16.12.11

ΑΝΗΘΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 2


Ο padre Εugenio
Την εποχή εκείνη είχε έρθει στην Κύπρο ο padre Εugenio, νέος, ευτραφής, λάτρης του χιούμορ και του κουτσομπολιού. Παρευρισκόταν σε όλα τα φιλανθρωπικά τέια που έδιναν οι καθολικές κυρίες της Λευκωσίας. Οι Λατίνοι καθολικοί ήταν μέρος της τοπικής αριστοκρατίας και επί Αγγλοκρατίας καταλάμβαναν υψηλά αξιώματα, επειδή οι Άγγλοι τους εμπιστεύονταν.
Ο padre Εugenio είχε γοητεύσει τους πάντες με τα άψογα ελληνικά και τις σπιρτόζικες ιστορίες του. Οργάνωνε εκδρομές στο Λίβανο, στη Ρώμη, στους Αγίους Τόπους. Πήγαινε πάντα μπροστά, με το καφετί του ράσο και τη χοντρή πατεριμή με τον εσταυρωμένο να κρέμεται στο πλάι. Τον ακολουθούσαν διάφορες κυρίες ως ηγήτορά τους αλλά και ως θαυμάστριες της παράξενης ιταλικής ομορφιάς του, βγαλμένης από κάποιον πίνακα του Μπροτζίνο.
Φημολογείτο ότι ήταν νόθος γιος ενός βενετσιάνου αριστοκράτη, ο οποίος τον έδωσε στους φρέρηδες, σε ένα ορφανοτροφείο, όπου μεγάλωσε υπό τη σκιά της Madonna και των άλλων αγίων, χωρίς όμως αυτό να σταθεί εμπόδιο στην περαιτέρω πορεία του ως εραστή ωραίων και αριστοκρατικών κυριών, που γονάτιζαν ευλαβικά μπροστά του ζητώντας τη συγχώρεσή του.
Αυτός ο ηδονιστής, κοινωνικός ιερέας μετετράπη εν μια νυκτί σε αυστηρό κήρυκα της αποχής και της φιλανθρωπίας. Μερικοί είπαν ότι επλήγη από το ουράνιο φως που έπληξε και τον Απόστολο Παύλο, αφήνοντάς τον επί τριήμερον άλαλο και τυφλό, άλλοι είπαν ότι ο Κύριος σε όραμα τού υπέδειξε τη μαύρη χαίνουσα κόλαση. Όπως και να έχει το πράγμα, ο padre Εugenio άλλαξε. Μάζευε τα καθολικά παιδιά, μας έκανε κατήχηση, ύστερα εξομολόγηση και από τον άμβωνα έβγαζε πύρινους λόγους υπέρ της ελεημοσύνης και της ταπεινοφροσύνης, πράγμα που δεν τον έκανε ιδιαίτερα αρεστό στις κυρίες, τις στολισμένες με ακριβές δαντέλες και μοντέρνα καπέλα.
Σε μια εξομολόγηση, ήμουν έφηβος, μου είπε: «Ο αόρατος εχθρός παραμονεύει παντού, πρέπει να φυλάγεσαι από τον αόρατο εχθρό που παραμονεύει παντού». Χωρίς ο padre Εugenio να περιγράφει επακριβώς τον «εχθρό», αυτός στην εφηβική μου φαντασία, γινόταν ακαθόριστος, απροσδιόριστος, σκιά που έμπαινε στην ψυχή μου και αμαύρωνε τη χαρά, την ευχαρίστηση, την κάθε μου απόλαυση. Ήταν πανταχού παρών, μέρος ενός αμαρτήματος που έσταζε αργά και σαδιστικά το δηλητήριό του' έπαιρνε «καφκικές» διαστάσεις -τον Κάφκα τον διάβασα πολύ αργότερα- και έπρεπε να έχω τις παλάμες μου ενωμένες σε στάση προσευχής, ή να θυμάμαι τα μαρτύρια που διάβαζα στους «Βίους των Αγίων».
Ο padre Εugenio, κανείς δεν το περίμενε, ερωτεύτηκε σφόδρα μιαν όμορφη και σοβαρή νεαρή κυρία. Τελικά ήταν άνθρωπος των άκρων και των παθών και επειδή αυτό δεν συνήδε με τον όρκο αγαμίας που έδωσε κατά τη χειροτονία του, άφησε το ιερατικό αξίωμα και ακολούθησε τα εγκόσμια με αρετή και σωφροσύνη βοηθώντας όπου μπορούσε, προς μεγάλη ανακούφιση του εκκλησιάσματος, που επανήλθε στον πρότερο αυτάρεσκο πλην όμως «ευσεβή» βίο, στο πλαίσιο βέβαια των αστικών και κοινωνικών απολαύσεων που τους επέτρεπε η τάξη τους.
Όσο για μένα, χρειάστηκαν κάποια χρόνια να αναγνωρίσω τον «αόρατο εχθρό», ο οποίος πήρε μορφή ένα βράδυ του Σεπτέμβρη του 1969 ενώ βρισκόμουν στο Λονδίνο, όταν έκπληκτος είδα μπροστά στα μάτια μου, σε γκρο τηλεοπτικό πλάνο, δύο όμορφους άντρες να φιλιούνται παράφορα! Ό,τι είχα τόσα χρόνια καταπιέσει, ήταν εκεί μπροστά μου, οριστικά και αμετάκλητα.

Ανδρέας Κάραγιαν: Ανήθικες ιστορίες (Γαβριηλίδης, 2011)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου