.
-Σώπα. Ξέρεις τι σημαίνει να είναι κανείς μόνος του; Τώρα δεν το καταλαβαίνεις. Σαν περάσουν όμως τα χρόνια θα νιώσεις τι σου λέω, όμως θα είναι αργά. Θα χτυπάς το κεφάλι σου. Θα μου πεις: εσύ τι κατάλαβες με το χαϊβάνι τον άντρα σου; Χαμογέλασες ποτέ στη ζωή σου; Μια δούλα είχε σπίτι του και με τις τσούλες έτρεχε. Τα έχουμε πει αυτά, τι να τα ξαναλέμε τώρα; Όμως ξέρεις τι θα σου απαντήσω; Κατάλαβα, Κωνσταντίνε μου, κατάλαβα. Γιατί έκανα εσένα, το παλληκάρι μου. Να γιατί πρέπει να παντρευτείς και συ. Άκουσε για να μην φωνάξω. Σήμερα μέρα που 'ναι θέλω να μου μιλήσεις... λέγε...μάνα, πες, θα σου την γνωρίσω... τι να πω πια; Εκτός αν είσαι ανώμαλος.
-Ναι.
-Τι ναι. Θα μου την γνωρίσεις;
-Δεν υπάρχει καμία και δεν είμαι ανώμαλος.
-Τότε; Λέγε. Πες μου αγόρι μου.
-Αφού θέλεις ν' ακούσεις, είμαι ομοφυλόφιλος.
Η κυρία Ελένη για μια στιγμή πάγωσε. Αργά-αργά κατεβάζει τα πόδια της από την καρέκλα. Το στόμα της αγωνιά να σχηματίσει μια φράση, τόσο ψιθυριστά, σαν να μην θέλει να ξυπνήσει το πραγματικό νόημα των λέξεων.
-Ομοφυλόφιλος, Κωνσταντίνε, σημαίνει εκείνη τη λέξη που ντρέπομαι και να την πω... Πούστης είσαι αγόρι μου; Πούστης είσαι λεβέντη μου; Γύρνα, σε παρακαλώ. Θέλω να δω τα μάτια σου. Τα μάτια σου, Κωνσταντίνε. Γύρνα και σφάξε με.
Ο Κωνσταντίνος γύρισε. Τα μάτια του ήταν σοβαρά. Το εννοούσε.
-Σώπα. Ξέρεις τι σημαίνει να είναι κανείς μόνος του; Τώρα δεν το καταλαβαίνεις. Σαν περάσουν όμως τα χρόνια θα νιώσεις τι σου λέω, όμως θα είναι αργά. Θα χτυπάς το κεφάλι σου. Θα μου πεις: εσύ τι κατάλαβες με το χαϊβάνι τον άντρα σου; Χαμογέλασες ποτέ στη ζωή σου; Μια δούλα είχε σπίτι του και με τις τσούλες έτρεχε. Τα έχουμε πει αυτά, τι να τα ξαναλέμε τώρα; Όμως ξέρεις τι θα σου απαντήσω; Κατάλαβα, Κωνσταντίνε μου, κατάλαβα. Γιατί έκανα εσένα, το παλληκάρι μου. Να γιατί πρέπει να παντρευτείς και συ. Άκουσε για να μην φωνάξω. Σήμερα μέρα που 'ναι θέλω να μου μιλήσεις... λέγε...μάνα, πες, θα σου την γνωρίσω... τι να πω πια; Εκτός αν είσαι ανώμαλος.
-Ναι.
-Τι ναι. Θα μου την γνωρίσεις;
-Δεν υπάρχει καμία και δεν είμαι ανώμαλος.
-Τότε; Λέγε. Πες μου αγόρι μου.
-Αφού θέλεις ν' ακούσεις, είμαι ομοφυλόφιλος.
Η κυρία Ελένη για μια στιγμή πάγωσε. Αργά-αργά κατεβάζει τα πόδια της από την καρέκλα. Το στόμα της αγωνιά να σχηματίσει μια φράση, τόσο ψιθυριστά, σαν να μην θέλει να ξυπνήσει το πραγματικό νόημα των λέξεων.
-Ομοφυλόφιλος, Κωνσταντίνε, σημαίνει εκείνη τη λέξη που ντρέπομαι και να την πω... Πούστης είσαι αγόρι μου; Πούστης είσαι λεβέντη μου; Γύρνα, σε παρακαλώ. Θέλω να δω τα μάτια σου. Τα μάτια σου, Κωνσταντίνε. Γύρνα και σφάξε με.
Ο Κωνσταντίνος γύρισε. Τα μάτια του ήταν σοβαρά. Το εννοούσε.
Πρόδρομος Σαββίδης : Η χαμένη (Οδυσσέας, 1982)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου