Ο Σουλεϊμάν Α΄, γνωστός ως "ο
Μεγαλοπρεπής" στη Δύση και Κανουνί στην Ανατολή ( 6 Νοεμβρίου 1494 – 5
Σεπτεμβρίου 1566 ) ήταν ο δέκατος στη σειρά και ο πρώτος σε διάρκεια βασιλείας
Αυτοκράτορας, Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από το 1520 ως το θάνατό
του το 1566. Επίσης ήταν δισέγγονος του Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή. Ο Σουλεϊμάν
έγινε επιφανής μονάρχης της Ευρώπης του 16ου αιώνα προεδρεύοντας στο
αποκορύφωμα της στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής δύναμης της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Ο Σουλεϊμάν ηγήθηκε προσωπικά των Οθωμανικών στρατιών στην
κατάκτηση των Χριστιανικών προπυργίων του Βελιγραδίου, της Ρόδου, καθώς και του
μεγαλύτερου μέρους της Ουγγαρίας πριν οι κατακτήσεις του αναχαιτιστούν στην
Πολιορκία της Βιέννης το 1529. Προσάρτησε το μεγαλύτερο μέρος της Μέσης
Ανατολής στη σύγκρουσή του με τους Σαφαβίδες και μεγάλες εκτάσεις της Βόρειας
Αφρικής, δυτικά μέχρι την Αλγερία. Υπό την εξουσία του ο Οθωμανικός στόλος
κυριάρχησε στις θάλασσες από τη Μεσόγειο ως την Ερυθρά Θάλασσα και τον Περσικό
Κόλπου. Στο τιμόνι μιας επεκτεινόμενης αυτοκρατορίας, ο Σουλεϊμάν προσωπικά
εισήγαγε μεγάλες νομοθετικές αλλαγές σχετικά με την κοινωνία, την εκπαίδευση,
τη φορολογία και το ποινικό δίκαιο. Το κανονικό του δίκαιο ( ή Κανούνς )
καθόρισε τη μορφή της αυτοκρατορίας για αιώνες μετά το θάνατό του. Δεν ήταν
μόνο διακεκριμένος ποιητής και χρυσοχόος. Έγινε επίσης μεγάλος προστάτης του
πολιτισμού, επιβλέποντας τη «Χρυσή» εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην
καλλιτεχνική, λόγια και αρχιτεκτονική ανάπτυξή της. Ο Σουλεϊμάν ήταν πολύ
μορφωμένος και μιλούσε πέντε γλώσσες.Ήταν ο σπουδαιότερος Σουλτάνος της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς επέκτηνε πάρα πολύ τα σύνορα και βασίλεψε όσο
ποτέ κανένας άλλος. Σπάζοντας την Οθωμανική παράδοση ο Σουλεϊμάν παντρεύτηκε
μια κοπέλα του χαρεμιού, την Αλεξάνδρα Αναστασία Λισόφσκα (γνωστή επίσης ως
Ροξελάνη), που έγινε η Χουρέμ Σουλτάν. Την έχουν κάνει πολύ διάσημη οι
δολοπλοκίες της ως βασίλισσας στην αυλή και η προσωπική της εξουσία πάνω στο
Σουλτάνο. Ο γιος του, Σελίμ Β΄ διαδέχθηκε το Σουλεϊμάν, μετά το θάνατό του το
1566 μετά από 46 χρόνια στο θρόνο. ( el.wikipedia.org)
Ο Ιμπραήμ ήταν χριστιανός ελληνικής καταγωγής,
γιος ενός Έλληνα ναυτικού από την Πάργα, που τον 16ο αιώνα
τελούσε υπό την κυριαρχία της Βενετίας. Το πραγματικό
του όνομα ήταν Θεόφιλος. Γεννήθηκε το 1493 –αν και ο ίδιος ο Ιμπραήμ είπε στον
πρεσβευτή Ζάρα το 1532 ότι γεννήθηκε το 1494 την ίδια εβδομάδα με τον
Σουλεϊμάν– και σε παιδική ηλικία αιχμαλωτίστηκε από Τούρκους κουρσάρους. Απ’ ό,τι
φαίνεται, αρχικά πουλήθηκε σε μια χήρα στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, η οποία
τον φρόντιζε και του παρείχε μια ολοκληρωμένη παιδεία. Έμαθε μάλιστα να παίζει
πολύ καλά ένα μουσικό όργανο αντίστοιχο με το σημερινό βιολι. Διάβαζε περσικά,
τουρκικά, ελληνικά και ιταλικά. Είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο διάβασμα κυρίως
γεωγραφίας και ιστορίας, ειδικά σχετικά με τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Αννίβα.
Υπάρχουν
δύο εκδοχές σχετικά με το πώς κατέληξε ο Ιμπραήμ στην υπηρεσία του Σουλεϊμαν.
Σύμφωνα με την πρώτη ο πρίγκιπας Σουλεϊμάν, γιος του σουλτάνου Σελίμ Α', γνώρισε τον
Ιμπραήμ σε μία από τις εκστρατείες του στη Μικρά Ασία και γοητεύτηκε από τη
χάρη του και τις επιδόσεις του στη μουσική. Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή ο
Ιμπραήμ κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη και
εκεί πουλήθηκε στον πρίγκιπα Σουλεϊμάν. Πάντως το γεγονός ότι, με τον ένα ή τον
άλλο τρόπο, ο Ιμπραήμ κατέληξε ιδιοκτησία του Σουλεϊμάν είναι αδιαφιλονίκητο.
Ο
Ιμπραήμ τοποθετήθηκε ως υπηρέτης στα ιδιαίτερα διαμερίσματα του διαδόχου
Σουλεϊμάν. Σαν ευνοούμενος του διαδόχου κοιμόταν και γευμάτιζε στα ίδια με
αυτόν διαμερίσματα. Ο συγγραφέας Bragadino αναφέρει ότι όταν οι δύο δεν ήταν
μαζί έγραφαν ο ένας στον άλλο σημειώματα που τα έστελναν με μουγγούς υπηρέτες
(τέτοιοι υπήρχαν πάντοτε στα παλάτια). Ο Pietro Zen αναφέρει ότι ο Ιμπραήμ και
ο Σουλεϊμάν έκαναν μαζί βαρκάδα σε μια μικρή βάρκα με έναν μόνο κωπηλάτη καθώς
και περιπάτους στους κήπους. Επίσης ότι ήταν αχώριστοι και ότι η φιλία τους
συνεχίστηκε και όταν ο Σουλεϊμάν έγινε σουλτάνος.
Η
πολύ στενή σχέση μεταξύ Ιμπραήμ και Σουλεϊμάν σκανδάλιζε τους Οθωμανούς και οι
Τούρκοι συγγραφείς δεν την αναφέρουν καθόλου. Θεωρούσαν ανάρμοστο για τον
σουλτάνο να δείχνει ιδιαίτερη εύνοια προς έναν σκλάβο. Σ' αυτή την εύνοια
οφείλεται και η ταχύτατη άνοδος του Ιμπραήμ στην ιεραρχία. Υπάρχουν μαρτυρίες
δυτικών συγγραφέων ότι ο Ιμπραήμ ήταν ευνούχος, βασιζόμενες στο ότι αυτός πριν
γίνει βεζύρης είχε το αξίωμα του "Χασοντάμπαση" στο χαρέμι, αξίωμα
που ανετίθετο σε ευνούχους. Ο ιστορικός H. Donaldson Jenkins πιστεύει ότι
μάλλον αυτό ευσταθεί, παρ' ότι στη ζωή του Ιμπραήμ περιλαμβάνονται στοιχεία που
ήταν ασυμβίβαστα με τη θέση του ευνούχου, όπως π.χ. το να εξέρχεται απ' το
σαράι και να περιφέρεται στην πόλη, η προαγωγή του στο αξίωμα του βεζύρη και ο
γάμος του με την αδελφή του σουλτάνου. Στην ιστορία αναφέρονται και άλλοι
ευνούχοι που ανήλθαν σε υψηλά αξιώματα της Οθωμ. Αυτοκρατορίας και έκαναν
γάμους σκοπιμότητας.
Η
πρώτη θέση που κατέλαβε ο Ιμπραήμ ήταν προσωπικός υπηρέτης του διαδόχου του
θρόνου, δηλαδή του Σουλεϊμάν. Όταν ο Σουλεϊμάν ανέβηκε στο θρόνο, το 1520,
προήγαγε τον Ιμπραήμ σε αρχιγερακάρη, και πολύ σύντομα τον έχρισε διαδοχικά
χασονταμπασί (αρχιτελετάρχη), μπεηλέρμπεη της
Ρούμελης, βεζύρη, μεγάλο βεζύρη και
τέλος σερασκέρη, γενικό διοικητή των αυτοκρατορικών δυνάμεων – μια
αστραπιαία αναρρίχηση στην ιεραρχία. Ο Μποντιέ αφηγείται μια σχετική, αν και
ανεπιβεβαίωτη, ιστορία που θα μπορούσε να είναι αληθινή, καθώς ταιριάζει με το
χαρακτήρα του.
Η
ιστορία έχει ως εξής: «Η ραγδαία ανέλιξη του Ιμπραήμ είχε αρχίσει να του
προκαλεί ανησυχία. Τα σκαμπανεβάσματα που επιφύλασσε η μοίρα σε πολλούς
ισχυρούς άντρες της οθωμανικής Αυλής τον έκαναν να συνειδητοποιήσει τον μεγάλο
κίνδυνο που διέτρεχαν όλοι όσοι απολάμβαναν τα μεγαλεία της Αυλής και
λειτούργησε σαν χαλινάρι στις επιθυμίες του. Εκλιπαρούσε τον Σουλεϊμάν να μην
τον προωθήσει σε πολύ υψηλά αξιώματα γιατί τότε η πτώση του θα ήταν μοιραία.
Του εξήγησε ότι μια περιορισμένη ευημερία θα ήταν πιο ασφαλής από τα μεγαλεία,
ότι θα ήταν αρκετή ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του να έχει απλώς όσα χρειάζεται
για να ζήσει με ηρεμία και άνεση. Ο Σουλεϊμάν εκτίμησε την ταπεινότητά του,
αλλά έχοντας κατά νου να τον ανεβάσει στα υψηλότερα αξιώματα της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, ορκίστηκε ότι δεν θα επέτρεπε ποτέ στη διάρκεια της βασιλείας του
να καταδικαστεί ο Ιμπραήμ σε θάνατο, ό,τι κι αν συνέβαινε στην Αυλή του».
«Αλλά», ηθικολογεί ο Μποντιέ, «η ανθρώπινη και ευμετάβλητη φύση των βασιλέων
από τη μια και η υπεροψία και αγνωμοσύνη των ευνοούμενων από την άλλη θα κάνουν
τον Σουλεϊμάν να αθετήσει την υπόσχεσή του και τον Ιμπραήμ να χάσει την πίστη
και την αφοσίωσή του. τσι ο Ιμπραήμ Πασάς εκτελέστηκε στο δωμάτιο του την νύχτα
της 13-14 Μαρτίου 1536 κατόπιν εντολής του Σουλτάνου. ( el.wikipedia.org)
[…]Ο βασικός της αντίζηλος της Χιουρέμ,
στην καρδιά αλλά και στο πληθωρικό κρεββάτι του σουλτάνου Σουλεϊμάν, ήταν ένας
Έλληνας. Που έγινε βεζίρης. Ο Πάργαλης Ιμπραήμ. Ο χριστιανός ορθόδοξος γιος
ενός Έλληνα ψαρά πατέρα από την Πάργα της Ηπείρου που πουλήθηκε σαν σκλάβος από
πειρατές στην αυτοκρατορική αυλή, και από την παιδική του ηλικία, έγινε
έμπιστος φίλος, του νεαρού τότε Σουλτάνου, γερακάρης του, Βεζίρης του
οθωμανικού κράτους, γαμπρός του μετά το γάμο του με την αδελφή του Σουλεϊμάν,
Χατιτζέ και εραστής του ίδιου. Για να καταλήξει δολοφονημένος από το χέρι του.
Όχι τυχαία ο μεγαλύτερος εχθρός της
Χιουρέμ στην οποία έβλεπε έναν ισχυρό αντίπαλο στην καρδιά του Σουλεϊμάν, ο
Ιμπραήμ όπως γράφει και ο Anthony A. Goodman στο βιβλίο του "Shadow of a
war" ήταν αχώριστος με τον Σουλτάνο από τα χρόνια της μοναχικής εφηβείας
και των δύο τους. Τα δύο αγόρια λάτρευαν την ανάγνωση και περνούσαν πολλές ώρες
μαζί μελετώντας ιστορία, έχοντας ίνδαλμα τον Μέγα Αλέξαντρο και διαβάζοντας
φωναχτά ο ένας στον άλλο. Ο Ιμπραήμ ψυχαγωγούσε τον Σουλεϊμάν τραγουδώντας του
και παίζοντας του βιολί. Ψάρευαν, κυνηγούσαν, κολυμπούσαν, έτρωγαν μαζί και
πολλές φορές μοιραζόντουσαν το ίδιο κρεββάτι εξερευνώντας τη σεξουαλικότητά
τους μέχρι τη στιγμή που το ενδιαφέρον του Σουλτάνου στράφηκε στο χαρέμι του με
σκοπό την απόκτηση διαδόχων. Αλλά ακόμα και τότε περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος
της μέρας και της νύχτας μαζί.
"Ο Σουλεϊμάν εξαρτιόταν από την πίστη
του μακρόχρονου φίλου του...Ο Ιμπραήμ, ασχέτως από τους τίτλους που τον
συνόδευαν, συνέχισε να είναι ο πιο πιστός του φίλος, σύμβουλος, αδελφός του και
συχνά εραστής του. Τα ήθη της Οθωμανικής Τουρκίας δεν ήταν διαφορετικά από αυτά
της αρχαίας Σπάρτης όπου στις συνθήκες μάχης ήταν πολύ πιο πιθανό ένας
πολεμιστής να κάνει ότι μπορεί προκειμένου να μην ντροπιάσει τον εαυτό του,
παρουσία του εραστή του" γράφει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.
Για την πτώση και την εκτέλεση του Ιμπραήμ
λόγω υποψιών προδοσίας, πολλοί υποδεικνύουν ως υπεύθυνη την Χιουρέμ και την
επιρροή της στον Σουλεϊμάν. Κάποιοι άλλοι, αναφέρουν ότι αυτό συνέβη όταν ο
Σουλτάνος ανακάλυψε την ερωτική σχέση του Ιμπραήμ με τον Βενετό έμπορο,
πρεσβευτή και έμπιστο του οθωμανικού παλατιού και πολιτικού συνδέσμου του με
πολλές ευρωπαϊκές αυλές, Λουδοβίκο Γκρίτι.
Μετά την εκτέλεση του, Ο Σουλεϊμάν,
μετανιωμένος, εξέφρασε τον πόνο του σε πολλά από τα ποιήματά του, τα οποία
υπέγραφε με το ψευδώνυμο Mουχιμπί, το οποίο μεταφράζεται περίπου ως
"εραστής" ή "αγαπημένος". Το ίδιο ψευδώνυμο που
χρησιμοποιούσε στα ερωτικά του ποιήματα απέναντι στη Χιουρέμ. (iefimerida.gr)
2 σχόλια:
Όταν ο Σουλεϊμάν έγινε Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1520, ήταν είκοσι πέντε ετών. Ήταν μια εποχή που όλοι οι ηγέτες της Ευρώπης που ζούσε την Αναγέννησή της, ήταν νέοι.
Ο Σουλεϊμάν, περιστοιχισμένος από σημαντικές ηγετικές προσωπικότητες, όπως ο Μεγάλος Βεζίρης του, ο Ιμπραήμ από την Πάργα, ο Πίρι Ρέις ο χαρτογράφος από την Καλλίπολη, ο Μιμάρ Σινάν ο μεγάλος αρχιτέκτονας από τους Αγίους Αναργύρους της Καισάρειας, και ο Αρχιναύναρχός του Οθωμανικού στόλου ο τρομερός Βαρβαρόσα από τη Λέσβο, όλοι τους γενίτσαροι ελληνικής καταγωγής, έφθασε στο απόγειο της δόξας του με αλλεπάλληλες κατακτήσεις (Βελιγράδι, Ρόδος, Ουγγαρία, Τρανσυλβανία, Κουρδιστάν, Μεσοποταμία, Γεωργία, Τύνιδα, Αλγέρι).
Οι Οθωμανοί τον ονόμασαν Νομοθέτη, για την ανοχή που έδειξε στα μιλέτια, τους διαφορετικούς λαούς της αχανούς χώρας του. Οι Δυτικοί τον ονόμασαν Μεγαλοπρεπή. Η ιστορία τον κατέγραψε ως τον σημαντικότερο Οθωμανό σουλτάνο.
Όσο, όμως, ισχυρός κι αποφασισμένος ήταν στα πεδία των μαχών, τόσο ανίσχυρος γινόταν στα χέρια της Ροξελάνας-Χιουρέμ, της σκλάβας που τον έκανε να την ερωτευθεί με την παράξενη και ξεχωριστή προσωπικότητά της… Για χάρη της σκότωσε τον μόνο του γυιό που θα μπορούσε να συνεχίσει το έργο του και έκανε λάθη που αποδείχτηκαν μοιραία για το μέλλον της Αυτοκρατορίας.
Ο Χάρολντ `Αλμπερτ Λαμπ, ιστορικός, σεναριογράφος και διηγηματογράφος, γεννήθηκε το Αλπάιν του Νιού Τζέρζι. Σπούδασε Ιστορία της Ασίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Έγραψε πολλές ιστορικές βιογραφίες, καθώς και ένα δίτομο έργο με την ιστορία των Σταυροφοριών. Μιλούσε Γαλλικά, Αραβικά, Περσικά και γνώριζε Λατινικά. Πέθανε το 1962, έχοντας γράψει αρκετά βιβλία, όπως την Βιογραφία του Τζέγκις Χαν, του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ομάρ Καγιάμ, του Ιβάν του Τρομερού, του Αννίβα, του Καρλομάγνου, του Μπαμπούρ, του Κύρου του Μεγάλου και άλλων. Υπήρξε σύμβουλος του Σεσίλ ντε Μιλ, στην ταινία του διάσημου σκηνοθέτη για τις Σταυροφορίες.
Δημοσίευση σχολίου