Την άνοιξη οι
κυδωνιές ανθίζουν,
ρουφούν το
νερό των ποταμών,
εκεί στον
απάτητο Νεραϊδόκηπο.
Κάτω από τα
ισκιερά αμπελόφυλλα
αρχίζουν να
γρομπιάζουν τα σταφύλια.
Ο Έρωτας ο
δικός μου δεν κοιμάται ολοχρονίς.
Βοριάς
Θρακιώτης σηκώνεται
από την
Κύπριδα και αστραποβολεί
αδίστακτος,
σκοτεινός λυσσομανά
και
συνταράζει την καρδιά μου σύρριζα.
(μετάφραση Μ. Ζ.
Κοπιδάκης)
Και να που ο
Έρωτας κάτω από σκούρες
κοιτάζοντάς
με βλεφαρίδες
με τα μάτια
του με λιώνει
και με
γητειές ποικίλες στ᾽ ατελείωτα
δίχτυα της
Κύπριδος με ρίχνει.
Τον βλέπω να ᾽ρχεται
και τρέμω
σαν άλογο που
με βραβεία πολλά τιμήθηκε
και τώρα στα
γεράματά του ζεμένο πάλι στο ζυγό
αθέλητα
μπαίνει στο στίβο κοντά σε άλλα γρήγορ᾽
άρματα ν᾽
αγωνιστεί.
(μετάφραση Ι. Δημητρίου)
Ο Ίβυκος
(ή Ίβυκος ο Ρηγίνος) ήταν
αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής από το Ρήγιο της Μεγάλης Ελλάδας του 6ου αιώνα
π.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου