28.2.10

JUST KIDS. Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΙ ΣΜΙΘ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΜΠΕΡΤ ΜΑΠΛΘΟΡΠ

Robert Mapplethorpe
.
Η Πάτι Σμιθ στο βιβλίο της «Just Kids» δίνει μια συγκινητική αφήγηση για τη σχέση της με τον διάσημο φωτογράφο Μάπλθορπ
The Observer/Καθημερινή, 28/2/2010
[...]Μεγάλο μέρος του πρώτου μισού του βιβλίου κυριαρχείται από τον Ρεμπό και αμέτρητες αναφορές σε άλλους άνδρες στη ζωή της -τον Μποντλέρ, τον Κοκτό, τον Ζενέ- που οι περισσότεροι είχαν τα κοινά χαρακτηριστικά ότι ήταν Γάλλοι, νεκροί και φοβερά κουλτουριάρηδες. Δεν μας αφήνει καμιά αμφιβολία ότι είχε το μυαλό της προσηλωμένο σε πολύ υψηλότερα πράγματα από τη δουλειά στο εργοστάσιο. Αφού απέκτησε ένα παιδί και το έδωσε για υιοθεσία, αγόρασε ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για τη Νέα Υόρκη και εξαφανίστηκε μέσα σε μια ομίχλη καλλιτεχνικών προσδοκιών. Οι φίλοι που ήλπιζε να κάνει δεν εμφανίστηκαν ποτέ και έτσι αναγκάστηκε να πάρει τους δρόμους. Οταν ένας αλήτης τη ρώτησε «σε ποιο σημείο βρίσκεσαι;», εκείνη απάντησε ρωτώντας τον, «Στη Γη ή στο σύμπαν;».
Ευτυχώς, τόσο η Πάτι Σμιθ όσο και το βιβλίο σώζονται από την καταβύθιση στην ομφαλοσκόπηση χάρη στην εμφάνιση ενός πρασινομάτη νεαρού που τον έλεγαν Ρόμπερτ Μάπλθορπ. Ηταν ο πνευματικός δίδυμος της Σμιθ, ένας άνθρωπος το ίδιο προσηλωμένος στην καλλιτεχνική δημιουργία με εκείνη, «ένας εραστής κι ένας φίλος για να δημιουργείς μαζί του, πλάι πλάι. Για να του είσαι πιστή αλλά ταυτόχρονα ελεύθερη».
Για τα επόμενα 12 χρόνια, ο Μάπλθορπ και η Σμιθ θα ζούσαν μαζί στη Νέα Υόρκη, στηρίζοντας ο ένας τον άλλον και μοιραζόμενοι την μεγάλη τους καλλιτεχνική επιτυχία - ο Μάπλθορπ ως φωτογράφος, η Σμιθ ως ποιήτρια και ροκ τραγουδίστρια που έμελλε να γίνει η «μητέρα του πανκ». «Σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο, μέναμε μαζί χωρίς να αποχωριζόμαστε παρά μόνο για να πάμε να δουλέψουμε», γράφει. «Χωρίς να μιλάμε, καταλαβαίναμε τα πάντα». Πλάγιαζαν επίσης μαζί και, παρόλο που ο Μάπλθορπ αργότερα παραδέχτηκε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, η σχέση του με την Σμιθ παρέμεινε στοργικά προφυλαγμένη από τον εξωτερικό κόσμο. Οπως υποδεικνύει και ο τίτλος του βιβλίου, η μακρόχρονη φιλία τους καθοριζόταν από την αθωότητα και την αγνότητά της - ιδιότητες που διατρέχουν την λυρική πρόζα της Σμιθ.
Η σχέση με τον Μάπλθορπ διαποτίζει τη γραφή της με μιαν ευπρόσδεκτη ανθρώπινη ζεστασιά. Οι λόγιες αναφορές γίνονται λιγότερες και η Σμιθ συγκεντρώνεται στο να υφάνει μια συγκινητική και λεπτοδουλεμένη βιογραφική αφήγηση, ένα γράμμα αγάπης στον άνθρωπο που έγινε ο Ρεμπό της πραγματικής ζωής της. «Ο Ρόμπερτ κι εγώ ήμασταν αδιάσπαστα δεμένοι», γράφει. «Παίζαμε παρόμοια παιχνίδια, αποκαλούσαμε θησαυρούς τα ίδια σκοτεινά πράγματα και συχνά κάναμε φίλους και γνωστούς να απορούν με την ανεξάντλητη αφοσίωσή μας».
Μένοντας σε μια σειρά από άθλια νεοϋορκέζικα διαμερίσματα, ξοδεύοντας τα λίγα λεφτά που είχαν σε καλλιτεχνικές προμήθειες και επιβιώνοντας με μπαγιάτικα ντόνατ και σούπες λαχανικών, ο Μάπλθορπ και η Σμιθ έκαναν τα πρώτα βήματα της καλλιτεχνικής σταδιοδρομίας που ποθούσαν. Ο Μάπλθορπ, πάντα πιο συγκεντρωμένος και φιλόδοξος, άρχισε να κάνει κολάζ σκίζοντας φωτογραφίες από γκέι πορνοπεριοδικά. Για να γλιτώσουν χρήματα, η Σμιθ του πρότεινε να χρησιμοποιεί δικές του φωτογραφίες. Μερικά από τα πρώιμα αυτά πορτρέτα υπάρχουν στο βιβλίο, ανάμεσά τους και η φημισμένη φωτογραφία της Σμιθ από τον Μάπλθορπ -ένα πορτρέτο ταυτόχρονα αναιδές και ευάλωτο- που έγινε το εξώφυλλο του «Horses», του πρώτου της άλμπουμ. Αργότερα, ο σύζυγός της, ο κιθαρίστας Φρεντ «Σόνικ» Σμιθ, παρατήρησε χαρακτηριστικά ότι «όλες οι φωτογραφίες που σου τράβηξε μοιάζουν με εκείνον».
Παρόλο που η Σμιθ και ο Μάπλθορπ τράβηξαν ο καθένας τον δρόμο του -εκείνη παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά, εκείνος ξεκίνησε μια μακρόχρονη σχέση με τον συλλέκτη Σαμ Γουάγκσταφ- η πνευματική τους εγγύτητα δεν έπαψε να υπάρχει. Οταν, το 1989, η Σμιθ έμαθε ότι ο Μάπλθορπ πέθαινε από έιτζ, έγραψε ότι «κάθε φόβος που έκρυβα μέσα μου φάνηκε να υλοποιείται ξαφνικά σαν καράβι που πήρε φωτιά». Οταν ο Μάπλθορπ παρατήρησε με ειρωνεία ότι ποτέ δεν έκαναν οικογένεια, η Σμιθ απάντησε: «Η δουλειά μας είναι τα παιδιά μας».
Και είναι αλήθεια ότι, από πολλές απόψεις, το «Just Kids» είναι ένα συγκινητικό πορτρέτο ενός αντισυμβατικού γάμου, μιας θερμής οικειότητας που σφυρηλατήθηκε στη φλόγα κοινών καλλιτεχνικών οραμάτων. Χωρίς αμφιβολία, με την τρυφερότητα της έκφρασής της όσο και με την ομορφιά της πρόζας της, η Πάτι Σμιθ μας δίνει ένα έξοχο χρονικό της χαμένης αγάπης της και της τέχνης που μαζί δημιούργησαν. [...]

Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΜΠΗΙΑΣ

.
La pittura pompeiana
Έκθεση της μοναδικής σε πλούτο συλλογής ρωμαϊκών νωπογραφιών από επαύλεις των πόλεων της Καμπανίας, τις οποίες κατέστρεψε η έκρηξη του Βεζούβιου το 79.
Η συλλογή, που συγκεντρώνει περίπου 400 έργα και αποτελεί μοναδική μαρτυρία για την εξέλιξη και την ποικιλία της πομπηιανής και γενικότερα της αρχαίας ζωγραφικής, έμεινε περίπου 10 χρόνια κλειστή για το κοινό, για λόγους συντήρησης και επανασχεδιασμού της παρουσίασής της.

Η έκθεση διαρθρώνεται σε 12 ενότητες με χρονολογικά και θεματικά κριτήρια:
- «Τεχνική»
- «Η έπαυλη του Boscoreale»
- «Η ανακάλυψη των νωπογραφιών»
- «Η ζωγραφική του 1ου αιώνα μ.Χ.» (Δεύτερο πομπηιανό στυλ, απόδοση αρχιτεκτονικών μορφών με ζωγραφικά μέσα, ιλλουζιονισμός, επιβίωση της ελληνιστικής ζωγραφικής παράδοσης)
- «Η ζωγραφική της εποχής του Αυγούστου: Η έπαυλη του Agrippa Postumus. Η ζωγραφική της πρώτης αυτοκρατορικής περιόδου: Ο οίκος του Ιάσονος» (Τρίτο πομπηιανό στυλ, απόρριψη του ιλλουζιονισμού, μικρές σκηνές στο μέσον των τοίχων, στο πλαίσιο ενός γενικότερου διακοσμητικού σχήματος)
- «Η ζωγραφική της πρώτης αυτοκρατορικής περιόδου: τα θέματα των πινάκων και τα διακοσμητικά στοιχεία» (Τρίτο πομπηιανό στυλ)
- «Η ζωγραφική της αυτοκρατορικής περιόδου: ο οίκος του Μελεάγρου και ο οίκος των Διοσκούρων» (Τέταρτο πομπηιανό στυλ, μεγάλες αφηγηματικές παραστάσεις, πανοραμικές σκηνές, προτίμηση για μυθολογικά θέματα)
- «Η ζωγραφική της αυτοκρατορικής περιόδου: Τα μυθολογικά θέματα» (Τέταρτο πομπηιανό στυλ)
- «Νεκρές φύσεις και τοπιογραφία»
- «Η ζωγραφική στα λαράρια»
- «Σταβιές. Η έπαυλη του Campo Varano (της Αριάδνης)»
- «Η προσωπογραφία: η δημοφιλής ζωγραφική».

Από τον Σεπτέμβριο του 2009 θα επανεκτεθεί και η συλλογή Farnese, που δημιουργήθηκε τον 16ο αιώνα από τον Alessandro Farnese, μετέπειτα Πάπα Παύλο Γ´, και συγκεντρώνει την μεγαλύτερη ιστορική συλλογή αρχαίας περίοπτης γλυπτικής στον κόσμο.

29 Απριλίου 2009-31 Δεκεμβρίου 2010
Museo Archeologico Nazionale
Νάπολη, Ιταλία

Η ΚΥΡΙΑΚΗ

Juan Gil-Albert

Η ΚΥΡΙΑΚΗ

Σίγουρο πράμα η Κυριακή φαντάζει
κι όπως τρανός πατριαρχικός αφέντης
φτάνει στους κάμπους μας.
Την καθημερινή ησυχία διαδέχτηκε
σήμερα μια ησυχία μεγαλειώδης.
Πιο γλύκα, πιο λιακάδα,
πιο ανορεξιά,
πιο μοναξιά.
Το καθισιό είν’ αυτή τη μέρα απόλυτο:
σπάνιο το πηγαινέλα των πουλιών.
Κάθεται και λουφάζει ο κόσμος όλος.
Και της γης ο σφυγμός μάς δίνει κάτι
απ’ το σβήσιμο της αγνότητάς της,
της ζωτικότητάς της.
Οι πειρασμοί!
Τι θα γινόμασταν αν η Κυριακή
δεν τους αράδιαζε όλους σαν νεράιδες
μπρος στους πόθους μας!
Να κάθεσαι! Να κάθεσαι!
Μια ευωδιά σού πηγαίνει την ψυχή
πιο πέρα απ’ τη δουλειά.
Άλλοι κοιμούνται βαριά, άλλοι γυρνάνε
ξημερώματα. Ο σκύλος τούς βιγλίζει
σαν νά ‘ταν ξένοι.
Όλα γίναν μπορετά μέσα σ’ ώρες:
πλήξη, ηδονή, αλλαγές απρόσμενες
και πάνω απ’ όλα ετούτο:
το να νιώθεις πως όταν δε δουλεύεις
έχεις μιαν αναπόφευκτη υποχρέωση
που λιγοστοί εκπληρώνουν:
νά ‘σαι ευτυχής για το ότι
δεν κάνεις τίποτα.

Χουάν Χιλ-Αλμπέρτ (Ισπανία, 1906-1994)

Σύγχρονη Ισπανική Ποίηση (Γνώση, 1989)
Μετάφραση: Ηλίας Ματθαίου

27.2.10

ΣΤΑ ΑΠΟΔΥΤΗΡΙΑ

Pele & Beckenbauer

ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

.
Starke Frauen in der Antike
Έκθεση αφιερωμένη στις δυναμικές γυναίκες της ελληνικής αρχαιότητας - τις μυθικές Αμαζόνες, τις ηρωίδες της λογοτεχνίας, όπως η Ιφιγένεια και η Πηνελόπη, την καθημερινή ζωή των γυναικών της Αθήνας – μέσα από αναπαραστάσεις σε αγγεία, νομίσματα, γλυπτά.

4 Ιουνίου 2008–1 Αυγούστου 2010
Staatliche Antikensammlung
Μόναχο, Γερμανία



Strong Women
The mythology and history of the ancient world tell of many female persons who exhibit great strength. In this context it is the goddesses who should be mentioned first. They are not however a subject of this exhibition, as the ancient goddesses are by nature superhumanly strong: they are for ever young and immortal.
Also of only marginal interest for us are the numerous women of ancient history who can be regarded as ‘strong’ in the present day meaning of the word: queens who carry out great deeds, priests, poets, influential married women or courtesans. Their lives have been only fragmentarily handed down to us and cannot be credibly reconstructed.
Our ‘strong women’ derive from mythology and not from historical reality. They are sometimes distinguished by special, sometimes less than positive, characteristics or by an unusual life for a woman. Mythology often takes the ‘strength’ of these women to the extreme and elevates their fate beyond that of the individual to the realm of the exemplary and eternally valid. This is why the women of mythology were not only continually redefined and enriched in the ancient world, but over the centuries inspired western poets, artists and composers to new creations andinterpretations. The endurance of these myths is illustrated by selected masterpieces of western art in the companion book to this exhibition.
It is not easy to explain why the myths of ‘strong women’ were so widespread in the ancient world. An important reason may well be that the society of the time was patriarchal. This applies for the whole of the ancient world, even when we can identify many changes and in part quite considerable differences between the individual epochs, regions and even cities: thus in the democratic Athens of the 5th century BC women had considerably fewer rights than in the oligarchic conservative Sparta. The daily life of an Athenian woman was centred above all in the domestic area which she dominated. She was not as enclosed as in oriental societies, but she could not exercise any public function, apart from that of a priestess. Pious, virtuous and proficient in the house – that was the ideal woman. And thus the first section of this exhibition gives an insight into the life of Greek women. It is pointless to consider whether the well-to-do woman in democratic Athens felt repressed, as nobody would in those times have raised this question. What would be regarded today as a weak social position of women was then regarded as entirely normal. Just for this reason and also because it was known or at least suspected that women could by nature be very strong, poets and pictorial artists always recreated anew the myths of ‘strong women’. This is however a modern designation and we know of no comparable concept in the ancient world. Putting it simply, it can be said: the ‘strong women’ of ancient myth are characterised by their breaking with the stereotyped role of actual women in ancient society in that they behave like men or live out their womanly qualities or virtues to the extreme.
Amazons
The Amazons are still today the epitome of the ‘strong women’ in the ancient world. Homer characterises them with the designation “peers of men”. Amazons after all enjoyed fighting, which otherwise only men did. And they lived without men. The latter were used only for
procreation. The Amazons were thus for the Greeks dangerous barbarian strangers. Their home could only lie outside the known civilised world. Ancient writers name very different regions, such as the northern Asia Minor and areas around the Black Sea, as well as Libya and Ethiopia, as the home of the Amazons. On one point all the sources agree: where Amazons rule, men have
nothing to laugh about. All the reports of ancient writers are tales from oral traditions or are pure fantasy. Here belongs the story that the Amazons pressed away the right breast or that it was burnt away in childhood so that it would not hinder them in fighting when throwing a javelin or shooting arrows. Ancient pictorial art did not follow this literary tradition: the Amazons were never depicted as “breastless”. “Breastless is in Greek “a-mazos”. Consequently at a later period it was probably sought in this way to explain the foreign word “Amazons” and so these breast legends were born. The Greeks did not distinguish so strictly between legends, tales and history. There are countless depictions of the fights of the Greeks against the Amazons. They alone fillthelargest room in the exhibition.[…] (από τον κατάλογο της έκθεσης)

HOWL. Η ΤΑΙΝΙΑ


Howl
San Francisco 1957: a poem is put on trial for obscenity. This film of the same title as the American masterpiece by Allen Ginsberg, first follows the young poet’s struggle to find his voice as an artist in New York City. It continues with the trial against Lawrence Ferlinghetti and Ginsberg for publishing the piece that refers to drug abuse and homosexuality.
Rob Epstein and Jeffrey Friedman are best known for THE TIMES OF HARVEY MILK, which won the 1984 Oscar for Best Documentary. PARAGRAPH 175 won the TEDDY for Best Documentary in 2000.
.
.

Το επίκαιρο «Ουρλιαχτό» του Γκίνσμπεργκ
«Αρκετά μεθυσμένος, καλοξυρισμένος, με μαύρο κουστούμι και άσπρο πουκάμισο, ο Αλεν Γκίνσμπεργκ, κρατώντας ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί, απήγγειλε ρυθμικά τους πρώτους στίχους, «είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου κατεστραμμένα από την τρέλα...»».
Ηταν το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου του 1955 στη Six γκαλερί του Σαν Φρανσίσκο, όταν ο τότε εικοσιεννιάχρονος Γκίνσμπεργκ συνόψιζε τους φόβους και τις προσδοκίες μιας γενιάς στο φημισμένο ποίημά του, το «Ουρλιαχτό». Ανάμεσα στο κοινό ο Τζακ Κέρουακ και ο Λόρενς Φερλινγκέτι.
Αυτή ακριβώς η σκηνή της απαγγελίας, γυρισμένη σε μαυρόασπρο φιλμ, προαναγγέλλει στο youtube την ταινία «Howl» των Ρομπ Επστάιν και Τζέφρι Φρίντμαν. Ξεκίνησε σαν ντοκιμαντέρ για το «Ουρλιαχτό» για να καταλήξει σε μια απεικόνιση της περιπέτειας του ποιήματος, με τον Τζέιμς Φράνκο να υποδύεται τον Γκίνσμπεργκ. Θα συμμετάσχει στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, αλλα ήδη έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο «Σάντανς». Το «Variety» τη χαρακτηρίζει μια «έξυπνη ταινία, που σέβεται τόσο τον ποιητή όσο και το εμβληματικό του "Ουρλιαχτό", μια διεξοδική έρευνα των επιρροών, του αντίκτυπου και του θρύλου που δημιούργησε αυτό το μοναδικό έργο».
«Μιλήσαμε με όποιον ζούσε ακόμα από την παρέα των μπιτ», λένε οι σκηνοθέτες. «Με τον ενενηντάχρονο Λόρενς Φερλινγκέτι, ποιητή και ιδιοκτήτη των εκδόσεων "City Lights", που εξέδωσε το "Ουρλιαχτό". Με τον Τούλι Κούπφερμπεργκ, τον ποιητή στον οποίο αναφέρεται ο Γκίνσμπεργκ καθώς είναι αυτός που πήδηξε από τη γέφυρα του Μπρούκλιν και επέζησε. Ακόμα και με τον Αλ Μπέντιχ, μάρτυρα υπεράσπισης στη δίκη για το άσεμνο περιεχόμενο του ποιήματος, το 1957». Ανακάλυψαν και χρησιμοποίησαν και μία συνέντευξη του Γκίνσμπεργκ, την εποχή που επέστρεψε από την Ταγγέρη, για το περιοδικό «Time» που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Και αφού δεν υπήρχε υλικό από τον νεαρό Γκίνσμπεργκ, συμπλήρωσαν το κενό με ανιμέισον φτιαγμένα από τον Ερικ Ντρούκερ, που είχε συνεργαστεί με τον Γκίνσμπεργκ το 1992 φτιάχνοντας σκίτσα για μία έκδοση των ποιημάτων του.
«Η ταινία μας είναι κάτι κυριολεκτικά πρωτόγονο σε σχέση το "Avatar"», λένε οι σκηνοθέτες για τη δουλειά τους, όπου οι συνεντεύξεις ανακατεύονται με ανιμέισον και μυθοπλασία. «Βλέπαμε συνεχώς ταινίες του πενήντα και του εξήντα για να καταφέρουμε να απεικονίσουμε την εποχή. Και ιδιαίτερα τη δίκη για το περιεχόμενο του ποιήματος, μια σημαντική στιγμή για την ελευθερία της τέχνης στις ΗΠΑ, που το βάρος της το σήκωσε ο εκδότης του, ο Φερλινγκέτι. Τελικά το "Ουρλιαχτό" δεν είναι ούτε ο ύμνος της μπιτ γενιάς, ούτε μια ωδή στα ναρκωτικά, ούτε μια γιορταστική εξύμνηση της ομοφυλοφιλίας. Είναι ένα ποίημα για την ελευθερία».
Η ταινία αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για την ποίηση των μπιτ. «Το "Ουρλιαχτό" αγγίζει τους ανθρώπους σε μια εποχή που όλες οι βεβαιότητες μοιάζει να καταρρέουν. Θα μπορούσε να έχει γραφεί σήμερα», απαντάνε ο Φρίντμαν και ο Επστάιν.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ (Ελευθεροτυπία, 25/1/2010)

26.2.10

ΛΟΝΔΙΝΟ. ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΣΕΡΓΚΕΪ ΠΑΡΑΤΖΑΝΟΦ

.
PARADJANOV FESTIVAL 2010
A Celebration of One of the Greatest Artists of World Cinema
Sergei Paradjanov
London – Bristol
Sergei Paradjanov (1924-1990) is one of the 20th century’s greatest masters of the cinema. Legends such as Fellini, Antonioni and Tarkovsky crowned Paradjanov with titles like “genius”, “magician” and “a master”. Paradjanov is one of the most daring and visionary directors to emerge from the former Soviet Union. His unique, explosive cinematic language has no analogies in the world. In spite of his international acclaim, Paradjanov was a constant target for the Soviet system. No other director suffered such a fate as Paradjanov; he was arrested twice on fabricated charges and as a result he spent five years in hard labour camps. After his release he wasn’t allowed to work for fifteen years. Deprived of the opportunity to make films, he dedicated his life to other forms of art. He is known to have said "My art saved me".Paradjanov won countless awards, including the British Academy Award for his film Shadows of Forgotten Ancestors. He is highly acclaimed worldwide, yet his work remains virtually unknown in the UK.

The Paradjanov Festival will be an important event in the cultural scenes of London and Bristol, being the first complete showcase of Paradjanov’s films and art. The film programme will be enriched with a photographic exhibition; a contemporary art installation; a symposium; a workshop for kids and adults; a concert; meetings and talks. The events will take place at the British Film Institute (BFI Southbank), the National Theatre (NT), Ciné Lumière, Pushkin House, St. Yeghiche Armenian Church, Arnolfini (Bristol), The Bristol Gallery and will be introduced by distinguished guests that have had first-hand experience of working with Paradjanov.
.

.
Parajanov at London Lesbian & Gay Film Festival
The Rebel (2003)
This fascinating documentary is not a straightforward portrait of Paradjanov's life, but rather a fluid celebration of his talent and creativity. Focusing on the collages he produced during his years in prison, and featuring interviews with the director himself, Cazals' film demonstrates the scope of Paradjanov's artistic vision, lovingly commemorating this rebel of art cinema.
Director: Patrick Cazals

Ashik Kerib (1988)
Paradjanov's final film is the story of a handsome lute player forbidden from marrying his true love, and sent away for 1001 nights to earn enough riches to satisfy her father. Inspired by Azerbaijan Folklore and packed with lush imagery, Ashik Kerib is a fitting swansong from a master. As with most of Paradjanov's films, there is no obvious homosexual content, although many critics have read Ashik's nomadic trek as a metaphor for the director's own banishment at the hands of the government, adding a fascinating personal layer to the film.
Director: Sergei Paradjanov, Dodo Abashidze

.

.
Yuri Mechitov is a renowned Georgian photographer whose work has been showcased all over the world, in 20 solo, and 50 joint, exhibitions. To Yuri Mechitov, Sergei Paradjanov was not only a great director but also a close friend, an inspiring teacher and, quite simply, an extraordinary man. His relationship with the “maestro” gave him a unique insight into Paradjanov’s world and allowed him to chronicle the life of this fascinating artist in both everyday situations and its more exuberant, creative outbursts.
In his recently published book “Sergei Parajanov. Chronicle of the Dialogue”, Yuri Mechitov shares his memories about Sergei Paradjanov. The book presents a kaleidoscope of famous and rarely seen photographs taken throughout the author’s long friendship with Sergei Paradjanov. The mesmerizing photographs are accompanied by Mechitov’s witty and humorous observations and reminiscences that tell the story of a man and an artist with a passion for life and beauty.
.


Sergei Parajanov - Documentary [2/6]

Sergei Parajanov - Documentary [3/6]

Sergei Parajanov - Documentary [4/6]

Sergei Parajanov - Documentary [5/6]

Sergei Parajanov - Documentary [6/6]

ΤΑ ΟΜΟΦΥΛΟΦΟΒΙΚΑ ΓΕΛΑΚΙΑ ΤΟΥ GEORGE STEPHANOPOULOS

Ewan McGregor Shuts Down George Stephanopoulos' Homophobic Reaction to His Kiss with Jim Carrey
towleroad.com, 19/2/2010
Ewan McGregor shot down some casual homophobia from George Stephanopoulos on Good Morning America yesterday in a discussion about a photo of McGregor and Jim Carrey kissing.
Asked Stephanopoulos as producers giggled (and one mumbled what sounds like "oh God") in the background: "What is that about?"
Replied McGregor: "Well that's just two men kissing, and it's, uh, in this age, in 2010 it's extraordinary that it's still an object of humor."
Stephanopoulos: "Well you aren't just kissing, you're kind of making out there."
McGregor: "That's a kiss. That's just a kiss."

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ

Χέρι-χέρι (1964)

Χάιδεψέ μου το κεφάλι ν' αγνάντεψουμε το ξανθό πέλαγος
Αφήνοντας πίσω μας τις σκουριασμένες ασπίδες
Τα κοχύλια που σχηματίζουν σταυρούς πάνω στην άμμο
Τίποτα δεν απόμεινε από τούτη την αμάχη.

Χάιδεψέ μου το κεφάλι να διαβούμε τα συντριμμένα μας χαμόγελα στα πρόσωπά μας
Ένα σημάδι από το βόλι που μας έριξαν
Αφήνοντας μια γραμμή στα χέρια που λέει τη μοίρα μας
Διαβαίνοντας τούτη τη γραμμή μες στην κατάπληκτη γαλήνη -
Χάιδεψέ μου το κεφάλι.

Δεν ματώνουν πια τα πόδια μας όταν διαβαίνουμε απ' τις οικτρές δοκιμασίες που μας πίκραναν
Περνώντας απ' τα γλυκά νερά μιας τρισβαθμιαίας θάλασσας
Κρατώντας τις ανάσες μας να μη βραχούν στα κύματα
Μέσα απ' τον ύπνο που μας χάιδεψε -
Χάιδεψέ μου το κεφάλι.

Μοιάζοντας με τα κύματα της φουρτουνιασμένης έκρηξης του πάθους μας
Αναθυμώντας τις πελώριες ανταύγειες του πολέμου
Η καρδιά μας δεν εδέχτη τη χαριστική βολή της σιωπής
Η ζωή μας προφταίνει να ζήσει ακόμα ένα της δάκρυ.
(…)
Ρίξαμε τις καρδιές μας στο ποτάμι να καθαρίσουνε.

Και μας ανασκολόπιζε η πελώρια δύναμη των άστρων
Και μας πατούσε σαν άλογο στη χλωρή επιδερμίδα της καλοσύνης μας
Μπήγοντας τα νύχια μας στις σάρκες μας
Να ξεριζώσουμε τα βόλια που μας έριξαν
Ράβοντας στα κορμιά μας οι ωκεανίδες ό,τι μισούσαμε με αμείλικτη άρνηση
Ακουμπώντας στους καπνούς των τσιγάρων μας ώσπου να ξημερώσει
Ο πόνος μας φίλε μου είναι σταθερός και μας αποτελεί-
Χάιδεψέ μου το κεφάλι.

Δημήτρης Ποταμίτης
.
Ο Δημήτρης Ποταμίτης, (1945-2003) ήταν Έλληνας ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας και ποιητής.
Γεννήθηκε στη Λεμεσό Κύπρου τον Μάρτιο του 1945. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου με πρώτη συνεργασία με τον Αλέξη Σολομό. Ως ηθοποιός είχε πρωταγωνιστήσει σε πολλά έργα μεγάλων συγγραφέων: Σοφοκλή, Αριστοφάνη, Μολιέρου, Μπρεχτ, Λόρκα, Ντοστογιέφσκι, Μαγιακόφσκι, Ουάιλντ, Μπρύχνερ κ.ά.
Έγραψε ποίηση «Συμπόσιο» 1964, «Κυπριάδα», «Δολοφονία των Αγγέλων» 1967, «Ο άλλος Δημήτριος» 1970, «Ένα δένδρο που νομίζει πως είναι πουλί» 1973, καθώς και θεατρικά έργα όπως «Πως φαγώθηκε η Κοκκινοσκουφίτσα» (με θίασο Ληναίου), «Οι τελευταίες περιπέτειες του Αδάμ και της Εύας» (θέατρο Έρευνας 1974) και ακόμη δοκίμια και μελέτες σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Σκηνοθέτησε πολλά έργα στο Ελεύθερο Θέατρο. Υπήρξε ο ιδρυτής (1973), διευθυντής, πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης του Θεάτρου Έρευνας στα Ιλίσια στο οποίο είχε δημιουργήσει και παιδική σκηνή που παρουσίαζε δικά του έργα. Η σημαντικότερη ίσως επιτυχία του θεωρήθηκε η ερμηνεία του στον Άνθρωπο – Ελέφαντα. Χαρακτηρίστηκε ως «αιώνιος έφηβος». Ίσως ήταν ο πρώτος που τόλμησε να ανεβάσει θεατρικά έργα με ήρωες που είχαν ιδιαιτερότητες.
Ως σκηνοθέτης συνεργάσθηκε με το Εθνικό Θέατρο στη «Φάρμα των ζώων», στην παράσταση «Καμπαρέ» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, σε θερινή επιθεώρηση στο Δελφινάριο στον Πειραιά και στο «Αρμένικο φεγγάρι» του Βαγγέλη Λιβαδά.
«Ονειρεύτηκα τον ρόλο ενός μύστη, όχι την τάξη ενός επαγγελματία ή τον ρομαντισμό ενός ερασιτέχνη» έγραψε ο ίδιος σε λεύκωμα για τα «20 χρόνια Θέατρο Έρευνας» (πρώην κινηματογράφος ΡΕΟ).
Υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου. Ήταν κάτοικος Αθηνών (Ζωγράφου) και μιλούσε Αγγλικά. Πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου του 2003 στο Νοσοκομείο «Μεταξά» (Πειραιά) μετά από πολύμηνη μάχη με ανίατη ασθένεια.
(el.wikipedia.org)

ΟΤΑΝ ΣΚΑΝΕ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ...

Δημοσθένης Βουτυράς: Όταν σκάνε τα λουλούδια...
Πρόλογος: Χριστίνα Ντουνιά
Επίλογος: Βάσιας Τσοκόπουλος

Το διήγημα του Δημοσθένη Βουτυρά, Όταν σκάνε τα λουλούδια, δημοσιεύτηκε το 1913, στα Γράμματα της Αλεξάνδρειας, ενώ το βρίσκουμε στην συλλογή διηγημάτων του με τίτλο Τριανταδύο διηγήματα, το 1921. Μέσα σ' αυτό το μικρό διήγημα, ο Βουτυράς τοποθετεί την πρώτη άμεση, γυμνή, όσο και αφοπλιστική σκηνή λεσβιακού ερωτισμού στη νεοελληνική λογοτεχνία. Στο διήγημα Όταν σκάνε τα λουλούδια, ο ρεαλισμός της περιγραφής τα φέρνει όλα στο φως. Είναι προφανές ότι η δημοσίευση του διηγήματός του, εντάσσεται μέσα στο πνεύμα του ηδονισμού και του αισθητισμού που διαποτίζει τα λογοτεχνικά και τα κριτικά κείμενα των Γραμμάτων.
Ο δύσμορφος Λούμας με τον καταπιεσμένο και εμμανή ερωτισμό είναι ένας ήρωας που ταιριάζει περίφημα στο πάνθεον των ψυχικά άρρωστων και κοινωνικά απροσάρμοστων τύπων του Βουτυρά. Ωστόσο η εμβόλιμη ερωτική σκηνή που αναφέρεται απερίφραστα στη γυναικεία ομοφυλοφιλία, εντάσσεται σε μια θεματική που για πρώτη και ίσως μοναδική φορά παρουσιάζεται στην πεζογραφία του. Το «Όταν σκάνε τα λουλούδια» είναι εντέλει ένα διήγημα πού αποτυπώνει την – περιφερειακή έστω- επίδραση του αισθητισμού στο έργο του Βουτυρά μέσα από το πρίσμα των αλεξανδρινών του συνεργασιών. Οι αισθησιακές περιπτύξεις των δύο κοριτσιών πού παρακολουθεί ο ηδονοβλεψίας Λούμας, πριν τρέξει ολόγυμνος για να ριχτεί στο γκρεμό, δικαιώνονται λογοτεχνικά στις σελίδες αυτού του περιοδικού, όπου η λεσβιακή θεματική βρίσκει φιλόξενο έδαφος.
Εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης * Μάρτιος 2010.

25.2.10

Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΑΚΑΛΙΑΤΗ


Έχει τη μέθοδο ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης στα σίριαλ που υπογράφει να αναδεικνύει, μεταξύ του πλήθους των προσωπικών και κοινωνικών σχέσεων που διαπραγματεύεται, και τα πιο ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Στο «4» δεν είναι μόνο ο υπαινιγμός για ένα κορυφαίο ταμπού, την ερωτική σχέση αδελφού και αδελφής, στοιχείο που συναντάται ωστόσο σε πλήθος σαπουνόπερων με διάφορες μορφές και θεωρείται ψυχολογικό μοντέλο εκτόνωσης μιας ενοχικής φαντασίωσης. Τόλμησε κάτι ακόμη πιο σκληρό, την ερωτική συνάντηση του συντηρητικού γιου της οικογένειας του Άλκη με μια τραβεστί. Ο χαρακτήρας της σειράς που εμφανίζεται να μην αντέχει καν να συζητήσει τη «νοσηρή» ερωτική επιθυμία του αδελφού του για την υποτιθέμενη αδελφή (δεν έχει αποδειχθεί ακόμη αν είναι), βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κόσμο του και τον ψυχισμό του όταν η γυναίκα που επιθυμεί του αποκαλύπτεται.
Η σκηνή, πολύ προσεκτικά σκηνοθετημένη, έχει την έξοχη υποστήριξη μιας ερμηνείας από τη Ζέτα Δούκα, που αναδεικνύει τα βαθύτερα ανθρώπινα συναισθήματα. Απέδωσε ιδανικά για τα τηλεοπτικά δεδομένα την τραγωδία ενός ανθρώπου, στον οποίο η φύση, ένα «παγιδευμένο» σώμα, υποχρεώνεται να αρνηθεί τη φύση της ψυχής του, τον έρωτα. Πίσω από μια πλαστική κουρτίνα που συμβολίζει τη φυλακή του κορμιού της, η Ζέτα Δούκα-τραβεστί γδύνεται κλαίγοντας για να αποκαλύψει στο εμβρόντητο αντικείμενο του πόθου της την πραγματικότητα της δικής της φύσης, που τους αρνείται την ένωση. Αφόρητο το θέαμα της πλάνης και το αίσθημα της κατάρρευσης του κόσμου του για τον Άλκη, ασήκωτη η εσωτερική σύγκρουση μεταξύ επιθυμίας και απαγόρευσης, ορμάει με λύσσα να την πνίξει τυλίγοντάς την με την πλαστική κουρτίνα-σύμβολο.
Τίποτε δεν φάνηκε στην οθόνη, εκτός από την ένταση των συναισθημάτων. Και ήταν αρκετά. Είναι αλήθεια ότι το σίριαλ συμπυκνώνει πολλά, βαριά μηνύματα για δύσκολα κοινωνικά θέματα σε σημείο που να γίνεται η υπόθεση σαπουνοπερική καρικατούρα. Ωστόσο η συγκεκριμένη σκηνή, με αισθητική που δεν υπηρετούσε την πρόκληση αλλά το μήνυμα, ήταν συγκλονιστική.
Πόπη Διαμαντάκου (Τα Νέα, 24/2/2010)
.

SARGENT, SICKERT, SPENCER


«Sargent, Sickert, Spencer». Ο Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ (1856-1925), ο Γουόλτερ Σίκερτ (1860-1942) και ο Στάνλεϊ Σπένσερ (1891-1959) είναι το «παράξενο τρίο» των ζωγράφων στους οποίους εστιάζει η έκθεση στο Μουσείο Φιτζγουίλιαμ του Κέμπριτζ. Εκτός από το αρχικό σίγμα των επωνύμων τους, το κύριο κοινό χαρακτηριστικό τους ήταν το ενδιαφέρον τους για την ανθρώπινη μορφή. Κοσμοπολίτης και πολυταξιδεμένος, ο Αμερικανός Σάρτζεντ πλησίασε την ιμπρεσιονιστική τοπιογραφία προτού στραφεί στα νατουραλιστικά πορτρέτα και τα γυμνά. Αγγλος γεννημένος στη Γερμανία, ο Σίκερτ αγαπούσε κι αυτός τα ταξίδια και, παρότι δεν εντάχθηκε σε καμιά από τις τάσεις της ευρωπαϊκής αβάν γκαρντ, έφερε στα πορτρέτα του νεωτερικά στοιχεία ψυχολογικής εμβάθυνσης. Πιο ιδιόμορφη περίπτωση, ο Στάνλεϊ Σπένσερ έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σ’ ένα μικρό αγγλικό χωριό, το Κούκαμ. Του άρεσε να ζωγραφίζει θρησκευτικά θέματα με μοντέλα συγχωριανούς του, αλλά και τολμηρά, νατουραλιστικά γυμνά συνδεδεμένα με την προσωπική του ζωή.
Fitzwilliam Museum, Ην. Βασίλειο. Η έκθεση θα διαρκέσει ώς τις 5 Απριλίου.

VESELCHAKI. ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ

Veselchaki (Jolly Fellows)[Ρωσία]
An unconventional comedy about five men, who have chosen an extravagant lifestyle and job. They work as drag queens. Rosa, Lusya, Fira, Lara and Gertruda – under these names they bring down the house wearing their stunning outfits and overwhelming make-up on the nightclub stage. Neither in their lives, nor on stage, are these people alike. They are different ages and have characters, different tempers, habits and dreams. Different circumstances have brought these people together for a short while. The film is the first mainstream Russian film about drag queens in a country where gays still face an uphill struggle to have their basic rights recognised.
.

24.2.10

Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ. ΕΝΑ ΓΚΕΪ ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΛΟΒΕΝΙΑ


Ο αναγνώστης (Bralec)
Στο γραμματοκιβώτιο με περίμενε κιόλας ένα γραμματάκι. Αγαπητέ κύριε Βρεγκ! Διάβασα τη νουβέλα σας για τον Σ., και μου άρεσε φοβερά. Τη διαβάζω συνέχεια. Τέτοιο πάθος με ανάβει αφάνταστα, το ίδιο και τα χτυπήματα με το σκοινί. Θέλω να σας εκμυστηρευθώ ότι διαβάζοντας πάντα αρχίζω να αυνανίζομαι. Περιμένω να εμφανιστεί καμιά καινούρια ιστορία σας. Σας γράφω γιατί θέλω να γνωριστούμε. Είμαι είκοσι χρονών, 1 και 80 ύψος, 69 κιλά και 18 πόντους μήκος, έχω μαύρα μαλλιά, δεν έχω τρίχες στο σώμα και μου αρέσουν οι άγριες φάσεις. Νομίζω ότι και σε σας θα αρέσουν. Τα αγόρια με ερωτεύονται αμέσως, αλλά όλοι τους είναι βαρετοί μέχρι θανάτου. Σας παρακαλώ ελάτε στο σπίτι μου. Οι γονείς μου το σαββατοκύριακο φεύγουν στο χωριό, και έτσι θα είμαι μόνος. Τη διεύθυνσή σας τη βρήκα στον τηλεφωνικό κατάλογο, έχω και το τηλέφωνό σας. Το σαββατοκύριακο θα σας τηλεφωνήσω. Σας παρακαλώ μην μου το αρνηθείτε, θα ήθελα τόσο πολύ να βρεθώ στο βιβλίο σας. Λοιπόν θα περιμένω να βρεθούμε, δικός σας, Β. Το γράμμα σαφώς μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Αν και δεν υπήρχε εκεί κάτι που να με κάνει να πετάω από χαρά. Ο νεαρός όντως μου τηλεφώνησε και συναντηθήκαμε στο κέντρο της πόλης. Τα μάτια του γυάλιζαν ελαφρά, μολονότι προσπαθούσε να δείχνει λίγάκι ντροπαλός. Στ' αλήθεια ήταν κούκλος, σαν να βγήκε από κάποια τηλεοπτική διαφήμηση. Μετά πήγαμε σπίτι του. Εκείνος συνέχεια μιλούσε για εκείνο το διήγημα, και άρχισε να μου τη δίνει στα νεύρα. Του το είπα και εκείνος το βούλωσε. Στο ευρύχωρο σπίτι του με πήγε στο δωμάτιό του και άρχισε αμέσως να ξεντύνεται. Το σώμα του ήταν αγαλματένιο, μου παινεύτηκε ότι γυμνάζεται, ότι προσέχει το φαγητό του και τα συναφή. Κάθησα και άναψα τσιγάρο. Κάτι μέσα μου τινάχτηκε. Ενώ έπαιζε μουσική έκανε στριπτίζ, αληθινό αντρικό στριπτίζ, με κοιτούσε με πάθος και μετά γονάτισε στο πάτωμα και άρχισε να σέρνεται με τα τέσσερα προς το μέρος μου. Εγώ καθόμουν και κάπνιζα, και σκεφτόμουν τί στην ευχή τινάζεται τόσο δυνατά μέσα μου. Είχε, βλέπετε, ιδανικό σώμα, πρόσωπο και όλα τα άλλα. Σερνόταν προς το μέρος μου, καθόταν στα πόδια μου, σαν παιδί χαϊδευόταν πάνω μου. Περίμενε. Ήταν φανερό ότι κάτι περίμενε από μένα. Τότε σηκώθηκα, έτσι που έτριξε το πάτωμα, πήγα στο μπάνιο και κλείδωσα την πόρτα. Αφού πλύθηκα και ντύθηκα, πήρα ένα σκοινάκι από την τουαλέτα και το έχωσα στην τσέπη μου. Κοίταξα γύρω μήπως βρω κάτι καλύτερο. Κύριε των δυνάμεων, χτυπούσε κιόλας την πόρτα. Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη, κοίταξα όλες τις φακίδες, τα μαύρα σημαδάκια, τα μαλλιά που έπεφταν. Πίσω από το αυτί φάνηκε ένας κόκκινος λεκές, που ολοένα και μεγάλωνε. Άνοιξα την πόρτα, την έσπρωξα, και ο νεαρός έπεσε στο πλάι, καθ' ότι στεκόταν γονατιστός μπρόστα στην πόρτα.
Ξανακάθησα, του έκανα νόημα να έρθει. Τον σήκωσα και τον πήρα στα γόνατά μου. Ήταν βαρύς. Από το στήθος σιγά σιγά προχώρησα στην πλάτη, στον πισινό, άγγιξα τα πόδια, γεμάτα μικρές τριχούλες. Από ικανοποίηση του βαρούσα τον πισινό, μία, δύο, τρείς φορές, τόσο δυνατά, που ο ήχος από το χτύπημα ξεπερνούσε ακόμα και τη δυνατή μουσική. Δεν έλεγα να σταματήσω, και το δέρμα του κοκκίνισε ακόμα πιο πολύ. Με το άλλο χέρι τον έπιανα από τη μέση, μέχρι να βρω το πρησμένο ογκώδες όργανό του. Όταν ξεκουράστηκα, άνοιξα το φερμουάρ μου, έβγαλα το δικό μου, έσπρωξα τον νεαρό στα τέσσερα, και εκείνος άρχισε να μου παίρνει πίπα. Αυτό μου έφτανε. Τον έσπρωξα στο κρεβάτι, και εκείνος, γεμάτος σάλιο, βρέθηκε αμέσως μπροστά μου, σήκωσε τον πισινό του και πλησίασε. Όταν μπήκα μέσα του για τα καλά, εκείνος βόγγηξε σαν ζώο, τινάχτηκε ολόκληρος και έχυσε το σπέρμα του στο κρεβάτι, τότε ηρέμησε. Στ' αλήθεια δεν ήθελα άλλο. Ωστόσο έμεινα ακόμα μέσα του, και τον γύρισα προσεκτικά από την άλλη. Θυμήθηκα το σκοινάκι. Άραγε ήταν γερό, μήπως ήξερα; Και φανταστείτε να μας έβλέπε κανείς, ε; Είμασταν ξαπλωμένοι και οι δυο μας, εγώ πάνω σ' εκείνον, ο συγγραφέας πάνω στον αναγνώστη, και έξω ήταν χαρά Θεού. Ένοιωσα την ανάγκη να πάω στο πάρκο. Τότε είδα ότι τον είχε πάρει ο ύπνος. Παρατηρούσα το πρόσωπό του, που δεν θα ήταν δύσκολο να το ερωτευτώ. Όμως δεν ήταν πια κομμάτι αυτού του κόσμου. Γι' αυτό με πολύ περισσότερη προθυμία έβγαλα το σκοινάκι, έσυρα τον νεαρό μέχρι την πόρτα και άρχισα να τον δέρνω αλύπητα. Δεν τέλειωσε γρήγορα, ήθελε πολλή προσπάθεια. Τελικά τον ταχτοποίησα. Όταν εκείνος έχασε τις αισθήσεις του, εγώ πήγα στο μπάνιο, πήρα έναν κουβά, τον γέμισα νερό και περέχυσα το ξαπλωμένο του σώμα. Γύρω στους δέκα κουβάδες χρειάστηκα, το κρεβάτι έγινε μούσκεμα, στο πάτωμα είχε σχηματιστεί λιμνούλα. Η μουσική ακόμα έπαιζε.
Στο πάρκο κάθησα σ' ένα παγκάκι, κοίταξα τις πάπιες που κολυμπούσαν, ζεστάθηκα στον ήλιο. Ακόμα μια φορά διάβασα δυνατά το γράμμα του νεαρού, που το είχα πάρει μαζί μου, και ύστερα το πέταξα στο σκουπιδοκάλαθο. Όταν γύρισα σπίτι, κάθησα στο κρεβάτι και άρχισα να γράφω, για να εκπληρώσω τις προσδοκίες του νεαρού μέχρι τέλος.

Brane Mozetič / Σλοβενία
Μετάφραση από τα Σλοβενικά : Σωτήρης Σουλιώτης - Νέρινγκα Αμπρουτίτε

Brane Mozetič is a poet, writer, translator and editor who graduated in comparative literature from the University of Ljubljana. He also pursued an advanced degree in comparative literature in Paris.
Since 1990, Mozetič has been the editor of gay magazine Revolver. He has translated a number of French authors, among which Rimbaud, Genet, Foucault, and Brossard, published ten poetry collections and three works of fiction, winning the City of Ljubljana Poetry Prize and the European Poetry Prize-Falgwe. His poems have been translated into various languages. Mozetič is currently the director of Center for Slovenian Literature. A poet who has not shied away from strict forms, Mozetič writes in a feverish style of the evanescent experience that is a poignant reflection of the postmodern condition and its narcissism.

ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΡΑΒΑΤΖΙΟ ΣΤΗ ΡΩΜΗ

.
Μεγάλη έκθεση για τον Καραβάτζιο στη Ρώμη
agelioforos.gr, 19/2/2010
Εικοσιτέσσερις πίνακες του διάσημου ζωγράφου Μικελάντζελο ντε Καραβάτζιο «ταξιδεύουν» από διάφορα μουσεία της Ευρώπης και των ΗΠΑ με προορισμό τη Ρώμη. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τη μεγάλη έκθεση που ανοίγει το Σάββατο, 20 Φεβρουαρίου, στην ιταλική πρωτεύουσα, στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση 400 χρόνων από το θάνατό του Λομβαρδού καλλιτέχνη.
Ο Μικελάντζελο έφερε επανάσταση στη ζωγραφική με το ρεαλισμό του αλλά και τις μοναδικές τους φωτοσκιάσεις. Σύμφωνα με τους επιμελητές της έκθεσης, ένας από τους στόχους της διοργάνωσης είναι να παρουσιαστούν αυθεντικά πέραν πάσης αμφιβολίας έργα του μεγάλου ζωγράφου, μια που στο παρελθόν πολλές φορές πίνακες άλλων δημιουργών αποδόθηκαν εσφαλμένα στον ίδιο.
.

GAY DAYS. Η "ΡΟΖ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ" ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ

Hazman havarod (Gay Days) [Ισραήλ, 2009]
In 1985 there were three known homosexuals in Israel and by 1998, 3000. In this short, intense and dramatic period Israel goes through the fastest, most colourful revolution of the late 20th Century. Not a bloody revolution, rather a coming together of academics, prostitutes, transsexuals, singers, hairdressers and army officers, marked by personal tragedy, hopes, challenges, setbacks and sudden breakdowns.
Director Yair Quedar, ex-soldier and then member of the movement followed the revolution in his newspaper «The Pink Times». Using rare archive material, personal accounts, moving scenes and journal entries, the film tells the until now untold story of the LGBT-Revolution in Israel. .
.

23.2.10

GENDER CHECK: ΘΗΛΥΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΡΡΕΝΩΠΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ


«Gender Check: Θηλυκότητα και αρρενωπότητα στην Τέχνη της Ανατολικής Ευρώπης». Η έκθεση παρουσιάζει περίπου 400 έργα καλλιτεχνών από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη, από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι σήμερα. Ιχνηλατεί την αναπαράσταση των σεξουαλικών ρόλων τόσο στη διάρκεια της περιόδου του «υπαρκτού σοσιαλισμού» όσο και μετά την κατάρρευση του Τείχους. Οι εικόνες που δείχνουν τις γυναίκες να συμμετέχουν ηρωικά στη σοσιαλιστική οικοδόμηση δίνουν σιγά σιγά τη θέση τους σε έργα που εκφράζουν προβληματισμό για τη θέση της γυναίκας σε μια «ισότιμη» κοινωνία, ενώ αργότερα αναδύεται η κριτική στην καπιταλιστική αγριότητα που αντικατέστησε τα παλιά καθεστώτα, με πρώτα θύματα τις γυναίκες. Την έκθεση επιμελήθηκε η Μποργιάνα Πέζιτς, από τη Σερβία, και στους 200 καλλιτέχνες που αντιπροσωπεύονται συγκαταλέγονται, φυσικά, πολλές γυναίκες εικαστικοί. (Καθημερινή)
Zacheta National Gallery of Art, Βαρσοβία (19/3-16/5/2010).

.

Wojcieh Fangor (Poland) Figures, 1950

108-CUCHILLO DE PALO. ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΟΥΑΗ

108 / Cuchillo de palo (Paraguay, 2009)
Dir.: Renate Costa
It was winter. My father called us urgently. My uncle’s naked body had been found lying on the floor. A crowd had gathered at his corner. The police dispersed onlookers. My relatives were there. They asked me to go inside and choose the clothes in which he would be buried. I opened his wardrobe: It was empty. When I asked them what he died of they told me: "Of sadness". That answer contradicted all my memories of his life.
Rodolfo was the only one among my father's brothers who didn't want to be a blacksmith like my grandfather. In the Paraguay of the eighties, under Stroessner's dictatorship, he wanted to be a dancer.
This is the search for traces of his life and the discovery that he had been included in one of the “108 homosexual lists", arrested and tortured. Still today in Paraguay when someone calls you "108" they mean "faggot." For more than one generation, the duration of Stroessner's dictatorship, men who came under suspicion of being homosexual or against the regime were the favorite target of collaborators.
Rodolfo's story reveals a part of the hidden and silenced history of my country.
A film where two generations come face to face: the generation that lived under the dictatorshipand is keeping silent and the generation that, living in democracy, doesn't have anything to say because nobody remembers the real meaning of "108".
In the family and in the country, the same photographs have been hidden. As if nobody had the courage to question anything: the same way of looking down, the same prejudices, the same secrets under the carpet, the same silences.
There is no film about this period. To keep silent in order to forget. To hide in order to erase memories.
A personal quest made of few certainties and many questions often without an answer. Questions that will allow us to discover the relationship we construct with the past, and how this relationship defines our own present.
A film that is ultimately about each one of us.

The “108” Lists
The witch-hunt began with the Aranda case and continued with the Palmieri case. In both murders, the suspects were homosexuals. Stroessner ordered the creation of "blacklists" of homosexuals, which were distributed and affixed in visible places in the city’scompanies, districts and universities with the aim of punishing them. The presumption of innocence was not even contemplated.
This episode is popularly known as “the 108 list” because the first one contained 108 names. Many were dismissed from their jobs, stigmatized, discriminated, rejected by close friends and family. Stroessner created the idea in the collective consciousness that “homosexual” is synonymous with “assassin.” If before people had already believed that homosexuality was a disease, after the list episode, they were convinced that it was also dangerous..
Time passed. Now few people in Paraguay remember the name of Aranda or Palmieri, but “108” is used as a common insult and everybody knows that it is a synonymon of "queer". In hotels in Asunción, it’s still common to find that there are no bedrooms with the number 108: clients didn’t want them. The same thing happens with car license plates or lottery numbers ending in 108, which people never buy.
Rodolfo Héctor Costa Torres was number 41 in one of the public lists of homosexuals.

Διαβάστε επίσης:

ΤΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ: ΠΑΡΑΓΟΥΑΗ. ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ 108 ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΥΣ ΘΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ STROESSNER

GREG REYNOLDS

Greg Reynolds

22.2.10

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. FELICE PICANO

Ο Felice Picano είναι συγγραφέας 19 βιβλίων , μερικά εκ των οποίων είναι τα Like People in History, Looking Glass Lives, The Lure, και Eyes, καθώς επίσης των λογοτεχνικών απομνημονευμάτων Ambidextrous, Men Who Loved Me, and A House on the Ocean, a House on the Bay, τα οποία είναι best-seller στις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπήρξε εκδότης του Sea Horse Press, ενός από τους πρώτους αμερικάνικους γκέι εκδοτικούς οίκους. Είναι κάτοχος των βραβείων Ferro-Grumley Award (για την νουβέλα του Like People in History), και του PEN Syndicated Fiction Award. Επίσης ήταν στην τελική λίστα του βραβείου Ernest Hemingway και έχει βραβευθεί με τρία Βραβεία Λάμδα. Ζει και εργάζεται στο Λος Άντζελες.

Keehnen: After 20 years as a published author, what do you consider the pinnacle of your writing career?
Picano: There are several. First I'd say breaking a totally gay book like The Lure into the mainstream in 1979 that included best-sellerdom, book clubs, airport paperback racks, etc. Another peak was literally changing style and direction for the intimacy and honesty of Ambidextrous in 1985. The success of Like People in History has also been a pinnacle, but I think the best is yet to come.
Keehnen: How has gay literature changed over that period of time?
Picano: 20 years ago there was no gay literature! Its existence, growth, and phenomenal diversity and richness have changed. In 1979 for example, The Lure was the first and only gay mystery thriller, now there's one released every month. I've also seen a serious decline in the quantity not quality of gay poetry. We're now pretty much poetry illiterate.
(Men's Style, 1996)
.
.
"...Από τότε κάθε που ξυπνώ σε ξένες κρεβατοκάμαρες σε μακρινούς τόπους, με καθαρά σεντόνια από κάτω μου και αχνές σκιές στους γύρω τοίχους που ρίχνουν οι γρίλιες των παραθύρων σαν σκιές μιας γκιλοτίνας, περιμένω ν' ακούσω το απαλό, ρυθμικό, πηγαινέλα των κυμάτων του ωκεανού...Μα, όχι, όχι...δεν είναι ο ωκεανός που γέμιζε τον ύπνο και τον ξύπνιο μου πίσω από παράθυρα με κουρτίνες που ρίχνουν σκιές, δεν είναι ο ωκεανός...είναι το νησί".

To βιβλίο «Ένα σπίτι στον ωκεανό, ένα σπίτι στην παραλία» (εκδ. Πολύχρωμος Πλανήτης), αποτελεί μέρος των λογοτεχνικών απομνημονευμάτων του συγγραφέα. Χωρίζεται σε δύο «βιβλία». Το πρώτο εκτυλίσσεται στα τέλη της δεκαετίας του 60, αρχές της δεκαετίας του 70, ενώ το δεύτερο τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν άρχισε να εκδίδει τις πρώτες νουβέλες του. Ατμοσφαιρικές περιγραφές όπου ο αναγνώστης νιώθει σαν να βρίσκεται εκεί, στην μεριά του ωκεανού, όπου οι αναμνήσεις της άλλοτε ήσυχης, άλλοτε έντονης γκέι ζωής του Φάιρ Άιλαντ έρχονται σαν κύματα που αφήνουν πίσω τους την γλυκιά γεύση μιας εποχής.

Διαβάστε επίσης: Gay Βιβλιογραφία στα ελληνικά No 450

BLUTSFREUNDSHAFT


Blutsfreundschaft (2009)
Σκηνοθεσία: Peter Kern
Ο 16χρονος Άλεξ έχει παρατήσει το σχολείο, δεν βρίσκει δουλειά και η κατάσταση στο σπίτι εξαιτίας του πατριού του είναι αφόρητη. Πριν ακόμη ξεκινήσει να ζει βρίσκεται μπλεγμένος με μια ομάδα νεοναζί. Όταν αυτοί επιτίθενται σε ένα συσσίτιο άστεγων, του αναθέτουν να μαχαιρώσει τον υπεύθυνο κοινωνικό λειτουργό προκειμένου να τον κάνουν ισότιμο μέλος τους. Μετά τη δολοφονία καταφεύγει στο καθαριστήριο του Γκούσταβ Τριτζίνσκι (Helmut Berger), ενός ηλικιωμένου ομοφυλόφιλου. Η ομοιότητα του Άξελ με τον πρώτο του έρωτα γίνεται αφορμή για να αποκαλύψει το παρελθόν του που τον στοιχειώνει. Ο ίδιος, κάποτε μέλος της χιτλερικής νεολαίας, από μια περίεργη συγκυρία βρέθηκε φυλακισμένος σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως και είδε τον φίλο του να δολοφονείται. Η φιλία που θα αναπτυχθεί ανάμεσά τους δίνει καταφύγιο και θέση εργασίας στον νεαρό… (vassilisk.blogspot.com)
.

THE KIDS ARE ALRIGHT

Η Τζουλιάν Μουρ αγαπά τις γυναίκες
Μαζί με την Ανέτ Μπένινγκ υποδύονται ένα ζεύγος ομοφυλοφίλων στην ταινία «Τhe kids are alright»
Το Βήμα, 18/2/2010
«Αν μέσα σε μια οικογένεια υπάρχει αληθινή αγάπη για τα παιδιά, τότε αυτό καθαυτό το πλαίσιο της οικογένειας δεν παίζει κανέναν ρόλο» δηλώνει η Τζουλιάν Μουρ. «Αν στα θεμέλια της ανατροφής των παιδιών βρίσκονται η αγάπη, η προστασία και η ανάγκη του να μοιράζεσαι, τότε δεν έχει καμία σημασία αν οι γονείς είναι μόνο γυναίκες ή μόνο άντρες. Ούτε το ποιος είναι ο βιολογικός πατέρας των παιδιών».
Οι δηλώσεις της αξιαγάπητης αμερικανίδας ηθοποιού έγιναν με αφορμή την ταινία της Λίζα Τσολοντένκο «Τhe kids are alright», όπου η Μουρ μαζί με την Ανέτ Μπένινγκ υποδύονται ένα ζεύγος ομοφυλόφιλων γυναικών που έχουν αναθρέψει κάτω από την ίδια στέγη τα δύο έφηβα παιδιά τους. Οι ισορροπίες θα ανατραπούν όταν θα μπει στη μέση ο δότης σπέρματος από τον οποίο προήλθαν τα παιδιά, ένας χαριτωμένος εστιάτορας (Μαρκ Ράφαλο) που αντιμετωπίζει τη ζωή με απίστευτη χαλαρότητα. Με την παρουσία του θα επηρεάσει τις ζωές τόσο των δύο παιδιών όσο και των δύο μανάδων. Εχει όμως θέση μέσα στην ίδια την οικογένεια ως πατέρας;
Το φιλμ θέτει καυτά ερωτήματα για αρκετά θέματα σαν το παραπάνω. Αλλά το κάνει με έξυπνο τρόπο έτσι ώστε να ισορροπήσει ανάμεσα στη σοβαρότητα και στο χιούμορ, χωρίς ποτέ το αποτέλεσμα να γίνεται γκροτέσκο.
«Αν και δεν είμαι πολιτικοποιημένη καλλιτέχνις, χαίρομαι που το “Τhe kids are alright” παρουσιάζεται τη σωστή εποχή, τώρα που το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας είναι καυτό στην Αμερική» δήλωσε η Λίζα Τσολοντένκο ερωτώμενη για τη θέση της ως προς τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων στην Αμερική. «Αν μια ταινία μπορεί να προκαλέσει διάλογο, αυτό είναι πάντα καλό». Οσο για τη Μουρ, δείχνει να πίστεψε πολύ στο σενάριο της Τσοντολένκο αφού δεσμεύθηκε με την ταινία πριν από περίπου πέντε χρόνια. Το «Τhe kids are alright» είναι ήδη αγορασμένο από την ελληνική διανομή (Seven) και θα παιχτεί στις αίθουσες μέσα στους επόμενους μήνες.

21.2.10

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. ΑΝΑΪΣ ΝΙΝ


"Ο Χένρι παραβλέπει την ηδονή που υπάρχει στο να μην τα ξέρεις όλα, στο να μην τα έχεις δικά σου όλα, στο να σκύβεις επικίνδυνα πάνω απ’ την άβυσσο, στο να μην φτάνεις σε μια συγκεκριμένη κορύφωση. Και οι δυο, και ο Χένρι και η Τζουν, κατέστρεψαν τη λογική και την ισορροπία της ζωής μου. Είναι καλό αυτό. Το πρότυπο είναι νεκρό. Τώρα, μπορώ πια να ζήσω. Δεν είμαι εγώ για πρότυπα." (Αναΐς Νιν).
Η Αναΐς Νιν(21/2/1903-13/1/1977) θα γνωρίσει τον Χένρι Μίλερ και τη σύζυγό του την Τζουν, στο Παρίσι της δεκαετίας του 1930. Το ημερολόγιο της καταγράφει το χρονικό ενός ερωτικού τριγώνου, αποτελεί τη μαρτυρία μιας γυναίκας που βρέθηκε ανάμεσα σ' έναν άντρα που την απελευθέρωσε σεξουαλικά και σε μια γυναίκα που της ξύπνησε ένα ασίγαστο πάθος.
.
Αναΐς Νιν - Τζουν Μίλερ
Η Νιν άρχισε να κρατά ημερολόγιο το 1914, όταν ήταν 11 χρόνων, και δεν σταμάτησε να γεμίζει τις σελίδες του σε καθημερινή σχεδόν βάση ως τον θάνατό της, το 1977. Αν και ασχολήθηκε με άλλα λογοτεχνικά είδη, θεωρούσε ότι το ημερολόγιό της αποτελούσε την πιο αυθεντική μορφή έκφρασης. Χάρη στο έργο αυτό μαθαίνουμε ότι εκτός από τον Χένρι Μίλερ, η Νιν ένιωσε έντονη ¬ και μάλιστα εντονότερη ¬ ερωτική έλξη για τη γυναίκα του συγγραφέα, την Τζουν. Η Νιν περιγράφει πως όταν γνώρισε την Τζουν για πρώτη φορά στο Παρίσι «ο Χένρι έσβησε. Εκείνη ήταν χρώμα, λάμψη, ιδιαιτερότητα... η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο». Πέρασαν μαζί τέσσερις εβδομάδες, κατά τη διάρκεια των οποίων αντάλλασσαν δώρα και φιλιά. Δεν ολοκλήρωσαν σεξουαλικά τη σχέση τους και η Τζουν επέστρεψε τελικά στη Νέα Υόρκη. Η Νιν και ο Μίλερ συνέχισαν να είναι μαζί. Συχνά ο ένας κατηγορούσε τον άλλο ότι σκεφτόταν την Τζουν. Το ημερολόγιο της Νιν τελειώνει αινιγματικά (όσον αφορά το συγκεκριμένο τρίγωνο): «Ο Χένρι έρχεται σήμερα το απόγευμα και αύριο θα βγω με την Τζουν».
«Τζουν... Δεν μπορώ να πιστέψω ότι δεν θα σε ξαναδώ να έρχεσαι προς το μέρος μου, ξεπροβάλλοντας από τα σκοτάδια του κήπου. Περιμένω μερικές φορές στο σημείο όπου συνηθίζαμε να συναντιόμαστε, προσδοκώντας να σε δω ξανά να περπατάς προς το μέρος μου, ξεμακραίνοντας από το πλήθος ¬ εσύ, τόσο ξεχωριστή και μοναδική. Οταν έφυγες, το σπίτι άρχισε να με πνίγει. Ηθελα να βρεθώ μόνη μου με την εικόνα σου... Νοίκιασα λοιπόν ένα στούντιο στο Παρίσι, ένα μικρό, ετοιμόρροπο διαμερισματάκι και καταφεύγω εκεί τουλάχιστον λίγες ώρες την ημέρα. Ποια είναι όμως αυτή η "άλλη" ζωή που θέλω να ζήσω χωρίς εσένα; Μερικές φορές πρέπει να φαντασθώ ότι είσαι παρούσα, Τζουν. Νιώθω σαν να θέλω να γίνω εσύ. Ποτέ άλλοτε δεν θέλησα να γίνω κανένας άλλος εκτός από τον εαυτό μου. Τώρα θέλω να λιώσω μέσα σου, να έρθω τόσο απίστευτα κοντά σου που ο εαυτός μου να εξαφανισθεί...» (Φεβρουάριος 1932, Παρίσι).
Λουίζα Αρκουμενέα (Το Βήμα, 16/8/1998)
.

Αναΐς Νιν: Χένρυ και Τζουν (εκδ. Μεταίχμιο)
Χένρυ και Τζουν (σκηνοθεσία: Φιλιπ Κάουφμαν)

ΕΛΤΟΝ ΤΖΟΝ: ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΟΛΥ ΜΙΣΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

.
Elton John: 'There's A Lot Of Hate In The World'
by Dotson Rader (parade.com)
Making early mistakes in love.
"I'd always choose someone younger. I wanted to smother them with love. I'd take them around the world, try to educate them. One after another they got a Cartier watch, a Versace outfit, maybe a sports car. They didn't have jobs. They were reliant on me. I did this repeatedly. In six months they were bored and hated my guts because I'd taken their lives and self-worth away. I hadn't intended to."
Love and drugs.
"Just about every relationship I ever had was involved with drugs. It never works. But I always had to be with someone, good or bad, otherwise I didn't feel fulfilled. I'd lost the plot."
It's all or nothing when it comes to drugs.
"For some people a gram of cocaine can last a month. Not me. I have to do the lot, and then I want more. At the end of the day, all it led to was heartache."
Why fame has lost its appeal.
"Princess Diana, Gianni Versace, John Lennon, Michael Jackson, all dead. Two of them shot outside their houses. None of this would have happened if they hadn't been famous. Fame attracts lunatics. I never had a bodyguard, ever, until Gianni died. I don't like celebrity anymore."
Remembering friends lost.
"Every time I sing 'The Ballad of the Boy in the Red Shoes' onstage, I say that this is a song written about a time when people in America started getting AIDS and your president, Ronald Reagan, did nothing about it. I get boos. There's a lot of hate in the world."
His take on Christianity.
"I think Jesus was a compassionate, super-intelligent gay man who understood human problems. On the cross, he forgave the people who crucified him. Jesus wanted us to be loving and forgiving. I don't know what makes people so cruel. Try being a gay woman in the Middle East -- you're as good as dead."
He'll never stop helping.
"I set up my foundation because I wanted to make amends for the years I was a drug addict. People with HIV are still stigmatized. The infection rates are going up. People are dying. The political response is appalling. The sadness of it, the waste."
Finding new relationships.
"In 1993 I went back to my house in Windsor for a while. I wanted meet new people so I rang up a friend in London and said, 'Could you please rattle some new people together for dinner here Saturday?'"
An instant connection.
"I was attracted to David immediately. He was very well dressed, very shy. The next night we had dinner. After it, we consummated our relationship. We fell in love very quickly."
Keeping the love alive.
"Every Saturday for 16 years, we've sent each other a card, no matter where we are in the world, to say how much we love each other."
Communication is key.
"We've never been jealous. We talk about the sexual side of things, things that normally would have frightened me before."

Ολόκληρη η συνέντευξη εδώ

20.2.10

JIRAIYA

Jiraiya (Ιαπωνία)


19.2.10

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. ΚΑΡΣΟΝ ΜΑΚ ΚΑΛΕΡΣ

The fiction of the sexually ambiguous Carson McCullers offers
uncomfortable resistance to the social ideal of neat heterosexuality.
.
Η Κάρσον ΜακΚάλλερς ανήκει στην καλύτερη παράδοση της σύγχρονης αμερικανικής πεζογραφίας. Γεννήθηκε στο Κολόμπους της Τζώρτζια το 1917. Κυριότερα έργα της: "Η καρδιά κυνηγάει μονάχη" (1940), "Ανταύγειες σε χρυσό μάτι" (1941), "Πρόσκληση σε γάμο" (1946), που γνώρισε παγκόσμια επιτυχία και διασκευάστηκε από την ίδια τη συγγραφέα για το θέατρο, και το "Ρολόι χωρίς δείκτες" (1961). Το 1945 παίρνει το Βραβείο της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων, της οποίας χρημάτισε και μέλος, και το 1950 το Βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης. "Η μπαλάντα του λυπημένου καφενείου" κυκλοφορεί το 1951 και αργότερα διασκευάζεται για το θέατρο από τον Έντουαρντ Άλμπη. Έγραψε πολλά διηγήματα, μεταξύ των οποίων το "Ένα Δέντρο", "Ένας Βράχος", "Ένα Σύννεφο", που συμπεριλήφθηκε σε πολλές ανθολογίες αμερικανικού διηγήματος. Πέθανε στη Νέα Υόρκη το 1967. (perizitito.gr)

ΑΝΤΑΥΓΙΕΣ ΣΕ ΧΡΥΣΟ ΜΑΤΙ
Εμπνευσμένη από ένα αιματηρό συμβάν που είχε συμβεί μερικά χρόνια πριν σε μια στρατιωτική βάση της Βόρειας Καρολίνας, η συγγραφέας ταξίδευε την πένα της σε μια αντίστοιχη μονάδα του αμερικανικού Νότου, συναντώντας εκεί έναν καταπιεσμένο σεξουαλικά λοχία που προσπαθεί να κρύψει την ομοφυλοφιλία του πίσω από έναν αποτυχημένο γάμο και μια άπιστη γυναίκα που τον υποβάλλει σε τακτικούς εξευτελισμούς.
Οι μάσκες θα πέσουν, όμως, με τρόπο ηχηρό όταν στη βάση καταφθάνει ένας ελκυστικός νεαρός στρατιώτης που πυροδοτεί τον πόθο στο λοχία, οδηγώντας τον στην προσωπική του εξέγερση και στην τραγική της κατάληξη.
Από τις πρώτες και ελάχιστες φορές που η αμερικανική λογοτεχνία επιχειρούσε να θίξει ανοιχτά το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, το βιβλίο της Μακ Κάλερς αντιμετωπίστηκε αρχικά με επιφύλαξη από την κριτική, στην συνέχεια, όμως, βρήκε αρκετούς ένθερμους υποστηρικτές. Ανάμεσά τους και ο σκηνοθέτης Τζον Χιούστον, που το 1967 μετέφερε το «Ανταύγειες σε χρυσά μάτια» στην οθόνη.
Ετσι είδαμε μια από τις πιο υποτιμημένες ερμηνείες του Μάρλον Μπράντο στο ρόλο του λοχία και μια ηλεκτρισμένη παρουσία από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που υποδυόταν τη γυναίκα του. Κι αυτές τις μέρες τις ξαναβλέπουμε στους αθηναϊκούς κινηματογράφους.
Για το ρόλο του Μπράντο, ο Χιούστον είχε σκεφτεί στην αρχή τον Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η υγεία του ηθοποιού ήταν τότε κλονισμένη και μια προηγούμενη συνεργασία του σκηνοθέτη μαζί του στο «Φρόιντ» δεν είχε λήξει με ευτυχή τρόπο. Ομως, η Τέιλορ, στενή φίλη του Κλιφτ, επέμενε. Ωσπου, τον Ιούλιο του 1966, ο Κλιφτ πέθανε, αφήνοντας την ταινία χωρίς πρωταγωνιστή και την Τέιλορ να απορρίπτει κάθε επόμενο παρτενέρ που της πρότεινε ο σκηνοθέτης: από τον Πάτρικ Ο' Νιλ και τον Λι Μάρβιν μέχρι τον Ρίτσαρντ Μπάρτον. Ο ερχομός του Μπράντο μερικές εβδομάδες αργότερα στην ταινία στάθηκε αποκλειστικά δική της επιλογή, και, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις του ηθοποιού, η ερμηνεία του είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους η ταινία κέρδισε δικαιωματικά την καθυστερημένη υστεροφημία της.
Προκειμένου να καταφέρει να αποτυπώσει σε φιλμ κάτι από το ψυχολογικά φορτισμένο και γεμάτο εσωτερικότητα πνεύμα του βιβλίου, ο Χιούστον υπέβαλε τη φωτογραφία και τα χρώματα της ταινίας σε ειδική επεξεργασία, ώστε να τους αφήσει στο τέλος μια απόχρωση χρυσού και ροζ στην εικόνα. Οι συντελεστές της ταινίας δήλωσαν ενθουσιασμένοι από το αποτέλεσμα, όχι όμως και η εταιρεία παραγωγής, που αποφάσισε η ταινία να επιστρέψει στην τεχνικολόρ παλέτα της.
Η κριτική αντιμετώπισε αρνητικά την ταινία, η Καθολική Εκκλησία την έκρινε «ανήθικη» και η ίδια η διαφημιστική καμπάνια της εταιρείας αδίκησε τον εύθραυστο χαρακτήρα της, πριμοδοτώντας τα πιο αβανταδόρικα στοιχεία της. Αυτό δεν εμπόδισε εντούτοις τον Χιούστον να θεωρήσει τις «Ανταύγειες σε χρυσά μάτια» ως μια από τις καλύτερες δημιουργίες του. Μέσα στην ιδιορρυθμία και τον κάπως εξεζητημένο μελοδραματισμό τους, οι «Ανταύγειες» παραμένουν μια θαρραλέα περίπτωση ταινίας που εξερευνά με τόλμη αρρενωπούς μύθους, απωθημένα πάθη και απαγορευμένες επιθυμίες, συναντώντας πίσω τους τη γνώριμη και ατέρμονη μάχη των ανθρώπινων ενστίκτων με την κοινωνία που τα καταστέλλει. (Λουκας Κατσικας, Ελευθεροτυπία, 8/2008)
.


ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. ΠΙΜ ΦΟΡΤΟΥΙΝ

Wilhelmus Simon Petrus "Pim" Fortuyn (19/2/1948 – 6/5/2002) was a Dutch politician, author, public servant, sociologist and professor who formed his own party, Pim Fortuyn List
Fortuyn was the centre of several controversies for his views about immigrants and Islam.
Ιn early March 2002 the new party won about 36% of the seats, making it the largest party in the council. For the first time since the Second World War, the Dutch Labour Party found itself out of power in Rotterdam.
For the next three months Fortuyn gave hundreds of Interviews and statements about his political ideology and ideas. In March he released his book "The Mess of Eight Purple Years" which he used as his political agenda for the upcoming general election.
He called Islam "a backward culture" and said that if it were legally possible he would close the borders for Muslim immigrants.
Fortuyn was assassinated during the 2002 Dutch national election campaign by Volkert van der Graaf, who claimed in court he had murdered Fortuyn to stop him from exploiting Muslims as "scapegoats" and targeting "the weak parts of society to score points" in seeking political power.
(en.wikipedia.org)


Ο Pim Fortuyn ήταν ανοιχτά ομοφυλόφιλος, υποστήριζε το φιλελεύθερο ολλανδικό μοντέλο για τα ναρκωτικά, το γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και την ευθανασία. Ανησυχούσε όμως πως η έλευση στην Ολλανδία χιλιάδων μουσουλμάνων, που έφερναν μαζί τους τις υπερβολικά συντηρητικές απόψεις τους σε κοινωνικά θέματα και μάλιστα με διάθεση να τις επιβάλουν, θα αποτελούσε απειλή για τις φιλελεύθερες αξίες της χώρας του. Επισήμανε πως πολλοί μουσουλμάνοι μετανάστες αρνούνταν να μάθουν την ολλανδική γλώσσα, δεν αφομοιώνονταν στην ολλανδική κοινωνία και δεν ενστερνίζονταν τις ολλανδικές αξίες της ανεκτικότητας και της ισότητας. Όταν σε τηλεοπτική εκπομπή ένας ιμάμης είπε πως οι gay είναι χειρότεροι και από γουρούνια και πως η ομοφυλοφιλία είναι μια ασθένεια που απειλεί την κοινωνία μας, ο Fortuyn χαρακτήρισε την ισλαμική θρησκεία οπισθοδρομική, και κοιτώντας στην κάμερα προειδοποίησε πως αυτός είναι ο Δούρειος Ίππος της μισαλλοδοξίας που οι Ολλανδοί καλούν στη χώρα τους, στο όνομα μιας δήθεν προοδευτικής "πολυπολιτισμικότητας". Όταν τον κατηγορούσαν σαν ρατσιστή απαντούσε αφοπλιστικά: "Δεν έχω τίποτα εναντίον των Μαροκινών. Αντίθετα, τους έχω στο κρεβάτι μου συνέχεια!" (Φανταστείτε έναν Έλληνα πολιτικό, να ξεστομίζει κάτι τέτοιο!). [folkefiende.blogspot.com]

Ο 53χρονος καθηγητής κοινωνιολογίας σοκάρισε την πολιτική τάξη της Ολλανδίας όταν ζήτησε την κατάργηση του 1ου άρθρου του Συντάγματος που απαγορεύει τις διακρίσεις. Οι υποσχέσεις του τύπου ''να τελειώνουμε με την παραδοσιακή πολιτική τάξη'' φαίνεται ότι σαγήνευσαν τους νέους καθώς σύμφωνα με τις σφυγμομετρήσεις, το 20% μεταξύ 18-24 ετών δήλωναν έτοιμοι να του προσφέρουν την ψήφο τους.
Το φάρμακό του για τους τοξικομανείς; ''Αν αυτοί θέλουν να χαθούν οι Αρχές πρέπει να τους βοηθήσουν. Θέλετε κι άλλο; Μια ενισχυμένη δόση; Κανένα πρόβλημα'', συνήθιζε να λέει.
Δηλωμένος ομοφυλόφιλος, είχε εστιάσει την προεκλογική του εκστρατεία εναντίον των ξένων και ζητούσε να τερματιστεί η παραχώρηση ασύλου, με το σύνθημα ''η Ολλανδία είναι πλήρης''. Στους πολιτικούς πρόσφυγες έλεγε: ''μια σκηνή και λίγη τροφή'' στη χώρα προέλευσής τους είναι αρκετά.
Τις πιο πολεμικές δηλώσεις του όμως τις φύλαγε για το Ισλάμ, το οποίο χαρακτήριζε ''οπισθοδρομικό πολιτισμό''.
Στην Ολλανδία, όπου οι περισσότεροι πολιτικοί επαίρονται για τον μετρημένο τρόπο ζωής τους, ο Φόρτουιν ξεχώριζε με το πολυτελές αυτοκίνητό του με οδηγό και το στυλ έφηβου. Το σπίτι του στο Ρότερνταμ που ονομάζεται ''Casa di Pietro'' έχει την μορφή ρωμαϊκής βίλας και ξεχειλίζει από έργα τέχνης.
Ο Φόρτουιν γεννήθηκε το 1948 από μια συντηρητική Καθολική οικογένεια της βορειοδυτικής Ολλανδίας, σπούδασε κοινωνιολογία στο Αμστερνταμ και στη συνέχεια δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Γκρόνιγκεν. Τα τελευταία 10 χρόνια είχε γίνει γνωστός ως αρθρογράφος και σχολιαστής και είχε δημοσιευσει δεκάδες δοκίμια, μεταξύ των οποίων ''η Ευρώπη χωρίς ψυχή'' και ''η Ολλανδία πνίγεται''. Ενας από τους φίλους του, τον χαρακτηρίζει ''αλαζόνα'' και άνθρωπο που εύκολα ''θεωρεί τους άλλους ηλίθιους''. Σε μια χώρα όπου οι αριθμοί δείχνουν ότι η εγκληματικότητα δεν αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, ο Φόρτουιν επωφελήθηκε ''από το κλίμα ανασφάλειας των πολιτών, οι οποίοι αισθάνονται ότι απειλούνται μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου'', εκτιμά ο Ολλανδός πολιτειολόγος Ζαν Τιλί. [The Hellenic Radio (ERA)]

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΥ

.
Michelangelo's drawings at the Courtauld gallery are intimate encounter with an artist in love
In one room, this sensational exhibition shows the greatest drawings that survive from Michelangelo's hand
Jonathan Jones (guardian.co.uk, 16/2/2010 )
(…) Most of Michelangelo's surviving sketches are just that, sketches for the sculptures, paintings and buildings that awe visitors to Italy: only a handful of his drawings were intended to be enjoyed as works of art in their own right, and he made most of these as love gifts for Tommaso de' Cavalieri. They are brought together here to release you soaring among winged, ascending and falling beings in the strange and wonderful atmosphere of Michelangelo's "chaste desire", as he described his passion for Tommaso.
Michelangelo's devotion is right there to see, in an amazingly slavish note he scribbled on a drawing of the hubristic Phaeton falling from the sky after he tried to drive the sun god's chariot: "Master Tommaso, if this sketch does not please you, say so …" It must truly have been an overpowering love to reduce Michelangelo, who refused to take orders from popes, to such servility. And what a drawing it is: horses sculpted in delicate black chalk fall in a nightmarish vortex towards twisting mourners whose grief is literally rooting them to the spot. Beside it his finished drawing of the same tragedy, presumably completed after listening to Tommaso's comments, portrays Jupiter high in the heavens hurling a thunderbolt from the back of an eagle. Images of eagles keep recurring, as if in a sex dream scripted by Freud. Michelangelo's most explicit present for Tommaso portrays the classical myth of Ganymede, the beautiful boy carried away by lustful Jupiter who has taken the form of an eagle to achieve his rapture; imagine being young Cavalieri and getting this gift from your famous, older admirer.
Love was in the air in Renaissance Italy, and Michelangelo's drawings compete with the heterosexual hedonism of Titian's paintings: his wonderful red chalk Bacchanal responds to Titian's Children's Bacchanal. But Michelangelo's drawings for Cavalieri are more personal and confessional than any other Renaissance renderings of saucy Roman myth, and what you are left with, as you contemplate the Courtauld's magnificent possession The Dream, which sums up all existence as a striving of bodies and a yearning of souls, is an immense love for this most courageous and human of artists.
.
.
Ερωτευμένος Μιχαήλ Αγγελος
Χρειάστηκε σχεδόν μισή χιλιετία και συνεννόηση ανάμεσα στο Βατικανό και τη βασίλισσα της Αγγλίας για να δει το φως της δημοσιότητας η εικονογράφηση μιας τέτοιας «κολασμένης» σχέσης.
Καθώς όμως σε αυτή εμπλέκεται ο Μιχαήλ Αγγελος, οι «αποκλειστικές» εικόνες δεν είδαν το φως μέσω της σκανδαλοθηρικής «Sun» αλλά στην γκαλερί Courtauld του Λονδίνου. Εκεί, από σήμερα και μέχρι τις 16 Μαΐου, θα φιλοξενείται η έκθεση «Michelangelo's Dream» («Το Ονειρο του Μιχαήλ Αγγελου») με συλλογή κάποιων από τα εντυπωσιακότερα σχέδια της Αναγέννησης.
Πολλά από αυτά βγήκαν για πρώτη φορά από τα θησαυροφυλάκια της βασίλισσας και του Βατικανού. Απεικονίζουν τον έρωτα του μεγάλου δημιουργού για έναν πανέμορφο, καλλιεργημένο νεαρό και αφηγούνται την ιστορία της μεταξύ τους σχέσης.
Ο 57χρονος Μιχαήλ Αγγελος γνωρίζει και ερωτεύεται τον χειμώνα του 1532 τον νεαρό (εικάζεται από ειδικούς πως ήταν ανάμεσα στα 16 με 17) Τομάσο ντε Καβαλιέρι, Ρωμαίο ευγενή, διάσημο τόσο για τη φυσική ομορφιά του όσο και για την πνευματική καλλιέργεια και τους τρόπους του. Ο ζωγράφος ήταν ταυτόχρονα στην κορυφή της δημιουργικότητας και της δόξας του, σχεδόν αποθεωμένος από όλους, από τους Μεδίκους ώς τον Πάπα. Τα σχέδια αυτά έγιναν για να διδάξει ζωγραφική τον νεαρό αλλά και για να τον διαπαιδαγωγήσει.
Ετσι στο «Ονειρο» ο νεαρός ξυπνάει γυμνός και γραμμωμένος και τεντώνεται. Ακολουθούν «Η Τιμωρία του Τιτυού», «Η Πτώση του Φαέθωνα», «Ο Βιασμός του Γανυμήδη» και «Τα Βακχανάλια των Παιδιών». Ηδη το 1568 ο βιογράφος του Μιχαήλ Αγγελου, Τζόρτζιο Βασάρι, γράφει πως «τέτοια σχέδια δεν έχουμε ξαναδεί». Παρ' όλα αυτά, ο μαγεμένος από τον νεαρό Μιχαήλ Αγγελος, που δεν δεχόταν κριτική στα έργα του ούτε από την παντοδύναμη τότε Καθολική Εκκλησία, σημείωνε στα ολοκληρωμένα σχέδια που έστελνε στον νεαρό (μαζί με ερωτικά ποιήματά του): «Αφέντη Τομάσο, αν αυτό το σχέδιο δεν σας ευχαριστεί, να μου το πείτε...»!
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι δύο άντρες δεν συνευρέθησαν ποτέ ερωτικά, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν ασυγχώρητο από την κοινωνία της εποχής, ειδικά λόγω της κοινωνικής τους θέσης. Παρέμειναν, πάντως, πιστοί φίλοι και ο Τομάσο Καβαλιέρι θεωρούσε τιμή του την αδυναμία που του έδειχνε ο μεγάλος καλλιτέχνης. Στάθηκε μάλιστα δίπλα στο νεκροκρέβατό του και φρόντισε μετά τον θάνατό του να ολοκληρωθούν τα ημιτελή έργα του. Οι ειδικοί πιστεύουν πως υπήρξε και ένα πορτρέτο του από τον Μιχαήλ Αγγελο που χάθηκε.
Σύμφωνα με την επιμελήτρια της έκθεσης Στέφανι Μπακ, αυτά τα σχέδια γεννήθηκαν από το πάθος «για να τα θαυμάζουμε και να τα μελετάμε, ακόμα και με τον μεγεθυντικό φακό, με τις ώρες. Είναι αξεπέραστα».
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΓΓΕΛΑΤΟΣ (Ελευθεροτυπία, 18/2/20101)
.

18.2.10

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. AUDRE LORD

.
- Κάρλα: Ποιον ορισμό θα έδινες για το να είσαι λεσβία;
--Audre: Γυναίκες με πολύ ισχυρή γυναικεία ταυτότητα, όπου η αγάπη κι ο έρωτας μεταξύ γυναικών είναι ανοιχτά και πιθανά, με κάθε δυνατό τρόπο, πέρα από το σαρκικό. Υπάρχουν λεσβίες, ένας θεός ξέρει.. αν γνώριζες λεσβιακούς κύκλους στη δεκαετία των '40 και των '50 στη Νέα Υόρκη ... που δεν ήταν φεμινίστριες, και δεν αυτοαποκαλούνταν φεμινίστριες. Αλλά η αληθινή φεμινίστρια λειτουργεί μέσα από μια λεσβιακή συνειδητότητα, είτε κοιμάται με γυναίκες, είτε όχι. Δεν μπορώ να το ορίσω μόνο με σεξουαλικούς όρους, αν και η σεξουαλικότητά μας έχει τόση ενέργεια, που γιατί να μην την απολαμβάνουμε; Κι έτσι επιστρέφουμε στην ανάγκη να προσδιορίσουμε το ερωτικό. Υπάρχουν τόσο πολλοί τρόποι να περιγράψουμε το τί είναι "λεσβία". Τμήμα της λεσβιακής συνειδητότητας είναι η απόλυτη αποδοχή του ερωτισμού στη ζωή μας και, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, να χειριστούμε το ερωτικό όχι μόνο με σεξουαλικούς όρους ...
Hammond, Karla. "An Interview with Audre Lorde." American Poetry Review March/April 1980 (sapphogr.net)

Audre Geraldine Lorde (February 18, 1934 - November 17, 1992) was a Caribbean-American writer, poet and activist.
Theory
Lorde criticised feminists of the 1960s, from the National Organization for Women to Betty Friedan's The Feminine Mystique, for focusing on the particular experiences and values of white middle-class women. Her writings are based on the "theory of difference", the idea that the binary opposition between men and women is overly simplistic: although feminists have found it necessary to present the illusion of a solid, unified whole, the category of women itself is full of subdivisions.
Lorde identified issues of class, race, age, gender and even health — this last was added as she battled cancer in her later years — as being fundamental to the female experience. She argued that, although the gender difference has received all the focus, these other differences are also essential and must be recognised and addressed. "Lorde", it is written, "puts her emphasis on the authenticity of experience. She wants her difference acknowledged but not judged; she does not want to be subsumed into the one general category of 'woman'".[8] In a period during which the women's movement was associated with white middle-class women, Lorde campaigned for a feminist movement conscious of both race and class.
While acknowledging that the differences between women are wide and varied, most of Lorde's works are concerned with two subsets which concerned her primarily — race and sexuality. She observes that black women's experiences are different from those of white women, and that, because the experience of the white woman is considered normative, the black woman's experiences are marginalised; similarly, the experiences of the lesbian (and, in particular, the black lesbian) are considered aberrational, not in keeping with the true heart of the feminist movement. Although they are not considered normative, Lorde argues that these experiences are nevertheless valid and feminine.
Lorde stunned white feminists with her claim that racism, sexism and homophobia were linked, all coming from the failure to recognise or inability to tolerate difference. To allow these differences to continue to function as dividers, she believed, would be to replicate the oppression of women: as long as society continues to function in binaries, with a mandatory greater and lesser, Normative and Other, women will never be free. (en.wikipedia.org)