.
«Σχέση γεμάτη πόθο με τη ζωή και την τέχνη»
Της Παρασκευής Κατημερτζή (Τα Νέα, 23/1/2009)
Επαναστάτης, Ευρωπαίος και Ανατολίτης, ο Γιάννης Τσαρούχης έγινε μύθος καυτηριάζοντας αμείλικτα τα άτοπα της φυλής. Μια μονογραφία του από «ΤΑ ΝΕΑ» τον αποκαλύπτει μέσα από τα λόγια και τα έργα του Αστός από κούνια, που ανέδειξε την ομορφιά και την αριστοκρατικότητα των περιφρονημένων ανθρώπων του λαού, ο Γιάννης Τσαρούχης καυτηρίαζε τη χυδαιότητα του κόσμου με την παρρησία του σαρκασμού, το χιούμορ του αγαπημένου του Καραγκιόζη και το «αττικό άλας» ενός βαθύτατα καλλιεργημένου καλλιτέχνη.
«Σχέση γεμάτη πόθο με τη ζωή και την τέχνη»
Της Παρασκευής Κατημερτζή (Τα Νέα, 23/1/2009)
Επαναστάτης, Ευρωπαίος και Ανατολίτης, ο Γιάννης Τσαρούχης έγινε μύθος καυτηριάζοντας αμείλικτα τα άτοπα της φυλής. Μια μονογραφία του από «ΤΑ ΝΕΑ» τον αποκαλύπτει μέσα από τα λόγια και τα έργα του Αστός από κούνια, που ανέδειξε την ομορφιά και την αριστοκρατικότητα των περιφρονημένων ανθρώπων του λαού, ο Γιάννης Τσαρούχης καυτηρίαζε τη χυδαιότητα του κόσμου με την παρρησία του σαρκασμού, το χιούμορ του αγαπημένου του Καραγκιόζη και το «αττικό άλας» ενός βαθύτατα καλλιεργημένου καλλιτέχνη.
Μέσα από τη συναρπαστική μονογραφία- λεύκωμα και ντοκουμέντο της σειράς «Σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες», που κυκλοφορεί από «ΤΑ ΝΕΑ», ο πιο έγκυρος εκφραστής της οικουμενικής ελληνικότητας της γενιάς του ΄30 «αυτοπαρουσιάζεται» απαλλαγμένος από γραφικότητες και προκαταλήψεις:
«Δεν είναι αλήθεια ότι ήθελα να κάνω ελληνική ζωγραφική. Απλούστατα ήθελα να παίρνω σοβαρά τα αισθήματά μου και τις επιθυμίες μου, όποιες κι αν ήταν αυτές» εξομολογείται στο εισαγωγικό αυτοβιογραφικό κείμενο που δημοσιεύεται με την άδεια του Ιδρύματος Τσαρούχη.
«Γεννήθηκα στον Πειραιά σε νεοκλασικό σπίτι. Μεγάλωσα σε δύο άλλα σπίτια, επίσης νεοκλασικά. Δύο υπέροχα σπίτια. Για μένα το σπίτι ήταν μόνο το νεοκλασικό. Όλη η ζωή μου είναι συνδεδεμένη μ΄ αυτές τις προσόψεις, μ΄ αυτά τα εσωτερικά. Δεν πρόκειται για αισθητική. Αηδίες...» λέει.
.
.
Δύο πράγματα κατάλαβε από μικρό παιδί, λέει παρακάτω: ότι ήθελε να γίνει ένας καλός ζωγράφος και πως δεν υπήρχαν μόνο δύο ζωγραφικές, αλλά και δύο κόσμοι. «Υπήρχαν δύο μουσικές, δύο τρόποι να ντύνονται οι άνθρωποι, δύο τρόποι να χορεύουν και να τραγουδούν, δύο τρόποι να φέρονται. Υπήρχε η Δύση και η Ανατολή. Ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς μου το κατανάλωσα για να γνωρίσω αυτούς τους δύο κόσμους, για να μην αδικήσω κανέναν και να μην κάνω ανεπανόρθωτα λάθη. Το παιδικό μου όνειρο, να γίνω ένας καλός ζωγράφος, αναγκαστικά μετετράπη σε ένα ιδανικό διαφορετικό, που συνίστατο στο να μάθω πού βρίσκομαι και πού πατώ».
«Αισθησιακό, συντηρητικό και επαναστάτη» χαρακτηρίζει τον Τσαρούχη ο ιστορικός της Τέχνης Γιάννης Μπόλης, λέγοντας πως «η σχέση του με την τέχνη και τη ζωή ήταν πάντα γεμάτη πόθο, τρυφερότητα και ένταση». Ανάμεσα στο μυθώδες Παρίσι και τα μυστήρια του λαού, προικισμένος με ένα σπάνιο ταλέντο να είναι καλλιτέχνης της γραμμής αλλά και- κυρίως- του χρώματος, ο Τσαρούχης ζωγράφιζε άλλοτε σαν αρχαίος Έλληνας, άλλοτε σαν Βυζαντινός αγιογράφος, άλλοτε σαν Δυτικός αναγεννησιακός ζωγράφος. «Κυρίως όμως υπήρξε εισηγητής στην Ελλάδα ενός ανατολίτικου χρωματικού εξπρεσιονισμού» υπογραμμίζει ο συγγραφέας.
Προσωπικότητα συναρπαστική, ο Γιάννης Τσαρούχης μεγάλωσε σε αστικό περιβάλλον με καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα. Τον ενδιέφερε και η όπερα (τραγουδούσε άριες!) αλλά και η ψαλτική. Πολύ νέος ακολούθησε ως μαθητής τον Φώτη Κόντογλου. Συμπλήρωσε τις «σπουδές» του στα λαϊκά κέντρα όπου τραγουδούσε ρεμπέτικα η Ρόζα Εσκενάζυ.
Έκανε διεθνή καριέρα ντύνοντας τη Μαρία Κάλλας στην όπερα «Μήδεια», συνεργάστηκε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και έντυσε τη «Στέλλα»- Μελίνα Μερκούρη.
Γνώρισε τους ζεϊμπέκηδες στη Σμύρνη το 1934 και ο ίδιος χόρευε το ζεϊμπέκικο με έναν... αμίλητο τρόπο. Για να γνωρίσει καλύτερα τη λαϊκή τέχνη, έμαθε να υφαίνει. Όταν στο Παρίσι τον αποκαλούσαν «Ματίς της Ελλάδας», στην πανελλήνια έκθεσή του στο Ζάππειο ξεκρεμούσαν έναν πίνακά του με έναν ναύτη ντυμένο στα λευκά δίπλα σ΄ έναν γυμνό άνδρα, γιατί θεωρήθηκε ότι «έθιγε το γόητρο των Ενόπλων μας Δυνάμεων».
Η πινακοθήκη της ελληνικής τέχνης έγινε πλουσιότερη με τα πορτρέτα, τις γυναικείες φορεσιές και τους λαϊκούς τύπους, τους φαντάρους, τους ΕΣΑτζήδες, τους ναύτες του. Άνδρες ντυμένοι και γυμνοί έφερναν στο προσκήνιο μια νέα λαϊκή αισθητική, μεταδίδοντας το σφρίγος της ζωής. «Κατάφερναν να κωδικοποιήσουν εικονογραφικά τον τύπο του λαϊκού και μικροαστού άνδρα, να αποθεώσουν με στερεότυπα χαρακτηριστικά την ομορφιά και την παρουσία του, την ενέργεια και τη δύναμή του και να επιβάλουν την άμεση σωματική επαφή και εμπειρία στον θεατή» αναλύει ο Γιάννης Μπόλης.
«Ένας επαναστάτης δεν γίνεται να είναι συνάμα κλασικός. Αλλά με τον Τσαρούχη γίνεται» έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης. «Την ημέρα που ο ζωγράφος αυτός ετόλμησε να αναζητήσει τον Ερμή όχι στο όρος Όλυμπος αλλά στο καφενείον ο Όλυμπος, ένας μύθος κατέβηκε από τα βιβλία στη ζωή».
Στο Παρίσι, όπου μεσουρανούσε η αφαιρετική τέχνη, το 1967-1977 τόλμησε να ζωγραφίζει αλληγορικές συνθέσεις, όπως οι Τέσσερις Εποχές και τα πορτρέτα των Δώδεκα Μηνών, ενώ επιστρέφοντας στην Αθήνα έφερε ανατροπή στο ελληνικό θέατρο: ανέβασε σ΄ ένα άδειο πάρκινγκ τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη σε δική του μετάφραση, σκηνοθεσία, διδασκαλία, σκηνικά και κοστούμια. Ήταν η πρώτη φορά που οι ήρωες της αρχαίας τραγωδίας φορούσαν σύγχρονα κοστούμια...
ΙΝFO: Ο τόμος «Γιάννης Τσαρούχης» από τη σειρά «Σύγχρονοι Έλληνες Εικαστικοί» θα βρίσκεται στα περίπτερα στην τιμή των 7,90 ευρώ.
ΙΝFO: Ο τόμος «Γιάννης Τσαρούχης» από τη σειρά «Σύγχρονοι Έλληνες Εικαστικοί» θα βρίσκεται στα περίπτερα στην τιμή των 7,90 ευρώ.
.
.
1910. Γεννιέται στον Πειραιά.
1928. Εγγράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά μαθητεύει και στον «βυζαντινό» δρόμο του Φώτη Κόντογλου.
1934. Στη Σμύρνη γνωρίζει τους αληθινούς ζεϊμπέκηδες. Στην Αγία Σοφία βλέπει τα ψηφιδωτά.
1934. Συνιδρυτής της Λαϊκής Σκηνής του Καρόλου Κουν, σκηνογραφεί την «Ερωφίλη» του Χορτάτζη, εισάγοντας για πρώτη φορά «λαϊκά στοιχεία».
1938. Η πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα προκαλεί αντιδράσεις.
1955. Σκηνογραφεί την ταινία «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη.
1958. Μετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας, κάνει σκηνικά κοστούμια για τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι με τη Μαρία Κάλλας στην Όπερα του Ντάλας και στο Κόβεντ Γκάρντεν.
1966. Εγκαθίσταται για δέκα χρόνια στο Παρίσι και στρέφεται στο προοπτικό σχέδιο.
1981.Ιδρύει το Ίδρυμα- Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη στο σπίτι του στο Μαρούσι, όπου δωρίζει τα έργα του.
1989. Πεθαίνει στην Αθήνα.
.
● «Έρωτας είναι η ανταλλαγή ανόμοιων και διαφορετικών αγαθών».
● «Έζησα από την τέχνη μου χωρίς να κάνω υποχωρήσεις».
●«Οι οίκοι της κουλτούρας είναι τόποι διαφθοράς και ομαδικών ψευδαισθήσεων. Όσο για τις επιχορηγήσεις, η τέχνη δεν τις έχει ανάγκη, ανάγκη έχει τις συνθήκες...
●«Οι οίκοι της κουλτούρας είναι τόποι διαφθοράς και ομαδικών ψευδαισθήσεων. Όσο για τις επιχορηγήσεις, η τέχνη δεν τις έχει ανάγκη, ανάγκη έχει τις συνθήκες...
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου