11.1.13

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΜΠΛΑΝΚΟ. ΕΝΑΣ ΓΚΕΪ ΠΟΙΗΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΜΠΑΜΑ

Richard Blanco
Ενας ποιητής για τον Ομπάμα
Ο κουβανικής καταγωγής αμερικανός ποιητής Ρίτσαρντ Μπλάνκο θα γράψει το ποίημα της ορκωμοσίας
tovima.gr, 11-1-2013
Είναι έθιμο στις ΗΠΑ όταν ορκίζεται ο νέος πρόεδρος κάποιος από τους ταλαντούχους ποιητές της χώρας να γράφει για χάρη του, για την τελετή της ορκωμοσίας ειδικά, ένα ποίημα. Για να εξηγούμαστε, το έθιμο είναι Δημοκρατικό. Το εγκαινίασε ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι το 1961, το αναβίωσε ο Μπιλ Κλίντον το 1993, το συνεχίζει ο Μπαράκ Ομπάμα.
Ο ποιητής επιλέγεται από τον ίδιο τον πρόεδρο. Ο Κένεντι είχε επιλέξει τον Ρόμπερτ Φροστ. Ο Κλίντον τη Μάγια Αγγέλου και τον Μίλερ Γουίλιαμς. Ο Ομπάμα, στην πρώτη ορκωμοσία, είχε προσκαλέσει την Ελίζαμπεθ Αλεξάντερ.
Για τη δεύτερη ορκωμοσία του ο αμερικανός πρόεδρος επέλεξε τον Ρίτσαρντ Μπλάνκο, έναν 44χρονο αμερικανό κουβανικής καταγωγής. Εκφράζει, γράφει ο αμερικανικός Τύπος, την ποικιλομορφία της αμερικανικής κοινωνίας, το πολυπολιτισμικό της υπόβαθρο, το οποίο αποτελεί κεντρικό στοιχείο της ταυτότητας και του ίδιου του προέδρου Ομπάμα.
Ο Ρίτσαρντ Μπλάνκο δήλωσε στον Τύπο ότι αισθάνθηκε μια πνευματική συγγένεια με τον Ομπάμα από τη στιγμή που εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή: «Από την αρχή της εκλογικής καμπάνιας του, ταυτίστηκα πολύ με την ιστορία της ζωής του και με τον τρόπο που μιλάει για την οικογένειά του και βεβαίως με το πολυπολιτισμικό του υπόβαθρο».
Ο εφετινός «inaugural poet», όπως είναι ο τίτλος του ποιητή που συνθέτει το ποίημα της προεδρικής ορκωμοσίας, εκφράζει την έννοια της διαφορετικότητας και της ποικιλομορφίας μέσα από πολλές ιδιότητές του: την καταγωγή του, τη σεξουαλικότητά του, το επάγγελμά του. Γιος εξόριστων Κουβανών, γεννήθηκε στην Ισπανία και μεγάλωσε στο Μαϊάμι. Είναι δηλωμένος ομοφυλόφιλος και καταφέρνει να συμβιβάσει τη λογοτεχνική του κλίση με το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού.
Ο Μπλάνκο μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο ισπανικές εφημερίδες, καταβροχθίζοντας μάνγκο και ακούγοντας κουβανέζικη μουσική με τους γονείς του -τη μητέρα του που ήταν ταμίας σε τράπεζα και τον λογιστή πατέρα του- και μια τρομερή γιαγιά, η οποία τον έψεγε ότι ήταν πολύ θηλυπρεπής. Ήταν πολύ ικανός στα μαθηματικά και, για να κερδίσει την αποδοχή της γιαγιάς του, καταπίεσε την ομοφυλοφιλία του και διάλεξε ένα αντρικό επάγγελμα. Γύρω στα 25 του, άρχισαν να τον απασχολούν ζητήματα ταυτότητας και καταγωγής. Θέλησε να ερευνήσει τις ρίζες του και ένιωσε την ανάγκη να γράψει. Ταυτόχρονα γράφτηκε σε ένα πρόγραμμα δημιουργικής γραφής. Όλες και καθεμιά από τις εμπειρίες του μεταστοιχειώνονται στην ποίησή του, που εκφράζει τη λαχτάρα του μετανάστη για τις εικόνες και τις μυρωδιές της χώρας των γονιών του και τα βιώματα του ομοφυλόφιλου άνδρα μέσα στο πλαίσιο της συντηρητικής κουβανικής κουλτούρας.
Ο Μπλάνκο, βραβευμένος σήμερα ποιητής και καθηγητής δημιουργικής γραφής, καλείται τώρα να γράψει ένα ποίημα που θα εκφράζει ολόκληρη την Αμερική. Όπως αποκάλυψε στους New York Times, έχει ήδη έτοιμα τρία προσχέδια. Την τελική επιλογή θα κάνει το επιτελείο του Μπαράκ Ομπάμα. «Το θέμα της ομιλίας του προέδρου τη βραδιά της ορκωμοσίας, "Οι άνθρωποί μας, το μέλλον μας" με συγκινεί», δήλωσε ο Μπλάνκο. «Η πρόκληση είναι πώς να καταφέρω να είμαι ο εαυτός μου στο ποίημα, πώς να έχω μια φωνή προσωπική και οικεία αγκαλιάζοντας συνάμα όλο το αμερικανικό πλήθος».
Ο 44χρονος Ρίτσαρντ Μπλάνκο έχει εκδώσει τις συλλογές: City of a Hundred Fires(University of Pittsburgh Press, 1998), Nowhere But Here (Hill-Stead Museum, 2004), Directions to the Beach of the Dead (University of Arizona Press, 2005), Looking for the Gulf Motel (University of Pittsburgh Press, 2012). Είναι ο πέμπτος και νεότερος «inaugural poet» και θα διαβάσει το ποίημά του στις 21 Ιανουαρίου, τη βραδιά της επίσημης ορκωμοσίας του αμερικανού προέδρου στα σκαλιά του Καπιτωλίου.

Richard Blanco named Obama's 2013 inaugural poet
By Hector Tobar (latimes.com, 9/1/2013)
President Obama has chosen Richard Blanco, the 44-year-old son of Cuban immigrants, to be the 2013 inaugural poet. He will be the first Latino poet, and the first openly gay man given the honor of reading at a presidential inauguration.“Richard’s writing will be wonderfully fitting for an inaugural that will celebrate the strength of the American people and our nation’s great diversity,” Obama said in a statement.
[...]
Growing up gay and Cuban American was an even bigger challenge. In the poem “Queer Theory, According to My Grandmother,” Blanco writes of the many admonitions he received growing up.
“For God’s sake, never pee sitting down…./I’ve seen you,” his grandmother says. “Don’t stare at The Six-Million-Dollar Man./I’ve seen you.” And finally: “Never dance alone in your room.”
Blanco never did stop dancing.
“At a poetry reading a woman once asked me to share something about myself that no one would know directly from reading my bio or my work,” he says on his website. “Somewhat embarrassed, I told the audience about my poetry dance -- a little Michael Jackson-inspired shtick I do around the house in my pajamas when I am high from a good-poem day.”


*****

Burning in the Rain
Someday compassion would demand
I set myself free of my desire to recreate
my father, indulge in my mother’s losses,
strangle lovers with words, forcing them
to confess for me and take the blame.
Today was that day: I tossed them, sheet
by sheet on the patio and gathered them
into a pyre. I wanted to let them go
in a blaze, tiny white dwarfs imploding
beside the azaleas and ficus bushes,
let them crackle, burst like winged seeds,
let them smolder into gossamer embers—
a thousand gray butterflies in the wind.
Today was that day, but it rained, kept
raining. Instead of fire, water—drops
knocking on doors, wetting windows
into mirrors reflecting me in the oaks.
The garden walls and stones swelling
into ghostlier shades of themselves,
the wind chimes giggling in the storm,
a coffee cup left overflowing with rain.
Instead of burning, my pages turned
into water lilies floating over puddles,
then tiny white cliffs as the sun set,
finally drying all night under the moon
into papier-mâché souvenirs.
Today
the rain would not let their lives burn. 

Photo of a Man on Sunset Drive: 1914, 2008
Groundbreaking Ceremony, City of South Miami, Sunset Drive Improvements

And so it began: the earth torn, split open
by a dirt road cutting through palmettos
and wild tamarind trees defending the land
against the sun. Beside the road, a shack
leaning into the wind, on the wooden porch,
crates of avocados and limes, white chickens
pecking at the floor boards, and a man
under the shadow of his straw hat, staring
into the camera in 1914. He doesn't know
within a lifetime the unclaimed land behind
him will be cleared of scrub and sawgrass,
the soil will be turned, made to give back
what the farmers wish, their lonely houses
will stand acres apart from one another,
jailed behind the boughs of their orchards.
He'll never buy sugar at the general store,
mail love letters at the post office, or take
a train at the depot of the town that will rise
out of hundred-million years of coral rock
on promises of paradise. He'll never ride
a Model-T puttering down the dirt road
that will be paved over, stretch farther and
farther west into the horizon, reaching for
the setting sun after which it will be named.
He can't even begin to imagine the shadows
of buildings rising taller than the palm trees,
the street lights glowing like counterfeit stars
dotting the sky above the road, the thousands
who will take the road everyday, who'll also
call this place home less than a hundred years
after the photograph of him hanging today
in City Hall as testament. He'll never meet
me, the engineer hired to transform the road
again, bring back tree shadows and birdsongs,
build another promise of another paradise
meant to last another forever. He'll never see
me, the poet standing before him, trying
to read his mind across time, wondering if
he was thinking what I'm today, both of us
looking down the road that will stretch on
for years after I too disappear into a photo.

Place of Mind

Mist haunts the city, tears of rain fall

from the awnings and window ledges.
The search for myself begins an echo
drifting away the moment I arrive.

From the awnings and window ledges
follow the rain flowing down the streets.
The moment I arrive, I drift away:
Why am I always imagining the sea?

Follow the rain flowing down the streets
vanishing into the mouths of gutters.
Why am I always imagining the sea?
A breath, a wave—a breath, a wave.

Vanishing into the mouths of gutters,
rain becomes lake, river, ocean again.
A breath, a wave—a breath, a wave
always beginning, yet always ending.

Rain becomes lake, river, ocean, again
mist haunts the city, tears of rain fall
always ending, yet always beginning,
the search for myself ends in an echo.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου