.
Η Καίτη Κατσογιάννη ήταν μια μικροκαμωμένη γυναίκα με καστανά μαλλιά, ανοιχτόχρωμο δέρμα, λαιμό που θύμιζε τη βασίλισσα Νεφερτίτη, χαριτωμένο, εκφραστικό στόμα και τεράστια σκούρα υγρά μάτια’ σε μερικές πρώιμες φωτογραφίες θυμίζει τη νεαρή Anais Nin. Οι κινήσεις της είχαν τη χάρη χορεύτριας και ήταν σε θέση ν’ ακολουθήσει τους μεγάλους δρασκελισμούς στο βάδισμα του Μητρόπουλου σε περιπάτους που κάλυπταν μεγάλες αποστάσεις. Διέθετε μουσική παιδεία, ανοικτό μυαλό και ήταν τρομερά διαβασμένη. Μιλούσε άπταιστα τουλάχιστον τέσσερις γλώσσες και ήταν σε θέση να εκφράσει εμπεριστατωμένες απόψεις γύρω από την ποίηση, την τέχνη και τη φιλοσοφία, θέματα που καλύπτονταν συνήθως στις μαραθώνιες συζητήσεις της με τον μαέστρο.
Στην επική, διάρκειας τριάντα ετών, αλληλογραφία τους συνέχισαν αυτές τις συζητήσεις τους γραπτώς και οι επιστολές της Καίτης αποκαλύπτουν έναν ευρύτατου φάσματος συγκροτημένο νου, ικανό να σταθεί επάξια και σε συζητήσεις υψηλότατου πνευματικού επιπέδου, ικανό να κουβεντιάσει οτιδήποτε με την ίδια ευκολία, από τον δωδεκαφθογγισμό μέχρι τα γραπτά του Gide. Ούτε στα γραπτά της διακρίνεται κάποιου είδους γυναικεία υποχωρητικότητα: όταν πίστευε πως ο Μητρόπουλος είχε άδικο σχετικά με κάτι ή κάποιον, ήταν ικανή να υποστηρίξει με θέρμη την άποψή της, μέχρι του σημείου να τον επιπλήξει. (…)
Το ερώτημα γεννάται εύλογα: Ήταν εραστές; Είναι πολύ πιθανόν τα πρώτα χρόνια να είχαν υπάρξει. Παρ’ ότι ο Μητρόπουλος είχε κυρίως, και μετά το 1930 αποκλειστικά, ομοφυλοφιλικές τάσεις, η παρατεταμένη χρονικά σχέση του με την Κατίνα Παξινού αποδεικνύει πως στην πρώιμη ανδρική του ηλικία δεν διακρινόταν αποκλειστικά από τέτοιες τάσεις. Σ’ αυτό το στάδιο της ζωής του θα μπορούσε να έχει απαντήσει σε ορισμένες ερωτήσεις με τον τρόπο που απάντησε ο αγαπημένος του Άγιος Φρασκίσκος, όταν τα πρώτα χρόνια του ως κληρικού δήλωνε χωρίς περιστροφές: «Μην βιάζεστε τόσο πολύ να με κάνετε άγιο’ είμαι ακόμη απολύτως ικανός να γίνω πατέρας ενός παιδιού!»
Λόγω της θέσης του και των ακατάπαυστων μηχανορραφιών που εξυφαίνονταν γύρω του κατά την πρώτη δεκαετία του στην Αθήνα, οι σεξουαλικές του προτιμήσεις τον καθιστούσαν ιδιαίτερα τρωτό σε κουτσομπολιά, εκβιασμούς και το διαρκές ενδεχόμενο της ανυπόφορης δημόσιας ντροπής. Είχε ήδη εφαρμόσει ένα σχέδιο προκειμένου να εκτονώνει τις φυσικές του παρορμήσεις στη δουλειά του οδηγώντας τον εαυτό του σε παρατεταμένες περιόδους πραγματικά μοναχικής αυταπάρνησης. Ένας τυπικός (συμβατικός) δεσμός, αν και δεν επιδεικνυόταν δημοσίως, δεν υπέκρυπτε τόσους κινδύνους και πράγματι η υποψία πως ήταν εραστής της Καίτης θα απομάκρυνε άλλες, πιο επικίνδυνες εικασίες. Σε εκείνες τις περιπτώσεις που η πραγματική σεξουαλική του φύση αρνούνταν να υπακούσει άλλο στη θέληση του και οι συσσωρευμένες εβδομάδες αποχής ασκούσαν αβάστακτη πίεση επιζητούσε την ανακούφιση στο να αφήνει την Αθήνα και να περιπλανιέται, τόσο μυστικά όσο του επέτρεπαν το παρουσιαστικό και η φήμη του, στις παραλιακές περιοχές γύρω από τον Πειραιά. (…)
Η Καίτη Κατσογιάννη, εκ μέρους της, ενθάρρυνε τον κόσμο να πιστεύει πως είχε υπάρξει κάποιο ερωτικό στοιχείο στη σχέση τους, αν και γνώριζε την αλήθεια για την κυρίως ομοφυλοφιλική φύση του Μητρόπουλου’ πράγματι, δείχνει να είναι, όχι και τόσο κρυφά, υπερήφανη για την ιδέα ότι είχε υπάρξει αρκετά γυναίκα ώστε να στρέψει αλλού, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, αυτές τις βασικές παρορμήσεις. Όσο μεγάλωνε, αλίμονο, μεγάλωνε μέσα της και η πεποίθηση ότι δεν ήταν απλώς η αδελφή ψυχή γι’ αυτόν, μα και η πραγματική σύζυγος. Στα γεράματά της μετέτρεψε το σπίτι της σε ένα είδος μουσείου για τον Μητρόπουλο και οδηγούσε τους επισκέπτες τριγύρω σαν έφορος επισημαίνοντας διάφορα σημεία στο μπαλκόνι και τον κήπο και λέγοντας: «Συνήθιζε να κάθεται και να διαβάζει εδώ το απόγευμα» ή «Εδώ συνήθως παίρναμε το τσάι μας και συζητούσαμε για μουσική».
Όταν ετοίμαζε τα γράμματά τους για δημοσίευση, εκείνη ανέλαβε να αφαιρέσει όλα τα αποσπάσματα στα οποία ο Μητρόπουλος ασκούσε κριτική σε πρόσωπα η καταστάσεις της Αθήνας. Όταν άλλοι, συμπεριλαμβανομένης της Μαρίας Χριστοπούλου, επεζήτησαν να δημοσιεύσουν βιογραφικές σπουδές του μαέστρου, εκείνη όχι μόνον αρνήθηκε κάθε συνεργασία στην έρευνά τους, αλλά προσπάθησε ενεργά να την τορπιλίσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της δεν ανεχόταν καμία άποψη, όσο τεκμηριωμένη κι αν ήταν, που δεν συμφωνούσε με τη δική της, εξιδανικευμένη εκδοχή των γεγονότων. Όταν τελικά κάποιος βρήκε το κουράγιο να τη ρωτήσει ευθέως για την ομοφυλοφιλία του μαέστρου, αποκρίθηκε αγανακτισμένη: «Αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι αλήθεια. Εγώ ήμουν η γυναίκα του».
William R. Trotter: Ο ιεροφάντης της μουσικής. Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου (Ποταμός, 2000)
Η Καίτη Κατσογιάννη ήταν μια μικροκαμωμένη γυναίκα με καστανά μαλλιά, ανοιχτόχρωμο δέρμα, λαιμό που θύμιζε τη βασίλισσα Νεφερτίτη, χαριτωμένο, εκφραστικό στόμα και τεράστια σκούρα υγρά μάτια’ σε μερικές πρώιμες φωτογραφίες θυμίζει τη νεαρή Anais Nin. Οι κινήσεις της είχαν τη χάρη χορεύτριας και ήταν σε θέση ν’ ακολουθήσει τους μεγάλους δρασκελισμούς στο βάδισμα του Μητρόπουλου σε περιπάτους που κάλυπταν μεγάλες αποστάσεις. Διέθετε μουσική παιδεία, ανοικτό μυαλό και ήταν τρομερά διαβασμένη. Μιλούσε άπταιστα τουλάχιστον τέσσερις γλώσσες και ήταν σε θέση να εκφράσει εμπεριστατωμένες απόψεις γύρω από την ποίηση, την τέχνη και τη φιλοσοφία, θέματα που καλύπτονταν συνήθως στις μαραθώνιες συζητήσεις της με τον μαέστρο.
Στην επική, διάρκειας τριάντα ετών, αλληλογραφία τους συνέχισαν αυτές τις συζητήσεις τους γραπτώς και οι επιστολές της Καίτης αποκαλύπτουν έναν ευρύτατου φάσματος συγκροτημένο νου, ικανό να σταθεί επάξια και σε συζητήσεις υψηλότατου πνευματικού επιπέδου, ικανό να κουβεντιάσει οτιδήποτε με την ίδια ευκολία, από τον δωδεκαφθογγισμό μέχρι τα γραπτά του Gide. Ούτε στα γραπτά της διακρίνεται κάποιου είδους γυναικεία υποχωρητικότητα: όταν πίστευε πως ο Μητρόπουλος είχε άδικο σχετικά με κάτι ή κάποιον, ήταν ικανή να υποστηρίξει με θέρμη την άποψή της, μέχρι του σημείου να τον επιπλήξει. (…)
Το ερώτημα γεννάται εύλογα: Ήταν εραστές; Είναι πολύ πιθανόν τα πρώτα χρόνια να είχαν υπάρξει. Παρ’ ότι ο Μητρόπουλος είχε κυρίως, και μετά το 1930 αποκλειστικά, ομοφυλοφιλικές τάσεις, η παρατεταμένη χρονικά σχέση του με την Κατίνα Παξινού αποδεικνύει πως στην πρώιμη ανδρική του ηλικία δεν διακρινόταν αποκλειστικά από τέτοιες τάσεις. Σ’ αυτό το στάδιο της ζωής του θα μπορούσε να έχει απαντήσει σε ορισμένες ερωτήσεις με τον τρόπο που απάντησε ο αγαπημένος του Άγιος Φρασκίσκος, όταν τα πρώτα χρόνια του ως κληρικού δήλωνε χωρίς περιστροφές: «Μην βιάζεστε τόσο πολύ να με κάνετε άγιο’ είμαι ακόμη απολύτως ικανός να γίνω πατέρας ενός παιδιού!»
Λόγω της θέσης του και των ακατάπαυστων μηχανορραφιών που εξυφαίνονταν γύρω του κατά την πρώτη δεκαετία του στην Αθήνα, οι σεξουαλικές του προτιμήσεις τον καθιστούσαν ιδιαίτερα τρωτό σε κουτσομπολιά, εκβιασμούς και το διαρκές ενδεχόμενο της ανυπόφορης δημόσιας ντροπής. Είχε ήδη εφαρμόσει ένα σχέδιο προκειμένου να εκτονώνει τις φυσικές του παρορμήσεις στη δουλειά του οδηγώντας τον εαυτό του σε παρατεταμένες περιόδους πραγματικά μοναχικής αυταπάρνησης. Ένας τυπικός (συμβατικός) δεσμός, αν και δεν επιδεικνυόταν δημοσίως, δεν υπέκρυπτε τόσους κινδύνους και πράγματι η υποψία πως ήταν εραστής της Καίτης θα απομάκρυνε άλλες, πιο επικίνδυνες εικασίες. Σε εκείνες τις περιπτώσεις που η πραγματική σεξουαλική του φύση αρνούνταν να υπακούσει άλλο στη θέληση του και οι συσσωρευμένες εβδομάδες αποχής ασκούσαν αβάστακτη πίεση επιζητούσε την ανακούφιση στο να αφήνει την Αθήνα και να περιπλανιέται, τόσο μυστικά όσο του επέτρεπαν το παρουσιαστικό και η φήμη του, στις παραλιακές περιοχές γύρω από τον Πειραιά. (…)
Η Καίτη Κατσογιάννη, εκ μέρους της, ενθάρρυνε τον κόσμο να πιστεύει πως είχε υπάρξει κάποιο ερωτικό στοιχείο στη σχέση τους, αν και γνώριζε την αλήθεια για την κυρίως ομοφυλοφιλική φύση του Μητρόπουλου’ πράγματι, δείχνει να είναι, όχι και τόσο κρυφά, υπερήφανη για την ιδέα ότι είχε υπάρξει αρκετά γυναίκα ώστε να στρέψει αλλού, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, αυτές τις βασικές παρορμήσεις. Όσο μεγάλωνε, αλίμονο, μεγάλωνε μέσα της και η πεποίθηση ότι δεν ήταν απλώς η αδελφή ψυχή γι’ αυτόν, μα και η πραγματική σύζυγος. Στα γεράματά της μετέτρεψε το σπίτι της σε ένα είδος μουσείου για τον Μητρόπουλο και οδηγούσε τους επισκέπτες τριγύρω σαν έφορος επισημαίνοντας διάφορα σημεία στο μπαλκόνι και τον κήπο και λέγοντας: «Συνήθιζε να κάθεται και να διαβάζει εδώ το απόγευμα» ή «Εδώ συνήθως παίρναμε το τσάι μας και συζητούσαμε για μουσική».
Όταν ετοίμαζε τα γράμματά τους για δημοσίευση, εκείνη ανέλαβε να αφαιρέσει όλα τα αποσπάσματα στα οποία ο Μητρόπουλος ασκούσε κριτική σε πρόσωπα η καταστάσεις της Αθήνας. Όταν άλλοι, συμπεριλαμβανομένης της Μαρίας Χριστοπούλου, επεζήτησαν να δημοσιεύσουν βιογραφικές σπουδές του μαέστρου, εκείνη όχι μόνον αρνήθηκε κάθε συνεργασία στην έρευνά τους, αλλά προσπάθησε ενεργά να την τορπιλίσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της δεν ανεχόταν καμία άποψη, όσο τεκμηριωμένη κι αν ήταν, που δεν συμφωνούσε με τη δική της, εξιδανικευμένη εκδοχή των γεγονότων. Όταν τελικά κάποιος βρήκε το κουράγιο να τη ρωτήσει ευθέως για την ομοφυλοφιλία του μαέστρου, αποκρίθηκε αγανακτισμένη: «Αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι αλήθεια. Εγώ ήμουν η γυναίκα του».
William R. Trotter: Ο ιεροφάντης της μουσικής. Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου (Ποταμός, 2000)
1 σχόλιο:
Ο ιεροφάντης της μουσικής - Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου
Εκδότης: Ποταμός
Συγγραφέας: Trotter, William R.
Μεταφραστής: Καλοφωλιάς, Αλέξης
Επιμελητής: Αρφάνης, Στάθης Α.
ISBN: 960-7563-29-8
Τίτλος πρωτοτύπου: Priest of music: The life of Dimitri Mitropoulos
Έτος Έκδοσης: 2000
Σελ.: 782
Δημοσίευση σχολίου