31.3.09

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΥΗΣΗΣ 1

Image Hosted by ImageShack.us
.
Ύστερα πήγε στη βιβλιοθήκη, πήρε το Συμπόσιο του Πλά­τωνος και άρχισε να μου διαβάζει εκείνο το μαυλιστικό, το τερψίθυμο, το αλληλουάριον του έρωτος. Μα δεν είχε έρθει α­κόμη ο καιρός να αναφωνήσω: «Θείω καλυφθείς ο βραδύγλωσσος γνόφω». Κι όμως ήταν κοντά, πολύ κοντά ο ερχομός του υπνωτιστού, αφυπνιστού, πνευματιστού και νοομάντου. Τριγυρνούσε εκεί, έξω από το σπίτι, ως διοπτήρ και τσακάλι μαύρο, πεινασμένο, δνοφερός, δυσώνυμος, δύσμορος, λάμνια της πορνείας, φρέαρ του φόβου, βοσκός με τη μαγκούρα του υψωμένη για να σαλαγίσει την αθωότητα μου και να την κλείσει οριστικά μες στο μαντρί του, ο Χρίστος Κρημνιώτης.
Η έκδοση του Συμποσίου που μου διάβασε ο θείος μου ήταν σε εισαγωγή, μετάφραση και σημειώσεις του Ιωάννου Συκουτρή, που είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει. Βρισκόταν τό­τε σε έξαρση ο σάλος που είχε ξεσπάσει από την αποκάλυψη της αδυναμίας που έτρεφαν οι πρόγονοί μας για τον παιδικό έρωτα -διάβαζε παιδεραστία- και την αποδοχή του, την όχι ιδιαίτερα καλυμμένη, από την πλευρά του φιλολόγου. Οι τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες, Ακαδημία, Τύπος, φιλολογικοί κύκλοι, σύλλογοι, ξέσπασαν σε υβριστικές και απίθανης λασπολογίας επιστολές, άρθρα, ομιλίες, συγκε­ντρώσεις. Όλη η Αθήνα της σκόνης και της λάσπης, της ερημιάς και της αμβλύνοιας, οι Homo Habilis και οι Homo erectus, που μόλις είχαν υιοθετήσει την όρθια στάση, οι ορνεοκέφαλοι και φαιόνοες, κραδαίνοντας αλογίσια κατωσάγονα, επιδεικνύοντας τις βλαχοψωλές τους ως εχέγγυα υπεράσπι­σης των ελληνοχριστιανικών Ιδεωδών και βρυχώμενοι επίθε­τα από το λεξικό των δεινοσαύρων, επιτέθηκαν σ' εκείνο τον ανυπεράσπιστο ιδιοφυή φιλόλογο και τον έσπρωξαν -καρδιακόν όντα-, ν' ανέβει τρέχοντας τη δολοφονική ανηφοριά του Ακροκόρινθου. Δεν ήταν αυτοκτονία, ήταν εκτέλεση.
Η ανάγνωση του Συμποσίου κράτησε όλον τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Ο Φαίδρος, που ακολούθησε, εξάντλησε τον Αύ­γουστο, και περίμεναν στη σειρά: η Μούσα παιδική της Πα­λατινής βιβλιοθήκης, ο Ερωτικός του Πλουτάρχου και τα παράδοξα ποιήματα του Καβάφη, που είχαν κυκλοφορήσει εκείνη τη χρονιά, συγκεντρωμένα για πρώτη φορά σε τόμο.
Ο Πάρης είχε διακρίνει τη χρυσαλλίδα και θέρμαινε το κουκούλι για τη μεταμόρφωση. Όμως δεν είχε έρθει ο καιρός μου, που, αντί πολλών πόνων σμικρά απολαύσαι, και σαν ακόλαστος ίππος, εμμανής ων, ούτε νυκτός δύναμαι καθεύδειν ούτε μεθ' ημέραν, αλλά με σφοδρή ταραχή της ψυχής και διαθέσιμο νου, γοητευμένος, άκουγα σαν επίκλητος, τις συζητήσεις εκείνων των μεθυόντων από κρασί και έρωτα. Είδα τη μυθική είσοδο του Αλκιβιάδη στην αίθουσα συμποσίου του Αγάθωνος, στεφανωμένος μ' έναν στέφανον πυκνόν από κισσόν και μενεξέδες, με πλήθος ταινίες στα μαλλιά, και ακολούθησα τον περίπατο Σωκράτη και Φαίδρου μέσα στην ηλιόλουστη λεπτόγεω Αττική, έως εκεί όπου υψηλοτάτη πλάτανος πλάι στον Ιλισσό και κάτωθέ της σκιά και αεράκι μέτριο και χορτάρι για να ξαπλώσουν. Ω, πώς η μικρή ψυχή μου, τρέμοντας, επέστρεφε στα χρόνια εκείνα των αγαλμάτων, έμπαινε στα βαλανεία και τα γυμναστήρια των γυμνών σωμάτων, αθώα και θαυμαστική, ανυπόδητη και περιδεής, εμπρός στο Ιερό του Λόγου και του Έρωτος, και πόσο μακριά ήσαν ακόμη τα χρόνια της τρέλας και της απόγνωσης που θ' ακολουθούσαν και θα με μεταμόρφωναν σε θηρευτή σωμάτων συμπεφορημένων, κρατεραύχων, βραχυτράχηλων, μελάγχρων, ύφαιμων, ύβρεως και αλαζονείας εταίρων, στρατιά θεών τε και δαιμόνων, κι εγώ μια ξεφωνημένη τσούλα, μια ξεφωνημένη Θαΐς, Λαΐς, Φρύνη και Μαγδαληνή να ονειρεύομαι μια κάμαρη πλάι σε στρατόπεδο νεοσυλλέκτων, νυχθημερόν μπρούμυτα ή γονατισμένος, ξοδεύοντας νύχτες και νύχτες σε παρακλαυσίθυρες αγρυπνίες, έξω από το σπίτι ενός τριχωτού αχθοφόρου, για να με λυπηθεί και να μ’ αφήσει να πέσω στα πόδια του να τον προσκυνήσω κι ύστερα να του κατασπαράξω το θηριώδες και άπλυτο καυλί του.


Γιώργος Μιχαηλίδης: Η μύηση (Καστανιώτης, 2000)

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=41&nid=1000422

gay super hero είπε...

Απίστευτη γραφή! Kάποια στοιχεία για το συγγραφέα;

erva_cidreira είπε...

Γιώργος Μιχαηλίδης
Γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία Αττικής το 1938. Σπούδασε Αρχιτεκτονική, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του και στράφηκε στο θέατρο. Απόφοιτος της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Δημιούργησε το Θέατρο Νέας Ιωνίας και το Ανοιχτό Θέατρο. Εξέδωσε το περιοδικό Ανοιχτό Θέατρο.

Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν:
Η Πύλη, 2005
Της επανάστασης, της μοναξιάς και της λαγνείας - Η έξοδος, 2004
Της επανάστασης, της μοναξιάς και της λαγνείας - Ο Λαβύρινθος, 2002
Της επανάστασης, της μοναξιάς και της λαγνείας - Η Μύηση, 2000

kastaniotis.com

erva_cidreira είπε...

Ο Γιώργος Μιχαηλίδης θυμάται…


Το θέατρο Νέας Ιωνίας είναι η υπερηφάνεια της ζωής μου. Δεν είναι λίγο να δώσεις στον τόπο σου το πρώτο λαϊκό, περιφερειακό θέατρό του. Και μιλάμε για μια εποχή που όλα τότε συνέβαιναν μέσα στην Αθήνα και για την Αθήνα. Πνευματική και καλλιτεχνική ζωή σκιώδης, πολιτικός φανατισμός και η σκιά της χωροφυλακής παντού. Λογοκρισία. Ένα επαγγελματικό θέατρο σε μια συνοικία ήταν μια πρόκληση.

Πήγα και βρήκα τον τότε Δήμαρχο κ. Δομνάκη και του είπα την ιδέα μου. Ενθουσιάστηκε. Με έστειλε να δω κάποιες αχρησιμοποίητες αίθουσες στις τεχνικές σχολές του Δήμου.

Δεν είχα κλειδιά Κοίταξα από τα παράθυρα. Ήταν κατάλληλος ο χώρος αν γκρεμίζαμε τους ενδιάμεσους τοίχους. Και άρχισε η Οδύσσεια. Εμείς οι ηθοποιοί, με δυο εργάτες της Δημαρχίας γκρεμίσαμε, κουβαλήσαμε μπάζα, χτίσαμε, βάψαμε, φτιάξαμε σκηνικά. Οχτώ μήνες. Μα όταν δόθηκε η πρεμιέρα, ο θρίαμβος που ακολούθησε ήταν η δικαίωση. Όρθιο το κοινό μας αποθέωσε. Σε μια βδομάδα, όταν δόθηκε η επίσημη πρεμιέρα, όλη η πνευματική Αθήνα ήταν παρούσα. Το θέατρο Νέας Ιωνίας έγινε ένα σύμβολο. Ταξίδευαν άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας για να δουν τις παραστάσεις μας, να επικοινωνήσουν με το «άλλο» θέατρο.

Τους υποδεχόταν στο φουαγιέ έκθεση με φωτογραφίες και ντοκουμέντα από τη ζωή του συγγραφέα, ένα πρόγραμμα- βιβλίο που μοιραζόταν δωρεάν (περιείχε όλο το έργο, στοιχεία για το έργο και τον βίο του συγγραφέα) και μετά την παράσταση μια συζήτηση με το κοινό που κάποτε κρατούσε και ώρες.

Θυμάμαι πως τα 300 άτομα που χωρούσε η αίθουσα έμειναν στη θέση τους μέχρι το τέλος. Η τελευταία παράσταση του θεάτρου Νέας Ιωνίας δόθηκε στις 26 Απριλίου 1967. Την άλλη μέρα έγινε η δικτατορία συνταγματαρχών. Το όραμά μας έσβησε. Κράτησε μόνο ένα χρόνο και ένα μήνα, Μάρτιος 1966 – Απρίλιος 1967.

Πέρασαν τα χρόνια, με κάλεσαν να παραστώ σε μια τιμητική βραδιά για τον Σημηριώτη στον χώρο που κάποτε τον είχα χτίσει με τα χέρια μου. Έψαξα να βρω στο τεράστιο φουαγιέ μια φωτογραφία, μια αφίσα, μια υπόμνηση ότι εδώ κάποτε έζησε και έδρασε ένα όνειρο με πανελλήνια απήχηση. Τίποτα. Σιωπή.

Είχαν σβήσει το παρελθόν.

Όταν έπεσε η δικτατορία ζήτησα να συναντηθώ με την επιτροπή του δήμου για τα καλλιτεχνικά, φέρνοντας μαζί μου έναν ολόκληρο φάκελο με ιδέες και προτάσεις. Κέντρο, φυσικά, όλων αυτών το νέο θέατρο Νέας Ιωνίας.

Βρήκα κάτι κουρασμένους, μάλλον άκεφους ανθρώπους και ιδιαιτέρως το ηλίθιο μένος κάποιου αριστεριστή που τα γκρέμισε όλα με τη φράση: «Δε θα φέρουμε το σάπιο αστικό θέατρο της Αθήνας στη Νέα Ιωνία!»

Το αποτέλεσμα το ξέρετε: ένα θέατρο που βουλιάζει μέσα στη μετριότητα και τη σιωπή!

ionianet.gr

erva_cidreira είπε...

Ο σκηνοθέτης Γ. Μιχαηλίδης και το Ανοιχτό Θέατρο
ρεπερτόριο
ΜΥΡΤΩ ΛΟΒΕΡΔΟΥ |Το Βήμα, 14/6/1998

«Δεν με ενδιαφέρουν οι μόδες και οι υστερίες από τις οποίες πολύ συχνά επηρεάζεται το θέατρο. Επιμένω και θα επιμένω σε ένα ρεπερτόριο που εκφράζει πρώτα εμένα, που το έχω ανάγκη. Ενα ρεπερτόριο που μου δίνει σιγουριά και εξασφάλιση, πνευματική και ψυχική, έτσι ώστε να αισθάνομαι συμφιλιωμένος με μένα και με το ίδιο το θέατρο, χωρίς να προδίδω κανέναν. Επιμένω στα έργα εκτός μόδας και συρμού. Δεν με ενδιαφέρει ούτε αυτό που κυκλοφορεί ως δεδηλωμένο ή κρυφίως ως το "κάτι άλλο", ερήμην των πάντων. Και αυτό το "κάτι άλλο" μπορεί να είναι μια χυδαιότητα και μια σαχλαμάρα, ένας θόρυβος και μια αισθητική πατσαβούρα. Αυτό είναι κάτι που δεν με αφορά. Γι΄ αυτό και θα επιμείνω έστω και με ένα θεατή που θα δηλώνει ότι συγκινείται από αυτή την ιστορία. Ευτυχώς που έχουμε πολύ περισσότερους του ενός». Ο Γιώργος Μιχαηλίδης, ιδρυτής και σκηνοθέτης του Ανοιχτού Θεάτρου, έχει προ πολλού χαράξει την πορεία του στον χώρο και δεν φαίνεται διατεθειμένος να αλλάξει. Ακολουθεί τον δρόμο του και νιώθει ότι αυτό οφείλει να κάνει.
«Δεν με ενδιαφέρουν οι μόδες και οι υστερίες από τις οποίες πολύ συχνά επηρεάζεται το θέατρο. Επιμένω και θα επιμένω σε ένα ρεπερτόριο που εκφράζει πρώτα εμένα, που το έχω ανάγκη. Ενα ρεπερτόριο που μου δίνει σιγουριά και εξασφάλιση, πνευματική και ψυχική, έτσι ώστε να αισθάνομαι συμφιλιωμένος με μένα και με το ίδιο το θέατρο, χωρίς να προδίδω κανέναν. Επιμένω στα έργα εκτός μόδας και συρμού. Δεν με ενδιαφέρει ούτε αυτό που κυκλοφορεί ως δεδηλωμένο ή κρυφίως ως το "κάτι άλλο", ερήμην των πάντων. Και αυτό το "κάτι άλλο" μπορεί να είναι μια χυδαιότητα και μια σαχλαμάρα, ένας θόρυβος και μια αισθητική πατσαβούρα. Αυτό είναι κάτι που δεν με αφορά. Γι΄ αυτό και θα επιμείνω έστω και με ένα θεατή που θα δηλώνει ότι συγκινείται από αυτή την ιστορία. Ευτυχώς που έχουμε πολύ περισσότερους του ενός». Ο Γιώργος Μιχαηλίδης, ιδρυτής και σκηνοθέτης του Ανοιχτού Θεάτρου, έχει προ πολλού χαράξει την πορεία του στον χώρο και δεν φαίνεται διατεθειμένος να αλλάξει. Ακολουθεί τον δρόμο του και νιώθει ότι αυτό οφείλει να κάνει.
«Αν εξαιρέσουμε το δικό μου έργο που ανέβασα, όλα τα υπόλοιπα ήταν άξια για να ανεβούν και δεν μετάνιωσα για τίποτα. Ακόμη κι αν δεν πήγαν καλά, ακόμη κι αν δεν είχαν επιτυχία, άξιζε να ανεβούν. Τίμησα τον Ασημάκη Γιαλαμά με το έργο του "Το χρήμα" και δεν με νοιάζει που δεν πήγε καλά η παράσταση. Το γεγονός ότι ανέβασα το "Προς Ελευσίνα" του Παύλου Μάτεσι σε μια παράσταση στην οποία έδωσα την ψυχή και το κορμί μου (χαρακτηριστικά χρησιμοποιούσα τη φράση "παραλίγο να πάω από... Μάτεσι") και δεν πήγε καλά δεν με κάνει να μετανιώνω καθόλου. Αν κρίνουμε από άποψης προσέλευσης κόσμου, τότε δεν θα έπρεπε να το είχα ανεβάσει; Για όνομα του Θεού και της Παναγίας, είναι λάθος αυτή η τοποθέτηση». Αλήθεια, πώς επιλέγονται τα έργα; Τι ρόλο μπορεί να παίζει το ένστικτο; «Μόνο δύο φορές πίστεψα ότι θα πάμε καλά και δεν έπεσα έξω: με το "Κρίμα που είναι πόρνη" και με τον "Κύκλο με την κιμωλία"». Στην πρώτη περίπτωση η επιτυχία ήρθε μετά τον πρώτο μήνα παραστάσεων. Στη δεύτερη ήταν ακαριαία. Και στις δύο όλοι προσπαθούσαν να τον πείσουν να αλλάξει γνώμη και να μην τα ανεβάσει. «Το ένστικτό μου λειτούργησε με μια επιμονή άνευ προηγουμένου. Οσον αφορά άλλες παραστάσεις, έχω πέσει έξω αλλά με ευχάριστο τρόπο. Παράδειγμα, οι "Τρεις αδελφές", παράσταση για την οποία ήμουν βέβαιος για την αποτυχία, και εγώ και όλοι μας. Πανευτυχείς προετοιμαζόμασταν και κάναμε πρόβες βέβαιοι για την αποτυχία μας. Και ευτυχώς πέσαμε έξω. Η παράσταση γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία». Και διηγείται το χαρακτηριστικό περιστατικό από τις πρόβες. «Είχαμε χαμηλώσει τη σκηνή ώστε να είναι το χώμα του κήπου ως τα πόδια των πρώτων θεατών και όλος ο θίασος (ήμασταν 16) μαζί με μερικούς ακόμη καθόμασταν στην πλατεία για να δούμε αν βλέπουν οι πίσω θέσεις. Και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη είπε τη χαρακτηριστική φράση: "Ελάτε, βρε παιδιά, 15-20 θεατές θα είναι όλοι κι όλοι, οπότε θα βλέπουν". Συμφωνήσαμε όλοι μαζί της αλλά ευτυχώς πέσαμε έξω».

***************

Το έπνιξαν τα χρέη και τελικώς το Ανοιχτό Θέατρο, που ίδρυσε πριν από 40 χρόνια (το 1966) ο Γιώργος Μιχαηλίδης, έκλεισε. Τη δυσάρεστη αυτή είδηση ανακοίνωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης τη Δευτέρα 23/10/2006.

Tales from the other side of town είπε...

Να συμπληρώσω ότι ένα από τα τελευταία έργα που ανέβασε στο "Ανοιχτό Θέατρο" ήταν ένα μονόπρακτο καθαρά γκέι θεματολογίας, με τίτλο "Αλτίν".

Αναφέρεται στα ψυχολογικά αδιέξοδα ενός μετανάστη που αναγκάζεται να εκδίδεται.

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος και είναι του Μένη Κουμανταρέα.

Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ. είπε...

Τι να πρωτοπεί κανείς για τον Μιχαηλίδη! Εύγε που μας τον υπενθυμίσατε! Μέχρι και τα κλισέ "ακούραστος εργάτης του θεάτρου", "σεμνός καλλιτέχνης", "άνθρωπος" ξαναβρίσκουν το χαμένο νόημά τους όταν αναφέρονται σ' αυτόν. Με γνήσια, συγκινητική αγάπη για την γειτονιά του, και τους ανθρώπους της, που περιγράφει και στο βιβλίο του. Τιμά ακόμα και άλλους συγγραφείς και ποιητές χρησιμοποιώντας ατόφιες εκφράσεις από το έργο τους, με τις απαραίτητες παραπομπές στις τελευταίες σελίδες. Πόσο έξοχα τις έχει δέσει μέσα στο κείμενό του!

Βρέθηκα σε μια παρουσίαση του βιβλίου του, - τον είχε προλογίσει ο Θανάσης Νιάρχος και η προσωπική φίλη του Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, ενώ αποσπάσματά του είχε διαβάσει ο Μηνάς Χατζησάββας - και μου είχε κάνει εντύπωση η εξήγηση που έδωσε για την επιλογή των χαρακτήρων όπως και για το τέλος που επέλεξε στην τριλογία του. Δεν μπορούσα, είπε, να μην δώσω ένα τέλος που να ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα των αναγνωστών. Έχοντας την περιέργεια να μάθω αν γράφοντας σκηνοθετεί ταυτόχρονα τους ήρωές του, τον ρώτησα αν ο σκηνοθέτης Μιχαηλίδης παρεμβαίνει στον συγγραφέα Μιχαηλίδη. Του άρεσε η ερώτηση και στάθηκε αρκετή ώρα στο θέμα. "Τους σκηνοθετώ", είπε, "ο σκηνοθέτης παρακολουθεί τον συγγραφέα, δεν τον αφήνει ανεπηρέαστο και ήσυχο."

Όλος αυτός ο συνδυασμός - σκηνοθεσία, γραφή, αδιαμφισβήτη κουλτούρα, σεβασμός στο έργο άλλων καταξιωμένων συναδέλφων του, αγωνιστικότητα και μια συγγραφική "ηθική", μας δίνουν ένα αξεπέραστο έργο.