Έτσι
ήταν ο Κώστας. Αν υπήρχε ερωτική ατμόσφαιρα γύρω του έπρεπε πάση θυσία να πάρει
μέρος. Στα λιμανάκια στη Βούλα που πήγαμε για μπάνιο μια φορά, εκεί που
μαζευόντουσαν αρκετές αδερφές, τεκνά κτλ., κάποια στιγμή έβαλε την πετσέτα του
στους ώμους και με παράτησε. Όταν γύρισε μου είπε ότι βρήκε ένα « ζευγάρι» νεαρών σε μια σκηνούλα, μπήκε μέσα
κι αυτός και έκαναν παρτούζα.
Δεν εννοούσε να γίνεται οτιδήποτε πονηρό γύρω του και να μη συμμετέχει.
Δεν εννοούσε να γίνεται οτιδήποτε πονηρό γύρω του και να μη συμμετέχει.
[…]
Έτσι, ίσως κάπως άτσαλα στην αρχή, σιγά-σιγά
όμως το βελτίωσε και στη φωνή και στην κίνηση και στους τρόπους, από
ομοφυλόφιλος πέρασε στον τραβεστισμό. Άρχισε να βγάζει και λεφτά, πολλά
μάλιστα!
«.. Γιατί αυτό που είχε αρχίσει σαν
παιχνίδι, - κι ήταν πάντα ένα παιχνίδι, το πιο μεθυστικό απ’ όσα ήξερα – είχε
γίνει και κερδοφόρο, ήταν μάλιστα
υποχρεωτικά κερδοφόρο»… « Ήταν ένα παιχνίδι σαν την πόκα: αρχίζεις να το
παίζεις με φασόλια, ύστερα με δεκάρες, για να καταλήξεις να παίζεις το
εργοστάσιο, το σπίτι, τη γυναίκα σου, μόνο που στην περίπτωση αυτή ήμουν και ο παίχτης και η γυναίκα μου, μια
ντάμα που στο παιχνίδι αυτό είναι πάντα μπαγιαντέρ, και θες δε θες κερδίζεις
στο τέλος, αν συμβαίνει να μην έχεις
άλλους πόρους γίνεται και βιοποριστικό.» (Φ.Β.)
Ξεχάστηκα
πάλι! Ας αφήσουμε τον Ταχτσή της Αυστραλίας κι ας γυρίσουμε στον Ταχτσή με το
νεαρό στο ξενοδοχείο και μένα να παρακολουθώ απορημένος απ’ τη χαραμάδα.
Ο
νεαρός πέρναγε υπέροχα, πουτάνα και να τη βρίσκει έτσι μαζί του; - Όλους τους
άντρες τους κολακεύει αν τους γουστάρει πουτάνα- κατά διαστήματα ο Κώστας τραβιότανε από πάνω
του δείχνοντάς μου το «περήφανο» εργαλείο του νεαρού, θα ήταν είκοσι με είκοσι
δύο πόντους, ενώ συνέχιζε να φιλάει το νεαρό έτσι που να κόβει το οπτικό του
πεδίο προς εμένα και να βλέπω χωρίς να με βλέπει.
Ούτε
ερεθίστηκα ούτε τίποτα. Το μπανιστήρι χάνει την αξία του αν το ξέρει έστω και
ένας ότι παρακολουθείς. Τα ερωτήματα πλήθαιναν. Τι ήθελε από μένα; Και γιατί
μου έδειχνε αυτά τα πράγματα; Ούτε τόσο ωραίος ήμουν σαν το νεαρό, ούτε τόσο
μεγάλο τον είχα. Τι ανωμαλία κι αυτή!
Τότε βέβαια δεν ήξερα ποιος είναι, νόμιζα ότι είναι μια τραβεστί όπως τόσες άλλες που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή. Μάλλον θα την έβρισκε να τη βλέπουν ,σκέφτηκα.
Τότε βέβαια δεν ήξερα ποιος είναι, νόμιζα ότι είναι μια τραβεστί όπως τόσες άλλες που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή. Μάλλον θα την έβρισκε να τη βλέπουν ,σκέφτηκα.
Έχω
κάποιες ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του Κώστα από εκείνη την περίοδο,
όπου αναφέρεται στη γνωριμία μας και σε πολλά άλλα. Παραλείποντας κάποια,
διαβάστε τι έλεγε ο ίδιος:
14 Ιουνίου ’75
Ότι επιβάλλεται σαν «αντικειμενικά» ορθό η
δέον είναι τυραννία. Κάθε κατεστημένο είναι δεξιό- κάθε κατεστημένο, ασχέτως
ιδεολογίας.
Έχουν δίκιο- η αγάπη κουνάει
και βουνά ακόμα. Η λίγη, μα πολύ λίγη αγάπη που ’νοιωσα από χτές βράδυ γι’ αυτό
το παιδί, με κάνει σήμερα, παρόλο το ξενύχτι, να πλύνω τα συσωρευμένα εδώ και
μιά βδομάδα πιάτα, να σκεφτώ ότι ίσως νάχει λίγο δίκαιο η αδερφή μου να
παραπονιέται – όχι για τα συγκεκριμένα πράγματα που παραπονιέται, όχι όταν με
κατηγορεί ότι δεν «ήθελα» να πάρει «καλύτερο» σπίτι, αλλά για παραλείψεις μου,
όπως η άρνησή μου να τη βοηθήσω στη δουλειά της- η λίγη αυτή αγάπη πού ‘νοιωσα
από χτές βράδυ μου δίνει τη δύναμη νά τά
κάνω όλ’ αυτά, ακόμα καί νά γράφω, καί μάλιστα αδιαφορώντας πώς τό γράφω.
Ο χρόνος μεγαλώνει τρώγοντας
τίς σάρκες μας. Κοινότοπο ίσως, αλλά πρώτη φορά το νοιώθω τόσο καθαρά,
κοιτάζοντας τίς σχεδόν οστεώδεις πιά κνήμες μου.
Κυκλοφόρησε: ότι πήγαινα στό
ΕΙΡΤ ντυμένος γυναίκα! Τί θαύμα! Μακάρι νάχα το κουράγιο νά τό ‘χα κάνει.
Πόσες γενιές « ευγενών»
δούλεψαν γιά νά γράψει ο Lampedusa τό «Γατόπαρδο»! Πόσες γενιές «άσημων» γιά νά γράψω το «Τρίτο
Στεφάνι»!
.
.
Γιώργος
Πολυχρονίδης: Ο Κώστας, εγώ και ο Ταχτσής (Οδυσσέας, 2013)
.
.
**************************
.
.
Γιώργος Πολυχρονίδης
Isbn 978-960-210-586-3, τιμή: 12,00 €.
Είκοσι πέντε
χρόνια μετά τη δολοφονία του Ταχτσή ο συγγραφέας καταθέτει σαν στεφάνι
ευγνωμοσύνης πώς βίωσε αυτός τον άνθρωπο αλλά και το συγγραφέα Κώστα Ταχτσή.
Μέσα από την αφήγησή του αποκαλύπτεται ένα πρόσωπο πέρα από αυτό που οι περισσότεροι
νομίζουν πως γνωρίζουν μέσα από τους σκανδαλοθηρικούς τίτλους των εφημερίδων
της εποχής.
Γιατί ο
Ταχτσής μπορεί να υπήρξε μια ακραία προσωπικότητα, αλλά ήταν κατά έναν οξύμωρο
τρόπο βαθιά ηθικός. Έτσι βοήθησε χωρίς ανταλλάγματα ένα παιδί από την επαρχία
που κινδύνευε να καταποντιστεί στον κόσμο της νύχτας.
Ο συγγραφέας
σταχυολογεί και παρουσιάζει αποσπάσματα από γραπτά και συνεντεύξεις του Ταχτσή
αλλά και αδημοσίευτες σημειώσεις, επιστολές και απομαγνητοφωνήσεις. Στις
σελίδες του βιβλίου του παρελαύνουν σύγχρονα γνωστά ονόματα της χώρας και ο
αναγνώστης ξαναζεί μια εποχή άγριας αθωότητας στο δρόμο για τη χειραφέτηση της
σεξουαλικότητας.
Η πολυσχιδής
προσωπικότητα του Ταχτσή παρουσιάζεται στον αναγνώστη μέσα από τις σημειώσεις
του και ανακαλύπτουμε έναν υπέροχα σύγχρονο παρατηρητή της νυχτερινής (και όχι
μόνο) Αθήνας των περασμένων δεκαετιών.
Ο καλύτερος τρόπος,
βέβαια, να μην έχει κανείς ενοχές είναι να μην κάνει «αμαρτίες», κι ο μόνος
τρόπος να μην κάνει αμαρτίες είναι να είναι νεκρός. Ζήτω οι «αμαρτίες»!
«.. άλλο να
μασκαρεύεσαι Ναπολέων ή ό,τι άλλο αποβραδίς για να διασκεδάσεις, κι άλλο
να κυκλοφορείς και την άλλη μέρα στους δρόμους ντυμένος Ναπωλέων ..»
«… ο Κακογιάννης ήθελε
την εύθραυστη Λαμπέτη «θηριοδαμάστρια» κι επέμενε να παρεμβάλει ένα δικό του
κείμενο που ερχόταν σε κραυγαλέα αντίθεση με το ύφος καί του πρωτότυπου και της
μετάφρασης. Η Έλλη πάλι «ντρεπόταν» να πει μερικές πολύ οικείες λέξεις σχετικές
με την ανθρώπινη ανατομία. Εκνευρισμοί, αλληλοκατηγόριες, υστερίες- τι σκληρός
αγώνας με την πραγματικότητα για να δημιουργηθεί η μαγεία που ασκεί πάνω στο
θεατή το είδωλό της!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου