.
Μαργκερίτ Γιουρσενάρ
Λογοτέχνις, Ακαδημαϊκός (1903-1987)
Η 16χρονη Μαργκερίτ έγραψε σε κομματάκια χαρτί όλα τα γράμματα του οικογενειακού της ονόματος: Κραγιανκούρ (C-R-Ε-Υ-Α-Ν-C-Ο-U-R). Ανακάτεψε τα χαρτάκια και με κλήρωση κατέληξε στο ψευδώνυμό της: Γιουρσενάρ (Υ-Ο-U-R-C-Ε-Ν-Α-R). Με αυτό υπέγραψε την πρώτη ποιητική συλλογή της, μια αναφορά στον Ικαρο με τίτλο «Les jardins des chimeres». Ηταν 16 ετών και γνώριζε άπταιστα αρχαία ελληνικά και λατινικά. Δεν πήγε βέβαια σε σχολείο, καθώς οι γόνοι των αριστοκρατικών οικογενειών στις αρχές του 20ού αιώνα είχαν τον προνόμιο της κατ' οίκον διδασκαλίας. Ούτως ή άλλως έπρεπε να είναι πάντοτε εύκαιρη να φύγει από τον πύργο των 100 δωματίων στη Βόρεια Γαλλία όποτε ο πατέρας της αποφάσιζε να κατέβει προς τα νότια για να παίξει στο καζίνο. Καθώς η μητέρα της πέθανε στη γέννα, η μικρή Μαργκερίτ μεγάλωνε με γκουβερνάντες ενώ αραιά και πού χαιρόταν την πατρική στοργή. Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή το 1980 ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Ειπώθηκε τότε ότι αυτό που τη βοήθησε να σταθεί στον θώκο ήταν η «αρρενωπότητά» της, με έναν ελαφρύ υπαινιγμό στη σχέση της, επί 40 χρόνια, με την Γκρέις Φρικ. Η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας ήταν το θέμα του πρώτου μυθιστορήματός της «Αλέξης ή Σπουδή του μάταιου αγώνα» (1929) με ήρωα έναν νεαρό που παρά τον γάμο του δεν καταφέρνει να καταπνίξει τις ομοφυλοφιλικές επιθυμίες του. Το ζήτημα επανέρχεται στη «Χαριστική βολή» (1939), ενώ υπάρχουν κάποιες εκφάνσεις του θέματος στο κορυφαίο πεζογράφημά της «Αδριανού απομνημονεύματα» (1951). Η Γιουρσενάρ δεν κράτησε κανένα μυστικό. Οχι μόνο μίλησε εξαντλητικά για τη ζωή της στο τρίτομο αυτοβιογραφικό έργο της «Ο λαβύρινθος του κόσμου» (περιλαμβάνει τα βιβλία «Ευλαβικές αναμνήσεις», «Αρχεία του Βορρά» και «Τι, η αιωνιότητα») αλλά τακτοποιούσε με πάθος όλες τις σημειώσεις της, όλα τα αποκόμματα, όλες τις φωτογραφίες. Μαζί με την Γκρέις έφτιαξαν το αρχείο της με τρόπο ώστε όλα να είναι έτοιμα να δεχθούν τους φιλολόγους του μέλλοντος (και να τους κατευθύνουν...). Να υποθέσουμε ότι αποσιωπήθηκαν πληροφορίες, εκεί στο αρχείο της νήσου Μάουντ Ντέζερτ, στα βορειοανατολικά των ΗΠΑ, όπου συζούσαν οι δύο γυναίκες; Τι θα μπορούσε να θεωρηθεί επιλήψιμο;
Μιλώντας για τις αγάπες τις Γιουρσενάρ δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την αγάπη της για τον ελληνικό πολιτισμό, τον αρχαίο και τον σύγχρονο. Γνώριζε την ελληνική μυθολογία και επέστρεφε συχνά τόσο στον πολιτισμό του Παρθενώνα όσο και στους Ελληνες της εποχής της. Επιμελήθηκε την ανθολογία ελληνικής ποίησης «Το στεφάνι και η λύρα», εξέδωσε το δοκίμιο «Κριτική παρουσίαση του Κ. Π. Καβάφη» (μετάφραση Γ.Π. Σαββίδη), ήταν φίλη της Ιωάννας Χατζηνικολή που εξέδωσε τα βιβλία της. Στον κατάλογο των ερώτων της, κατά τη βιογράφο της Ζοζιάν Σαβινιό, υπάρχουν τα ονόματα του Ανδρέα Εμπειρίκου (στον οποίο αφιερώνει τις «Νουβέλες της Ανατολής») και της Λούσης Κυριακού. Η Ελλάδα ήταν ένας αγαπημένος τόπος. Ενας από τους πολλούς προορισμούς των αναρίθμητων ταξιδιών της. Η Ιταλία ήταν ένας ακόμη. Ταξίδευε ως τα βαθιά της γεράματα. Οταν έχασε την Γκρέις, πήρε τη βαλίτσα της και συνοδό ένα νεαρό φίλο της και πήγε στην Ολλανδία, στο Μαρόκο, στην Αγγλία. Προγραμμάτιζε μάλιστα και μια επίσκεψη στο Νεπάλ για να δει «τα γεναριάτικα λουλούδια ν' ανθίζουν». Τα λουλούδια, μια μεγάλη αγάπη της. Εξ ου και της άρεσε πολύ το όνομά της: «Είναι ένα όνομα που μου αρέσει γιατί δεν ανήκει σε καμία εποχή ούτε σε καμία κοινωνική τάξη. Υπήρξε το όνομα μιας βασίλισσας και μπορεί να είναι το όνομα μιας χωρικής». Το ΒΗΜΑ, 14/04/2002
Λογοτέχνις, Ακαδημαϊκός (1903-1987)
Η 16χρονη Μαργκερίτ έγραψε σε κομματάκια χαρτί όλα τα γράμματα του οικογενειακού της ονόματος: Κραγιανκούρ (C-R-Ε-Υ-Α-Ν-C-Ο-U-R). Ανακάτεψε τα χαρτάκια και με κλήρωση κατέληξε στο ψευδώνυμό της: Γιουρσενάρ (Υ-Ο-U-R-C-Ε-Ν-Α-R). Με αυτό υπέγραψε την πρώτη ποιητική συλλογή της, μια αναφορά στον Ικαρο με τίτλο «Les jardins des chimeres». Ηταν 16 ετών και γνώριζε άπταιστα αρχαία ελληνικά και λατινικά. Δεν πήγε βέβαια σε σχολείο, καθώς οι γόνοι των αριστοκρατικών οικογενειών στις αρχές του 20ού αιώνα είχαν τον προνόμιο της κατ' οίκον διδασκαλίας. Ούτως ή άλλως έπρεπε να είναι πάντοτε εύκαιρη να φύγει από τον πύργο των 100 δωματίων στη Βόρεια Γαλλία όποτε ο πατέρας της αποφάσιζε να κατέβει προς τα νότια για να παίξει στο καζίνο. Καθώς η μητέρα της πέθανε στη γέννα, η μικρή Μαργκερίτ μεγάλωνε με γκουβερνάντες ενώ αραιά και πού χαιρόταν την πατρική στοργή. Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή το 1980 ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Ειπώθηκε τότε ότι αυτό που τη βοήθησε να σταθεί στον θώκο ήταν η «αρρενωπότητά» της, με έναν ελαφρύ υπαινιγμό στη σχέση της, επί 40 χρόνια, με την Γκρέις Φρικ. Η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας ήταν το θέμα του πρώτου μυθιστορήματός της «Αλέξης ή Σπουδή του μάταιου αγώνα» (1929) με ήρωα έναν νεαρό που παρά τον γάμο του δεν καταφέρνει να καταπνίξει τις ομοφυλοφιλικές επιθυμίες του. Το ζήτημα επανέρχεται στη «Χαριστική βολή» (1939), ενώ υπάρχουν κάποιες εκφάνσεις του θέματος στο κορυφαίο πεζογράφημά της «Αδριανού απομνημονεύματα» (1951). Η Γιουρσενάρ δεν κράτησε κανένα μυστικό. Οχι μόνο μίλησε εξαντλητικά για τη ζωή της στο τρίτομο αυτοβιογραφικό έργο της «Ο λαβύρινθος του κόσμου» (περιλαμβάνει τα βιβλία «Ευλαβικές αναμνήσεις», «Αρχεία του Βορρά» και «Τι, η αιωνιότητα») αλλά τακτοποιούσε με πάθος όλες τις σημειώσεις της, όλα τα αποκόμματα, όλες τις φωτογραφίες. Μαζί με την Γκρέις έφτιαξαν το αρχείο της με τρόπο ώστε όλα να είναι έτοιμα να δεχθούν τους φιλολόγους του μέλλοντος (και να τους κατευθύνουν...). Να υποθέσουμε ότι αποσιωπήθηκαν πληροφορίες, εκεί στο αρχείο της νήσου Μάουντ Ντέζερτ, στα βορειοανατολικά των ΗΠΑ, όπου συζούσαν οι δύο γυναίκες; Τι θα μπορούσε να θεωρηθεί επιλήψιμο;
Μιλώντας για τις αγάπες τις Γιουρσενάρ δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την αγάπη της για τον ελληνικό πολιτισμό, τον αρχαίο και τον σύγχρονο. Γνώριζε την ελληνική μυθολογία και επέστρεφε συχνά τόσο στον πολιτισμό του Παρθενώνα όσο και στους Ελληνες της εποχής της. Επιμελήθηκε την ανθολογία ελληνικής ποίησης «Το στεφάνι και η λύρα», εξέδωσε το δοκίμιο «Κριτική παρουσίαση του Κ. Π. Καβάφη» (μετάφραση Γ.Π. Σαββίδη), ήταν φίλη της Ιωάννας Χατζηνικολή που εξέδωσε τα βιβλία της. Στον κατάλογο των ερώτων της, κατά τη βιογράφο της Ζοζιάν Σαβινιό, υπάρχουν τα ονόματα του Ανδρέα Εμπειρίκου (στον οποίο αφιερώνει τις «Νουβέλες της Ανατολής») και της Λούσης Κυριακού. Η Ελλάδα ήταν ένας αγαπημένος τόπος. Ενας από τους πολλούς προορισμούς των αναρίθμητων ταξιδιών της. Η Ιταλία ήταν ένας ακόμη. Ταξίδευε ως τα βαθιά της γεράματα. Οταν έχασε την Γκρέις, πήρε τη βαλίτσα της και συνοδό ένα νεαρό φίλο της και πήγε στην Ολλανδία, στο Μαρόκο, στην Αγγλία. Προγραμμάτιζε μάλιστα και μια επίσκεψη στο Νεπάλ για να δει «τα γεναριάτικα λουλούδια ν' ανθίζουν». Τα λουλούδια, μια μεγάλη αγάπη της. Εξ ου και της άρεσε πολύ το όνομά της: «Είναι ένα όνομα που μου αρέσει γιατί δεν ανήκει σε καμία εποχή ούτε σε καμία κοινωνική τάξη. Υπήρξε το όνομα μιας βασίλισσας και μπορεί να είναι το όνομα μιας χωρικής». Το ΒΗΜΑ, 14/04/2002
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου