Pierre Commoy
Πρωτομαγιά
του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη
Με ρόδα αβρά, χρυσών ονείρων πλάνη,
και χίλιες μελωδίες και τόνους κι ήχους,
θα σου πλέξω ένα ολόδροσο στεφάνι
με της λατρείας και του ίμερου τους στίχους.
Μενεξέδες σου στέλνω κι άσπρους κρίνους
και πασχαλιές και ρόδα ερωτεμένα,
κι όλα θα ψάλλουν ύμνους... Αχ, τους θρήνους,
τους θρήνους τους εφύλαξα για μένα!
Της ψυχής μου τ’ αγκάθια και τα πάθη,
που ανθρώπινη ποτέ δεν τα ‘πε γλώσσα,
τα πέταξα! Μ’ αν βρεις κανένα αγκάθι,
συχώρα με, τι μέσα μου ήταν τόσα!
Στα σκοτεινά μαλλιά σου, θα το πλέξει
το χέρι σου μ’ ανατριχίλα τόση!
Ποιο στόμα και ποια χείλη και ποια λέξη
μπορούν να πουν τη μέθη που θα νιώσει;
Αλλιώς, θα σβήσει το φτωχό στεφάνι,
στην πόρτα σου ως θα το ‘χω εκεί αποθέσει.
Μα ποιος δε θα ‘θελε έτσι να πεθάνει;
το θάνατό του ποιος δε θα φθονέσει;
Ax, τ’ άνθη ξεψυχούν σιμά σου, χάμου,
μ’ ηδονικούς, γλυκύτατους θανάτους!
-Θα πεθάνουνε για το βασιλιά μου,
θα πεθάνουνε για το βασιλιά τους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου