.
Πρωινό τσιγάρο
Όπως κάθε πρωί έτσι και σήμερα
θα πιει καφέ και θα κάνει τσιγάρο
Θα βάλει τα χάπια εκεί που ξέρει
εννιά σε κάθε κουτί.
Μετά θα μείνει να κοιτάζει το κενό
χωρίς καμιάν αίσθηση του χρόνου
χωρίς σκέψεις ή σκοπό
Ανάβει κι άλλο τσιγάρο
Το θέμα είναι
…τι κάνεις όταν τελειώσει κι αυτό
Παντελής Ηλιάδης
Πρωινό τσιγάρο
Όπως κάθε πρωί έτσι και σήμερα
θα πιει καφέ και θα κάνει τσιγάρο
Θα βάλει τα χάπια εκεί που ξέρει
εννιά σε κάθε κουτί.
Μετά θα μείνει να κοιτάζει το κενό
χωρίς καμιάν αίσθηση του χρόνου
χωρίς σκέψεις ή σκοπό
Ανάβει κι άλλο τσιγάρο
Το θέμα είναι
…τι κάνεις όταν τελειώσει κι αυτό
Παντελής Ηλιάδης
.
Ο Άλκης είχε πέσει σε κώμα από το πρωί- ρόγχαζε ακίνητος και απλωμένος μέγας μεγαλωστί, όπως περιέγραφε ο Όμηρος τους πολεμιστές του, με μια απροσδιόριστη αξιοπρέπεια και αταραξία. Οι προηγούμενες μέρες ήταν απίστευτες' είχε αποδεχθεί το μοιραίο με στωική άφεση, σχεδόν με ειρωνεία. Σε κάποια φίλη που έκλαιγε μπροστά του είπε: «Κόψε το δράμα, εγώ πεθαίνω και όχι εσύ». Σε άλλο γνωστό δήλωσε: «Λυπάμαι μόνο που δεν θα ξανακούσω ελληνικά τραγούδια». Και σε μένα εμπιστευτικά: «Άναψε ένα κερί την μέρα των γενεθλίων μου, 14 Μαΐου». (…)
Γύρω στις εννέα είχαν όλα τελειώσει. Ένα τζόβενο γιατρουδάκι μου είπε να αδειάσουμε το δωμάτιό του, μιας και την επομένη θα ερχόταν κάποιος άλλος.
Ο Άλκης είχε πέσει σε κώμα από το πρωί- ρόγχαζε ακίνητος και απλωμένος μέγας μεγαλωστί, όπως περιέγραφε ο Όμηρος τους πολεμιστές του, με μια απροσδιόριστη αξιοπρέπεια και αταραξία. Οι προηγούμενες μέρες ήταν απίστευτες' είχε αποδεχθεί το μοιραίο με στωική άφεση, σχεδόν με ειρωνεία. Σε κάποια φίλη που έκλαιγε μπροστά του είπε: «Κόψε το δράμα, εγώ πεθαίνω και όχι εσύ». Σε άλλο γνωστό δήλωσε: «Λυπάμαι μόνο που δεν θα ξανακούσω ελληνικά τραγούδια». Και σε μένα εμπιστευτικά: «Άναψε ένα κερί την μέρα των γενεθλίων μου, 14 Μαΐου». (…)
Γύρω στις εννέα είχαν όλα τελειώσει. Ένα τζόβενο γιατρουδάκι μου είπε να αδειάσουμε το δωμάτιό του, μιας και την επομένη θα ερχόταν κάποιος άλλος.
Έμεινα μόνος στο δωμάτιο, καθώς μάζευα τα πράγματά του, μέχρι τα μεσάνυχτα. Η φωτισμένη πόλη, αμείλικτη προχωρούσε πανηγυρίζοντας. Έριχνα ό,τι έβρισκα σε μία βαλίτσα' το ραδιοφωνάκι, τα περιοδικά, κάποια cd, τα ρούχα του. Το δωμάτιο του νοσοκομείου ήταν ακόμα γεμάτο από την παρουσία του' η μυρωδιά του, το αποτύπωμα του κορμιού του στο κρεβάτι, τα παπούτσια, οι κάλτσες του. Ήταν όλα εκεί, μύριζαν, άχνιζαν, μιλούσαν' και ήταν μαύρα μεσάνυχτα και σαν να είχε πέσει μία φοβερή σιωπή τριγύρω και δεν άκουγα τίποτε και σαν να κινιόμουν αργά χωρίς βάρος και να επέπλεα πάνω στα νερά της ίδιας του της ύπαρξης που τώρα είχε εξατμιστεί και είχε νοτίσει όλο το δωμάτιο με ένα παχύρρευστο και αόρατο υγρό, την πεμπτουσία της απουσίας του. Ανέπνεα Άλκη, περιβαλλόμουν από Άλκη, ο Άλκης ήταν η πόλη μου. Βίαιος άνεμος άνοιξε το παράθυρο' ο Άλκης που είχα ζήσει χανόταν' και ένας καινούργιος γεννιόταν' ο Άλκης της ανάμνησης και της φαντασίας, το πικρό χαμόγελο μιας γλυκιάς νοσταλγίας. Γιατί αραγε γιατί, μόνο μέσα από τον θάνατο αγαπημένων να ανοίγουμε την θύρα των μυστηρίων και να ζούμε τις μεγάλες μας στιγμές;
Κοίταζα γύρω. Σιωπή πάνω από την αγαπημένη πολυόμματη πόλη, η πόρτα του δωματίου άνοιξε και το γιατρουδάκι έλεγε κάτι που δεν μπορούσα να ακούσω.
Βρασίδας Καραλής
Τα ΠαρΑΡΤΟΥΑγουδα
Βρασίδας Καραλής
Τα ΠαρΑΡΤΟΥΑγουδα
1 σχόλιο:
Για αυτό το αισχρό κείμενο θα κάνουμε κάτι;
http://suspect-enjoys-the-silence.blogspot.com/2008/12/gay.html
Δημοσίευση σχολίου