.
Ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβός είναι ο γιαλός
παραδοχή των υπαρχόντων αποτελεί δείγμα ρεαλισμού και προσαρμοστικότητας στο περιβάλλον. Όταν στρουθοκαμηλίζει κανείς για να μη δει τα χρώματα και μετά καταλάβει πως έχει αχρωματοψία, τότε χαρακτηρίζεται ως νοητικά ασθενής. Όταν δε το ίδιο το κράτος αρνείται να κοιτάξει κατάματα τους πολίτες του και να τους εξηγήσει γιατί μαχαιρώνει τις αξίες – όπως εκείνη της ισότητας – που το ίδιο αποθεώνει, τότε χαρακτηρίζεται υποβιβαστικά άρρωστο. Στην Κύπρο οι ομοφυλόφιλοι χλευάζονται ανελλιπώς, απορρίπτονται και υπόκεινται διακρίσεις επειδή κάνανε το λάθος να υπάρξουνε. Κι όμως ούτε το διάλεξε κάποιος να αντιτεθεί στο ετεροφυλοφιλικό ρεύμα, ούτε μας έδωσαν το φίλτρο της ετεροφυλοφιλίας αυτοί που χτυπιούνται πως υπάρχει. Ερώτηση κρίσεως: γιατί ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα είναι εκτός ατζέντας βουλής και κράτους;
παραδοχή των υπαρχόντων αποτελεί δείγμα ρεαλισμού και προσαρμοστικότητας στο περιβάλλον. Όταν στρουθοκαμηλίζει κανείς για να μη δει τα χρώματα και μετά καταλάβει πως έχει αχρωματοψία, τότε χαρακτηρίζεται ως νοητικά ασθενής. Όταν δε το ίδιο το κράτος αρνείται να κοιτάξει κατάματα τους πολίτες του και να τους εξηγήσει γιατί μαχαιρώνει τις αξίες – όπως εκείνη της ισότητας – που το ίδιο αποθεώνει, τότε χαρακτηρίζεται υποβιβαστικά άρρωστο. Στην Κύπρο οι ομοφυλόφιλοι χλευάζονται ανελλιπώς, απορρίπτονται και υπόκεινται διακρίσεις επειδή κάνανε το λάθος να υπάρξουνε. Κι όμως ούτε το διάλεξε κάποιος να αντιτεθεί στο ετεροφυλοφιλικό ρεύμα, ούτε μας έδωσαν το φίλτρο της ετεροφυλοφιλίας αυτοί που χτυπιούνται πως υπάρχει. Ερώτηση κρίσεως: γιατί ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα είναι εκτός ατζέντας βουλής και κράτους;
Το μόνο που θαρρείς υπάρχει είναι αδιαφορία. Αναρριχώμενη σε τοίχους καλοχτισμένους από ενισχυμένα ταμπού και χαλυβωμένη προκατάληψη. Από το νομοθετικό σώμα που δεν προνοεί έστω την στοιχειώδη προστασία των πολιτών από τον ρατσισμό μέχρι την εκτελεστική εξουσία. Ρίχνονται με τα μούτρα στην αδικαιολόγητη αποστροφή προτιμώντας να ασχοληθούν και να επιλύσουν προβλήματα εύκολα ή ευχάριστα. Εθελοτυφλούν και προσποιούνται ότι το πρόβλημα είναι ανύπαρκτο, πείθοντας έτσι τους εαυτούς τους ότι είναι απλά μια σπάνια διαστροφή. Καθημερινά όμως, όταν στις παρέες, τη δουλειά, το σχολείο και το πανεπιστήμιο, αρχίζουν μεταξύ μιας ομάδας ανθρώπων από τη χαλαρή συζήτηση να γεννιούνται περίγελοι και κοροϊδευτικά σχόλια για τους ομοφυλόφιλους, κάνείς δεν υπολογίζει ότι ένα ζευγάρι μάτια πιθανότατα υποκρίνεται και το στόμα που τα συνοδεύει αναφωνεί οτιδήποτε άλλο εκτός από την αλήθεια.
Η ισχύς της παραδοχής των υπαρχόντων μπορούσε ανέκαθεν να φανεί ευεργετική για μια κοινωνία. Κι όμως, αφ’ ενός, αμφισβητείται το γεγονός ότι γεννιόμαστε ομοφυλόφιλοι γιατί δεν αναγνωριζόμαστε όπως με τα άλλα χαρακτηριστικά, εκ γενετής – για την ακρίβεια ίσως και ποτέ αλλά τούτο είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Η κοινωνία έτσι αποτυγχάνει να διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει για εμάς δικαίωμα επιλογής. Αφ’ εταίρου η ομοφυλοφιλία δεν είναι χαρακτηριστικό που το φέρει πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας και τις περισσότερες φορές ούτε κάποιο από τα μέλη της οικογένειας. Οπότε τα εν λόγω άτομα δεν μπορούν να μιλήσουν σε κανέναν και να πείσουν ότι δεν επέλεξαν την ομοφυλοφιλία ή τις ομοφυλοφιλικές τάσεις. Δεν έχουν επίσης έτσι και καμία υποστήριξη για να διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους.
Η δε ανυπαρξία της νομικής πλαισίωσης της ομοφυλοφιλίας εκτός του ότι βασίζεται σε μεσαιωνικά δόγματα, επηρεάζεται άμεσα από την κοινωνική αντίληψη των πραγμάτων. Γιατί η νομοθεσία μας δεν έχει δημιουργηθεί για να υπερασπίσει το δίκαιο αλλά για να δώσει αίσθημα ικανοποίησης στη μάζα. Φυσικά τα περισσότερα θέματα που έχουν κάποιο νομικό υπόβαθρο εφαρμόζουν το δίκαιο στα πλαίσια όμως της ικανοποιημένης πλειοψηφίας. Ποτέ δε θα μπορούσε να συμβεί το αντίθετο, ιδίως όταν πρόκειται για κοινωνικά ζητήματα. Στην αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας είδαμε πως είναι δυνατό η δικαιοσύνη να εξέλθει του πεδίου ικανοποίησης της πλειοψηφίας οπότε επιλέγει να αδρανεί. Έτσι, ένας στους δέκα περίπου στην Κύπρο υποκύπτει στα κουσούρια του κόσμου και κολυμπά στην αδικία.
Το αστείο έχει γίνει τετριμμένο: «μη βρεθείς ποτέ στο δρόμο της δικαιοσύνης, είναι τυφλή!». Όμως αν αύριο βρεθεί αυτή μαζί με τα σώματα που συναποτελούν την πολιτεία στο δρόμο του ετεροφυλοφιλικού κόσμου τότε θα αρχίσουν όλοι τότε να εξανίστανται με απελπιστικά σχόλια, γεμάτα αγανάκτηση και με φωνές για λήψη μέτρων και ψήφιση νόμων. Θα βρουν το θράσος, οι ίδιοι που μας καταδικάζουν σήμερα, να μιλήσουν για τα δικαιώματα τους. Θα εκσφενδονίσουν κατηγορίες και συνθήματα για το στραβό γιαλό στον οποίο αρμενίζουμε και τη στραβότερη δικαιοσύνη. Αλήθεια όμως... Θα ένιωθαν ποτέ έστω το ένα χιλιοστό του πνιγμού από την αγχόνη της μυωπίας της;
Νικόλαος Φωτεινός (TYPOS.COM.CY, 2-10-2007)
Καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
ΑπάντησηΔιαγραφήΤου ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Φ. ΜΟΔΙΝΟΥ*
Στην Κύπρο, ενώ η ομοφυλόφιλη πρακτική είναι διαδεδομένη σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, η επίσημη κοινωνία θεωρεί το θέμα ταμπού και τα άρθρα του Ποινικού μας Κώδικα 171-174 καταδικάζουν την ομοφυλόφιλη σεξουαλική πράξη ως εγκληματική, με ποινές που φτάνουν μέχρι και δεκατέσσερα χρόνια φυλάκιση.
Η ομοφυλόφιλη πράξη μεταξύ γυναικών δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα, αλλά απλώς αγνοείται πλήρως, σαν να μην υπάρχει καθόλου.
Τα πιο πάνω άρθρα, επίδραση της βρετανικής κατοχής, θεσπίστηκαν στην κυπριακή νομοθεσία το 1929, σύμφωνα με την αγγλική νομοθεσία του 1885 και αντιπροσωπεύουν τις αντιλήψεις της βικτωριανής εποχής!
Η πρώτη δημόσια συζήτηση που είχε θέμα την ομοφυλοφιλία έγινε στην Κύπρο το φθινόπωρο του 1979, από την Παγκύπρια Εταιρεία Ψυχικής Υγιεινής. Υστερα από αυτή τη συνάντηση δημιουργήθηκε ο πυρήνας του Ομοφυλόφιλου Κινήματος, με την πρωτοβουλία του οποίου, τρία χρόνια μετά, διοργανώθηκε διήμερο Σεμινάριο από την ίδια Εταιρεία και με το ίδιο θέμα, το οποίο παρακολούθησαν 500 περίπου άτομα. Το σεμινάριο είχε μεγάλη επιτυχία, παρ' όλο που πρέπει να αναφέρω ότι η πλειονότητα του ακροατηρίου αποτελούνταν από γυναίκες. Η έλλειψη αντρών ήταν καταφανής!
Μετά το σεμινάριο, με τη βοήθεια του Ελληνα λογοτέχνη Λουκά Θεοδωρακόπουλου, που ήταν και ο κύριος ομιλητής του σεμιναρίου, δημιουργήθηκε η Ομάδα Ομοφυλοφίλων Ανδρών και Γυναικών Κύπρου, η οποία οργάνωσε και μια συζήτηση στη Λεμεσό με θέμα την ομοφυλοφιλία, παρουσία αντιπροσώπων διαφόρων οργανώσεων.
Αμεσος στόχος της ομάδας ήταν η κατάργηση της ομοφυλόφιλης νομοθεσίας.
Ο διορισμός της κυρίας Στέλλας Σουλιώτη στη θέση του γενικού εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας έδωσε μεγάλη ελπίδα για την προοπτική της κατάργησης της υπάρχουσας νομοθεσίας. Η κυρία Σουλιώτη έκαμε μελέτη για εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας αυτής, την οποία έστειλε το 1986 στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης κ. Λιβέρα. Δυστυχώς, ο κ. Λιβέρας σταμάτησε τη διαδικασία, μη στέλλοντας το νομοσχέδιο στη Βουλή.
Αυτό έγινε αφορμή να κινητοποιηθεί η Ομάδα και να στείλει γραπτή αίτηση στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής.
Υστερα από συνεχείς πιέσεις δύο ολόκληρων ετών, η επιτροπή Νομικών της Βουλής κάλεσε το Απελευθερωτικό Κίνημα Ομοφυλόφιλων Κύπρου, που εν τω μεταξύ ιδρύθηκε, για να εισαγάγει το θέμα προς συζήτηση.
Τον Μάη του 1987 δημοσιεύεται στον κυπριακό Τύπο η Επίσημη Διακήρυξη του Απελευθερωτικού Κινήματος Ομοφυλοφίλων Κύπρου, ΑΚΟΚ.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δούμε και την προσωπική μου προσφυγή στο Συμβούλιο της Ευρώπης κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Θεωρώ σίγουρα θλιβερό το ότι αναγκάστηκα να καταφύγω σε ξένους Οργανισμούς για να διεκδικήσω σεβασμό βασικών ελευθεριών και δικαιωμάτων από το κράτος της Κύπρου, τη στιγμή του το ίδιο «κόπτεται» για την καταπάτηση των δικών του δικαιωμάτων από τα τουρκικά κατοχικά στρατεύματα. Ομως, η συνείδησή μου δεν μου επιτρέπει να έχω δύο μέτρα και δύο σταθμά, επειδή ακριβώς «πιστεύω» στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών και ότι αυτός επικαλείται μόνο με «πράξεις» και όχι με επετειακές διακηρύξεις και εορτασμούς.
Στο πλαίσιο της συζήτησης γύρω από το θέμα «Ομοφυλοφιλία», που άρχισε τότε μέσα από τον κυπριακό Τύπο, «μνημειώδης» παραμένει η αντίδραση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης κ. Χρυσάνθου, ο οποίος δήλωσε πως εάν η Βουλή ψηφίσει την αλλαγή του νόμου, θα εξασκήσει ο «ίδιος» βέτο για να μην περάσει ο νόμος. Είναι να διερωτάται κάποιος πού βασίστηκε ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης» να ισχυριστεί ότι μπορεί να εξασκήσει «βέτο» έναντι απόφασης της Βουλής, όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δυσκολεύεται να το πράξει;
Η προσφυγή που έκανα το Μάιο 1989 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, για καταπάτηση των δικαιωμάτων μου ως ομοφυλόφιλου ατόμου, έγινε αποδεκτή. Η ακρόαση έγινε στο Στρασβούργο στις 6 Δεκεμβρίου 1990 και η απόφαση ήταν ομόφωνη. Και οι δεκαπέντε Ευρωπαίοι επίτροποι με δικαίωσαν καταδικάζοντας την Κύπρο.
Επειδή η περίοδος για φιλική διευθέτηση πέρασε χωρίς να γίνει τίποτε, η υπόθεση στάλθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προς εκδίκαση.
Στη χριστουγεννιάτικη εγκύκλιό του ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος, το 1990, αντί να περιοριστεί μόνο στην αγάπη και στην ειρήνη, που αποτελούν τον ακατάλυτο θεμέλιο λίθο της χριστιανικής διδασκαλίας, μίλησε εναντίον της ομοφυλοφιλίας και των ομοφυλοφίλων. Σε συνέντευξη που έδωσε δύο μέρες αργότερα σε τοπική εφημερίδα, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι η ομοφυλοφιλία θεωρείται απο την Εκκλησία «θανάσιμο αμάρτημα», παρά φύσιν ασέλγεια κλπ.. κ.λπ. και ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι άτομα διεφθαρμένα και ανήθικα σωματικά και πνευματικά και διαφθείρουν την κοινωνία και μικρά παιδιά. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση υπογράμμισε ότι οι γνωστοί ομοφυλόφιλοι δεν θα γίνουν αποδεκτοί στην Εκκλησία, θα χάσουν όλα τα χριστιανικά τους δικαιώματα και χριστιανική ταφή.
- Η εκδίκαση της υπόθεσης «ΜΟΔΙΝΟΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έγινε στο Στρασβούργο τον Οκτώβριο 1992 κι έπειτα από τρεις συνολικά συνεδριάσεις ανακοινώθηκε, τον Απρίλιο 1993, η απόφαση. Οχτώ από τους εννέα δικαστές καταδικάζουν την Κύπρο για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μου ως ομοφυλόφιλου ατόμου. Η υφιστάμενη αντιομοφυλόφιλη νομοθεσία πρέπει οπωσδήποτε να καταργηθεί. Ο μόνος δικαστής που διαφωνούσε ήταν ο εκπρόσωπος της Κύπρου.
- Ως αποτέλεσμα της σχεδόν ομόφωνης καταδικαστικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το υπουργικό μας συμβούλιο ενέκρινε ομόφωνα το προτεινόμενο νομοσχέδιο και το έστειλε το Φεβρουάριο 1995 στην επιτροπή Νομικών της Βουλής για να εγκριθεί. Στην συνάντηση που έγινε, έναν μήνα αργότερα, ακούστηκαν πολλες απόψεις. Ολοι οι εκπρόσωποι των Παγκύπριων Επιστημονικών Οργανώσεων τάχθηκαν υπέρ, μαζί με το ομοφυλόφιλο κίνημα, εναντίον τάχθηκαν οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας και των χριστιανικών σωματείων.
Την άνοιξη του 1996 έλειξε η θητεία της Βουλής χωρίς να ληφθεί καμία απόφαση.
Οπως είναι γνωστό, η κυπριακή Βουλή κάτω από μεγάλη πίεση από το Συμβούλιο της Ευρώπης, για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αναγκάστηκε το Μάιο 1998 να τροποποιήσει το σχετικό νόμο. Για να ικανοποιήσει την Εκκλησία και σχεδόν όλους τους βουλευτές που ήταν αντίθετοι, αναγκάστηκε η Επιτροπή Νομικών να τροποποιήσει με τέτοιον τρόπο το προτεινόμενο νομοσχέδιο, έτσι που ο νέος νόμος να είναι χειρότερος από τον παλιό, γεμάτος διακρίσεις σε βάρος των ομοφυλόφιλων ατόμων.
Επειδή η εξ υπουργών Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν ικανοποιήθηκε με το νέο νόμο, η Επιτροπή Νομικών της Βουλής, για ακόμα μία φορά, αναγκάστηκε να προτείνει νέες τροποποιήσεις. Ετσι, το Μάιο 2000, χωρίς το θέμα να είναι εγγεγραμμένο στην ημερήσια διάταξη και χωρίς προειδοποίηση, παρουσίασε το θέμα στην ολομέλεια της Βουλής. Αυτό ξάφνιασε τους 44 παρευρισκόμενους βουλευτές, από αυτούς οι 31 εξήλθαν από την αίθουσα της Βουλής και όπως ανέφεραν ορισμένες εφημερίδες, «όχι προς νερού τους». Από τους υπόλοιπους 13 παραμείναντες βουλευτές δύο τάχθηκαν εναντίον κι έτσι το νομοσχέδιο έγινε νόμος με11 μόνον ψήφους!!!
Δυστυχώς και αυτός ο νόμος δεν έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες της ευρωπαϊκής συνθήκης και το πνεύμα της εποχής μας.
Στην τελευταία έκθεσή του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ειδοποίησε την Κύπρο ότι δεν πρόκειται να ενταχθεί στην Ενωμένη Ευρώπη αν δεν σεβαστεί πλήρως τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων πολιτών της, κάνοντας έτσι το καθήκον της. Η καυτή μπάλα βρίσκεται και πάλι στα χέρια της κυπριακής Βουλής, η οποία είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει, μέσα σε τρία χρόνια, για τρίτη φορά, το νόμο για την ομοφυλοφιλία.
Πιστεύω ότι ο εκσυγχρονισμός της σχετικής νομοθεσίας σε μια μικρή χώρα, όπως είναι η Κύπρος, με λιγότερο από 700.000 κατοίκους, που σχεδόν όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, με μια πανίσχυρη Εκκλησία, που καταδιώκει, καταδικάζει και δεν αποδέχεται τα ομοφυλόφιλα άτομα και με μια κοινωνία που τα στιγματίζει και τα περιθωριοποιεί, ο εκσυγχρονισμός της αντιομοφυλόφιλης νομοθεσίας δεν είναι αρκετός. Η ομοφυλόφιλη μειονότητα χρειάζεται να στηριχτεί νομοθετικά και να βοηθηθεί με σωστή και πλήρη διαφώτιση η κυπριακή κοινωνία, για να διαλυθούν οι μύθοι και οι λανθασμένες αντιλήψεις και να μπορέσουν επιτέλους τα ομοφυλόφιλα άτομα να ενταχθούν στο κοινωνικό πλαίσιο όπως όλοι οι άλλοι πολίτες του κράτους.
Η ισότητα όλων των πολιτών απέναντι στο νόμο δεν είναι παρά μια ελάχιστη απαίτηση. Αυτό που πρέπει να επέλθει και να καταξιωθεί είναι η πραγματικά ισότητα στην καθημερινή ζωή και νοοτροπία όλων των ανθρώπων. Αυτό θα πρέπει να σκεφτόμαστε όλοι όταν φέρνουμε στο νου μας την ομοφυλοφιλία και τα ομοφυλόφιλα άτομα.
* Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Φ. ΜΟΔΙΝΟΣ είναι αρχιτέκτονας
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 05/02/2002