τον Κλεόβουλο εγώ τον αγαπώ,
για τον Κλεόβουλο με πιάνει τρέλα
και πάνω στον Κλεόβουλο τα μάτια μου καρφώνω.
από την Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Ερωτικής Ποίησης (Ροές, 2003)
Μετάφραση : Γεωργία Παπαδάκη
.
Ανακρέων
Αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής υιός του Σκύθινου. Γεννήθηκε στα 570 π.Χ, περίπου στην Τέω (Ιωνία). Όταν στα 545 η πόλις Τέως κυριεύθηκε από τους Πέρσες, οι κάτοικοί της διέφυγαν στη Θράκη, για να εγκατασταθούν στα Άβδηρα, που είχαν ιδρύσει στα 654 άλλοι Ίωνες πρόσφυγες, οι Κλαζομένιοι. Από έφηβος, ο Ανακρέων, ήταν γνωστός σαν ποιητής, και ιδιαίτερα είχε φήμη ευφυέστατου, γλεντζέ και ερωτύλου, αναθρεμμένος ως ήταν στην Ιωνία σ’ εποχή ευημερίας και ευωχίας.
Ο Πολυκράτης, ακμάζων τότε τύραννος της Σάμου, τον κάλεσε, μαζί με άλλους ποιητές στην Αυλή του, για να γίνει γρήγορα ο ευνοούμενος και ο έμπιστος του τυράννου, για τον οποίο έγραψε ωδές. Γενναιόδωρος ο Πολυκράτης είχε γεμίσει τιμές τον ποιητή. Λέγεται, πως όταν χάρισε, πρώτη φορά, στον Ανακρέοντα, ο Πολυκράτης πέντε τάλαντα, ο ποιητής, έμεινε δύο νύχτες άυπνος, μη ξέροντας τι να τα κάνει, και σύγχρονα ανησυχώντας μήπως χάσει το τεράστιο αυτό ποσόν, ως που της Τρίτη μέρα, για να γλυτώσει από τις έγνοιες, τα επέστρεψε στον άρχοντα.
Στα 522 οι Πέρσες σκότωσαν τον Πολυκράτη. Ύστερα από το θάνατο του ισχυρού προστάτη του, ο Ανακρέων κλήθηκε στην Αθήνα από τον Ίππαρχο, υιό του Πεισίστρατου, που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του την αγάπη στην ποίηση. Ο Ανακρέων μετέφερε στην Αθήνα το χαρούμενο τραγούδι και την λεπτουργό, κομψή και παυσίπονο τέχνη του, που θάμπωσαν τους Αθηναίους. Σχετίσθηκε με τον πατέρα του Περικλή Ξάνθιππο, τον Κριτία, τον Σιμωνίδη τον Κείο τον ποιητή, και άλλους.
Ύστερα από την δολοφονία του Ίππαρχου από τους Αρμόδιο και Αριστογείτονα (514), ο Ανακρέων κατέφυγε στη Θεσσαλία, στην αυλή των Αλευαδών. Λέγεται ότι, σε βαθιά γηρατειά, ογδοντάρης (κατά το Λουκιανό, τον Πλίνιο), ο ποιητής γύρισε στη γενέτειρά του, για να πεθάνει από μια ρόγα σταφυλιού που του στάθηκε στο λαιμό, καθώς έτρωγε. Η ποίησή του είχε μεγάλη επίδραση και διάδοση όχι μόνο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, αλλά και στον κατοπινό. Η πατρίδα του Τέως σκάλισε στα νομίσματά της την κατατομή του, και οι Αθηναίοι έστησαν στην Ακρόπολη το άγαλμά του, που παρίστανε τον ποιητή να μεθά και να τραγουδά. (mousa.gr)
Ο Ανακρέων έγραψε σχόλια, ιάμβους και ελεγείες. Σε αυτά υμνεί τις διασκεδάσεις και εμπνέεται από τα συμπόσια. Οι αλεξανδρινοί γραμματείς χώρισαν τα ποιήματά του σε πέντε βιβλία, από τα οποία έφθασαν ως εμάς δυο ολόκληρα ποιήματα και μερικά αποσπάσματα.
Αν και η ποίηση του Ανακρέοντα είναι επιφανειακή, στην αρχαιότητα είχε μεγάλη διάδοση, για το γλαφυρό και ανάλαφρο ύφος της, τη χάρη και την αφέλεια με την οποία ο ποιητής εκθέτει τα συναισθήματά του.
Από μικρή ηλικία φανερώθηκε το ποιητικό του ταλέντο. Τραγούδησε τον έρωτα και την εύθυμη ζωή στα περίφημα "Βακχικά" και "Ερωτικά" του ποιήματα, που αποτελούσαν πέντε ολόκληρα βιβλία, που έγιναν πολύ γνωστά στερεώνοντας τη φήμη του, όχι μόνο στους κλασικούς χρόνους, αλλά και στους ελληνιστικούς και τους ρωμαϊκούς.
Οι στίχοι του είναι αρμονικοί και η λύρα του αναπαριστάνει τα πιο λεπτά αισθήματα των ερωτευμένων. Πολλοί ποιητές των ρωμαϊκών χρόνων απομιμήθηκαν το ύφος του. Από τις απομιμήσεις αυτές σώθηκε μια συλλογή από 58 τραγουδάκια που τιτλοφορούνται "Ανακρεόντεια". Μερικά όμως απ' αυτά είναι παραφράσεις ποιημάτων του Θεόκριτου. Από τους νεότερους Έλληνες ποιητές τον Ανακρέοντα τον μιμήθηκε ο Αθανάσιος Χριστόπουλος. Επίσης στην εποχή της Αναγέννησης, η ποίηση του Ανακρέοντα όχι μόνο θαυμάστηκε πολύ, αλλά βρήκε και πολλούς μιμητές. (livepedia.gr)
Ανακρέων
Αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής υιός του Σκύθινου. Γεννήθηκε στα 570 π.Χ, περίπου στην Τέω (Ιωνία). Όταν στα 545 η πόλις Τέως κυριεύθηκε από τους Πέρσες, οι κάτοικοί της διέφυγαν στη Θράκη, για να εγκατασταθούν στα Άβδηρα, που είχαν ιδρύσει στα 654 άλλοι Ίωνες πρόσφυγες, οι Κλαζομένιοι. Από έφηβος, ο Ανακρέων, ήταν γνωστός σαν ποιητής, και ιδιαίτερα είχε φήμη ευφυέστατου, γλεντζέ και ερωτύλου, αναθρεμμένος ως ήταν στην Ιωνία σ’ εποχή ευημερίας και ευωχίας.
Ο Πολυκράτης, ακμάζων τότε τύραννος της Σάμου, τον κάλεσε, μαζί με άλλους ποιητές στην Αυλή του, για να γίνει γρήγορα ο ευνοούμενος και ο έμπιστος του τυράννου, για τον οποίο έγραψε ωδές. Γενναιόδωρος ο Πολυκράτης είχε γεμίσει τιμές τον ποιητή. Λέγεται, πως όταν χάρισε, πρώτη φορά, στον Ανακρέοντα, ο Πολυκράτης πέντε τάλαντα, ο ποιητής, έμεινε δύο νύχτες άυπνος, μη ξέροντας τι να τα κάνει, και σύγχρονα ανησυχώντας μήπως χάσει το τεράστιο αυτό ποσόν, ως που της Τρίτη μέρα, για να γλυτώσει από τις έγνοιες, τα επέστρεψε στον άρχοντα.
Στα 522 οι Πέρσες σκότωσαν τον Πολυκράτη. Ύστερα από το θάνατο του ισχυρού προστάτη του, ο Ανακρέων κλήθηκε στην Αθήνα από τον Ίππαρχο, υιό του Πεισίστρατου, που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του την αγάπη στην ποίηση. Ο Ανακρέων μετέφερε στην Αθήνα το χαρούμενο τραγούδι και την λεπτουργό, κομψή και παυσίπονο τέχνη του, που θάμπωσαν τους Αθηναίους. Σχετίσθηκε με τον πατέρα του Περικλή Ξάνθιππο, τον Κριτία, τον Σιμωνίδη τον Κείο τον ποιητή, και άλλους.
Ύστερα από την δολοφονία του Ίππαρχου από τους Αρμόδιο και Αριστογείτονα (514), ο Ανακρέων κατέφυγε στη Θεσσαλία, στην αυλή των Αλευαδών. Λέγεται ότι, σε βαθιά γηρατειά, ογδοντάρης (κατά το Λουκιανό, τον Πλίνιο), ο ποιητής γύρισε στη γενέτειρά του, για να πεθάνει από μια ρόγα σταφυλιού που του στάθηκε στο λαιμό, καθώς έτρωγε. Η ποίησή του είχε μεγάλη επίδραση και διάδοση όχι μόνο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, αλλά και στον κατοπινό. Η πατρίδα του Τέως σκάλισε στα νομίσματά της την κατατομή του, και οι Αθηναίοι έστησαν στην Ακρόπολη το άγαλμά του, που παρίστανε τον ποιητή να μεθά και να τραγουδά. (mousa.gr)
Ο Ανακρέων έγραψε σχόλια, ιάμβους και ελεγείες. Σε αυτά υμνεί τις διασκεδάσεις και εμπνέεται από τα συμπόσια. Οι αλεξανδρινοί γραμματείς χώρισαν τα ποιήματά του σε πέντε βιβλία, από τα οποία έφθασαν ως εμάς δυο ολόκληρα ποιήματα και μερικά αποσπάσματα.
Αν και η ποίηση του Ανακρέοντα είναι επιφανειακή, στην αρχαιότητα είχε μεγάλη διάδοση, για το γλαφυρό και ανάλαφρο ύφος της, τη χάρη και την αφέλεια με την οποία ο ποιητής εκθέτει τα συναισθήματά του.
Από μικρή ηλικία φανερώθηκε το ποιητικό του ταλέντο. Τραγούδησε τον έρωτα και την εύθυμη ζωή στα περίφημα "Βακχικά" και "Ερωτικά" του ποιήματα, που αποτελούσαν πέντε ολόκληρα βιβλία, που έγιναν πολύ γνωστά στερεώνοντας τη φήμη του, όχι μόνο στους κλασικούς χρόνους, αλλά και στους ελληνιστικούς και τους ρωμαϊκούς.
Οι στίχοι του είναι αρμονικοί και η λύρα του αναπαριστάνει τα πιο λεπτά αισθήματα των ερωτευμένων. Πολλοί ποιητές των ρωμαϊκών χρόνων απομιμήθηκαν το ύφος του. Από τις απομιμήσεις αυτές σώθηκε μια συλλογή από 58 τραγουδάκια που τιτλοφορούνται "Ανακρεόντεια". Μερικά όμως απ' αυτά είναι παραφράσεις ποιημάτων του Θεόκριτου. Από τους νεότερους Έλληνες ποιητές τον Ανακρέοντα τον μιμήθηκε ο Αθανάσιος Χριστόπουλος. Επίσης στην εποχή της Αναγέννησης, η ποίηση του Ανακρέοντα όχι μόνο θαυμάστηκε πολύ, αλλά βρήκε και πολλούς μιμητές. (livepedia.gr)
Jean-Léon Gérôme: Anakreon
Αναστενάγματα γηρατειών
Οι κρόταφοι μου γκρίζωσαν, άσπρισαν τα μαλλιά μου
φύγαν τα νιάτα της χαράς, τα δόντια μου γεράσαν.
Δεν μ' απομνήσκει πια πολλή γλυκειά ζωή να ζήσω.
Αναστενάζω και πονώ τα Τάρταρα φοβάμαι'
τα βάθια του Άδ τρομερά, φριχτός ο μαύρος δρόμος
να κατεβής και σίγουρο πως δεν ξανανεβαίνεις.
από Αρχαίοι Έλληνες Λυρικοί
Μετάφραση: Θωμάς Γαβριηλίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου