18.4.11

ΞΥΠΝΗΜΑ


ΞΥΠΝΗΜΑ

ανέβηκες στο δωμάτιό μου
να με ξυπνήσεις – τ’ απόγευμα από χρυσό
θα έπαιρνε την πορφύρα του δειλινού.
άκουσα τα βήματά σου τα γρήγορα στη σκάλα
και πέταξα από πάνω μου το σεντόνι της αιδούς.

μπήκες σιγά, πολύ σιγά.
θα έβλεπες έναν άνδρα γυμνό να κοιμάται αθόρυβα.
χέρια πόδια ανοιχτά, σαν αστερίας στο στρώμα.
με σιγανή φωνή με ξύπνησες κι έμεινες
αμήχανα δίπλα στο κρεβάτι,
ενώ αγουροξυπνημένα τάχα γύριζα ανάσκελα και
τεντωνόμουνα ηδονικά.

αλλά όσο και να σκηνοθέτησα την όλη εικόνα:
τον ύπνο, τη γύμνια, προκλητική τη στάση,
την κάθε κίνηση σαν αυθόρμητη,
λέξεις για να σε κρατήσω, για να σε κάνω
να κάθεσαι για ένα έστω λεπτό δίπλα μου
δεν έβρισκα, δεν έβρισκα, δεν έβρισκα.
σε κοίταζα βουβός,
και στον πήχυ που μας χώριζε
δευτερόλεπτα ζωτικά εξοντώθηκαν ανεπανόρθωτα.

βγήκες.
κι άκουγα
και μέτρησα
και για ώρα πολλή ακόμα ξαναμετρούσα
τα βήματά σου
στα μάρμαρα της σκάλας.

. xenikos.blogspot.com