Επιφανείς παράνομοι από τη σκιά στο προσκήνιο
Στο βιβλίο του Μπραμ εξιστορείται η διαδρομή της γκέι λογοτεχνίας των ΗΠΑ
Τhe Economist/kathimerini.gr, 19-2-2012
Christopher Bram: Eminent Outlaws. The Gay Writers Who Changed America (εκδ. Twelve)
Η κύρια διαφορά ίσως ανάμεσα στο κίνημα για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και τα κινήματα για τη χειραφέτηση των γυναικών ή τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων ήταν η εξής: προτού οι ομοφυλόφιλοι μπορέσουν να συνασπισθούν εναντίον των διακρίσεων, έπρεπε πρώτα να μάθουν, στα φοβισμένα και κλειστοφοβικά χρόνια των μέσων του 20ού αιώνα, ότι υπήρχαν κι άλλοι ομοφυλόφιλοι με τους οποίους να συνασπισθούν.
Και ο τρόπος που το ανακάλυψαν αυτό ήταν μέσω της λογοτεχνίας - των βιβλίων που μίλησαν, στην αρχή με υπονοούμενα και παρένθετες σιωπές, έπειτα όλο και πιο άμεσα, για το τι σημαίνει και πώς βιώνεται η ερωτική έλξη για το ίδιο φύλο. Με δεδομένη τη μεγάλη προσοχή που έχουν προσελκύσει οι γυναίκες και οι μαύροι συγγραφείς και το πόσο συνηθισμένες πλέον είναι οι γκέι ιστορίες στην πεζογραφία, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, είναι αξιοσημείωτο ότι το έργο του Κρίστοφερ Μπραμ «Επιφανείς παράνομοι» αποτελεί την πρώτη προσπάθεια για μια συνολική καταγραφή αυτής της λογοτεχνικής παράδοσης.
Οι δεκαετίες
Ιχνηλατεί τα θέματα που εξερεύνησαν κυρίως οι άνδρες γκέι συγγραφείς: τον καταδικασμένο έρωτα και την αυτοκαταστροφική μυστικότητα τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 (στα μυθιστορήματα «Η πόλη και ο στυλοβάτης» του Γκορ Βιντάλ και «Το δωμάτιο του Τζοβάνι» του Τζέιμς Μπόλντουιν)· την γεμάτη έξαψη απελευθέρωση και τις απρόβλεπτες, αμήχανες σχέσεις τη δεκαετία του ’60 (στο «Howl» του Αλεν Γκίνσμπεργκ και «The Boys in the Band» του Μαρτ Κρόουλερ)· την ασυγκράτητη σεξουαλική ελευθερία και το ξεκίνημα μιας ευτυχισμένης ομαλότητας στα ’70 (στο «Faggots» του Λάρι Κράμερ και το «Tales of the City» του Αρμιστεντ Μόπιν)· το μεγάλο χτύπημα του έιτζ τη δεκαετία του ’80 («Angels in America» του Τόνι Κούσνερ)· και, από τη δεκαετία του ’90 και μετά, το βαθμιαίο πέρασμα της γκέι εμπειρίας στον βασικό κορμό της αμερικανικής ζωής.
Οι μεγάλοι βρίσκονται όλοι εδώ - Γκίνσμπεργκ, Μπόλντουιν, Τζακ Κέρουακ, Ουίλιαμ Μπάροουζ, Τενεσί Ουίλιαμς, Τρούμαν Καπότε, Κρίστοφερ Ισεργουντ, Εντμουντ Γουάιτ και ο πανταχού παρών Γκορ Βιντάλ, ο οποίος στα 86 του παραμένει ο μεγάλος γκουρού, ή όπως το θέτει ο Κρίστοφερ Μπραμ, «ο νεραϊδονονός» των γκέι γραμμάτων.
Αντλώντας από βιογραφίες και απομνημονεύματα, ο Κρίστοφερ Μπραμ, ο οποίος είναι κι αυτός ένας καταξιωμένος γκέι πεζογράφος, υφαίνει μια χαλαρή «κουτσομπολίστικη» αφήγηση για τις φιλίες, τις αντιπαλότητες και τους έρωτες που έδωσαν στους γκέι συγγραφείς την πρώτη ύλη τους.
Καθώς η εξιστόρηση προχωράει προς τη δική του εποχή (είναι 60 ετών), αισθάνεται κανείς ότι γίνεται πιο προσεκτικός στον σχολιασμό του. Εξακολουθεί, ωστόσο, να προσφέρει πολλές οξυδερκείς παρατηρήσεις για τις περίπλοκες σχέσεις των πρωταγωνιστών του μεταξύ τους και απέναντι στα προβλήματα της γκέι πολιτικής.
Είναι επίσης ένας οξυδερκής λογοτεχνικός κριτικός και δεν διστάζει να επαινεί συγγραφείς που θαυμάζει και να επισημαίνει τα ελαττώματα άλλων. Ο Κρίστοφερ Μπραμ αποδίδει την παραμέληση αυτής της σημαντικής πτυχής της λογοτεχνικής ιστορίας στην επίμονη δυσφορία του «στρέιτ» κόσμου απέναντι στην υπερβολικά ανοιχτή εκδήλωση της ομοφυλοφιλίας.
Τα όρια
Αυτός ο επιτιμητικός σχολιασμός που κάνει, όμως, προχωράει ενίοτε πολύ μακριά. Το να περιορίζει τη μελέτη του στους άνδρες ομοφυλόφιλους των αμερικανικών γραμμάτων είναι θεμιτό -τα βιβλία πρέπει κάπου να χαράσσουν τα όριά τους- στη συνέχεια όμως τους κλείνει μέσα στο πολιτιστικό φρούριο των αρρένων ομοφυλόφιλων.
Οταν κάνει λόγο για λογοτεχνικές επιρροές, αυτές αφορούν άλλους γκέι συγγραφείς της ίδιας ομάδας, σάμπως να ήταν άσχετη η υπόλοιπη λογοτεχνία. Και σχεδόν ποτέ δεν έχει έναν καλό λόγο να πει για τα εγχειρήματα των γκέι συγγραφέων σε πεδία άσχετα με την ομοφυλοφιλία.
Αυτό φαίνεται να καθοδηγείται από την πεποίθησή του, που δηλώνεται στον επίλογο, ότι «ένας ομοφυλόφιλος άνδρας που δεν γράφει παρά μόνο στρέιτ ιστορίες δουλεύει με μισή καρδιά». Υπάρχει βέβαια κάποια αλήθεια σ’ αυτό· όπως επισημαίνει ο Μπραμ, συγγραφείς όπως ο Κρίστοφερ Ισεργουντ και ο Τενεσί Ουίλιαμς, οι οποίοι αναγκάστηκαν να κρύψουν την ομοφυλοφιλία τους στα γραπτά τους, υπέστησαν μεγάλη εσωτερική καταπίεση, ενώ το έργο τους, στερημένο από την τροφή της προσωπικής εμπειρίας, υπέφερε κι αυτό. Υποστηρίζει, όμως, ότι ακόμα και οι επιτυχίες τους (όπως το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» του Αλμπι, μια δεξιοτεχνική κατεδάφιση του γάμου), δεν αξίζουν τον κόπο, άποψη ιδιαίτερα προβληματική, ιδιαίτερα για τη νέα και λιγότερο τραυματισμένη γενιά συγγραφέων.
Εξαιτίας ίσως αυτής της στάσης του, ο Μπραμ δεν αγγίζει αυτό που σίγουρα αποτελεί ένα κεντρικό ερώτημα για το βιβλίο: καθώς η ομοφυλοφιλία δεν κατοικεί πλέον στο περιθώριο και γίνεται μια περιοχή που στρέιτ συγγραφείς εξερευνούν ανεμπόδιστα (μια από τις πιο γνωστές γκέι ταινίες των τελευταίων χρόνων ήταν το «Brokeback Mountain», βασισμένη στο αφήγημα της παντρεμένης τρεις φορές Αννι Προυλ), ποιο θα είναι στο μέλλον το «προνομιούχο» πεδίο για τους γκέι συγγραφείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου