20.7.06

ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΠΑΘΟΥΣ

Στον αστερισμό του ερωτικού πάθους
(Βιβλιοθήκη 14/7/06)
Η Χριστίνα Ντουνιά ανήκει στους κριτικούς της νεότερης γενιάς, που όχι μόνο κοινοποιούν φρέσκες ιδέες στις πανεπιστημιακές αίθουσες, αλλά, ταυτόχρονα, εμπλουτίζουν την κριτική γραφή με ελκυστική γλώσσα.
Τελευταία κριτική per-sona της Αρτινής πανεπιστημιακού, η Ντόρα Ρωζέττη και η Ερωμένη της (εκδόσεις «Μεταίχμιο»). Το λανθάνον λεσβιακό ρομάντζο ανατάραξε εκτός από τα φιλολογικά μας πράγματα (για την ταυτότητά της ερίζουν λογοτέχνες και μη) και τους σαπφικούς κύκλους (στο Διαδίκτυο την έχουν ήδη αναγορεύσει σε εμβληματική μορφή). Ωστόσο το ενδιαφέρον της Ντουνιά για το Μεσοπόλεμο έχει διάρκεια, πάθος και μέθοδο. Μ' άλλα λόγια, τα εκάστοτε πρόσωπα που επιλέγει είναι προσεκτικά οργανωμένες αφορμές για να φωτίσουν (κι όχι για να κουτσομπολέψουν) μια κρίσιμη και παρεξηγημένη περίοδο των γραμμάτων μας, που ο απόηχός της φτάνει ώς τις μέρες μας.
Σ' αυτή τη συνομιλία ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι το ενδιαφέρον της λογοτεχνίας για την αναψηλάφηση του ιστορικού ή φιλολογικού μας παρελθόντος, το μόνο που δεν υποδηλώνει είναι απουσία μυθοπλασίας. Ενώ, συμμετρικά, η δυσπιστία του αναγνωστικού κοινού (ενίοτε και του ειδικού) σε βιβλία που δοκιμάζουν την ερευνητική βάσανο (πατώντας ή όχι στη λογοτεχνία τεκμηρίων), πηγάζει από μια ριζωμένη μυθοποίηση της Επινόησης ή, ένα και το αυτό, από μια αδιαπραγμάτευτη πρόσληψη της Πραγματικότητας.
- Τελικώς είσαι αθεράπευτα μεσοπολεμική, αριστερή, εσχάτως δε και μεταφεμινίστρια;
«Ας αρχίσω από τα αυτονόητα. Πιστεύω στην ελευθερία της έκφρασης, ιδεολογικής, ερωτικής ή καλλιτεχνικής. Και με ενδιαφέρει η περίοδος του Μεσοπολέμου επειδή τότε τίθενται για πρώτη φορά συλλογικά αυτά τα ζητήματα. Οταν δηλαδή φτάνουν και στην Ελλάδα οι θεωρίες του Φρόιντ, ο απόηχος της Οκτωβριανής Επανάστασης, αλλά και τα νεωτερικά καλλιτεχνικά κινήματα. Στον αστερισμό αυτών των ιδεών γεννήθηκε το μυθιστόρημα της Ρωζέττη, αφού μέσα στην επαναστατημένη διάθεση της μεσοπολεμικής νεότητας βρήκε γόνιμο έδαφος η έκφραση ενός απαγορευμένου ερωτικού πάθους.
Βέβαια, αν ο άνεμος ελευθερίας που πνέει στα φοιτητικά και καλλιτεχνικά στέκια επιτρέπει στη Ρωζέττη να κάνει την παράτολμη κίνησή της, η ελληνική κοινωνία δεν είναι ακόμα έτοιμη να τη δεχτεί. Το θέμα του βιβλίου αποτελεί σίγουρα ταμπού για την εποχή του, και όχι μόνον. Η συγγραφέας κινδύνευε με απομόνωση κοινωνική, το εγχείρημά της ίσως να είχε και ποινικές συνέπειες. Γι' αυτό και εμφανίστηκε με ψευδώνυμο».
- Η Μικέλα Χαρτουλάρη, επικαλούμενη σχετική συζήτησή σας, αναφέρεται στα «Νέα» για ετερώνυμο της Μέλπως Αξιώτη ή της Ελλης Παπαδημητρίου. Σε πρόσφατο τεύχος της «Οδού Πανός» η Ελένη Μπακοπούλου καταθέτει μια εξονυχιστική μαρτυρία της συγγραφέως που ανέσυρες από την αφάνεια. Ο Φίλιππος Δρακονταειδής, στον «Πόρφυρα», παρουσιάζει μία ακόμα εκδοχή: τη Ντόρα Ρωζέττη ως συγγενή του ζωγράφου Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη. Τελικώς, για να μην καλέσουμε την Νικολούλη να βάλει τάξη, τη φιλολογική σου περιέργεια την παρενοχλεί η ανθρώπινη;
«Οταν αποφάσισα να επανεκδώσω το λανθάνον μυθιστόρημα της Ρωζέττη συζήτησα σε φιλικούς κύκλους υποθέσεις σχετικά με την ταυτότητά της. Αν αποδεικνυόταν ότι η Ρωζέττη είχε εξελιχθεί σε δόκιμη συγγραφέα, αυτό θα ενδιέφερε οπωσδήποτε τη φιλολογική κοινότητα, και όχι μόνον. Ωστόσο, πέρα από ορισμένες συμπτώσεις βιογραφίας και ενδοκειμενικών στοιχείων, οι υποθέσεις μου δεν επαληθεύτηκαν. Η αυτόγραφη αφιέρωση που εντόπισα καθυστερημένα στο αντίτυπο της βιβλιοθήκης Καβάφη (την οποία πρόσφατα δημοσίευσε φωτοτυπημένη στο "Βήμα" ο Μανόλης Σαββίδης, διευθυντής του Σπουδαστηρίου Νέου Ελληνισμού) δεν βοήθησε ιδιαίτερα στη διαδικασία της ταυτοποίησης. Ετσι, στο Επίμετρο του βιβλίου, φρονίμως ποιούσα, δεν διατύπωσα καμία υπόθεση σχετικά με το όνομα της συγγραφέως».
- Τα δημοσιεύματα που ακολούθησαν σχετικά με την ταυτότητά της Ρωζέττη έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού προς το παρόν δεν έχουμε κανένα δικό της αυτόγραφο κείμενο. Η κ. Μπακοπούλου δίνει σοβαρές πληροφορίες βασισμένη σε συζητήσεις που είχε πριν από 22 χρόνια με τη συνταξιούχο γιατρό Ελένη Καλογλοπούλου, η οποία -κατά δήλωσή της- είχε γράψει το ημερολόγιο στο οποίο βασίστηκε ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος «Η ερωμένης της». Σύμφωνα με αυτή τη μαρτυρία, η Καλογλοπούλου αναφέρεται με ψυχρότητα στις φιλίες και τις ιδέες της νεότητάς της, αφού στη δεκαετία του '30 παντρεύτηκε κάποιον επιχειρηματία -το μόνο ίσως θετικό πρόσωπο στη διήγησή της- και επηρεασμένη από αυτόν έγινε φιλοναζίστρια και ακροδεξιά. Σύμφωνα τώρα με την εκδοχή του κ. Φίλιππου Δρακονταειδή, η συγγραφέας ονομαζόταν Θεοδώρα Τριανταφυλλίδη, ήταν χημικός και έφυγε γύρω στο 1930 για την Αγγλία...
«Η συζήτηση ωστόσο, τουλάχιστον για τη δική μου οπτική των πραγμάτων, θα πρέπει να επικεντρώνεται κατ' αρχήν στο βιβλίο και στην όποια σημασία του, ιστορική ή λογοτεχνική».
-Στην κατά Μπακοπούλου Ρωζέττη συγγραφείς της «Ερωμένης» δεν είναι η ίδια αλλά δύο φίλοι της λόγιοι (ο Σημηριώτης κι ο Τσουκαλάς), που λαθραία μεταμόρφωσαν το ημερολόγιο μιας τολμηρής ψυχοστασίας σε προκλητικό ρομάντζο. Φυσικά, αν ισχύει αυτή η εκδοχή, ανατρέπεται όλο το σκηνικό...
«Πράγματι, σύμφωνα με εκδοχή της κ. Μπακοπούλου, η Καλογλοπούλου της εξομολογήθηκε ότι ήταν μεν η ηρωίδα, αλλά όχι η συγγραφέας του μυθιστορήματος. Γι' αυτό και είχε πάρει τις αποστάσεις της από το βιβλίο "Η ερωμένη της", το οποίο εμφανίζει ως δημιούργημα δύο ανδρών που χρησιμοποίησαν κατά το δοκούν τις ημερολογιακές σημειώσεις της, τις ενέταξαν σε ένα μυθοπλαστικό υλικό και το εξέδωσαν εν αγνοία της με το ψευδώνυμο Ντόρα Ρωζέττη. Ο Τσουκαλάς, με τον οποίο έχω κάπως ασχοληθεί στο βιβλίο μου "Λογοτεχνία και Πολιτική στον Μεσοπόλεμο" ("Καστανιώτης", 1996), είναι φίλος του Λαπαθιώτη και εκδίδει το 1927 το "Κουρασμένος απ' τον έρωτα", ένα πρωτόλειο αφήγημα για τους νυχτερινούς περιπάτους του ποιητή και τον κόσμο των ναρκωτικών. Θα μπορούσε δηλαδή να βρίσκεται στον κύκλο της Ρωζέττη και να αξιοποιήσει συγγραφικά το ημερολόγιό της. Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι η βιογραφία της Καλογλοπούλου (αν δεχτούμε ότι αυτή είναι η συγγραφέας του ημερολογίου), παρουσιάζει σοβαρές αποκλίσεις από τη ζωή της ηρωίδας του βιβλίου. Ετσι, η ηρωίδα του μυθιστορήματος σπουδάζει Χημεία, παίρνει το πτυχίο της το 1928, εργάζεται σε εργοστάσιο σακχαρωδών προϊόντων του αιγαιοπελαγίτικου νησιού της καταγωγής της και τελικά φεύγει με την αγαπημένη της στην Ιταλία. Αντιθέτως, η Καλογλοπούλου καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, πήρε το πτυχίο της Ιατρικής το 1930, -δηλαδή μετά την έκδοση του βιβλίου-, δεν εργάστηκε ποτέ σε εργοστάσιο και παρέμεινε στην Ελλάδα».
- Νομίζω ότι ακόμα και ο τίτλος: «Η ερωμένη της» αντί του: «Η ερωμένη μου» μπορεί να ερμηνευθεί ως επιλογή ενός συγγραφέα ξένου προς το ημερολογιακό/ βιωματικό υλικό. Πρόκειται για μια ανατρεπτική εκδοχή, φιλολογικώς ερεθιστική, η οποία κατά έναν τρόπο δικαιώνει όσους υποθέτουν ότι το εγχείρημα αυτό ανήκει σε άντρα συγγραφέα, αλλά μένει να ενισχυθεί με αποδεικτικό υλικό.
Το κείμενο που έχουμε στα χέρια μας είναι άνισο. Υπάρχουν σελίδες φρεσκάδας και εξομολογητικής δύναμης αλλά και σελίδες λυρικών εξάρσεων και κοινοτοπιών -σελίδες όπου η ανάγκη της κοινολόγησης της λεσβιακής εμπειρίας υπερισχύει της λογοτεχνικής μεταρσίωσής της...
«Το κείμενο από λογοτεχνικής πλευράς είναι πράγματι άνισο. Η αφηγήτρια δεν περιορίζεται ωστόσο μόνο στην προβολή των ερωτικών της επιλογών, αλλά διακρίνεται και για τη δυναμική της στάση απέναντι στα κοινωνικά στερεότυπα σχετικά με το ρόλο της γυναίκας. Διεκδικεί την προσωπική της ευτυχία, αλλά και την υπερηφάνεια της, μέσα από την ειλικρίνεια των αισθημάτων και των ιδεών της. Προσόν της είναι η αμεσότητα της έκφρασης και η ικανότητα να μιλάει για το ουσιώδες, έστω και αν διολισθαίνει κάποτε σε μελοδραματικές κοινοτοπίες και γλυκερούς τόνους. Το χιούμορ και η ικανότητα αυτοσαρκασμού τη συγκρατούν από τη ροπή προς μια ακατάσχετη αισθηματολογία, και έτσι ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει μέσα από τις σελίδες της την ανάδυση μιας υποκειμενικότητας εξαιρετικά μοντέρνας για την εποχή της. Ειδικά η επινόηση του τέλους ίσως υποδεικνύει έμμεσα ότι μια τέτοια σχέση δεν είναι πάντα καταδικασμένη στην αποτυχία ή στην καταστροφή. Το αξιολογώ και αυτό, ως δείγμα ιδεολογικής τόλμης, έστω και αν μοιάζει προβληματικό λογοτεχνικά.
Το βιβλίο της Ρωζέττη θα πρέπει πάντως να βρει τη θέση του στην ιστορία της λογοτεχνίας μας. Και με την ευκαιρία αυτή επισημαίνω ότι ήδη αναφέρεται ως ένα μυθιστόρημα "παρεκκλίνοντος ερωτικού πάθους" στη γαλλόφωνη και εξαιρετικά συνοπτική ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας του καθηγητή Αντρέ Μιραμπέλ, που εκδόθηκε το 1953 στη σειρά των "Que sais-je;", πλάι στο μεσοπολεμικό έργο του Κοσμά Πολίτη. Είναι ένα ενδιαφέρον στοιχείο που αγνοούσα όταν έγραφα το Επίμετρο του βιβλίου και το οποίο έχει τη σημασία του».
- Ποια ήταν η υποδοχή του βιβλίου στους σαπφικούς κύκλους;
«Εξαιρετικά θερμή, όπως τουλάχιστον διαπιστώνω από συζητήσεις που έγιναν σε παρουσιάσεις του βιβλίου, αλλά και από τις σχετικές σελίδες του Διαδικτύου. Είναι σαν να ανακαλύπτουν μια βαθιά κρυμμένη ρίζα στο οικογενειακό τους δέντρο. Υπάρχουν αξιόλογες φωνές στο χώρο αυτό που διεκδικούν με σοβαρότητα την ελεύθερη έκφρασή τους».
- Εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει μια συνέχεια της γραφής της «Ερωμένης της», η Ρωζέττη υπήρξε ένας κομήτης που μάλλον έσβησε. Μήπως, κατά βάθος, η λογοτεχνία μας συμφιλιώθηκε με την αντρική, αλλά όχι με τη γυναικεία ομοφυλοφιλία;
«Ετσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Και ίσως να μην είναι τυχαίο ότι το 2000, εβδομήντα χρόνια μετά το εγχείρημα της Ρωζέττη, κυκλοφόρησε ένα λεσβιακό μυθιστόρημα -το "Μόνο γυναίκες" της Μάρας Σέη, εκδ. "Κέδρος"- από μια πρωτοεμφανιζόμενη νεαρή συγγραφέα, πάλι με ψευδώνυμο! Αντανακλάται σίγουρα και εδώ το ιστορικό πρόβλημα της ανισότητας των δύο φύλων στην ελληνική πραγματικότητα. Ας μην ξεχνάμε ότι η ποίηση του Καβάφη με την τεράστια απήχησή της λειτούργησε απελευθερωτικά για την έκφραση της ανδρικής ομοφυλοφιλίας στη λογοτεχνία, όχι μόνο σε εγχώρια, αλλά κυρίως σε διεθνή κλίμακα. Οι άντρες είναι για λόγους ιστορικούς και κοινωνικούς πιο τολμηροί, δεν πιστεύω πάντως ότι θα πρέπει να βιάζουμε τα πράγματα. Οσοι και όσες νιώθουν την ανάγκη, μπορούν πια στην εποχή μας να μιλήσουν ανοιχτά, αξιοποιώντας τη σχετική -έστω υποκριτική- ανεκτικότητα της σύγχρονης κοινωνίας μας. Για αρκετούς όμως το ερωτικό βίωμα παραμένει μια ιδιωτική υπόθεση, και αυτό είναι νομίζω σεβαστό».

Δεν υπάρχουν σχόλια: