.
Ο Βασίλειος Α’ (βασίλεψε 867-886 μ.Χ.), ιδρυτής της μακεδονικής δυναστείας που ηγήθηκε της βυζαντινής αυτοκρατορίας από το 867 μέχρι το 1156, είχε κάνει δύο φορές την τελετή ένωσης ομοφύλων για δύο διαφορετικές σχέσεις με άντρες, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία. Οι πιο σημαντικές πηγές για τη ζωή του –που συντάχτηκαν όταν ήταν στην εξουσία οι απόγονοι του, έναν αιώνα μετά τα συμβάντα που εξετάζουμε- είναι αντιφατικές σε ορισμένα σημεία και αρκετές φορές μη αξιόπιστες. Τα στοιχεία σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό. Όλοι οι βιογράφοι του (συμπεριλαμβανομένων και των δυτικών πηγών) συμφωνούν ότι όταν ο Βασίλειος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη με μόνες αποσκευές ένα ραβδί και ένα δισάκι –ένας νεαρός επαρχιώτης χωρίς ιδιαίτερες διασυνδέσεις στην πρωτεύουσα- έγινε φίλος με κάποιο Νικόλαο της εκκλησίας του Αγίου Διομήδη, ο οποίος τον μάζεψε από τους δρόμους, τον έφερε στην εκκλησία, τον έλουσε, τον έντυσε και τον βοήθησε για αρκετό καιρό, μέχρις ότου ο φιλόδοξος Βασίλειος μπόρεσε να ελκύσει την προσοχή ενός αυλικού που σχετιζόταν με την αυτοκρατορική οικογένεια.
Στις περισσότερες αφηγήσεις της σχέσης τους, ο Νικόλαος και ο Βασίλειος ενώνονται με τελετή στην εκκλησία. Σύμφωνα με μια παράδοση, μόλις τον βρήκε ο Νικόλαος, το επόμενο κιόλας πρωινό «έλουσε και έντυσε τον Βασίλειο και ενώθηκε τελετουργικά μαζί του και έμειναν κάτω από την ίδια στέγη». Μια άλλη εκδοχή είναι πιο σαφής σχετικά με την τελετή: «και την επόμενη μέρα πήγε μαζί του στα λουτρά και άλλαξε [τα ρούχα του] και πηγαίνοντας στην εκκλησία, σύναψε επίσημη σχέση μαζί του και χαίρονταν ο ένας τον άλλο». Η παράξενη τελευταία φράση μπορεί να θυμίσει στον ελληνόφωνο αναγνώστη της Βίβλου το «και συνεφραίνου μετά γυναικός της νεότητός του».
(…)
Ο Βασίλειος Α’ (βασίλεψε 867-886 μ.Χ.), ιδρυτής της μακεδονικής δυναστείας που ηγήθηκε της βυζαντινής αυτοκρατορίας από το 867 μέχρι το 1156, είχε κάνει δύο φορές την τελετή ένωσης ομοφύλων για δύο διαφορετικές σχέσεις με άντρες, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία. Οι πιο σημαντικές πηγές για τη ζωή του –που συντάχτηκαν όταν ήταν στην εξουσία οι απόγονοι του, έναν αιώνα μετά τα συμβάντα που εξετάζουμε- είναι αντιφατικές σε ορισμένα σημεία και αρκετές φορές μη αξιόπιστες. Τα στοιχεία σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό. Όλοι οι βιογράφοι του (συμπεριλαμβανομένων και των δυτικών πηγών) συμφωνούν ότι όταν ο Βασίλειος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη με μόνες αποσκευές ένα ραβδί και ένα δισάκι –ένας νεαρός επαρχιώτης χωρίς ιδιαίτερες διασυνδέσεις στην πρωτεύουσα- έγινε φίλος με κάποιο Νικόλαο της εκκλησίας του Αγίου Διομήδη, ο οποίος τον μάζεψε από τους δρόμους, τον έφερε στην εκκλησία, τον έλουσε, τον έντυσε και τον βοήθησε για αρκετό καιρό, μέχρις ότου ο φιλόδοξος Βασίλειος μπόρεσε να ελκύσει την προσοχή ενός αυλικού που σχετιζόταν με την αυτοκρατορική οικογένεια.
Στις περισσότερες αφηγήσεις της σχέσης τους, ο Νικόλαος και ο Βασίλειος ενώνονται με τελετή στην εκκλησία. Σύμφωνα με μια παράδοση, μόλις τον βρήκε ο Νικόλαος, το επόμενο κιόλας πρωινό «έλουσε και έντυσε τον Βασίλειο και ενώθηκε τελετουργικά μαζί του και έμειναν κάτω από την ίδια στέγη». Μια άλλη εκδοχή είναι πιο σαφής σχετικά με την τελετή: «και την επόμενη μέρα πήγε μαζί του στα λουτρά και άλλαξε [τα ρούχα του] και πηγαίνοντας στην εκκλησία, σύναψε επίσημη σχέση μαζί του και χαίρονταν ο ένας τον άλλο». Η παράξενη τελευταία φράση μπορεί να θυμίσει στον ελληνόφωνο αναγνώστη της Βίβλου το «και συνεφραίνου μετά γυναικός της νεότητός του».
(…)
.
Όσο ήταν ο Βασίλειος στην υπηρεσία του Θεόφιλου, έκαναν μαζί ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Μια εύπορη χήρα από την Αχαΐα τον έλουσε με χρυσά δώρα και δωδεκάδες σκλάβων. Για τη γενναιοδωρία της αυτή, δεν ζήτησε τίποτ’ άλλο παρά μόνο να ενωθεί ο Βασίλειος τελετουργικά με το γιο της Ιωάννη. Στην αρχή εκείνος αρνήθηκε γιατί πίστεψε πως θα τον έκανε να φαίνεται «ευτελής» αλλά στο τέλος η γνώμη της υπερίσχυσε και τον έκανε να συμφωνήσει. «Δεν σου ζητώ τίποτα», τον διαβεβαίωσε, «παρά μόνο να μας αγαπάς και να είσαι ευσπλαχνικός μαζί μας». Μια μεσαιωνική απεικόνιση του γεγονότος δείχνει τον Βασίλειο και τον Ιωάννη να ενώνονται σε μια εκκλησία ενώπιον κληρικού, με το Ευαγγέλιο ανοιχτό μπροστά τους και τη μητέρα του Ιωάννη να το κοιτάζει. Σε ένα συνοδευτικό πλαίσιο υπάρχει αναπαράσταση του Βασιλείου, του Ιωάννη και της Δανιηλίδος (της μητέρας του Ιωάννη) σε ένα τραπέζι –αναμφισβήτητα η φαντασία του καλλιτέχνη δημιούργησε τη σκηνή του γλεντιού που συνήθως ακολουθούσε μετά την τελετή.
Όταν ο Βασίλειος έγινε αυτοκράτορας «έστειλε αμέσως να ειδοποιήσουν το γιο της Δανηιλίδος, τον τίμησε με τον τίτλο του πρωτοσπαθάριου και του επέτρεψε ελευθερία λόγου (παρρησία) προς τιμήν της προηγούμενης κοινής τους ζωής μετά από την τελετουργική τους ένωση». Η ίδια η χήρα –που τώρα ήταν πολύ ηλικιωμένη για να έρθει έφιππη- πήγε στον αυτοκράτορα πάνω σε επίσημο φορείο, αντί όμως να ζητήσει κάτι, του έφερε πιο πλούσια και φανταχτερά δώρα «απ’ όσα είχε φέρει μέχρι τώρα οποιοσδήποτε ξένος ηγέτης για να τα εναποθέσει στα πόδια ρωμαίου αυτοκράτορα». Επιπλέον, αυτή «που άξιζε να την αποκαλούν μητέρα του αυτοκράτορα», έδωσε μεγάλο μέρος της περιουσίας της στην Πελοπόννησο, από κοινού στον γιο της και στον αυτοκράτορα.
Όσο ήταν ο Βασίλειος στην υπηρεσία του Θεόφιλου, έκαναν μαζί ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Μια εύπορη χήρα από την Αχαΐα τον έλουσε με χρυσά δώρα και δωδεκάδες σκλάβων. Για τη γενναιοδωρία της αυτή, δεν ζήτησε τίποτ’ άλλο παρά μόνο να ενωθεί ο Βασίλειος τελετουργικά με το γιο της Ιωάννη. Στην αρχή εκείνος αρνήθηκε γιατί πίστεψε πως θα τον έκανε να φαίνεται «ευτελής» αλλά στο τέλος η γνώμη της υπερίσχυσε και τον έκανε να συμφωνήσει. «Δεν σου ζητώ τίποτα», τον διαβεβαίωσε, «παρά μόνο να μας αγαπάς και να είσαι ευσπλαχνικός μαζί μας». Μια μεσαιωνική απεικόνιση του γεγονότος δείχνει τον Βασίλειο και τον Ιωάννη να ενώνονται σε μια εκκλησία ενώπιον κληρικού, με το Ευαγγέλιο ανοιχτό μπροστά τους και τη μητέρα του Ιωάννη να το κοιτάζει. Σε ένα συνοδευτικό πλαίσιο υπάρχει αναπαράσταση του Βασιλείου, του Ιωάννη και της Δανιηλίδος (της μητέρας του Ιωάννη) σε ένα τραπέζι –αναμφισβήτητα η φαντασία του καλλιτέχνη δημιούργησε τη σκηνή του γλεντιού που συνήθως ακολουθούσε μετά την τελετή.
Όταν ο Βασίλειος έγινε αυτοκράτορας «έστειλε αμέσως να ειδοποιήσουν το γιο της Δανηιλίδος, τον τίμησε με τον τίτλο του πρωτοσπαθάριου και του επέτρεψε ελευθερία λόγου (παρρησία) προς τιμήν της προηγούμενης κοινής τους ζωής μετά από την τελετουργική τους ένωση». Η ίδια η χήρα –που τώρα ήταν πολύ ηλικιωμένη για να έρθει έφιππη- πήγε στον αυτοκράτορα πάνω σε επίσημο φορείο, αντί όμως να ζητήσει κάτι, του έφερε πιο πλούσια και φανταχτερά δώρα «απ’ όσα είχε φέρει μέχρι τώρα οποιοσδήποτε ξένος ηγέτης για να τα εναποθέσει στα πόδια ρωμαίου αυτοκράτορα». Επιπλέον, αυτή «που άξιζε να την αποκαλούν μητέρα του αυτοκράτορα», έδωσε μεγάλο μέρος της περιουσίας της στην Πελοπόννησο, από κοινού στον γιο της και στον αυτοκράτορα.
.
(…)
Μετά από την επισημοποίηση της σχέσης του με τον Ιωάννη, ο Βασίλειος μπήκε στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’, ενός παράξενου έφηβου που λάτρευε να μεταμφιέζεται σε ανώτατο κληρικό και είχε μεγάλο πάθος με τα άλλογα και τους αγώνες. Ο Μιχαήλ Γ’ συνδέθηκε τόσο πολύ με τον Βασίλειο που τον ονόμασε «παρακοιμώμενό» του –θέση που συνήθως κατείχε ευνούχος, και τον υιοθέτησε (υιοποιησάμενος ην τον Βασίλειον), παρόλο που ο Βασίλειος ήταν σίγουρα μεγαλύτερος σε ηλικία από τον αυτοκράτορα. Τέλος ονόμασε τον Βασίλειο συν-αυτοκράτορά του σε μια δραματική δημόσια παρουσίαση, ανακοινώνοντας πως οι λόγοι που τον οδήγησαν εκεί ήταν το ότι ο Βασίλειος τον είχε σώσει από τους πιθανούς δολοφόνους του (και εννοούσε τον θείο του Βάρδα, ο οποίος ήταν και ο στενότερος συνεργάτης και σύμβουλός του πριν τον δολοφονήσει ζηλότυπα ο Βασίλειος παρουσία του αυτοκράτορα), και λόγω «της μεγάλης αγάπης που τρέφει [ο Βασίλειος] προς εμένα».
Τζων Μπόσγουελ: Γάμοι μεταξύ ανδρών. Οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα, Ρώμη και μεσαιωνική Ευρώπη (Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, 2004)
(…)
Μετά από την επισημοποίηση της σχέσης του με τον Ιωάννη, ο Βασίλειος μπήκε στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’, ενός παράξενου έφηβου που λάτρευε να μεταμφιέζεται σε ανώτατο κληρικό και είχε μεγάλο πάθος με τα άλλογα και τους αγώνες. Ο Μιχαήλ Γ’ συνδέθηκε τόσο πολύ με τον Βασίλειο που τον ονόμασε «παρακοιμώμενό» του –θέση που συνήθως κατείχε ευνούχος, και τον υιοθέτησε (υιοποιησάμενος ην τον Βασίλειον), παρόλο που ο Βασίλειος ήταν σίγουρα μεγαλύτερος σε ηλικία από τον αυτοκράτορα. Τέλος ονόμασε τον Βασίλειο συν-αυτοκράτορά του σε μια δραματική δημόσια παρουσίαση, ανακοινώνοντας πως οι λόγοι που τον οδήγησαν εκεί ήταν το ότι ο Βασίλειος τον είχε σώσει από τους πιθανούς δολοφόνους του (και εννοούσε τον θείο του Βάρδα, ο οποίος ήταν και ο στενότερος συνεργάτης και σύμβουλός του πριν τον δολοφονήσει ζηλότυπα ο Βασίλειος παρουσία του αυτοκράτορα), και λόγω «της μεγάλης αγάπης που τρέφει [ο Βασίλειος] προς εμένα».
Τζων Μπόσγουελ: Γάμοι μεταξύ ανδρών. Οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα, Ρώμη και μεσαιωνική Ευρώπη (Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, 2004)
Και η εκδοχή της ελληνικής wikipedia:
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Βυζαντινός Αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ ο Μακεδών, (811 – 29 Αυγούστου 886) ο ιδρυτής της Μακεδονικής δυναστείας, ανήλθε στο ανώτατο αξίωμα με πραξικόπημα το 867 και βασίλεψε μέχρι το θάνατό του το 886.
Ήταν άνθρωπος ταπεινής καταγωγής, γεννήθηκε πιθανώς στην Ανδριανούπολη από οικογένεια χωρικών, ανέβηκε στο θρόνο μετά από μια ανοδική πορεία στη διοικητική ιεραρχία της Πρωτεύουσας, έως ότου γίνει ευνοούμενος και φίλος του Αυτοκράτορα Μιχαήλ, και χρισθεί τελικά συναυτοκράτορας. Ήταν μεγαλόσωμος, δυνατός και ρωμαλέος, εξαιρετικά φιλόδοξος, αλλά εντελώς αγράμματος. Συνωμότησε στη δολοφονία του θείου και σύμβουλου του Μιχαήλ Βάρδα, αλλά και του ίδιου του αυτοκράτορα, τον οποίο δυστύχησε η μητέρα του Θεοδώρα να δει να πεθαίνει με αυτόν τον τρόπο, έχοντας επαληθευθεί η πρόβλεψή της ότι ο Βασίλειος θα ήταν το τέλος της δυναστείας της οικογένειάς της. Υπό την απαίτηση δε του ίδιου του Μιχαήλ, παντρεύτηκε την ερωμένη του αυτοκράτορα Ευδοκία Ιγγερίνα, από την οποία απέκτησε τέσσερις γιους.
Ο Βασίλειος και ο γιος του Λέων ΣΤ' στο Χρονικό του Σκυλίτζη.Εξεδίωξε τον πατριάρχη Φώτιο, και εγκατέστησε τον Ιγνάτιο, αλλά με το θάνατο του τελευταίου, επανέφερε το Φώτιο στον πατριαρχικό θρόνο. Οι λόγοι της απομάκρυνσης του Φώτιου από τον Πατριαρχικό θρόνο σχετίζονται με τη στάση του Φώτιου απέναντι στον Πάπα και την ένταση που είχε προκληθεί ανάμεσα στις δυο εκκλησίες. Ο Βασίλειος αρχικά θέλησε να προσεταιριστεί τον Πάπα, αλλά η πολιτική του αυτοκράτορα κατά των εκχριστιανισμό των Βουλγάρων και την οργάνωση της νέας εκκλησίας οδήγησε σε νέα διαφωνία ανάμεσα στις δυο εκκλησίες.
Υπήρξε ικανός αυτοκράτορας. Με τα μέτρα που έλαβε για τη δικαιοσύνη και τα δικαστήρια έθεσε τις βάσεις για την ισχυροποίηση του κράτους, ενώ φρόντισε για την προστασία των μικροκαλλιεργητών από την απληστία των «δυνατών» και από τη διαφθορά των δημόσιων υπαλλήλων. Το νομοθετικό του έργο είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Το 870 εξέδωσε τον «Πρόχειρο Νόμο» και ανάμεσα στα έτη 879-886 την «Επαναγωγή». Έκανε λαμπρές στρατιωτικές εκστρατείες, ανακαταλαμβάνοντας τις Δυτικές επαρχίες και επιτυγχάνοντας σημαντικές νίκες κατά των Σαρακηνών. Εξουδετέρωσε επίσης τους παυλικιανούς αιρετικούς που είχαν αναβιώσει και με την υποστήριξη των Αράβων είχαν γίνει ιδιαίτερα ισχυροί. Τέλος ακολούθησε σημαντικότατο πρόγραμμα επισκευών, αποκαταστάσεων και ανεγέρσεων μνημείων.
Αγαπούσε υπερβολικά τον πρωτότοκο γιο του Κωνσταντίνο ο οποίος όμως πέθανε νωρίς, βυθίζοντας τον Αυτοκράτορα στη θλίψη. Χωρίς προφανή λόγο, δε συμπαθούσε διόλου τον δεύτερο γιο του και μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ' το Σοφό, τον οποίο μάλιστα είχε συστηματικά διώξει, μέχρι του σημείου της φυλακίσεώς του.
Ο Βασίλειος σκοτώθηκε σε ατύχημα με το άλογό του ενώ κυνηγούσε. Είναι πιθανό να δολοφονήθηκε και από τον Λέοντα σε συνωμοσία του με τον σύμβουλο του Βασιλείου Στυλιανό Ζαούτση.
Όπως πάντα κάνεις εξαιρετική δουλειά. Σε ευχαριστούμε!
ΑπάντησηΔιαγραφή