8.3.11

ΣΤΗΝ ΞΑΝΘΗ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ

Η οδός ονείρων του Μάνου στην Ξάνθη
«Γεννήθηκα στις 23 του Οκτώβρη του 1925 στην Ξάνθη τη διατηρητέα κι όχι την άλλη, τη φριχτή, που χτίστηκε μεταγενέστερα από τους εσωτερικούς της ενδοχώρας μετανάστες…» γράφει στην αυτοβιογραφία του ο Μάνος Χατζιδάκις, ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικοσυνθέτες της Ελλάδας. Και συνεχίζει: «Η συνύπαρξη εκείνο τον καιρό ενός αντιτύπου της μπελ-επόκ με αυθεντικούς τούρκικους μιναρέδες έδινε χρώμα και περιεχόμενο σε μια κοινωνία-πανσπερμία απ’ όλες τις γωνιές της ελλαδικής γης, που συμπτωματικά βρέθηκε να ζει σε ακριτική περιοχή και να χορεύει τσάρλεστον στις δημόσιες πλατείες».
Ετσι «φωτογράφισαν» τα παιδικά μάτια του πολυγραφότερου Ελληνα συνθέτη Μάνου Χατζιδάκι την πόλη της Ξάνθης, όταν την κοιτούσε από το παράθυρο του δωματίου του, και όλα αυτά τα αποτύπωσε αργότερα στην αυτοβιογραφία του. Το τριώροφο ταλαιπωρημένο κτίριο, όπου σήμερα γίνονται εργασίες αναστήλωσης, βρίσκεται σε καλντερίμι, στη συμβολή των οδών Ελευθερίου Βενιζέλου και Κονίτσης, στο κέντρο της πόλης. Το μόνο που θυμίζει σήμερα ότι σε εκείνο το κτίριο με τους ξεθωριασμένους τοίχους περπάτησε, έτρεξε και έπαιξε με το κοντό του παντελονάκι ο μικρός Μάνος είναι η ταμπέλα της Ελληνικής Περιφέρειας Δράμας - Καβάλας - Ξάνθης που κάνει γνωστό το έργο της αναστήλωσης.
Το κτίριο, το οποίο έχει δείγματα παραδοσιακής θρακιώτικης και οθωμανικής αρχιτεκτονικής, όπως λένε οι ειδικοί, ανεγέρθη στα τέλη του 19ου αιώνα, ύστερα από παραγγελία Εβραίου επιχειρηματία. Δυστυχώς, έχει δεχθεί από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες του τη μέγιστη κακοποίηση, καθώς τόνοι σοβά έχουν καλύψει τις σπάνιες τοιχογραφίες αγνώστου καλλιτέχνη που κοσμούν τους τοίχους του.

Το έργο της αναστήλωσης του κτιρίου έχει συνολικό κόστος 5.500.000 ευρώ και, σύμφωνα με τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Ξάνθης, όταν θα ολοκληρωθεί, θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μουσείο, ραδιοφωνικό σταθμό, στούντιο ηχογραφήσεων και βιβλιοθήκη.

Στην περιοχή της Ξάνθης μετά την απελευθέρωση από τη βουλγαρική κατοχή εγκαταστάθηκαν πολλοί νέοι κάτοικοι, μεταξύ αυτών και ο δικηγόρος Γιώργος Χατζιδάκις (πατέρας του Μάνου), ο οποίος νοικιάζει τον 2ο όροφο του κτιρίου με μηναίο μίσθωμα 1.667 δρχ. Δύο χρόνια μετά την εγκατάσταση της οικογένειας
Χατζηδάκι, συγκεκριμένα το 1925, γεννιέται ο γιος τους Μάνος. Η οικογένεια παρέμεινε στην πόλη μέχρι το 1932, χρονιά που μετακόμισε στην Αθήνα, όταν ο Μάνος ήταν μόλις επτά χρόνων. Παρά τη μικρή ηλικία του όμως, πρόλαβε να αγαπήσει και να δεθεί με τον τόπο.
Αυτή η αγάπη του Μάνου Χατζιδάκι για την πόλη ήταν που τον έκανε να επιστρέψει το 1945 για να δώσει ένα ρεσιτάλ πιάνου. Οταν τον ρώτησαν εάν θυμάται την πόλη όπου γεννήθηκε, δήλωσε: «Δεν θυμάμαι πολλά, αλλά δεν ξεχνάω ποτέ το νηπιαγωγείο του Αντώνη Μελισσείδη». Ωστόσο, πάντα η νοσταλγία τον ωθούσε να επιστρέφει και να πραγματοποιεί καλλιτεχνικά δρώμενα στην Ξάνθη. Κάπως έτσι έφτασε το 1979 να ανακοινώσει ότι πρόκειται να ιδρυθεί μουσική εταιρεία από τον ίδιο με σκοπό να οργανωθούν πολιτιστικές εκδηλώσεις. Το όνειρό του αυτό δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα, καθώς, όπως λέγεται, το ακύρωσε ο ίδιος γιατί προείδε «κομματική και οικονομική εκμετάλλευση».

Το κτίριο χτίστηκε στις αρχές του 1897 κατά παραγγελία της οικογένειας του Εβραίου επιχειρηματία Ισαάκ Δανιέλ, ο οποίος ήταν γνωστός στην Ξάνθη ως Σαρκούτσος. Ο Δανιέλ ήταν ευκατάστατος, ο μοναδικός που είχε στην κατοχή του εκείνη την εποχή αυτοκίνητο, και ασχολιόταν με ασφάλειες ζωής - πυρός αντιπροσωπεύοντας γαλλική εταιρεία, ενώ συγχρόνως δήλωνε και έμπορος καπνού.
Ο επιχειρηματίας πέθανε το 1924 και το συγκεκριμένο ακίνητο κληρονόμησαν τα αδέλφια του. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους φόρους κληρονομιάς, αποφασίστηκε να γίνει κατάσχεση και πλειστηριασμός του ακινήτου. Το τριώροφο συνολικής έκτασης 1.200τ.μ. κατακυρώθηκε υπέρ του Δημοσίου για 790.000 δρχ., ποσό που αντιστοιχούσε στους φόρους.
Μετά την κατάσχεση, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε από το 1931 μέχρι το 1941 από την Οικονομική Εφορία της Ξάνθης και το Δημόσιο Ταμείο και για τον λόγο αυτόν πήρε την ονομασία Μέγαρο Δημοσίων Οικονομικών. Το 1945, με την είσοδο του Ελληνικού Στρατού στην πόλη, το κτίριο κατέλαβε η 26η ταξιαρχία και χρησιμοποιήθηκε από τον Ελληνικό Στρατό μέχρι και το 2000. Στις 25 Μαρτίου του 1957 και ενώ στο
κτίριο στεγαζόταν η στρατιωτική διοίκηση, μια πυρκαγιά που προκλήθηκε από ανάφλεξη καλωδίων προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στον πρώτο και τον δεύτερο όροφο. Κάηκαν όλα τα ξύλινα πατώματα και η στέγη, τα κουφώματα και, όπως αναφέρει το τηλεγράφημα του οικονομικού εφόρου, καταστράφηκαν καλλιτεχνικές τοιχογραφίες ξένων ζωγράφων. Το κόστος της ζημίας εκτιμήθηκε σε 1.000.000 δρχ.
Οπως μας εξηγεί ο μηχανικός της εταιρείας που έχει αναλάβει την αναστήλωση κ. Δημήτρης Δημητριάδης, τη συγκεκριμένη περίοδο το κτίριο δέχθηκε εσωτερικές μετατροπές αλλά, το κυριότερο, όπως χαρακτηριστικά τόνισε, είναι ότι θάφτηκαν κάτω από στρώματα σοβά όλοι οι τοίχοι που είχαν φιλοτεχνηθεί. «Προσπαθούμε να βγάλουμε στην επιφάνεια τις σπάνιες τοιχογραφίες που υπάρχουν σε όλους τους χώρους του κτιρίου. Είναι μια επίμονη, δύσκολη και δαπανηρή δουλεία. Να σημειωθεί πως ο άγνωστος καλλιτέχνης είχε χρησιμοποιήσει λινέλαια στις τοιχογραφίες, το ίδιο υλικό που έχουμε συναντήσει και στο παλάτι της Κνωσού. Ηδη έχουμε αποκαλύψει μεγάλο μέρος των τοιχογραφιών του κτιρίου και πιστεύω ότι είμαστε σε θέση να το επαναφέρουμε στην αρχική μορφή του».
ΜΑΝΟΣ ΠΙΤΣΙΔΙΑΝΑΚΗΣ (Espresso, 20-2-2011)

Δεν υπάρχουν σχόλια: