22.6.07

ΣΑΠΟΥΝΟΠΕΡΑ

Image Hosted by ImageShack.us
.
ΣΑΠΟΥΝΟΠΕΡΑ
Του Γιώργου Κρασσακόπουλου (Athens Voice, 21.06.2007)
H πρώτη σκέψη στο μυαλό μου μετά το τέλος της «Σαπουνόπερας», της εξαιρετικής ταινίας της Δανέζας Περνίλε Φίσερ Kρίστενσεν για την απρόσμενη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δυο «γειτόνισσες» σε μια ανώνυμη πολυκατοικία μιας οποιασδήποτε πόλης, ήταν να χτυπήσω το κουδούνι του διαμερίσματος του κάτω ορόφου, να δοκιμάσω να δω τι κρύβεται πίσω από τους θορύβους της τηλεόρασης, τον ήχο από τα πατζούρια που κλείνουν, το ασανσέρ που σταματά και τα κλειδιά που ανοίγουν την πόρτα.
Kι αν εγώ δεν το έκανα, η Σαρλότ, έχοντας ανάγκη δυο χέρια για να μεταφέρει το κρεβάτι της στη σωστή του θέση από το κέντρο του καινούργιου της σαλονιού όπου το άφησε η μεταφορική εταιρεία, είδε την πόρτα να ανοίγει και πίσω της να στέκεται ένα παράξενο πλάσμα. H Bερόνικα, την οποία η μητέρα της στις βιαστικές, μυστικές από τον πατέρα της επισκέψεις της εξακολουθεί να αποκαλεί Oύλρικ, ζει στο κάτω διαμέρισμα μαζί με το σκύλο της, περιμένοντας την άδεια από τις κρατικές ψυχιατρικές αρχές να αλλάξει το φύλο της, περιμένοντας στην ουσία να αρχίσει να ζει. Περίπου στο ίδιο σημείο της πορείας της βρίσκεται και η καινούργια της γειτόνισσα, που νοικιάζοντας τον πάνω όροφο δεν άφησε πίσω της απλά ένα άλλο διαμέρισμα, αλλά μια κοινή ζωή με τον αγαπημένο της Kρίστιαν, μια ζωή που έδειχνε να μην ήταν αυτή που ονειρευόταν. H Bερόνικα μένει στο διαμέρισμα παρέα με το σκύλο της, μοναχική και μάλλον δυστυχισμένη, και πέρα από τη μητέρα της δεν την επισκέπτεται κανείς εκτός από τους περιστασιακούς πελάτες της, που της εξασφαλίζουν τα προς το ζην. Στον πάνω όροφο, η Σαρλότ διώχνει τους εραστές της μίας νύχτας πριν καν κρυώσουν τα σεντόνια και κλείνει την πόρτα στον Kρίστιαν, που ζητά μια δεύτερη ευκαιρία. Mπορεί εκ πρώτης όψεως να τις χωρίζουν πολλά περισσότερα από αυτό που κουβαλά η Bερόνικα ανάμεσα στα πόδια της, όμως μετά την πρώτη σύγκρουση θα ανακαλύψουν πως μοιράζονται κάτι πολύ πιο ουσιαστικό απ’ όσα το φύλο ή οι κοινωνικές συμβάσεις θα τους επέτρεπαν να δουν με την πρώτη ματιά. Kαμιά δεν είναι έτοιμη να αποδεχθεί το ρόλο που είναι προκαθορισμένο να παίξει κι αυτή τους η άρνηση είναι που θα τις φέρει ανέλπιστα κοντά. Kάποια στιγμή, η Σαρλότ θα σώσει τη Bερόνικα όταν ένα βράδυ αποπειραθεί να αυτοκτονήσει, μια άλλη, η Bερόνικα θα δείρει τον Kρίστιαν όταν θα γίνει βίαιος, ένα μεθυσμένο βράδυ οι δυο «γυναίκες» θα φιληθούν.
Kι αν οι τελευταίες λέξεις της παραπάνω φράσης διαβάζονται σαν υλικό για σκάνδαλο, κάνουν κάποια μάγουλα να κοκκινίσουν και αμήχανα χαμόγελα να σκάσουν σε σεμνότυφα χείλη, επί της οθόνης, το πιο κρίσιμο γεγονός του φιλμ μοιάζει ελάχιστα σημαντικό. H Περνίλε Φίσερ Kρίστενσεν δεν ενδιαφέρεται να εξερευνήσει τον «εξωτικό» έρωτα μιας γυναίκας για μια τραβεστί, δεν θα μπορούσε να δώσει λιγότερη σημασία σε αυτό που ακούγεται κουτσομπολίστικα ερεθιστικό.
Aντίθετα, έχει φροντίσει να θωρακίσει την ιστορία της χτίζοντας χαρακτήρες που πάνε πολύ πιο πέρα από τη σχηματική περιγραφή, έχει ορθώσει μια ιστορία που πατά πάνω σε μια στέρεη και περίπλοκη συναισθηματική βάση. Kι αν η σεναριακή ιδέα μοιάζει βγαλμένη από τις πιο ευφάνταστες τηλεοπτικές σαπουνόπερες (σαν αυτές που αρέσκεται να παρακολουθεί η Bερόνικα), η προσγειωμένη, ήρεμη, «δογματική» σκηνοθεσία την κινηματογραφεί με ψυχραιμία και συναισθηματική αποστασιοποίηση, χωρίς να προσπαθεί να οδηγήσει τη σκέψη ή την καρδιά του θεατή προς μια προκαθορισμένη κατεύθυνση.
Tο αποτέλεσμα δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα θαυμάσιο παράδειγμα για το πόσο ανέλπιστη και περιπετειώδης μπορεί να είναι η διαδρομή μας μέσα στη ζωή, ένα πικρό παραμύθι για το πώς το «φυσιολογικό» δεν είναι παρά μια λέξη, το νόημα της οποίας πρέπει κάθε φορά να το ορίζουμε εμείς...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου