10.6.09

ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Image Hosted by ImageShack.us
.
ΑΘΗΝΑ
Μάιος – Αύγουστος του 2003
Ο Αμπντέλ ήταν απαρηγόρητος. Καταριόταν την ώρα και τη στιγμή που είχε παρατήσει τον Όσκαρ για να πάει να ζήσει με μια γυναίκα χωρίς τίποτα το εξαιρετικό, ανάμεσα σε οπισθοδρομικούς ανθρώπους.
Τους πρώτους πέντε μήνες υπόμενε τη νέα του κατάσταση με αξιοθαύμαστη καρτερία. Από την πρώτη μέρα επαναλάμβανε πως χάρη σ’ εκείνον τον γάμο, η οικογένειά του είχε γλυτώσει την καταστροφή. Όμως, τον έκτο μήνα είδε με αξιοθρήνητη διαύγεια την κατάστασή του. Ναι, ήταν ο σωτήρας της οικογένειάς του όμως, με τίμημα να θαφτεί ζωντανός. Και επιπλέον, ένιωθε πως η ευημερία του Αλί Αλ-Μεγκράζι θα διαρκούσε λίγο, αφού ήταν βυθισμένος με γεροντικό πάθος στην λατρεία της ποίησης, στο χασίς και τις οδαλίσκες, και πολύ σύντομα θα χρεωκοπούσε για τρίτη φορά. Ήταν δίκαιο να θυσιαστεί από τα είκοσι πέντε του σ’ αυτή την απαίσια ζωή;
Ήταν αδύνατον ν’ αγαπήσει τη Λεϊλά, που ήταν όμορφη και άνοστη σαν κιθάρα χωρίς χορδές. Ο Αμπντέλ καταλάβαινε τώρα πόση σημασία είχε στη ζωή του ο Όσκαρ. Δεν ήταν μόνο η προσωπικότητά του, η συντροφικότητα και γ γενναιοδωρία του. Ήταν και ο κόσμος του, ο κοσμοπολιτισμός του, οι σχέσεις του με καλλιτέχνες της Αριστεράς, με άτομα δίχως προκαταλήψεις, ανθρώπους καλλιεργημένους, φίνους.
Τις τελευταίες μέρες, σ’ εκείνη τη τρύπα της Βεγγάζης, όπου κάτω από τη φοινικιά του Αμπντουλάχ απάγγελλε το Κοράνι ή μιλούσε για αγοραπωλησίες, πίστεψε αληθινά ότι θα έχανε τα λογικά του από τη μια στιγμή στην άλλη. (…)
Όταν στεκόταν μπροστά στο ταμείο για να πληρώσει, από τα μεγάφωνα ακούστηκε μια διαπεραστική φωνή που ανακοίνωνε τη λίστα αναμονής για μια πτήση προς Αθήνα.
Αθήνα, Αθήνα…
Σπρωγμένος από μία ακατανόητη δύναμη, έψαξε στο πορτοφόλι του και διαπίστωσε ότι ακόμα δεν είχε λήξει η προσωρινή άδεια παραμονής του στην Ελλάδα. Και σαν τον παχύσαρκο, που ύστερα από ένα χρόνο διαιτητικού ηρωισμού υποκύπτει μπροστά σε μια πολύχρωμη πίτσα αφήνοντας τη μυρωδιά από μοτσαρέλα και πεπερόνι να του τρυπήσει τα ρουθούνια ως την ψυχή, ο Αμπντέλ πλησίασε τα γκισέ των Ολυμπιακών Αερογραμμών και αγόρασε ένα εισιτήριο Ρώμη – Αθήνα – Ρώμη, στην τουριστική θέση.
Ύστερα από τρεις ώρες, στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος έπαιρνε τηλέφωνο και μάθαινε από τον τηλεφωνητή ότι ο Όσκαρ βρισκόταν στο Λονδίνο. Τα πόδια του άρχισαν να τρέμουν και τον έπιασε ταχυπαλμία. Ωστόσο, ύστερα από μερικά τηλεφωνήματα, εντόπισε τον Ουόρεν, ένα φίλο του Όσκαρ και του είπε πού θα τον έβρισκε.
Και το βράδυ κατάφερε να μιλήσει μαζί του.
«Θέλω να σε δω, έχω ανάγκη να …»
«Μ’ αγαπάς ακόμα;»
«Απελπισμένα, Όσκαρ» είπε και του ξέφυγε ένας λυγμός.

Ντανιέλ Τσαβαρία: Για τα μάτια σου (opera, 2007)
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: