Ο 30χρονος
Λόρενς είναι ένας φιλόλογος που ζει μια φυσιολογική ζωή στον Καναδά της
δεκαετίας του 80: είναι καθηγητής λογοτεχνίας και είναι ερωτευμένος με την
κοπέλα του, Φρεντ. Μόνο που μία μέρα αποφασίζει να μοιραστεί μαζί της το μεγάλο
του μυστικό: ο Λόρενς θέλει να ντύνεται με γυναικεία ρούχα, να αποκτήσει
στήθος, να ξεκινήσει μία νέα σελίδα στην προσωπική του ιστορία. Εκείνος είναι
έτοιμος για έναν καινούργιο κόσμο, αλλά είναι ο κόσμος έτοιμος για κάποιον σαν
αυτόν; (Μ.Κρανάκης, flix.gr)
Ξαβιέ Ντολάν: «Ελπίζω ότι υπάρχει κάτι παραπάνω
να πεις για τις ταινίες μου, εκτός από το ότι είναι όμορφες...»
Το
enfant terrible του arthouse σινεμά κάνει με το «Λόρενς για Πάντα» την πιο
φιλόδοξη ταινία του. Από το φεστιβάλ Καννών μιλά στο Flix για το σινεμά και
τους άντρες που θέλουν να γίνουν γυναίκες...
Γιώργος Κρασσακόπουλος (flix.gr)
Τον Μάιο του 2012, όταν το
«Λόρενς για Πάντα» προβλήθηκε στο Un Certain Regard στις Κάννες, ο Ξαβιέ Ντολάν
ήταν μόλις 23 ετών. Το φιλμ ήταν η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του. Και
σηματοδοτούσε την τρίτη επίσκεψή του στις Κάννες. Κι ο ίδιος με τον
αυθορμητισμό της νεότητάς του, ή με την έπαρση ενός υπερβολικά σίγουρου για τον
εαυτό του δημιουργού, δεν έκρυψε την δυσαρέσκειά του που το φιλμ του δεν
βρέθηκε στο επίσημο διαγωνιστικό.
Η αλήθεια είναι πως το «Λόρενς για Πάντα», όπως όλες οι ταινίες
του από το «Σκότωσα τη Μητέρα μου», που γύρισε όταν ήταν μόλις 19 και μέχρι σήμερα, δεν
υπολείπονται τίποτα στο επίπεδο των φιλοδοξιών τους. Ο Ντολάν κάνει ένα σινεμά
που αφορά απόλυτα τον ίδιο, και δεν διστάζει στιγμή να δανειστεί μεθόδους,
εικόνες, φράσεις της κινηματογραφικής του γλώσσας από κάθε δυνατή πηγή.
Η «αυθάδεια» του είναι αναμφίβολα γοητευτική, όμως καλώς ή κακώς
όσο κι αν τόσο οι ταινίες του ή και ο ίδιος, με το φουσκωτό τσουλούφι του και
την γεμάτη αυτοπεποίθηση παρουσία του, τραβούν την προσοχή, η τόλμη και οι
φιλοδοξίες δεν αρκούν πάντα για να κάνεις σπουδαίο σινεμά. Ομως τουλάχιστον
στην περίπτωση του Ξαβιέ Ντολάν, τα φιλμ του δεν είναι ποτέ βαρετά. Οπως
άλλωστε κι ίδιος...
Για μια
ακόμη φορά στο «Λόρενς για Πάντα», μοιάζει να δανείζεστε ιδέες και φόρμες από
διαφορετικές πηγές. Μοιάζει σαν να θέλατε να κάνετε την ταινία σαν ένα ιδιότυπο
κολάζ αναφορών.
Χαίρομαι που το λέτε. Γιατί διαβάζω ότι έχω μόνο ένα στιλ και
ένα μόνο θέμα από πολλούς ανθρώπους που κρίνουν τη δουλεία μου. Νομίζω πως στην
πραγματικότητα μιλάω πάντα για τα ίδια θέματα, με διαφορετικό στιλ κάθε φορά.
Αυτό της ανικανοποίητης αγάπης. Κάτι που υπάρχει στο «Σκότωσα τη Μητέρα μου», η
παράδοξη αγάπη που κάθε έφηβος νιώθει για τη μητέρα του, η αδύνατη αγάπη ενός
ερωτικού τριγώνου στο «Les Amours Imaginaires» και τώρα στο «Λόρενς», αυτή
μεταξύ δυο ιδεαλιστών που βλέπουν την ζωή με διαφορετικό τρόπο. Και η
επόμενη ταινία μου, αγγίζει πάλι με κάποιο τρόπο ένα παρόμοιο θέμα.
Αλλά και οι τρεις έχουν μια διαφορετική προσέγγιση. Εχουν ομοιότητες, ασφαλώς,
γιατί είναι φτιαγμένες από τον ίδιο άνθρωπο και γιατί προφανώς αγαπώ το slow
motion, όπως αγαπώ τη μουσική. Νομίζω ότι το σινεμά είναι μια ευκαιρία, για
κάτι παραπάνω από το να αφηγηθείς απλά ιστορίες. Το αμερικάνικο σινεμά έχει
έναν εξαιρετικό τρόπο να λέει ιστορίες και ο ευρωπαϊκός ή ο ασιατικός
κινηματογράφος έναν αξιοθαύμαστο τρόπο να «κάνει σινεμά». Για μένα και τα δύο
πρέπει να έχουν σημασία κι αυτό προσπαθώ να πετύχω. Και είναι ενδιαφέρον ότι
πολλοί λένε ότι το «Λόρενς για Πάντα» είναι υπερβολικά στιλιζαρισμένο, όταν στο
μεγαλύτερο μέρος του είναι γυρισμένο με την κάμερα στον ώμο, με μια μόνο λήψη
τις περισσότερες φορές. Δεν έχουμε χρησιμοποιήσει φώτα, δεν είναι γυρισμένο σε
υπερβολικά set και με εκπλήσσει που οι άνθρωποι κολλάνε ακόμη στην αισθητική
πλευρά των ταινιών μου. Γιατί δεν ξεκινάω να κάνω μια ταινία σκεπτόμενος πόσο
στιλάτη μπορεί να γίνει.
Εν τούτοις υποθέτω μπορείτε να
καταλάβετε τους επικριτές σας. Τα ρούχα στην ταινία μοιάζουν το ίδιο σημαντικά
όσο και οι χαρακτήρες.
Το τι φοράνε οι άνθρωποι, μας λέει πολλά για το ποιοι είναι. Το
κούρεμά τους μας λέει πολλά γι αυτούς. Για τις προσωπικότητές τους. Ξέρω
σκηνοθέτες που δεν έχουν καλή σχέση με τα ρούχα, που δεν τους ενδιαφέρουν τα
κοστούμια της ταινίας τους, που δεν τα εγκρίνουν εκ των προτέρων. Εγώ δεν μπορώ
καν να φανταστώ μια τέτοια πιθανότητα. Οχι γιατί δίνω τόση σημασία στις αισθητικές
λεπτομέρειες στην επιφάνεια της ταινίας, αλλά για μένα αυτές οι λεπτομέρειες
έχουν απόλυτη κινηματογραφική σημασία. Με τον ίδιο τρόπο που έχει και η
μουσική. Μικρές μουσικές παρενθέσεις που για μένα είναι απαραίτητες, είναι σαν
φυσαλίδες οξυγόνου, που δίνουν ζωή στην ταινία ειδικά σε μια ταινία που είναι
τόσο μεγάλη σε διάρκεια κι έντονη όσο το «Λόρενς».
Η οπτική πλευρά του φιλμ είναι
κι αυτό κομμάτι της ίδιας λογικής; Του να δώσετε ανάσες στον θεατή;
Δεν προσπαθώ τόσο σκληρά να κάνω τις ταινίες μου όμορφες. Δεν
πηγαίνω κάθε μέρα στο set σκεπτόμενος πως θα γυρίσω την πιο όμορφη σκηνή που
μπορώ, ή πως θα κάνω την ταινία μου αρεστή στους hipsters. Δεν ξέρω πάντα τι
κάνω όταν στήνω ένα πλάνο. Απλά πηγαίνω στο σετ και το κάνω. Δεν είναι ότι με
γοητεύει τόσο πολύ η ομορφιά, απλά συμβαίνει, αυτές οι ταινίες να βγαίνουν από
μένα. Αλλά ελπίζω πως δεν είναι το μόνο πράγμα που μπορείς να πεις για τις
ταινίες μου: ότι είναι όμορφες. Γιατί αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι πρώτα απ
όλα, είναι να επικοινωνήσω με το κοινό και να αφηγηθώ ιστορίες που έχουν να
πουν κάτι που ίσως δεν θέλει να αλλάξει τον κόσμο, αλλά που για μένα είναι
σημαντικό.
Αγγίζετε
ένα θέμα που ακόμη και σήμερα παραμένει ευαίσθητο. Ανησυχείτε για το πως θα
εκληφθεί η ταινία σας από την κοινότητα των transgender;
Ελπίζω ότι δεν θα σκεφτούν ότι είναι προσβλητικό από τη μεριά
μου ότι διάλεξα το θέμα της διαφυλικότητας σαν αφορμή για να μιλήσω για τις
θεμελιώδεις διαφορές στην κοινωνία μας. Ηθελα να τοποθετήσω την ιστορία του
Λόρενς απέναντι στην κοινωνία μας για να τεστάρω τις αντοχές μας. Και την
αντοχή μιας αγάπης. Γιατί ακόμη και στα πλαίσια ενός ζευγαριού, όσο κι αν
αγαπάς τον άλλο υπάρχουν μερικά όρια που δεν μπορείς να ξεπεράσεις. Κάπως έτσι
οι τρανσέξουαλ παραμένουν ένα από τα τελευταία ταμπού στην κοινωνία μας ακόμη
κι αν φυσικά κανείς δεν βρίσκει την ύπαρξή τους σοκαριστική ή παράξενη.
Η ταινία είναι τοποθετημένη
στην δεκαετία του 80. Γιατί κάνατε αυτή την επιλογή;
Δεν είναι η δική μου εποχή, αλλά ήθελα να τοποθετήσω την ταινία
στην δεκαετία του 80 καθώς ήθελα να θίξω το πόσα λίγα βήματα έχουμε κάνει προς
την αποδοχή και την κατανόηση ανθρώπων σαν τον Λόρενς. Πριν το 2000 πολλοί ίσως
φανταζόμασταν τα '00s σαν μια μαγική δεκαετία που θα έφερνε ριζικές αλλαγές,
που θα μας έσωζε όλους, αλλά το μόνο που βλέπουμε από τότε είναι αβυσσαλέα
σκατά. Στην δεκαετία του 90 είδαμε κάποια πρόοδο. Τις προκαταλήψεις για το AIDS
να φθίνουν, τους ομοφυλόφιλους να κερδίζουν την θέση τους. Κι ο Λόρενς ελπίζει
ότι σε αυτό το πλαίσιο της αλλαγής τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα στο μέλλον. Αλλά
ακόμη και σήμερα, είναι άραγε δυνατόν να υπάρξει ένας transgender δάσκαλος σε
ένα σχολείο; Γιατί ακόμη και οι πιο προοδευτικοί άνθρωποι έχουν ένα θέμα με
τους τρανσέξουαλ.
Και η επιλογή του Μελβίλ Πουπό;
Χρειάστηκε να δείτε πολλούς ηθοποιούς για να καταλήξετε σε αυτόν;
Δεν κάνω οντισιόν, γράφω ρόλους για συγκεκριμένους ηθοποιούς. Κι
αν κάποιος δεν μπορεί να το κάνει, αλλάζω τον χαρακτήρα για τον ηθοποιό που θα
τον παίξει τελικά. Ο Μελβίλ Πουπό έχει νομίζω μια προσωπικότητα που μοιάζει με
κάποιο τρόπο με αυτή του Λόρενς. Προφανώς δεν είναι τρανσέξουαλ και είναι πολύ
στρέιτ, αλλά είναι σαν υπερήρωας: ένας άνθρωπος με τρομερό κουράγιο και θάρρος.
Κι ένας ηθοποιός που αφήνεται ολοκληρωτικά στην περιπέτεια μιας ταινίας. Ακόμη
και μιας ταινίας σαν το «Λόρενς για Πάντα». Δίχως ίχνος φόβου.