.
«Ιδού το σώμα μου, ιδού η ανδρεία μου»
Γράφει ο Δημήτρης Παπανικολάου (ΤΑ ΝΕΑ, 7/7/2007)
Γράφει ο Δημήτρης Παπανικολάου (ΤΑ ΝΕΑ, 7/7/2007)
ΑΓΟΡΙ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΓΙΟΣ ΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ, ΣΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ
ΚΩΧ ΒΡΙΣΚΕΙ ΝΕΚΡΟΥΣ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΤΑΡΑΧΩΝ ΤΟΥ ΄63, ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ
ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΜΑΡΙΖΑΚΩΧ, ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ «ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ», ΕΝΑΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΡΑΜΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ. ΤΟ ΑΓΟΡΙ
ΛΥΓΙΖΕΙ ΑΡΓΑ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ, ΣΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΩΧ
ΒΡΙΣΚΕΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΣΤΟΝ ΔΙΚΟΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ
Το τραγούδι, ως γνωστόν, δεν θα πείσει Ευρωπαίους φίλους (πλην οκτώ βαθμών Γαλλίας), αλλά ούτε τον κυπριακό Τύπο, που διαμαρτύρεται για τη «φολκλορική» μουσική του. Το αγόρι εντούτοις το κερδίζει μια άλλη λεπτομέρεια που μαθαίνει από τις εφημερίδες: την ώρα που η ελληνική αποστολή ήταν στη σκηνή, η τουρκική τηλεόραση διέκοψε τη μετάδοση και έδειξε χορό της κοιλιάς. Σαρκαστικά σχόλια για το τουρκικό πολιτιστικό επίπεδο γεμίζουν τις εφημερίδες. Κι όμως, το αγόρι συνεχίζει να λυγίζει το κορμί του στη φωνή της Κωχ, τώρα πια στη φαντασία του αυτός ο χορός που δεν είδε: ο απαγορευμένος χορός του άλλου, τα στολισμένα πέπλα και τα βαμμένα χαρακτηριστικά εκείνης της άλλης χορεύτριας που δεν θα δει ποτέ, αυτής που αντικατέστησε τη Μαρίζα Κωχ την ώρα του ελληνικού τραγουδιού στους τουρκικούς δέκτες.
Χορεύοντας τον φόβο και την επιθυμία - το βιβλίο του Σταύρου Καραγιάννη, που στηρίχθηκε στη διδακτορική του διατριβή, έχει εκδοθεί από πανεπιστημιακό οίκο του Καναδά, έχει διανεμηθεί και διαβαστεί με ρυθμούς ακαδημαϊκούς (ήτοι πολύ αργούς), και στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς κέρδισε το βραβείο της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Αγγλικών Σπουδών για την καλύτερη μελέτη στις πολιτισμικές σπουδές. Ο ακαδημαϊκός αναγνώστης θα βρει μια μελέτη για την πολιτιστική διαχείριση και αναπαράσταση του χορού της κοιλιάς, τόσο στις χώρες όπου χορευόταν και χορεύεται όσο και στη «Δύση», που με το βλέμμα της τοποθέτησε αυτόν τον χορό στο άκρον της θηλυκότητας και του αισθησιασμού. Ο Καραγιάννης δεν αναλύει τις διαφορετικές χορευτικές παραδόσεις της Ανατολής. Δεν τον ενδιαφέρει να ιχνηλατήσει το «αυθεντικό» τσιφτετέλι ή την ιστορία του αιγυπτιακού χορού των ghawazee, αλλά να ακολουθήσει τη δυναμική που δημιουργείται από τη στιγμή που όλες αυτές οι παραδόσεις, στο πάρε- δώσε της Ανατολής και της Δύσης, συσκευάζονται ως «χορός της κοιλιάς».
Η ανάλυση
Με εξαιρετικό μεταδομιστικό και μετααποικιοκρατικό θεωρητικό οπλοστάσιο, αναλύει τον τρόπο που είδε η Δύση τον χορό της κοιλιάς. Από τον Νερβάλ, τον Φλωμπέρ και τη
Με εξαιρετικό μεταδομιστικό και μετααποικιοκρατικό θεωρητικό οπλοστάσιο, αναλύει τον τρόπο που είδε η Δύση τον χορό της κοιλιάς. Από τον Νερβάλ, τον Φλωμπέρ και τη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ, μέχρι τις Αμερικανές καθηγήτριες bellydancing και τις περιγραφές των τουριστικών οδηγών για τη Βηρυτό ή την Αλεξάνδρεια, είναι τελικά το «βλέμμα της Δύσης» αυτό που μεταμορφώνει τον χορό της Ανατολής σε ανατολίτικο, γυναικείο και παθητικό και τη χορευτική έκφραση σε άκρα λαγνεία. Το αποικιοκρατικό βλέμμα βεβαίως αναπαράγεται και στον ίδιο τον αποικιακό και μετααποικιακό χώρο, μέσα από μια διαδικασία αυτοεξορισμού και απώθησης. Η περίπτωση της ελληνικής χορευτικής ιδεολογίας και του τρόπου με τον οποίο έχει αντιμετωπίσει το τσιφτετέλι, είναι χαρακτηριστική. Το τσιφτετέλι θεωρείται χορός ξένος, γυναικείος, σχεδόν φαιδρός, ανατολίτικος και μπασταρδεμένος. Μήπως όμως αυτό δεν δείχνει παρά την εθνική αυθυποβολή ότι αυθεντικά ελληνικό είναι μόνο ό,τι είναι ανδρικό, σοβαρό, δυτικοβίωτο και ανόθευτο; Το τσιφτετέλι είναι το άλλο, το απωθημένο πρόσωπο του χορού μας, αυτό που δεν θέλουμε να δείξουμε, όμως βγαίνει σε εκείνες ακριβώς τις στιγμές κεφιού όπου θεωρούμε ότι αγγίζουμε τον βαθύτερο εαυτό μας. «Αχ σώμα μου, κάνε να είμαι εγώ αυτός που πάντα αμφισβητεί και αμφιβάλλει». Ο Καραγιάννης παίρνει το γνωστό πρόσταγμα του Φραντς Φανόν και το μεταπλάθει. Ιδού το σώμα μου, μοιάζει να λέει. Ιδού το πρόβλημα και η λύση του. Ιδού το πάθος και ο πόθος, η απώθηση και η έλξη. Ιδού εγώ. Κι ιδού η ανδρεία μου
Το τραγούδι, ως γνωστόν, δεν θα πείσει Ευρωπαίους φίλους (πλην οκτώ βαθμών Γαλλίας), αλλά ούτε τον κυπριακό Τύπο, που διαμαρτύρεται για τη «φολκλορική» μουσική του. Το αγόρι εντούτοις το κερδίζει μια άλλη λεπτομέρεια που μαθαίνει από τις εφημερίδες: την ώρα που η ελληνική αποστολή ήταν στη σκηνή, η τουρκική τηλεόραση διέκοψε τη μετάδοση και έδειξε χορό της κοιλιάς. Σαρκαστικά σχόλια για το τουρκικό πολιτιστικό επίπεδο γεμίζουν τις εφημερίδες. Κι όμως, το αγόρι συνεχίζει να λυγίζει το κορμί του στη φωνή της Κωχ, τώρα πια στη φαντασία του αυτός ο χορός που δεν είδε: ο απαγορευμένος χορός του άλλου, τα στολισμένα πέπλα και τα βαμμένα χαρακτηριστικά εκείνης της άλλης χορεύτριας που δεν θα δει ποτέ, αυτής που αντικατέστησε τη Μαρίζα Κωχ την ώρα του ελληνικού τραγουδιού στους τουρκικούς δέκτες.
Χορεύοντας τον φόβο και την επιθυμία - το βιβλίο του Σταύρου Καραγιάννη, που στηρίχθηκε στη διδακτορική του διατριβή, έχει εκδοθεί από πανεπιστημιακό οίκο του Καναδά, έχει διανεμηθεί και διαβαστεί με ρυθμούς ακαδημαϊκούς (ήτοι πολύ αργούς), και στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς κέρδισε το βραβείο της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Αγγλικών Σπουδών για την καλύτερη μελέτη στις πολιτισμικές σπουδές. Ο ακαδημαϊκός αναγνώστης θα βρει μια μελέτη για την πολιτιστική διαχείριση και αναπαράσταση του χορού της κοιλιάς, τόσο στις χώρες όπου χορευόταν και χορεύεται όσο και στη «Δύση», που με το βλέμμα της τοποθέτησε αυτόν τον χορό στο άκρον της θηλυκότητας και του αισθησιασμού. Ο Καραγιάννης δεν αναλύει τις διαφορετικές χορευτικές παραδόσεις της Ανατολής. Δεν τον ενδιαφέρει να ιχνηλατήσει το «αυθεντικό» τσιφτετέλι ή την ιστορία του αιγυπτιακού χορού των ghawazee, αλλά να ακολουθήσει τη δυναμική που δημιουργείται από τη στιγμή που όλες αυτές οι παραδόσεις, στο πάρε- δώσε της Ανατολής και της Δύσης, συσκευάζονται ως «χορός της κοιλιάς».
Η ανάλυση
Με εξαιρετικό μεταδομιστικό και μετααποικιοκρατικό θεωρητικό οπλοστάσιο, αναλύει τον τρόπο που είδε η Δύση τον χορό της κοιλιάς. Από τον Νερβάλ, τον Φλωμπέρ και τη
Με εξαιρετικό μεταδομιστικό και μετααποικιοκρατικό θεωρητικό οπλοστάσιο, αναλύει τον τρόπο που είδε η Δύση τον χορό της κοιλιάς. Από τον Νερβάλ, τον Φλωμπέρ και τη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ, μέχρι τις Αμερικανές καθηγήτριες bellydancing και τις περιγραφές των τουριστικών οδηγών για τη Βηρυτό ή την Αλεξάνδρεια, είναι τελικά το «βλέμμα της Δύσης» αυτό που μεταμορφώνει τον χορό της Ανατολής σε ανατολίτικο, γυναικείο και παθητικό και τη χορευτική έκφραση σε άκρα λαγνεία. Το αποικιοκρατικό βλέμμα βεβαίως αναπαράγεται και στον ίδιο τον αποικιακό και μετααποικιακό χώρο, μέσα από μια διαδικασία αυτοεξορισμού και απώθησης. Η περίπτωση της ελληνικής χορευτικής ιδεολογίας και του τρόπου με τον οποίο έχει αντιμετωπίσει το τσιφτετέλι, είναι χαρακτηριστική. Το τσιφτετέλι θεωρείται χορός ξένος, γυναικείος, σχεδόν φαιδρός, ανατολίτικος και μπασταρδεμένος. Μήπως όμως αυτό δεν δείχνει παρά την εθνική αυθυποβολή ότι αυθεντικά ελληνικό είναι μόνο ό,τι είναι ανδρικό, σοβαρό, δυτικοβίωτο και ανόθευτο; Το τσιφτετέλι είναι το άλλο, το απωθημένο πρόσωπο του χορού μας, αυτό που δεν θέλουμε να δείξουμε, όμως βγαίνει σε εκείνες ακριβώς τις στιγμές κεφιού όπου θεωρούμε ότι αγγίζουμε τον βαθύτερο εαυτό μας. «Αχ σώμα μου, κάνε να είμαι εγώ αυτός που πάντα αμφισβητεί και αμφιβάλλει». Ο Καραγιάννης παίρνει το γνωστό πρόσταγμα του Φραντς Φανόν και το μεταπλάθει. Ιδού το σώμα μου, μοιάζει να λέει. Ιδού το πρόβλημα και η λύση του. Ιδού το πάθος και ο πόθος, η απώθηση και η έλξη. Ιδού εγώ. Κι ιδού η ανδρεία μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου