.
Αν και σε λίγες ημέρες άρχιζαν οι εξετάσεις του εξαμήνου, ο Bernstein πήγε πράγματι στη Βοστώνη. Δεν αντιμετώπισε πρόβλημα εισόδου στην πρόβα, άλλωστε ο Μητρόπουλος είχε ήδη φροντίσει γι’ αυτό. (…) Στα αυτιά του Bernstein η δοκιμή ηχούσε «υπέροχα» αλλά η έξαψη και η νευρικότητά του ήταν πολύ μεγάλη για να παραμείνει στον χώρο μετά τη λήξη της –μέσα σε ένα πρωί ο Μητρόπουλος είχε γίνει το ίνδαλμα του Leonard Bernstein. Μετά το τέλος της επόμενης πρόβας κατάφερε να συγκρατηθεί και να πλησιάσει τον μαέστρο τόσο για να τον συγχαρεί όσο και για να ζητήσει από τον Μητρόπουλο την άδεια να του δείξει την παρτιτούρα κάποιας σύνθεσής του. Πήδησε στη σκηνή ακριβώς τη στιγμή που ο Μητρόπουλος έφευγε από αυτήν. Ο Bernstein ακολούθησε ξοπίσω του και ξαφνικά οι δύο άνδρες συγκρούστηκαν.
«Γυρνούσα για να σε ψάξω» είπε ο Μητρόπουλος. «Θέλεις να φάμε μαζί;»
Ήταν η πρώτη φορά που είχαν την ευκαιρία να βρεθούν μόνοι και απλώς να μιλήσουν ο ένας στον άλλον. (…) Κουβέντιασαν για πολλά θέματα και όσα περισσότερα έβλεπε και άκουγε ο Bernstein τόσο περισσότερο πειθόταν ότι απέναντί του είχε έναν «πραγματικά σπουδαίο άνθρωπο, ο οποίος διέθετε το είδος αυτό του μεγαλείου που ενσαρκώνει τον φιλελευθερισμό, την απόλυτη ανοχή και τον απεριόριστο ενθουσιασμό και την αφοσίωση για την τέχνη του».
Τέλος, έπειτα από ώρα συναρπαστικής και όλο και πιο προσωπικής συνομιλίας, ο Μητρόπουλος προχώρησε σε μια χειρονομία με βαθύτερο νόημα: να προσφέρει στον Bernstein ένα στρείδι από το πηρούνι του. Ο πρόδηλος συμβολισμός της πράξης, καθώς και η λεπτότητα που τη χαρακτήριζε εντυπωσίασαν εντονότατα τον νεαρό Bernstein, περισσότερο όμως το alter ego του, τον Carl, ο οποίος «λίγο έλειψε να λιποθυμήσει» όταν του προσφέρθηκε η παλλόμενη μπουκιά του θαλασσινού. Η φανταστική ανταπόκριση του Carl στη χειρονομία δεν καταγράφεται, αλλά ο πραγματικός Leonard δεν δίστασε να δεχθεί το στρείδι, μαζί με όλους τους περί τη σχέση τους υπαινιγμούς που μετέφερε η κίνηση.
Θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι, χωρίς ίχνος υστερόβουλης διάθεσης για αποπλάνηση, ο Μητρόπουλος είχε μετατρέψει για τον νέο του φίλο τη συνάντηση για φαγητό σε αφάνταστη, μοναδική εμπειρία. Το τελετουργικό του μοιράσματος του στρειδιού κολάκεψε τη φιλήδονη πλευρά της προσωπικότητας του Bernstein και τα λόγια του Μητρόπουλου λίγες στιγμές αργότερα άναψαν μια φλόγα τόσο δυνατή, ώστε ξεπέρασε την άπληστη σεξουαλικότητα του Bernstein εισδύοντας κατευθείαν στο εγώ, που αποτελούσε τον πυρήνα της.
«Γνωρίζεις», είπε αργά ο Μητρόπουλος, «ότι από την πρώτη στιγμή που σε είδα ένιωσα κάτι –μια αίσθηση παρουσίας, μεγαλείου, ιδιοφυίας». Νάτη λοιπόν η μαγική λέξη που έβγαινε από τα χείλη του νέου του ινδάλματος χωρίς περιστροφές. Στο άκουσμα αυτής της φράσης, στην οποία προσέδιδε πρόσθετο κύρος η ωραία ευρωπαϊκή προφορά του Μητρόπουλου, ο Bernstein, αισθάνθηκε «έτοιμος να λιποθυμήσει κάτω από το βάρος της επίγνωσης. Ο άνθρωπος το είχε πει…».
Λίγο μετά την εκφορά αυτών των μεθυστικών λέξεων, ο Μητρόπουλος επέστρεψε για να συνεχίσει τη δουλειά του με την ορχήστρα και ο Bernstein, το δίχως άλλο χαμένος στις σκέψεις του, έφυγε για να μελετήσει για τις εξετάσεις του. Οι δυο άνδρες δεν θα ξαναβρίσκονταν μόνοι μέχρι την τελευταία συναυλία της Βοστώνης.
William R. Trotter: Ο ιεροφάντης της μουσικής. Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου (Ποταμός, 2000)
Αν και σε λίγες ημέρες άρχιζαν οι εξετάσεις του εξαμήνου, ο Bernstein πήγε πράγματι στη Βοστώνη. Δεν αντιμετώπισε πρόβλημα εισόδου στην πρόβα, άλλωστε ο Μητρόπουλος είχε ήδη φροντίσει γι’ αυτό. (…) Στα αυτιά του Bernstein η δοκιμή ηχούσε «υπέροχα» αλλά η έξαψη και η νευρικότητά του ήταν πολύ μεγάλη για να παραμείνει στον χώρο μετά τη λήξη της –μέσα σε ένα πρωί ο Μητρόπουλος είχε γίνει το ίνδαλμα του Leonard Bernstein. Μετά το τέλος της επόμενης πρόβας κατάφερε να συγκρατηθεί και να πλησιάσει τον μαέστρο τόσο για να τον συγχαρεί όσο και για να ζητήσει από τον Μητρόπουλο την άδεια να του δείξει την παρτιτούρα κάποιας σύνθεσής του. Πήδησε στη σκηνή ακριβώς τη στιγμή που ο Μητρόπουλος έφευγε από αυτήν. Ο Bernstein ακολούθησε ξοπίσω του και ξαφνικά οι δύο άνδρες συγκρούστηκαν.
«Γυρνούσα για να σε ψάξω» είπε ο Μητρόπουλος. «Θέλεις να φάμε μαζί;»
Ήταν η πρώτη φορά που είχαν την ευκαιρία να βρεθούν μόνοι και απλώς να μιλήσουν ο ένας στον άλλον. (…) Κουβέντιασαν για πολλά θέματα και όσα περισσότερα έβλεπε και άκουγε ο Bernstein τόσο περισσότερο πειθόταν ότι απέναντί του είχε έναν «πραγματικά σπουδαίο άνθρωπο, ο οποίος διέθετε το είδος αυτό του μεγαλείου που ενσαρκώνει τον φιλελευθερισμό, την απόλυτη ανοχή και τον απεριόριστο ενθουσιασμό και την αφοσίωση για την τέχνη του».
Τέλος, έπειτα από ώρα συναρπαστικής και όλο και πιο προσωπικής συνομιλίας, ο Μητρόπουλος προχώρησε σε μια χειρονομία με βαθύτερο νόημα: να προσφέρει στον Bernstein ένα στρείδι από το πηρούνι του. Ο πρόδηλος συμβολισμός της πράξης, καθώς και η λεπτότητα που τη χαρακτήριζε εντυπωσίασαν εντονότατα τον νεαρό Bernstein, περισσότερο όμως το alter ego του, τον Carl, ο οποίος «λίγο έλειψε να λιποθυμήσει» όταν του προσφέρθηκε η παλλόμενη μπουκιά του θαλασσινού. Η φανταστική ανταπόκριση του Carl στη χειρονομία δεν καταγράφεται, αλλά ο πραγματικός Leonard δεν δίστασε να δεχθεί το στρείδι, μαζί με όλους τους περί τη σχέση τους υπαινιγμούς που μετέφερε η κίνηση.
Θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι, χωρίς ίχνος υστερόβουλης διάθεσης για αποπλάνηση, ο Μητρόπουλος είχε μετατρέψει για τον νέο του φίλο τη συνάντηση για φαγητό σε αφάνταστη, μοναδική εμπειρία. Το τελετουργικό του μοιράσματος του στρειδιού κολάκεψε τη φιλήδονη πλευρά της προσωπικότητας του Bernstein και τα λόγια του Μητρόπουλου λίγες στιγμές αργότερα άναψαν μια φλόγα τόσο δυνατή, ώστε ξεπέρασε την άπληστη σεξουαλικότητα του Bernstein εισδύοντας κατευθείαν στο εγώ, που αποτελούσε τον πυρήνα της.
«Γνωρίζεις», είπε αργά ο Μητρόπουλος, «ότι από την πρώτη στιγμή που σε είδα ένιωσα κάτι –μια αίσθηση παρουσίας, μεγαλείου, ιδιοφυίας». Νάτη λοιπόν η μαγική λέξη που έβγαινε από τα χείλη του νέου του ινδάλματος χωρίς περιστροφές. Στο άκουσμα αυτής της φράσης, στην οποία προσέδιδε πρόσθετο κύρος η ωραία ευρωπαϊκή προφορά του Μητρόπουλου, ο Bernstein, αισθάνθηκε «έτοιμος να λιποθυμήσει κάτω από το βάρος της επίγνωσης. Ο άνθρωπος το είχε πει…».
Λίγο μετά την εκφορά αυτών των μεθυστικών λέξεων, ο Μητρόπουλος επέστρεψε για να συνεχίσει τη δουλειά του με την ορχήστρα και ο Bernstein, το δίχως άλλο χαμένος στις σκέψεις του, έφυγε για να μελετήσει για τις εξετάσεις του. Οι δυο άνδρες δεν θα ξαναβρίσκονταν μόνοι μέχρι την τελευταία συναυλία της Βοστώνης.
William R. Trotter: Ο ιεροφάντης της μουσικής. Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου (Ποταμός, 2000)
4 σχόλια:
Υπέροχη σκηνή!
'Ηθελα να στο γράψω και στην προηγούμενη φωτογραφία που έβαλες.
Τί κούκλος ο Μπερνστάιν!
συμφωνώ με τους προλαλήσαντες.
εξαιρετικό το αφιέρωμα erva, ειδικά για ανθρώπους σαν και μένα που γνώριζαν το όνομα του Μαέστρου, μόνο ως όνομα αίθουσας στο Μέγαρο Μουσικής.
tifoeus,
καλά, μην νομίζεις ότι κι εγώ γνώριζα πολύ περισσότερα πράγματα για τον Δ. Μητρόπουλο πριν 10 μέρες.
gay super hero,
θα συμφωνήσω μαζί σου.
Και κούκλος και αδίστακτα φιλόδοξος και ..."λούγκρα".
tales,
οι γυναίκες ξετρελαίνονταν μαζί του.
Η σκηνή, όμως, στην τουαλέτα στην επόμενη ανάρτηση ίσως να είναι εκείνη που θα μπορούσε να "ξετρελάνει" τους γκέι, δε νομίζεις;
Δημοσίευση σχολίου