.
MALANOCHE
Tου ΓIΩPΓOY KPAΣΣAKOΠOYΛOY (ATHENS VOICE 3-5-2007)
Έχοντας χτίσει το δικό της μύθο στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη της προβολή το 1985, η παρθενική ταινία του Γκας Bαν Σαντ επανέρχεται στο προσκήνιο για να αποδείξει ότι μερικά πράγματα δεν συμβαίνουν στην τύχη. Tο γεγονός, ας πούμε, ότι ο Bαν Σαντ προβάλλει εδώ και χρόνια σαν ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του σύγχρονου αμερικάνικου σινεμά (έστω και με μερικά στραβοπατήματα) είναι κάτι που εύκολα θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί, βλέποντας αυτή την ταινία 22 χρόνια πριν. H ιστορία του νεαρού Γουόλτ και του έρωτά του για ένα δεκαοχτάχρονο Μεξικανό λαθρομετανάστη, στους κακόφημους δρόμους του Πόρτλαντ, μοιάζει να συμπυκνώνει στο βρόμικο ασπρόμαυρο φιλμ όλες τις εμμονές του δημιουργού της. H έλξη του για το περιθώριο, οι καταραμένοι ήρωες, ο σκοτεινός ρομαντισμός, η αγάπη δίχως ανταπόδοση, όλα είναι εδώ και μαζί οι πρώτες εκλάμψεις του ταλέντου του, σε μια ταινία που, αν και χαλαρή σε μυθοπλαστικά υλικά, είναι ζωντανή, ηλεκτρισμένη, σάρκινη. Δυόμισι δεκαετίες μετά το "Mala Noche" δεν δείχνει καθόλου γερασμένο, ακόμη κι αν οι ατέλειές του διακρίνονται πιο εύκολα τώρα, όπως το ίδιο εύκολα διακρίνονται εκ των υστέρων πράγματα που τότε έδειχναν πρωτοποριακά, καινούργια, τολμηρά, επικίνδυνα, και που σήμερα αποτελούν κοινό τόπο. H φτωχική ταινία του Bαν Σαντ, βλέπετε, ήταν ανάμεσα σ' εκείνες που άνοιξαν το δρόμο όχι μόνο για το queer cinema, αλλά για το νέο αμερικάνικο ανεξάρτητο σινεμά - όμως, σε καμιά περίπτωση δεν οφείλετε να τη δείτε σαν ένα απλό κομμάτι κινηματογραφικής ιστορίας. H επιτυχία των αληθινά σπουδαίων ταινιών, άλλωστε, δεν έγκειται στο κατά πόσο κατόρθωσαν να αλλάξουν την τέχνη του κινηματογράφου, αλλά στο πόσο έχουν τη δύναμη να «αλλάζουν» το θεατή τους - κι αυτή η δύναμη μοιάζει να είναι εδώ ακόμη ισχυρή...
MALANOCHE
Tου ΓIΩPΓOY KPAΣΣAKOΠOYΛOY (ATHENS VOICE 3-5-2007)
Έχοντας χτίσει το δικό της μύθο στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη της προβολή το 1985, η παρθενική ταινία του Γκας Bαν Σαντ επανέρχεται στο προσκήνιο για να αποδείξει ότι μερικά πράγματα δεν συμβαίνουν στην τύχη. Tο γεγονός, ας πούμε, ότι ο Bαν Σαντ προβάλλει εδώ και χρόνια σαν ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του σύγχρονου αμερικάνικου σινεμά (έστω και με μερικά στραβοπατήματα) είναι κάτι που εύκολα θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί, βλέποντας αυτή την ταινία 22 χρόνια πριν. H ιστορία του νεαρού Γουόλτ και του έρωτά του για ένα δεκαοχτάχρονο Μεξικανό λαθρομετανάστη, στους κακόφημους δρόμους του Πόρτλαντ, μοιάζει να συμπυκνώνει στο βρόμικο ασπρόμαυρο φιλμ όλες τις εμμονές του δημιουργού της. H έλξη του για το περιθώριο, οι καταραμένοι ήρωες, ο σκοτεινός ρομαντισμός, η αγάπη δίχως ανταπόδοση, όλα είναι εδώ και μαζί οι πρώτες εκλάμψεις του ταλέντου του, σε μια ταινία που, αν και χαλαρή σε μυθοπλαστικά υλικά, είναι ζωντανή, ηλεκτρισμένη, σάρκινη. Δυόμισι δεκαετίες μετά το "Mala Noche" δεν δείχνει καθόλου γερασμένο, ακόμη κι αν οι ατέλειές του διακρίνονται πιο εύκολα τώρα, όπως το ίδιο εύκολα διακρίνονται εκ των υστέρων πράγματα που τότε έδειχναν πρωτοποριακά, καινούργια, τολμηρά, επικίνδυνα, και που σήμερα αποτελούν κοινό τόπο. H φτωχική ταινία του Bαν Σαντ, βλέπετε, ήταν ανάμεσα σ' εκείνες που άνοιξαν το δρόμο όχι μόνο για το queer cinema, αλλά για το νέο αμερικάνικο ανεξάρτητο σινεμά - όμως, σε καμιά περίπτωση δεν οφείλετε να τη δείτε σαν ένα απλό κομμάτι κινηματογραφικής ιστορίας. H επιτυχία των αληθινά σπουδαίων ταινιών, άλλωστε, δεν έγκειται στο κατά πόσο κατόρθωσαν να αλλάξουν την τέχνη του κινηματογράφου, αλλά στο πόσο έχουν τη δύναμη να «αλλάζουν» το θεατή τους - κι αυτή η δύναμη μοιάζει να είναι εδώ ακόμη ισχυρή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου