Επιτρέποντας στον άλλο ανεξαρτησία.
Τα επιτυχημένα ζευγάρια παρέχουν ο ένας στον άλλο την ελευθερία να εξελιχτούν ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι δραστηριότητες του ενός δεν περιλαμβάνουν τον άλλο. Στον αντίποδα βρίσκονται τα ζευγάρια που στηρίζονται ο ένας στον άλλο σε τέτοιο βαθμό που ο ένας ή και οι δύο φοβούνται ότι θα καταρρεύσουν αν δεν είναι συνεχώς μαζί. Τα περισσότερα ζευγάρια βρίσκονται κάπου ανάμεσα, στις δυσκολίες όμως οι περισσότεροι γινόμαστε πιο ελεγκτικοί και εξαρτώμενοι. Η σημασία της ανεξαρτησίας ως ένα βαθμό έχει τονιστεί στις μελέτες με ζευγάρια ομοφυλόφιλων γυναικών. Είναι γνωστό ότι οι γυναίκες υποστηρίζουν με ενθουσιασμό και είναι πολύ επιδέξιες στην οικειότητα. Θεωρητικά λοιπόν, οι λεσβιακές σχέσεις θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα σταθερές. Το 1983 οι αμερικανοί Philip Blumstein και Pepper Schwarz πήραν συνεντεύξεις από 4314 ετεροφυλόφιλα ζευγάρια (τα οποία είτε συζούσαν ή ήταν παντρεμένα), 1875 γκέι και 1723 λεσβιακά ζευγάρια. Επανέλαβαν την έρευνά τους δεκαοχτώ μήνες αργότερα και ανακάλυψαν ότι τα λιγότερο πιθανά ζευγάρια για να τερματίσουν τη σχέση τους ήταν τα παντρεμένα ετεροφυλόφιλα (14% είχαν χωρίσει), ακολουθούμενα από τα ετεροφυλόφιλα άτομα που συζούσαν (29%) και τέλος τα γκέι ζευγάρια (36%). Οι περισσότερες πιθανότητες να τερματίσουν τη σχέση τους εμφανίστηκαν στα λεσβιακά ζευγάρια με το εκπληκτικό ποσοστό 48%. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό;
Η Susan Johnson από το Πανεπιστήμιο του Γουαϊσκόσιν αποφάσισε να μελετήσει το φαινόμενο αυτό και τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στο βιβλίο της Long-term Lesbian Couples (Naisad Press, 1990). Η Jonhson έδωσε σε 108 λεσβιακά ζευγάρια, από είκοσι μία πολιτείες της Αμερικής, να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο. Τα ζευγάρια αυτά ήταν μαζί για δέκα ή περισσότερα χρόνια. Μετά τις πρώτες απαντήσεις ακολούθησαν συνεντεύξεις. Στην αρχή θεώρησε ότι η υψηλή συχνότητα χωρισμών οφειλόταν στις πιέσεις που δέχονται τα λεσβιακά ζευγάρια και στην έλλειψη στήριξης από την κοινωνία – αν και τα γκέι ζευγάρια αντιμετωπίζουν κι αυτά τις ίδιες δυσκολίες. Η δεύτερη θεωρία της ήταν ότι τα λεσβιακά ζευγάρια πολύ γρήγορα θεωρούν ότι έχουν μια σχέση – εξού και το ανέκδοτο: Τι φέρνει μαζί της μια λεσβία στο δεύτερο ραντεβού; Ένα φορτηγό για τη μετακόμιση. Όταν ολοκληρώθηκε η έρευνα, η Johnson κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επιτυχημένα λεσβιακά ζευγάρια επέτρεπαν η μια στην άλλη να είναι διαφορετική. «Ίσως νομίζετε ότι είστε μέρος της ίδιας σχέσης, δεν είναι όμως έτσι», έγραψε η Johnson από την εμπειρία της με τη δική της σχέση. «Η σύντροφός μου θεωρεί ότι η σχέση μας είναι πιο έυκολη απ’ όλες όσες είχε στο παρελθόν. Δεν ισχύει το ίδιο για μένα. Εγώ νομίζω ότι είναι η πιο δύσκολη. Για ένα μεγάλο διάστημα διαφωνούσαμε ως προς το ποια έχει δίκιο. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια ώσπου να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είμαστε στην ίδια σχέση. Εκείνη ζει μαζί μου μια εμπειρία κι εγώ ζω μαζί της μια πολύ διαφορετική εμπειρία».
Γιατί οι σχέσεις των γκέι διαρκούν περισσότερο από τις λεσβιακές; Μια πιθανή απάντηση – που ενισχύει επίσης την άποψη να δίνουμε στον άλλο ανεξαρτησία – είναι η γκέι νοοτροπία ως προς την αφοσίωση. Οι McWhirter και Mattison, οι οποίοι εντόπισαν την εξελικτική πορεία των γκέι ζευγαριών, ανακάλυψαν ότι μετά από πέντε χρόνια κανένας σύντροφος δεν έχει σεξουαλική αποκλειστικότητα. «Υπάρχουν κανόνες ως προς το τι είναι αποδεκτό, οι οποίοι δεν αποκλείουν το φλερτ με άλλους ανθρώπους, αλλά απαγορεύουν άλλους άνδρες να έρθουν στο σπίτι», λέει ο Σκοτ, ο οποίος συζεί με τον σύντροφό του επτά χρόνια. «Υπάρχει επίσης μια συμφωνία μεταξύ μας ασυνήθιστη, κατά τη γνώμη μου όμως είναι πολύ καλύτερη και πιο ειλικρινής από τις κρυφές σχέσεις που διατηρούν πολλοί ετεροφυλόφιλοι που γνωρίζω». Επομένως, είναι λιγότερο πιθανό οι γκέι να περιμένουν από το σύντροφό τους να ικανοποιεί όλες τους τις ανάγκες.
Σε όλα τα ζευγάρια αρέσει η ιδέα να μοιάζουν: να έχουν τις ίδιες εμπειρίες, να ερμηνεύουν την πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο, να καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα. Αυτό όμως όχι μόνο δεν είναι δυνατόν αλλά και ανεπιθύμητο.
Δεν υπάρχει κανένα λάθος στην ομοιότητα, αλλά είναι εξίσου σημαντικό να έχουμε επίγνωση των διαφορών μας, έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να έχει έναν ξεκάθαρο χώρο για τον εαυτό του μέσα σε μια σχέση. Γι’ αυτόν το λόγο η ανεξαρτησία – τόσο με τη σωματική έννοια να είμαστε χώρια από καιρού εις καιρό όσο και με τη διανοητική έννοια, να έχουμε το δικαίωμα να σκεφτόμαστε διαφορετικά και να καταλήγουμε σε επίσης διαφορετικά συμπεράσματα – είναι πολύ σημαντική.
Τα λεσβιακά ζευγάρια από τα οποία πήρε συνέντευξη η Johnsosn συνοψίζουν ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα για τη ΣΑΑ ( Σ’ αγαπώ, αλλά…) και προσφέρουν ελπίδα σε όλα τα μακρόχρονα ζευγάρια. Μια γυναίκα είπε: «Πρέπει να αποδεχτούμε ότι δεν υπάρχει σχέση χωρίς τριβές. Το να αναζητήσουμε κάποιον άλλο σύντροφο δεν αποτελεί λύση. Κανείς δεν είναι τέλειος». Σχεδόν όλα τα ζευγάρια στο βιβλίο της Johnson αντιμετώπισαν μια κρίση που θα μπορούσε να τα οδηγήσει στον χωρισμό. Η Μέι, σε μια σχέση που διαρκεί δεκαοχτώ χρόνια, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Ίσως σας φανεί ανόητο, όμως νομίζω ότι είναι αλήθεια: Πιστεύω ότι μερικές φορές οι άνθρωποι δεν μένουν αρκετά σε μια σχέση ώστε να μάθουν ότι τελικά οι κρίσεις ξεπερνιούνται. Δεν χρειάζεται να υπάρξει ένα μεγάλο, ανοιχτό τραύμα. Το τράυμα θεραπεύεται. Οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετή υπομονή».
Andrew G. Marshall: Σ’ αγαπώ αλλά…. ο έρωτας έχει σβήσει (Κριτική, 2007)
Τα επιτυχημένα ζευγάρια παρέχουν ο ένας στον άλλο την ελευθερία να εξελιχτούν ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι δραστηριότητες του ενός δεν περιλαμβάνουν τον άλλο. Στον αντίποδα βρίσκονται τα ζευγάρια που στηρίζονται ο ένας στον άλλο σε τέτοιο βαθμό που ο ένας ή και οι δύο φοβούνται ότι θα καταρρεύσουν αν δεν είναι συνεχώς μαζί. Τα περισσότερα ζευγάρια βρίσκονται κάπου ανάμεσα, στις δυσκολίες όμως οι περισσότεροι γινόμαστε πιο ελεγκτικοί και εξαρτώμενοι. Η σημασία της ανεξαρτησίας ως ένα βαθμό έχει τονιστεί στις μελέτες με ζευγάρια ομοφυλόφιλων γυναικών. Είναι γνωστό ότι οι γυναίκες υποστηρίζουν με ενθουσιασμό και είναι πολύ επιδέξιες στην οικειότητα. Θεωρητικά λοιπόν, οι λεσβιακές σχέσεις θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα σταθερές. Το 1983 οι αμερικανοί Philip Blumstein και Pepper Schwarz πήραν συνεντεύξεις από 4314 ετεροφυλόφιλα ζευγάρια (τα οποία είτε συζούσαν ή ήταν παντρεμένα), 1875 γκέι και 1723 λεσβιακά ζευγάρια. Επανέλαβαν την έρευνά τους δεκαοχτώ μήνες αργότερα και ανακάλυψαν ότι τα λιγότερο πιθανά ζευγάρια για να τερματίσουν τη σχέση τους ήταν τα παντρεμένα ετεροφυλόφιλα (14% είχαν χωρίσει), ακολουθούμενα από τα ετεροφυλόφιλα άτομα που συζούσαν (29%) και τέλος τα γκέι ζευγάρια (36%). Οι περισσότερες πιθανότητες να τερματίσουν τη σχέση τους εμφανίστηκαν στα λεσβιακά ζευγάρια με το εκπληκτικό ποσοστό 48%. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό;
Η Susan Johnson από το Πανεπιστήμιο του Γουαϊσκόσιν αποφάσισε να μελετήσει το φαινόμενο αυτό και τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στο βιβλίο της Long-term Lesbian Couples (Naisad Press, 1990). Η Jonhson έδωσε σε 108 λεσβιακά ζευγάρια, από είκοσι μία πολιτείες της Αμερικής, να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο. Τα ζευγάρια αυτά ήταν μαζί για δέκα ή περισσότερα χρόνια. Μετά τις πρώτες απαντήσεις ακολούθησαν συνεντεύξεις. Στην αρχή θεώρησε ότι η υψηλή συχνότητα χωρισμών οφειλόταν στις πιέσεις που δέχονται τα λεσβιακά ζευγάρια και στην έλλειψη στήριξης από την κοινωνία – αν και τα γκέι ζευγάρια αντιμετωπίζουν κι αυτά τις ίδιες δυσκολίες. Η δεύτερη θεωρία της ήταν ότι τα λεσβιακά ζευγάρια πολύ γρήγορα θεωρούν ότι έχουν μια σχέση – εξού και το ανέκδοτο: Τι φέρνει μαζί της μια λεσβία στο δεύτερο ραντεβού; Ένα φορτηγό για τη μετακόμιση. Όταν ολοκληρώθηκε η έρευνα, η Johnson κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επιτυχημένα λεσβιακά ζευγάρια επέτρεπαν η μια στην άλλη να είναι διαφορετική. «Ίσως νομίζετε ότι είστε μέρος της ίδιας σχέσης, δεν είναι όμως έτσι», έγραψε η Johnson από την εμπειρία της με τη δική της σχέση. «Η σύντροφός μου θεωρεί ότι η σχέση μας είναι πιο έυκολη απ’ όλες όσες είχε στο παρελθόν. Δεν ισχύει το ίδιο για μένα. Εγώ νομίζω ότι είναι η πιο δύσκολη. Για ένα μεγάλο διάστημα διαφωνούσαμε ως προς το ποια έχει δίκιο. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια ώσπου να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είμαστε στην ίδια σχέση. Εκείνη ζει μαζί μου μια εμπειρία κι εγώ ζω μαζί της μια πολύ διαφορετική εμπειρία».
Γιατί οι σχέσεις των γκέι διαρκούν περισσότερο από τις λεσβιακές; Μια πιθανή απάντηση – που ενισχύει επίσης την άποψη να δίνουμε στον άλλο ανεξαρτησία – είναι η γκέι νοοτροπία ως προς την αφοσίωση. Οι McWhirter και Mattison, οι οποίοι εντόπισαν την εξελικτική πορεία των γκέι ζευγαριών, ανακάλυψαν ότι μετά από πέντε χρόνια κανένας σύντροφος δεν έχει σεξουαλική αποκλειστικότητα. «Υπάρχουν κανόνες ως προς το τι είναι αποδεκτό, οι οποίοι δεν αποκλείουν το φλερτ με άλλους ανθρώπους, αλλά απαγορεύουν άλλους άνδρες να έρθουν στο σπίτι», λέει ο Σκοτ, ο οποίος συζεί με τον σύντροφό του επτά χρόνια. «Υπάρχει επίσης μια συμφωνία μεταξύ μας ασυνήθιστη, κατά τη γνώμη μου όμως είναι πολύ καλύτερη και πιο ειλικρινής από τις κρυφές σχέσεις που διατηρούν πολλοί ετεροφυλόφιλοι που γνωρίζω». Επομένως, είναι λιγότερο πιθανό οι γκέι να περιμένουν από το σύντροφό τους να ικανοποιεί όλες τους τις ανάγκες.
Σε όλα τα ζευγάρια αρέσει η ιδέα να μοιάζουν: να έχουν τις ίδιες εμπειρίες, να ερμηνεύουν την πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο, να καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα. Αυτό όμως όχι μόνο δεν είναι δυνατόν αλλά και ανεπιθύμητο.
Δεν υπάρχει κανένα λάθος στην ομοιότητα, αλλά είναι εξίσου σημαντικό να έχουμε επίγνωση των διαφορών μας, έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να έχει έναν ξεκάθαρο χώρο για τον εαυτό του μέσα σε μια σχέση. Γι’ αυτόν το λόγο η ανεξαρτησία – τόσο με τη σωματική έννοια να είμαστε χώρια από καιρού εις καιρό όσο και με τη διανοητική έννοια, να έχουμε το δικαίωμα να σκεφτόμαστε διαφορετικά και να καταλήγουμε σε επίσης διαφορετικά συμπεράσματα – είναι πολύ σημαντική.
Τα λεσβιακά ζευγάρια από τα οποία πήρε συνέντευξη η Johnsosn συνοψίζουν ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα για τη ΣΑΑ ( Σ’ αγαπώ, αλλά…) και προσφέρουν ελπίδα σε όλα τα μακρόχρονα ζευγάρια. Μια γυναίκα είπε: «Πρέπει να αποδεχτούμε ότι δεν υπάρχει σχέση χωρίς τριβές. Το να αναζητήσουμε κάποιον άλλο σύντροφο δεν αποτελεί λύση. Κανείς δεν είναι τέλειος». Σχεδόν όλα τα ζευγάρια στο βιβλίο της Johnson αντιμετώπισαν μια κρίση που θα μπορούσε να τα οδηγήσει στον χωρισμό. Η Μέι, σε μια σχέση που διαρκεί δεκαοχτώ χρόνια, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Ίσως σας φανεί ανόητο, όμως νομίζω ότι είναι αλήθεια: Πιστεύω ότι μερικές φορές οι άνθρωποι δεν μένουν αρκετά σε μια σχέση ώστε να μάθουν ότι τελικά οι κρίσεις ξεπερνιούνται. Δεν χρειάζεται να υπάρξει ένα μεγάλο, ανοιχτό τραύμα. Το τράυμα θεραπεύεται. Οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετή υπομονή».
Andrew G. Marshall: Σ’ αγαπώ αλλά…. ο έρωτας έχει σβήσει (Κριτική, 2007)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου