόν.
Ξεκίνησε, λοιπόν, με τη συντριβή του κινήματος των ομοφυλόφιλων: οι συσσωματώσεις τους καταργήθηκαν, η κουλτούρα τους δαιμονοποιήθηκε, τα σημεία συνάντησής τους έγιναν στόχος επιθέσεων και βανδαλισμών, τα βιβλία τους -με πρώτη και καλύτερη την πολύτιμη βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου του δόκτορα Μάγκνους Χίρσφελντ στο Βερολίνο- κάηκαν στις τελετουργικές ναζιστικές πυρές. Σύντομα, οι ομοφυλόφιλοι αντιλήφθηκαν πως η προσωπική τους ασφάλεια διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο: "Για να μην ενοχοποιούμε ο ένας τον άλλον πάψαμε να χαιρετιόμαστε στο δρόμο", θυμάται ένας από τους επιζήσαντες. "Κάθε φορά που διασταυρωνόμαστε τυχαία, στρέφαμε τα μάτια αλλού και κάναμε πως δεν γνωριζόμαστε".
Στα 1934 δημιουργήθηκε ένα ειδικό τμήμα της Γκεστάπο με αντικείμενο την πάταξη της ομοφυλοφιλίας και της έκτρωσης. Είχε προηγηθεί η δολοφονία του Ρεμ και των άλλων στελεχών των Ταγμάτων Εφόδου (SA) και η σύνδεση της "τιμωρίας" τους με τις ομοφυλόφιλες πρακτικές τους είχαν κάνει σαφείς τις προθέσεις του νέου καθεστώτος. Στον επίσημο εθνικοσοσιαλιστικό λόγο, η ομοφυλοφιλία εμφανιζόταν πλέον συστηματικά ως μια εξαιρετικά απεχθής παρέκκλιση, μείζον εμπόδιο στη διατήρηση της άριας φυλής. Εύγλωττη είναι και η συσχέτισή της με τη "μάστιγα των εκτρώσεων", τον δεύτερο κατά σειρά "εσωτερικό εχθρό" του γερμανικού έθνους. Στο κλίμα αυτό, μία από τις πρώτες κινήσεις της Γκεστάπο ήταν η συμπλήρωση των "ροζ καταλόγων" με ονόματα ομοφυλόφιλων από κάθε γωνιά της χώρας. Και πάλι η πρωτοτυπία των ναζιστικών οργάνων ήταν μάλλον σχετική: λίστες υπόπτων για ομοφυλοφιλία φυλάσσονταν στα γερμανικά αστυνομικά τμήματα από τις αρχές του αιώνα.
Τα μακάβρια δεδομένα της δίωξης
Η συνέχεια ήταν η αναμενόμενη. Στα 1935, η παράγραφος 175 του Ποινικού Κώδικα που από το 1871 ποινικοποιούσε την ομοφυλοφιλία ενισχύθηκε με πρόσθετες διατάξεις και την επόμενη χρονιά το ειδικό τμήμα της Γκεστάπο αναβαθμίστηκε από τον Χίμλερ σε Ομοσπονδιακό Γραφείο Ασφαλείας για την Πάταξη της Ομοφυλοφιλίας και της Έκτρωσης. Αυτομάτως, οι διώξεις ομοφυλόφιλων αυξήθηκαν, φθάνοντας στο αποκορύφωμά τους μεταξύ 1937-1939. Στα δύο αυτά χρόνια πιστεύεται ότι σημειώθηκαν οι μισές περίπου από τις καταδίκες ομοφυλόφιλων ανδρών που διεκπεραιώθηκαν σε όλη τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί με ακρίβεια ο αριθμός των ομοφυλόφιλων που διώχθηκαν από το ναζιστικό καθεστώς. Οι σχετικές μελέτες υπολογίζουν σε 100.000 τους άνδρες που συνελήφθησαν με τη συγκεκριμένη κατηγορία και σε 50.000-63.000 εκείνους που καταδικάστηκαν.
Ασαφής παραμένει και ο αριθμός των γυναικών που είχαν αντίστοιχη τύχη. Καθώς η παράγραφος 175 δεν προέβλεπε τιμωρία της γυναικείας ομοφυλοφιλίας, και αφού οι φραστικές επιθέσεις κατά των λεσβιών δεν στάθηκαν ιδιαίτερα κεντρικές στον εθνικοσοσιαλιστικό λόγο, πολλοί υποστήριξαν ότι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες δεν υπήρξαν σε καμία περίπτωση στόχος των ναζιστών. Αρκετές έμμεσες πηγές, αλλά και οι άμεσες μαρτυρίες γυναικών που κατηγορήθηκαν ως λεσβίες και οδηγήθηκαν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης, διαφοροποιούν την εικόνα: αν και πολύ σπανιότερα από τους άνδρες ομοφυλόφιλους, ορισμένες γυναίκες που καταγγέλθηκαν ως λεσβίες υπέστησαν και αυτές τον εφιάλτη των ναζιστικών στρατοπέδων.
Να επιστρέψουμε: Ο αριθμός των ομοφυλόφιλων ανδρών που μετά την καταδίκη τους οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν είναι γνωστός. Κάποιοι ερευνητές τον υπολογίζουν σε 5-15.000. Άγνωστο παραμένει και το ακριβές ποσοστό των "175άρηδων" που θανατώθηκαν κατά την κράτησή τους. Υπάρχουν, ωστόσο, και αρκετές βεβαιότητες. Η πρώτη σχετίζεται με την εθνικότητα των ομοφυλόφιλων κρατουμένων: στη συντριπτική τους πλειονότητα ήταν Γερμανοί και Αυστριακοί, αφού η δίωξη της ομοφυλοφιλίας στόχευε αποκλειστικά στην "καθαρότητα της γερμανικής φυλής". Η δεύτερη αφορά τις συνθήκες κράτησής τους: τους ομοφυλόφιλους περίμενε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης η βέβαιη εξόντωση, γεγονός που ερμηνεύει και την υψηλότερη σε σχέση με άλλες κατηγορίες εγκλείστων θνησιμότητά τους (στο 60% τοποθετείται από κάποιες μελέτες η θνησιμότητα των ομοφυλόφιλων έναντι του 14% των πολιτικών κρατουμένων).
Στο τελευταίο σκαλοπάτι
Από την πρώτη στιγμή της άφιξής τους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, "ειδική" υποδοχή επιφυλασσόταν στους κρατούμενους με το υφασμάτινο ροζ τρίγωνο στο σακάκι (κίτρινο φορούσαν, ως γνωστόν, οι Εβραίοι, πράσινο οι ποινικοί, κόκκινο οι πολιτικοί, μαύρο οι "κοινωνικά απροσάρμοστοι", καφέ οι Τσιγγάνοι και λιλά οι μάρτυρες του Ιεχωβά). Ολες οι μαρτυρίες είναι στο σημείο αυτό σύμφωνες: τα σωματικά βασανιστήρια και οι εξευτελισμοί που συνιστούσαν την τελετουργία μύησης των "καινούριων" στην κόλαση του στρατοπέδου αποκτούσαν απίστευτη σκληρότητα στην περίπτωση των καταδίκων της παραγράφου 175. Ακολουθούσε συνήθως η απομάκρυνσή τους από τους υπόλοιπους κρατούμενους ("για να μην τους μιάνουν") και η ουσιαστική αποκοπή τους από το υπόλοιπο σώμα των κρατουμένων. Οι Ες-Ες εξαντλούσαν πάνω τους όλη τους τη βία, αναγκάζοντάς τους να επαναλαμβάνουν διαρκώς τους λόγους που τους οδήγησαν στον εγκλεισμό, υποβάλλοντάς τους σε συνεχή μαρτύρια και αναθέτοντάς τους τις πιο επικίνδυνες εργασίες, από τις οποίες ήταν βέβαιο ότι οι περισσότεροι δεν θα γύριζαν ζωντανοί. Ελάχιστοι είχαν την ελπίδα για μια κάπως καλύτερη μεταχείριση, έστω και προσωρινή: ήταν οι νεότεροι και ωραιότεροι που κάποιοι φρουροί μπορούσαν να διαλέξουν για ερωτικούς συντρόφους.
Ακόμη πιο τραυματική ήταν για τους ομοφυλόφιλους η στάση των συγκρατουμένων τους. Ποτισμένοι με την τρέχουσα ομοφοβία της εποχής, ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι απέφευγαν όσο γινόταν τις επαφές με τους "175άρηδες" και αρνούνταν να τους εντάξουν στα μυστικά δίκτυα που συγκροτούνταν στο στρατόπεδο με στόχο την αλληλοϋποστήριξη των εγκλείστων. Έτσι, οι ομοφυλόφιλοι δεν είχαν καμία πρόσβαση στην παράλληλη αυτή εσωτερική δομή των στρατοπέδων που φρόντιζε να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κρατουμένων για λίγη έξτρα τροφή ή για μια πιο ξεκούραστη θέση εργασίας. Και είναι γνωστό ότι οι πολιτικοί και ποινικοί κάπο (κρατούμενοι που ορίζονταν υπεύθυνοι μιας ομάδας και αποκτούσαν κάποιες εξουσίες πάνω στους συντρόφους τους), όταν είχαν τη δυνατότητα να αποφασίσουν για τη σύνθεση μιας αποστολής θανάτου, επέλεγαν συνήθως τους μελλοθάνατους από την ομάδα των ομοφυλόφιλων προκειμένου να γλιτώσουν τους "δικούς" τους ανθρώπους.
Στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι κρατούμενοι με το ροζ τρίγωνο πρέπει να προστεθεί και η ανυπαρξία στήριξης από τον έξω κόσμο: οι οικογένειές τους συχνά ντρέπονταν να αποκαλύψουν τους πραγματικούς λόγους της εξαφάνισής τους και έκοβαν κάθε επαφή μαζί τους. Οι ίδιοι, πάλι, δυσκολεύονταν να επικοινωνήσουν με φίλους τους ή να τους ζητήσουν βοήθεια, φοβούμενοι ότι θα τους ενοχοποιούσαν κι αυτούς. Η απομόνωσή τους ήταν πλήρης, αφού και μεταξύ τους στο στρατόπεδο δεν ήταν εύκολο να αποκαταστήσουν μια στενή επικοινωνία: οι κατάδικοι της παραγράφου 175 ήταν άτομα με πολύ διαφορετική προέλευση -κοινωνική, μορφωτική κ.ο.κ.- και δύσκολα μπορούσαν να κατακτήσουν το επίπεδο αλληλεγγύης που επιδείκνυαν οι άλλες συμπαγείς κατηγορίες κρατουμένων.
Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν πολλούς ομοφυλόφιλους στα λατομεία των στρατοπέδων Φλόσενμπιργκ, Μπούχενβαλντ, Ζαξενχάουζεν, Μαουτχάουζεν και Ντόρα-Μίτελμπαου, όπου χιλιάδες από αυτούς άφησαν την τελευταία τους πνοή. "Οι κρατούμενοι με το ροζ τρίγωνο δεν ζούσαν για πολύ", σημειώνει επιγραμματικά στη μελέτη του για το Νταχάου ο Ράιμουντ Σνάμπελ. "Εξοντώνονταν από τους Ες-Ες γρήγορα και μεθοδικά". Αντίστοιχη είναι και η εικόνα που διέσωσε ο πολιτικός κρατούμενος Οιγκεν Κόγκον στην κλασική πλέον αφήγησή του για το Μπούχενβαλντ: "Τον Οκτώβριο του 1938, οι ομοφυλόφιλοι αναγκάστηκαν να δουλεύουν στο λατομείο. Το γεγονός αυτό απέδειξε ότι επρόκειτο για το χαμηλότερο στρώμα του στρατοπέδου – και μάλιστα τα πιο δύσκολα χρόνια. Στα ανθρώπινα φορτία που επρόκειτο να σταλούν στα στρατόπεδα της εξόντωσης (Νορντχάουζεν, Νατσβάιλερ και Γκρος-Ρόζεν), οι ομοφυλόφιλοι κατείχαν το υψηλότερο αναλογικά ποσοστό, καθώς το στρατόπεδο είχε την κατανοητή τάση να ξεκαθαρίσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θεωρούνταν μικρότερης αξίας ή και άχρηστα. Αν υπήρχε έστω και μια πιθανότητα να τους σώσει κάτι, αυτό ήταν μια μιαρή σχέση μέσα στο στρατόπεδο. Αλλά κι αυτό μπορούσε να θέσει τη ζωή τους σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο. Στην πραγματικότητα, το πρόβλημά τους ήταν άλυτο και όλοι σχεδόν χάθηκαν".
Τα ιατρικά πειράματα ήταν, τέλος, ένας ακόμη σοβαρός λόγος που οδήγησε στο θάνατο πολλούς ομοφυλόφιλους κρατουμένους. Πίσω από τις ανατριχιαστικές αυτές ψευδοϊατρικές επεμβάσεις κρύβονταν γιατροί που ανέλαβαν να θέσουν σε εφαρμογή την έμμονη ιδέα του Χίμλερ, σύμφωνα με την οποία ήταν εφικτό να "διορθωθούν οι άνδρες-σφάλματα της δημιουργίας", να επιστρέψουν στον ίσιο δρόμο της φύσης και να τεκνοποιήσουν άρια παιδιά. Στους οπαδούς της "θεωρίας" του Χίμλερ συγκαταλέγεται και ο Δανός Καρλ Φερνάετ που χρησιμοποίησε τους ομοφυλόφιλους του Μπούχενβαλντ για να τσεκάρει την παρανοϊκή ιδέα του για το πώς θα μπορούσαν να μετατραπούν σε "αρσενικούς Αριους" οι "παρεκκλίνοντες με το ροζ τρίγωνο": το 1944, πολλοί κρατούμενοι υποβλήθηκαν σε ευνουχισμό και στη συνέχεια βομβαρδίστηκαν με ανδρικές ορμόνες προκειμένου να γίνουν "φυσιολογικοί" άνδρες.
(Ελευθεροτυπία, 25/6/2000)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου