Το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει την πρώτη αναδρομική έκθεση του Γιάννη Τσαρούχη στην Αθήνα με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννησή του.
της Αναστασίας Κότσαλη
ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
Ψηλαφίζουμε την Ελλάδα του παρελθόντος μέσα από τις εικόνες του Γιάννη Τσαρούχη: για τη δική μας, «μεταπολιτευτική» γενιά, στον απόηχο της γραφικής παλιάς Αθήνας, των νεοκλασικών, της νοσταλγικής εικόνας του χθες, η αίσθησή της περνάει μέσα από τους ναύτες του Τσαρούχη• από τα παλιά καφενεία του, τις «Έξι λαϊκές ζωγραφιές» του - από τα κοστούμια για τους «Όρνιθες» του Κουν - βλέπουμε και ξαναβλέπουμε την παράσταση, σε κάθε επανάληψη της, για τις υπέροχες φιγούρες που εμπνεύστηκε ο δημιουργός, ένα κράμα πουλιών και αφρικανών μάγων. Βουτάμε με τα έργα του σε μια Ελλάδα ναΐφ, ολίγον τι αθώα, αλλά ποτέ φοκλόρ- ο ίδιος ταλαντεύτηκε, όπως και οι περισσότεροι καλλιτέχνες της γενιάς του ανάμεσα στα κελεύσματα της Δύσης και στην ανάγκη του να προσδιορίσει το στίγμα μιας αισθητικής «ελληνικότητας» - αγαπούσε το Βυζάντιο, την Αναγέννηση, το φως του Πειραιά, τους γάλλους ζωγράφους του 19ου αιώνα, τον Θεόφιλο. Μαθήτευσε δίπλα στον Παρθένη και τον Κόντογλου - υπάρχει καλύτερος συνδυασμός για να προσεγγίσει κανείς το εικαστικό βλέμμα μιας xώρας-σταυροδρόμι; Ο Οδυσσέας Ελύτης ανέφερε για τον ίδιο ότι «την ημέρα που ο ζωγράφος αυτός τόλμησε να αναζητήσει τον Ερμή όχι στο όρος Όλυμπος, αλλά στο καφενείο "Ο 'Ολυμπος", ένας μύθος κατέβηκε από τα βιβλία στη ζωή, ενώ το μάτι του καλλιτέχνη υποxρεώθηκε να ατενίσει αλλιώς τον κόσμο. Με άλλα λόγια, η νεοελληνική πραγματικότητα, παραμορφωμένη ως τότε από μια ψεύτικη φιλολογία, ερχόταν να πάρει τη φυσική της θέση μέσα στα πλαστικά ενδιαφέροντα του καιρού μας. Και ο ζωγράφος, εντοπισμένος μέσα στον χώρο που του όριζε αυτή, επωμιζόταν τις ευθύνες να βρει τη μοναδική έκφραση που άρμοζε στην ιδιοτυπία της». Ο Γιάννης Τσαρούxης ανήκε σε αυτήν τη σπάνια κατηγορία των «αναγεννησιακών» δημιουργών, σκηνοθετούσε, έγραφε και φυσικά ζωγράφιζε• οι «Τρωάδες» του αποτελούν σημείο αναφοράς για την ελληνική θεατρική πραγματικότητα της δεκαετίας του '80. Η τραγωδία του Ευριπίδη, μεταφρασμένη από τον ίδιο τον εικαστικό, ξαναγεννιέται στο γκαράζ της οδού Καπλανών - πόσο σύγχρονο, πόσο πρωτοποριακό ακούγεται όλο αυτό; Τον Τσαρούχη, βεβαίως, τον βρίσκουμε παντού: Τον κουβαλάει, ελαφρύ σαν πούπουλο, η καθημερινότητά μας, στο εξώφυλλο του «Άξιον εστί» στα δισκάδικα, στα βιβλία του ποιητή Μ’ικου Καββαδία στα βιβλιοπωλεία, στη σπουδαία φράση του που εκφράζει όσο τίποτα τη νεοελληνική μας κακομοιριά, «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις». Στα έργα του πνευματικού του τέκνου, του έτερου «αναγεννησιακού» Δημήτρη Παπαιωάννου, που τίμησε τον δάσκαλο του και στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 - η ύστερη φάση της Ελλάδας, από το 40 και μετά, στα xορογραφημένα ταμπλό βιβάν, μέσα από την αισθητική του Τσαρούχη.
Είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε ότι γι' αυτόν τον καλλιτέχνη, τον τόσο αγαπητό στο ευρύ κοινό, δεν είχε παρουσιαστεί αναδρομική έκθεση στην Αθήνα. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον... Διότι με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννηση του, το Μουσείο Μπενάκη βγάζει ξανά τα κάστανα από τη φωτιά και παρουσιάζει την πρώτη αναδρομική έκθεση έργων του Γιάννη Τσαρούχη στην πόλη, με στόχο να δείξει αντιπροσωπευτικά έργα από όλες τις περιόδους δημιουργίας του καλλιτέχνη. Η έκθεση πλαισιώνεται από παράλληλες εκδηλώσεις (οπτικοακουστικό υλικό, ομιλίες, εκπαιδευτικές δραστηριότητες κ.ά.), προσφέροντας στο κοινό μια σπάνια ευκαιρία να έρθει σε επαφή με μοναδικά έργα ζωγραφικής και σκηνογραφίας. Δεδομένου ότι η έκθεση φιλοδοξεί να δώσει μια συνολική εικόνα του έργου του καλλιτέχνη, στο εκθεσιακό υλικό περιλαμβάνεται ένας μεγάλος αριθμός ζωγραφικών έργων και σκηνογραφικών μακετών που ανήκουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Το Μουσείο Μπενάκη προσελκύει, ως γνωστόν, και το νεανικό κοινό - η επιμέλεια της σκηνογράφου Λιλής Πεζανού υπόσχεται τη φρεσκάδα και το ευρηματικό στήσιμο που θα αναδείξουν την παλλόμενη αθωότητα των έργων του. Ο καλλιτέχνης που ήθελε να γίνει ακροβάτης στο ιπποδρόμιο όταν ήταν μικρός, να βλέπει τον κόσμο ανάποδα κρεμασμένος από το σκοινί της μπουγάδας στο πατρικό του στον Πειραιά, διατήρησε το λοξό, παιδικό βλέμμα του απέναντι στην πραγματικότητα μέχρι τον θάνατο του το 1989. Ο Τσαρούχης, εξάλλου, αγαπούσε ιδιαίτερα τους νέους και τους συμβούλευε με την ίδια απλοχεριά ψυχής και τέχνης με την οποία πορευόταν κι εκείνος: «Να εξομολογούνται με την τέχνη τους, να μιλούν για τη ζωή τους, γι' αυτό που τους ενδιαφέρει. Όταν κανείς εξομολογείται, εκατομμύρια ανθρώπων βρίσκουν ικανοποίηση και ξαλαφρώνουν».
2 σχόλια:
Από το FAQ - τ.82, 24 Δεκεμβρίου 2009
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΜΠΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΘΩΟΤΗΤΑ
Το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει την πρώτη αναδρομική έκθεση του Γιάννη Τσαρούχη στην Αθήνα με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννησή του.
της Αναστασίας Κότσαλη
ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
Ψηλαφίζουμε την Ελλάδα του παρελθόντος μέσα από τις εικόνες του Γιάννη Τσαρούχη: για τη δική μας, «μεταπολιτευτική» γενιά, στον απόηχο της γραφικής παλιάς Αθήνας, των νεοκλασικών, της νοσταλγικής εικόνας του χθες, η αίσθησή της περνάει μέσα από τους ναύτες του Τσαρούχη• από τα παλιά καφενεία του, τις «Έξι λαϊκές ζωγραφιές» του - από τα κοστούμια για τους «Όρνιθες» του Κουν - βλέπουμε και ξαναβλέπουμε την παράσταση, σε κάθε επανάληψη της, για τις υπέροχες φιγούρες που εμπνεύστηκε ο δημιουργός, ένα κράμα πουλιών και αφρικανών μάγων. Βουτάμε με τα έργα του σε μια Ελλάδα ναΐφ, ολίγον τι αθώα, αλλά ποτέ φοκλόρ- ο ίδιος ταλαντεύτηκε, όπως και οι περισσότεροι καλλιτέχνες της γενιάς του ανάμεσα στα κελεύσματα της Δύσης και στην ανάγκη του να προσδιορίσει το στίγμα μιας αισθητικής «ελληνικότητας» - αγαπούσε το Βυζάντιο, την Αναγέννηση, το φως του Πειραιά, τους γάλλους ζωγράφους του 19ου αιώνα, τον Θεόφιλο. Μαθήτευσε δίπλα στον Παρθένη και τον Κόντογλου - υπάρχει καλύτερος συνδυασμός για να προσεγγίσει κανείς το εικαστικό βλέμμα μιας xώρας-σταυροδρόμι; Ο Οδυσσέας Ελύτης ανέφερε για τον ίδιο ότι «την ημέρα που ο ζωγράφος αυτός τόλμησε να αναζητήσει τον Ερμή όχι στο όρος Όλυμπος, αλλά στο καφενείο "Ο 'Ολυμπος", ένας μύθος κατέβηκε από τα βιβλία στη ζωή, ενώ το μάτι του καλλιτέχνη υποxρεώθηκε να ατενίσει αλλιώς τον κόσμο. Με άλλα λόγια, η νεοελληνική πραγματικότητα, παραμορφωμένη ως τότε από μια ψεύτικη φιλολογία, ερχόταν να πάρει τη φυσική της θέση μέσα στα πλαστικά ενδιαφέροντα του καιρού μας. Και ο ζωγράφος, εντοπισμένος μέσα στον χώρο που του όριζε αυτή, επωμιζόταν τις ευθύνες να βρει τη μοναδική έκφραση που άρμοζε στην ιδιοτυπία της». Ο Γιάννης Τσαρούxης ανήκε σε αυτήν τη σπάνια κατηγορία των «αναγεννησιακών» δημιουργών, σκηνοθετούσε, έγραφε και φυσικά ζωγράφιζε• οι «Τρωάδες» του αποτελούν σημείο αναφοράς για την ελληνική θεατρική πραγματικότητα της δεκαετίας του '80. Η τραγωδία του Ευριπίδη, μεταφρασμένη από τον ίδιο τον εικαστικό, ξαναγεννιέται στο γκαράζ της οδού Καπλανών - πόσο σύγχρονο, πόσο πρωτοποριακό ακούγεται όλο αυτό; Τον Τσαρούχη, βεβαίως, τον βρίσκουμε παντού: Τον κουβαλάει, ελαφρύ σαν πούπουλο, η καθημερινότητά μας, στο εξώφυλλο του «Άξιον εστί» στα δισκάδικα, στα βιβλία του ποιητή Μ’ικου Καββαδία στα βιβλιοπωλεία, στη σπουδαία φράση του που εκφράζει όσο τίποτα τη νεοελληνική μας κακομοιριά, «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις». Στα έργα του πνευματικού του τέκνου, του έτερου «αναγεννησιακού» Δημήτρη Παπαιωάννου, που τίμησε τον δάσκαλο του και στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 - η ύστερη φάση της Ελλάδας, από το 40 και μετά, στα xορογραφημένα ταμπλό βιβάν, μέσα από την αισθητική του Τσαρούχη.
... ...
(συνέχεια)
Είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε ότι γι' αυτόν τον καλλιτέχνη, τον τόσο αγαπητό στο ευρύ κοινό, δεν είχε παρουσιαστεί αναδρομική έκθεση στην Αθήνα. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον... Διότι με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννηση του, το Μουσείο Μπενάκη βγάζει ξανά τα κάστανα από τη φωτιά και παρουσιάζει την πρώτη αναδρομική έκθεση έργων του Γιάννη Τσαρούχη στην πόλη, με στόχο να δείξει αντιπροσωπευτικά έργα από όλες τις περιόδους δημιουργίας του καλλιτέχνη. Η έκθεση πλαισιώνεται από παράλληλες εκδηλώσεις (οπτικοακουστικό υλικό, ομιλίες, εκπαιδευτικές δραστηριότητες κ.ά.), προσφέροντας στο κοινό μια σπάνια ευκαιρία να έρθει σε επαφή με μοναδικά έργα ζωγραφικής και σκηνογραφίας. Δεδομένου ότι η έκθεση φιλοδοξεί να δώσει μια συνολική εικόνα του έργου του καλλιτέχνη, στο εκθεσιακό υλικό περιλαμβάνεται ένας μεγάλος αριθμός ζωγραφικών έργων και σκηνογραφικών μακετών που ανήκουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Το Μουσείο Μπενάκη προσελκύει, ως γνωστόν, και το νεανικό κοινό - η επιμέλεια της σκηνογράφου Λιλής Πεζανού υπόσχεται τη φρεσκάδα και το ευρηματικό στήσιμο που θα αναδείξουν την παλλόμενη αθωότητα των έργων του. Ο καλλιτέχνης που ήθελε να γίνει ακροβάτης στο ιπποδρόμιο όταν ήταν μικρός, να βλέπει τον κόσμο ανάποδα κρεμασμένος από το σκοινί της μπουγάδας στο πατρικό του στον Πειραιά, διατήρησε το λοξό, παιδικό βλέμμα του απέναντι στην πραγματικότητα μέχρι τον θάνατο του το 1989. Ο Τσαρούχης, εξάλλου, αγαπούσε ιδιαίτερα τους νέους και τους συμβούλευε με την ίδια απλοχεριά ψυχής και τέχνης με την οποία πορευόταν κι εκείνος: «Να εξομολογούνται με την τέχνη τους, να μιλούν για τη ζωή τους, γι' αυτό που τους ενδιαφέρει. Όταν κανείς εξομολογείται, εκατομμύρια ανθρώπων βρίσκουν ικανοποίηση και ξαλαφρώνουν».
Δημοσίευση σχολίου