[…]
Το αντρικό κορμί είναι αψεγάδιαστο, […]
Το αντρικό κορμί είναι αψεγάδιαστο, […]
Η έκφραση του
προσώπου δεν χωρά περιγραφή,
Μα η έκφραση του καλοκαμωμένου άντρα δεν φαίνεται μοναχά στο πρόσωπό του,
Τη βλέπεις στα άκρα και στις κλειδώσεις του, παράδοξο, κι όμως βρίσκεται στους αρμούς των γοφών και των καρπών του,
Τη βλέπεις στην περπατησιά του, στο στητό λαιμό, στο λύγισμα της μέσης και των γονάτων του, τα ρούχα δεν τον κρύβουν,
Η γλυκιά του δύναμη ξεπροβάλλει μέσα απ’ τη φανέλα και την τσόχα,
Η θέα του καθώς περνά φανερώνει όσα και το ύψιστο ποίημα, ίσως και πιο πολλά,
Κόβεις λίγο το βήμα να δεις τη ράχη, τον αυχένα, τις ωμοπλάτες του. [...]
Ο κολυμβητής που κάνει το μπάνιο του γυμνός, τον βλέπεις να σχίζει με απλωτές τη διάφανη σμαραγδένια επιφάνεια, ή να ξαπλώνει ανάσκελα και σιωπηλά να πλέει πέρα-δώθε όπως τον πάει το νερό,
Το κύρτωμα μια μπρος, μια προς τα πίσω των κωπηλατών στις λέμβους, ο καβαλάρης πάνω στη σέλα του, […]
Το παλικάρι που τσαπίζει το αραποσίτι, ο αμαξάς που οδηγεί τα έξι του άλογα μέσα απ’ το πλήθος,
Των παλαιστών η πάλη, δυο παραγιοί, σχηματισμένοι άντρες πια, όλο σφρίγος και καλή καρδιά, ντόπια παιδιά, έξω στην αλάνα με τη δύση, ύστερα απ’ τη δουλειά,
Σακάκια και καπέλα πεταμένα, ο εναγκαλισμός της αγάπης και του αγώνα,
Η πάνω λαβή και η κάτω, τα μαλλιά ανάκατα, τυφλώνουν τα μάτια.
Η προέλαση των πυροσβεστών με τη στολή τους, το παιχνίδισμα των αντρίκιων μυώνων μέσα από τα εφαρμοστά παντελόνια και τις ζώνες .
Η αργή επιστροφή από την πυρκαγιά, η ανάπαυση προτού χτυπήσει πάλι ξαφνικά το καμπανάκι, το άκουσμα του συναγερμού,
Οι φυσικές, τέλειες του καθήκοντος κινήσεις, το κεφάλι σκυφτό, σκυμμένος ο αυχένας, η καταμέτρηση.
Τέτοιους αγαπώ – ξεχύνομαι, περνώ ελεύθερα, […]
Μα η έκφραση του καλοκαμωμένου άντρα δεν φαίνεται μοναχά στο πρόσωπό του,
Τη βλέπεις στα άκρα και στις κλειδώσεις του, παράδοξο, κι όμως βρίσκεται στους αρμούς των γοφών και των καρπών του,
Τη βλέπεις στην περπατησιά του, στο στητό λαιμό, στο λύγισμα της μέσης και των γονάτων του, τα ρούχα δεν τον κρύβουν,
Η γλυκιά του δύναμη ξεπροβάλλει μέσα απ’ τη φανέλα και την τσόχα,
Η θέα του καθώς περνά φανερώνει όσα και το ύψιστο ποίημα, ίσως και πιο πολλά,
Κόβεις λίγο το βήμα να δεις τη ράχη, τον αυχένα, τις ωμοπλάτες του. [...]
Ο κολυμβητής που κάνει το μπάνιο του γυμνός, τον βλέπεις να σχίζει με απλωτές τη διάφανη σμαραγδένια επιφάνεια, ή να ξαπλώνει ανάσκελα και σιωπηλά να πλέει πέρα-δώθε όπως τον πάει το νερό,
Το κύρτωμα μια μπρος, μια προς τα πίσω των κωπηλατών στις λέμβους, ο καβαλάρης πάνω στη σέλα του, […]
Το παλικάρι που τσαπίζει το αραποσίτι, ο αμαξάς που οδηγεί τα έξι του άλογα μέσα απ’ το πλήθος,
Των παλαιστών η πάλη, δυο παραγιοί, σχηματισμένοι άντρες πια, όλο σφρίγος και καλή καρδιά, ντόπια παιδιά, έξω στην αλάνα με τη δύση, ύστερα απ’ τη δουλειά,
Σακάκια και καπέλα πεταμένα, ο εναγκαλισμός της αγάπης και του αγώνα,
Η πάνω λαβή και η κάτω, τα μαλλιά ανάκατα, τυφλώνουν τα μάτια.
Η προέλαση των πυροσβεστών με τη στολή τους, το παιχνίδισμα των αντρίκιων μυώνων μέσα από τα εφαρμοστά παντελόνια και τις ζώνες .
Η αργή επιστροφή από την πυρκαγιά, η ανάπαυση προτού χτυπήσει πάλι ξαφνικά το καμπανάκι, το άκουσμα του συναγερμού,
Οι φυσικές, τέλειες του καθήκοντος κινήσεις, το κεφάλι σκυφτό, σκυμμένος ο αυχένας, η καταμέτρηση.
Τέτοιους αγαπώ – ξεχύνομαι, περνώ ελεύθερα, […]
Κολυμπώ με
τους κολυμβητές, παλεύω με τους παλαιστές, βαδίζω στη γραμμή με τους
πυροσβέστες, και στέκω, αφουγκράζομαι, μετρώ.
Ουώλτ Ουίτμαν
(ΗΠΑ)
1 σχόλιο:
άδικο είχε ;
Ξενικός
Δημοσίευση σχολίου