Κάννες 2013: Το «La Vie d' Adèle», η πιο hot ταινία
του φεστιβάλ
Γιώργος Κρασσακόπουλος (flix.gr, 23/5/2013)
Συζητιόταν ήδη πριν δούμε έστω κι ένα πλάνο της. Για
τις καυτές ερωτικές σκηνές ανάμεσα στις δύο πρωταγωνίστριες του, για την τρίωρη
διάρκειά του. Αμέσως μετά το τέλος της προβολής που κυριολεκτικά «άναψε» την
αίθουσα, όλοι μιλούσαν για μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.
Θα είχε δίκιο κανείς να
υποθέσει ότι ένα γαλλικό φιλμ που έχει σαν θέμα την παθιασμένη ερωτική σχέση
δύο γυναικών και που διαρκεί δύο ώρες και 59 λεπτά, θα ήταν μια άσκηση σε μια
γαλλικού τύπου συναισθηματική ομφαλοσκόπηση. Στο «La Vie d'Adèle» του
Αμπντελατίφ Κεσίς, όμως, σχεδόν ούτε ένα πλάνο δεν μοιάζει περιττό ή
τραβηγμένο, αφού το φιλμ σε βυθίζει ολοκληρωτικά στην πραγματικότητα της
ηρωίδας του, στην καθημερινότητά της ζωής της και στον συναισθηματικό της
κόσμο, στην ερωτική σχέση που θα την σημαδέψει και θα την καθορίσει.
Η Αντέλ είναι στο λύκειο
όταν την συναντάμε για πρώτη φορά, κι όχι τυχαία διαβάζει το «La Vie de
Marianne» το ατελείωτο μυθιστόρημα του Πιερ ντε Μαριβό, για την συναισθηματική
εκπαίδευση ενός άλλου κοριτσιού πολύ πριν από αυτή, για μια εργασία στο σχολείο
της. Ομως η δική της συναισθηματική διαδρομή θα είναι πολύ πιο περιπετειώδης,
βαθιά και πλήρης στην διάρκεια του φιλμ και θα ξεκινήσει, όταν μια μέρα στο
δρόμο, θα δει την Εμα, ένα παράξενο, όμορφο αγοροκόριτσο με μπλε μαλλιά, και το
βράδυ μόνη στο εφηβικό της δωμάτιο θα την φαντασιωθεί με έκπληξη αλλά και
πρωτόγνωρη ένταση.
Η σχέση της με έναν
μεγαλύτερο συμμαθητή της θα αρχίσει αμήχανα θα συνεχιστεί μηχανικά και θα λήξει
άδοξα, όμως η ζωή της μοιάζει να αρχίζει όταν ένα βράδυ, σε ένα gay μπαρ θα
συναντήσει ξανά εκείνο το κορίτσι και θα ξεκινήσουν από εκεί. Για να οδηγηθούν
σε μια αληθινά θυελλώδη ερωτική σχέση, γεμάτη πάθος, αλλά και αγάπη και βασισμένη
σε ένα σαρκοβόρο σχεδόν σεξουαλικό ένστικτο που τις δένει σαν σκοινί.
Οι ερωτικές τους σκηνές,
έντονες, πραγματικά παθιασμένες, μεγάλες σε διάρκεια, αναμφίβολα ερεθιστικές,
αποτελούν ένα από τους θεμέλιους λίθους της ταινίας, αλλά δεν μοιάζουν καθόλου
επιδεικτικές, εκμεταλλευτικές, δωρεάν. Βλέποντας την Αντέλ και την Εμα να
κατασπαράζουν η μία την άλλη στο κρεβάτι, τις καταλαβαίνεις βαθύτερα, νιώθεις
την φύση της σχέσης τους κι όλα όσα θα ακολουθήσουν αποκτούν εκ των υστέρων μια
πολύ πιο έντονη αλήθεια.
Ειναι αξιοθαύμαστο πως ο
Κεσίς πετυχαίνει να μεταφέρει την λιτή απλότητα του πρωτότυπου υλικού του, το
graphic novel της Ζιλι μαρο «Le Bleu est une couleur chaude», σε μια ταινία
τόσο απλή και μαζί τόσο πολυεπίπεδη, τόσο ικανή να σε κάνει να κατανοήσεις και
να βιώσεις όχι μόνο μια από τις πιο όμορφες και συγκινητικές ερωτικές ιστορίες
που είδαμε εδώ και χρόνια στο σινεμά, αλλά και τόσο ολοκληρωμένα ένα κομμάτι
ζωής με καθαρότητα και ακρίβεια.
Μπορεί η Αντέλ και η Εμα να
είναι το κέντρο της προσοχής του, όμως μέσα από την σχέση τους, ο Κεσίς
κατορθώνει να συνθέσει μια συναρπαστική τοιχογραφία δεκάδων χαρακτήρων (τους οποίους
προφταίνεις να γνωρίσεις ή να αναγνωρίσεις, ακόμη κι αν έχουν μόνο λίγες σκηνές
στην οθόνη), κοινωνικών τάξεων, συναισθηματικών καταστάσεων. Κι επίσης δίχως
ποτέ να δηλώνει το προφανές σε οδηγεί σχεδόν απνευστί μέσα από την λαβυρινθώδη
πορεία της ερωτικής σχέσης των ηρωίδων του, στη χαρτογράφηση μιας διαδρομής που
όλοι λίγο πολύ έχουμε ζήσει. Κι όχι μόνο στον έρωτα, μα στην ίδια την ζωή
Ετσι, το «La Vie d'Adèle»
γίνεται κάτι πολύ πιο πλούσιο κι ενδιαφέρον, πολύ πιο βαθύ και συναρπαστικό από
την ιστορία ενός amour fou: είναι μια ιστορία ενηλικίωσης, συναισθηματικής και
ερωτικής, απολαύσεων σωματικών και πνευματικών, μια καταγραφή των πιο μεγάλων
συναισθημάτων και των πιο απλών ηδονών. Μια ταινία τόσο λεπτή και σύνθετη όσο η
γεύση ενός στρειδιού και η τέχνη του να το τρως και μαζί τόσο βασική και απλή
όσο μια μακαρονάδα.
Ο Κεσίς την αφηγείται με
έναν υπέροχο ρυθμό και χάρη, από την μια επιμένοντας σε μικρές λεπτομέρειες κι
από την άλλη προσπερνώντας όταν χρειάζεται μεγάλες χρονικές περιόδους, δίνοντας
στις ηρωίδες του αλλά και όλους όσους τις περιβάλλουν τον χώρο και την άνεση να
ανθίσουν. Η Λέα Σειντού στον ρόλο της Εμμα, είναι δίχως έκπληξη για μια ακόμη
φορά εξαιρετική, όμως είναι η νεαρή Αντέλ Εξαρχόπουλος που κλέβει την ταινία,
δίνοντας στον ρόλο της Αντέλ μια ερμηνεία που δεν είναι τίποτα λιγότερο από
συγκλονιστική.
Εννοείται πως θέλω οπωσδήποτε να δω την ταινία και δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλλω για την καλλιτεχνική της αξία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναρωτιέμαι όμως αν η αίθουσα θα "άναβε" τόσο ή αν οι ερωτικές σκηνές θα χαρακτηρίζονταν εξίσου "ερεθιστικές" από την κριτική σε περίπτωση που στη θέση δύο πανέμορφων ετεροφυλόφιλων γαλλίδων, είχαμε στους πρωταγωνιστικούς ρόλους δύο λιγότερο ελκυστικές ηρωίδες. Ή δύο εξίσου ελκυστικούς νεαρούς άντρες (όπως πριν κάποια χρόνια στις αντίστοιχα θυελλώδεις ερωτικές σκηνές του "Presque rien")
Aντιγράφω από την κριτικό της Le Monde:
"H Αντέλ είναι μια λίγο ατημέλητη έφηβη με μια παιδική και αισθησιακή γοητεία που συγκινεί βαθιά. Χαϊδεύοντας με την κάμερα κάθε πόρο του κορμιού της, τα αχτένιστα μαλλιά της, τα μισάνοιχτα χείλη της, την κούρμπα της πλάτης της, τις καμπύλες του στήθους της, τα μακριά πόδια της, ο σκηνοθέτης ξεκινάει περιγράφοντας την Αντέλ χειροπιαστά σε όλες τις μορφές της. Σαν μαγνητισμένοι ο ένας για τον άλλο, η ηθοποιός και ο κινηματογραφιστής ανασύρουν και προβάλλουν πάνω στην επιδερμίδα της τα συναισθήματα και τις αμφιβολίες της ηρωίδας."