Η
αναπαραγωγή της θεωρίας για την «ταυτότητα φύλου» και πού στοχεύει
Ευτυχία ΧΑΪΝΤΟΥΤΗ (rizospastis.gr, 1/6/2014)
Από τις διακηρύξεις της ΕΕ ενάντια στις διακρίσεις με
βάση το γενετήσιο προσανατολισμό, τις νομοθετικές ρυθμίσεις και τις δικαστικές
αποφάσεις για την αναγνώριση του «τρίτου φύλου» σε μια σειρά χώρες, μέχρι το διαγωνισμό
της «Eurovision», που ανέδειξε στην πρώτη θέση έναν ομοφυλόφιλο καλλιτέχνη που
αρέσκεται να εμφανίζεται στη σκηνή ντυμένος ως γυναίκα, η συζήτηση γύρω από την
«ταυτότητα φύλου» κρατιέται συνεχώς στην επικαιρότητα. Μέσα από τις πλευρές της
συζήτησης αυτής, τα θέματα που ανακινεί και τις αντιπαραθέσεις που πυροδοτεί,
φαίνεται να υπηρετείται μια αξιοσημείωτα πολύπλευρη στόχευση.
Γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα, ανοίγει μια αρκετά
μεγάλη «βεντάλια» από θέματα, ενδεικτική σε πολλές περιπτώσεις για τον τρόπο
που αυτό αξιοποιείται στο πλαίσιο του σχεδιασμού της αστικής τάξης, ακόμα και
στο πεδίο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Παράλληλα, υπάρχει η ιδεολογική
πλευρά, που αφορά τις λεγόμενες «θεωρίες φύλου». Πρόκειται για το θεωρητικό
υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στηρίζεται η προσπάθεια της αστικής τάξης να παρέμβει
στη συνείδηση, να καλλιεργήσει πρότυπα, να διαμορφώσει κριτήρια γύρω από το τι
είναι προοδευτικό και τι συντηρητικό προσαρμοσμένα στις δικές της αξίες και
ανάγκες.
Πολύπλευρη αξιοποίηση
Εύγλωττο παράδειγμα για τους πολλαπλούς στόχους που
εξυπηρετούνται μέσα από την ανακίνηση του θέματος, αποτελεί η υποδοχή της νίκης
της «γυναίκας με το μούσι», από εγχώρια και διεθνή μέσα ενημέρωσης, στη
«Eurovision». Η νίκη του καλλιτέχνη που εμφανίζεται στη σκηνή ως γυναίκα,
χαρακτηρίστηκε νίκη ενάντια στις προκαταλήψεις και την ομοφοβία, χτύπημα στο
συντηρητισμό και το ρατσισμό. Πολλοί είδαν στη συγκεκριμένη περίπτωση την
προσωποποίηση των «αξιών της Ευρώπης» και πανηγύρισαν τον «πλουραλισμό», το
«σεβασμό της διαφορετικότητας», της «ελευθερία του ατόμου». Δεν έλειψαν οι
προσκλήσεις για μια «προοδευτική» και όχι «συντηρητική» Ευρώπη σε σύνδεση και
με τις επικείμενες σε εκείνη τη φάση ευρωεκλογές. Ακόμα παραπέρα, η φιλολογία
σχετικά με τις αξίες της ΕΕ συνοδεύτηκε από την αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Το
αποτέλεσμα του διαγωνισμού ερμηνεύτηκε ως μήνυμα καταδίκης της Ρωσίας όσον
αφορά τη στάση της απέναντι στους ομοφυλόφιλους αλλά και τη γενικότερη πολιτική
της. Ολα αυτά σε μια συγκυρία καθόλου αθώα, καθώς στην Ουκρανία κλιμακώνονταν
οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη και η ΕΕ παρείχε τη στήριξή
της στην κυβέρνηση που συγκροτήθηκε με τη συμμετοχή εθνικιστικών και φασιστικών
στοιχείων.
Η αξιοποίηση του ζητήματος στο πλαίσιο των
ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και ανταγωνισμών, έχει εξάλλου και προηγούμενο.
Λίγους μήνες νωρίτερα είχε προηγηθεί ανάλογη προστριβή ανάμεσα σε ΗΠΑ και
Ρωσία, για τον ίδιο λόγο, για τη νομοθεσία δηλαδή της Ρωσίας που απαγορεύει την
«ομοφυλοφιλική προπαγάνδα στους ανηλίκους». Μάλιστα, στην αντιπαράθεση αυτή οι
ίδιοι οι Πρόεδροι των δύο χωρών κράτησαν για τους εαυτούς τους πρωταγωνιστικούς
ρόλους. Πίσω από τη βιτρίνα της διαμάχης για την ομοφυλοφιλία βρίσκονται οι
αντιπαραθέσεις και οι ανταγωνισμοί που οξύνονται ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά
κράτη. Ανταγωνισμοί που «μεταμφιέζονται» σαν μια αντιπαράθεση ανάμεσα στους
Ρώσους, υποτιθέμενους προστάτες και θεματοφύλακες των «παραδοσιακών
οικογενειακών αξιών», και στην ΕΕ και τις ΗΠΑ, που παίζουν το ρόλο των
υπερασπιστών των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ομοφυλόφιλων.
Το ίδιο θέμα έχει λειτουργήσει ως εργαλείο για την
κατασκευή στρεβλών αντιπαραθέσεων και διπόλων εντός των τειχών του αστικού
πολιτικού συστήματος μιας σειράς χωρών. Αν πάμε λίγο πιο πίσω, θα θυμηθούμε ότι
το ζήτημα της θεσμοθέτησης του γάμου ανάμεσα σε άτομα του ίδιου φύλου είχε
γίνει «σημαία» από το Φρανσουά Ολάντ κατά την περίοδο της προεκλογικής του
εκστρατείας, το 2012. Η δέσμευση για αναγνώριση του δικαιώματος σε άτομα του
ίδιου φύλου να παντρεύονται και να υιοθετούν παιδιά, δεν απέκτησε κεντρική θέση
μόνο κατά την προεκλογική περίοδο, όταν παρουσιάστηκε σαν σημείο τομής ανάμεσα
στους «προοδευτικούς» ψηφοφόρους του Γάλλου σοσιαλδημοκράτη έναντι των
«συντηρητικών» του αντιπάλων. Συνέχισε να αξιοποιείται σαν διαχωριστική γραμμή
και στη συνέχεια. Μάλιστα, μπροστά στην τελική έγκριση του νόμου, την άνοιξη
του 2013, σημειώθηκαν από τη μια πανηγυρισμοί των υποστηρικτών του Γάλλου
Πρόεδρου και από την άλλη κινητοποιήσεις με την καθολική εκκλησία και το
ακροδεξιό «Εθνικό Μέτωπο» να έχουν σημαντικό ρόλο σε αυτές. Είναι
χαρακτηριστικό ότι σε συνθήκες κλιμάκωσης της αντιλαϊκής πολιτικής, οι
μεγαλύτερες κινητοποιήσεις στη Γαλλία έγιναν γύρω από το παραπάνω ζήτημα.
Στα παραπάνω πρέπει ακόμα να προστεθεί η αξιοποίηση
του ζητήματος στο πλαίσιο της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, έτσι που η
υποτιθέμενη καταπίεση των ομοφυλόφιλων παρουσιάζεται ως απόδειξη για την
«ανελευθερία» των σοσιαλιστικών δημοκρατιών. Ακόμα παραπέρα, η συζήτηση
τροφοδοτεί τη θεωρία των «ολοκληρωτισμών» και των «δύο άκρων», ενισχύει την
προσπάθεια εξίσωσης του κομμουνισμού με το ναζισμό, της παρουσίασής τους σαν
δυο ανελεύθερα ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Ανορθολογικές θεωρίες που βρίσκουν πρακτική εφαρμογή
Οσον αφορά στις «θεωρίες φύλου», το κοινό τους
περίγραμμα και η αφετηρία από την οποία εκκινούν σε όλες τις εκδοχές τους,
είναι ο διαχωρισμός ανάμεσα στο «βιολογικό» και το «κοινωνικό» φύλο, ανάμεσα
στη γενετήσια ταυτότητα και την έμφυλη ταυτότητα, το ρόλο που δίνει στο άτομο η
κοινωνία. Το φύλο δηλαδή δεν αντιπροσωπεύει, σύμφωνα με τη θεωρητική αυτή
προσέγγιση, μια σταθερή, βιολογική ιδιότητα αλλά ένα «ρόλο». Αντίστοιχα, ο
διαχωρισμός με βάση το φύλο αντιμετωπίζεται ως κοινωνικά κατασκευασμένος και
όχι ως βιολογικά προσδιορισμένος. Η επιβολή ανδρικών και γυναικείων ταυτοτήτων
και τα στερεότυπα υποδεικνύονται ως αιτίες της φυλετικής καταπίεσης, ενώ ως
ζητούμενο τελικά προβάλλεται η χειραφέτηση του «κοινωνικού» φύλου από το
«βιολογικό» φύλο. Υποστηρίζεται, σε γενικές γραμμές, πως μέσα από την αντίσταση
στις επιβεβλημένες ανδρικές και γυναικείες ταυτότητες, την εναντίωση στις
«κανονιστικές αρχές» και τους κανόνες της σεξουαλικότητας, το άτομο μπορεί να
πετύχει τον αυτοπροσδιορισμό του και να σχηματίσει μια ταυτότητα τελείως
προσωπική. Η «αυτοδιάθεση» και ο «αυτοπροσδιορισμός» προβάλλεται ως ζητούμενο,
προκειμένου το κάθε άτομο να επιλέγει, να προσδιορίζει το φύλο του σύμφωνα με
τις επιθυμίες του και τον τρόπο που αισθάνεται.
«Το φύλο που μας αποδίδεται επισήμως κατά τη γέννησή
μας (αγόρι ή κορίτσι) εξαρτάται από τα σωματικά μας χαρακτηριστικά. Είναι όμως
πιθανό να μην ταιριάζει με την ταυτότητα του φύλου μας - δηλαδή με τον τρόπο
που αισθανόμαστε και σκεφτόμαστε γι' αυτό»: Τα παραπάνω αναφέρονται σε
ενημερωτικό έντυπο του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης
(FRA). Στο ίδιο έντυπο ο Οργανισμός σημειώνει: «Η κοινοτική νομοθεσία κατά των
διακρίσεων οφείλει να απαγορεύει ρητώς τις διακρίσεις λόγω ταυτότητας φύλου και
να προστατεύει επομένως όλους εκείνους που εκφράζουν ταυτότητα φύλου
διαφορετική από το φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννησή τους». Μια σειρά
κυβερνήσεις έχουν εφαρμόσει τα παραπάνω στην πράξη. Για παράδειγμα, η Γερμανία
αναγνωρίζει από τον περασμένο Νοέμβρη στα επίσημα έγγραφα που χορηγεί, το
«τρίτο», το απροσδιόριστο δηλαδή φύλο. Στη βάση της παραπάνω ρύθμισης, που
χαρακτηρίστηκε ακόμα και ως «νομική επανάσταση», βρίσκεται η υπόδειξη του
Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, σύμφωνα με την οποία η νομική αναγνώριση του
γένους στο οποίο ένα άτομο αισθάνεται ότι ανήκει, αποτελεί προσωπικό δικαίωμα
του ανθρώπου. Ακόμα πιο πρόσφατα, δικαστική απόφαση αναγνώρισε το «δικαίωμα» σε
Αυστραλό να αναγνωριστεί ως «ουδέτερο» φύλο, με το σκεπτικό πως «κανείς δεν
μπορεί να αφαιρέσει το δικαίωμα από κάποιον, που δεν θέλει να είναι ούτε άντρας
ούτε γυναίκα, να είναι ένα ον ουδέτερο». Στην Αργεντινή το Μάη του 2012
υιοθετήθηκε νόμος για την ταυτότητα φύλου που και επιτρέπει την αλλαγή φύλου
στα δημόσια έγγραφα μέσα από μια απλή διοικητική διαδικασία. Μάλιστα, ο νόμος
έχει εφαρμοστεί και στην περίπτωση 6χρονου παιδιού που γεννήθηκε αγόρι αλλά
ήθελε να είναι κορίτσι.
Στον πυρήνα της συζήτησης βρίσκεται η άποψη ότι το
φύλο δεν καθορίζεται από βιολογικά χαρακτηριστικά αλλά από το κοινωνικό
εποικοδόμημα, από την άποψη που έχει ο καθένας για αυτό, από τις ατομικές
επιλογές, τη στάση και τη συμπεριφορά του. Πρόκειται για άποψη που πατά στα
ίδια χνάρια με τις θεωρίες που προσπαθούν να παρουσιάσουν κάθε κοινωνικό,
ταξικό ή πολιτικό διαχωρισμό που αντικειμενικά υπάρχει, σαν αποτέλεσμα της
κοινωνικής συνείδησης και όχι της κοινωνικής πραγματικότητας. Να παρουσιάσουν
τη σημερινή κοινωνία, όχι σαν μια ταξική κοινωνία στην οποία υπάρχει
εκμετάλλευση και ανισότητα, αλλά γενικά μια κοινωνία «ίσων ευκαιριών», τις
οποίες άλλοι αξιοποιούν και άλλοι όχι, «ατομικών ελευθεριών» και άλλα παρόμοια.
Στην πραγματικότητα, ο καθένας και η καθεμιά δεν
πορεύεται μόνο με τις ατομικές επιλογές του αλλά σε ένα ευρύτερο κοινωνικό
πλαίσιο, το οποίο επιδρά σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και στις επιλογές
αυτές. Οι θιασώτες της απόλυτης ελευθερίας και των ατομικών επιλογών, στην
ουσία τσακίζουν στην ατομική συνείδηση, το δεσμό αυτό ανάμεσα στην κοινωνία και
το άτομο. Κρύβουν ότι αυτό που ενώνει τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από το φύλο
τους, είναι τα κοινά ταξικά συμφέροντα και η θέση που αντικειμενικά κατέχουν στην
παραγωγή. Φράζουν έτσι το μόνο δρόμο που μπορεί να οδηγήσει στην αλλαγή της
κοινωνικής πραγματικότητας, στην ανατροπή των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής
και των αντιλήψεων και των πρακτικών που βασίζονται πάνω σε αυτές.