2.2.11

ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ; 6: "ΔΙΑΦΗΜΙΖΩ"

Διαφημίζω
Ετυμολογία: [μτγν. Διαφημίζω < διά + φημίζω ]
Ερμηνεία: ρ. (διαφήμ-ισα, -ίστηκα, -ισμένος) επαινώ δημόσια / (ειδ.) εξαίρω τις ιδιότητες εμπορεύματος ή υπηρεσίας για να παρακινήσω ανθρώπους να το αγοράσουν ή να το χρησιμοποιήσουν
Συνώνυμα: ρεκλαμάρω, λανσάρω

Μείζον Ελληνικό Λεξικό (Τεγόπουλος-Φυτράκης)
Επειδή πολύς λόγος γίνεται στη συζήτηση στο φόρουμ του 10% (http://www.10percent.gr/periodiko/teyxos30/2092-2010-12-19-16-56-19.html) σχετικά με την κριτική ιστολόγων και σχολιαστών ότι το επιχορηγούμενο e-περιοδικό διαφήμισε την προβολή της με σκηνές μη ασφαλούς σεξ «μεταπορνό» ταινίας του Π. Ευαγγελίδη στα πλαίσια του 5. Porn Film Festival Berlin in Athens, θα συνιστούσα στις διάφορες γραφίδες που ανέλαβαν να αποκαταστήσουν την τιμή του περιοδικού, πριν καταλήξουν να εκτεθούν ακόμη περισσότερο με φαιδρά επιχειρήματα, να ξεπεράσουν τις αγκυλώσεις τους και να ανοίξουν κανένα ερμηνευτικό λεξικό - π.χ. το Μείζον Ελληνικό Λεξικό, όχι αναγκαστικά το καλύτερο της αγοράς αλλά που πιθανότατα υπάρχει στη βιβλιοθήκη τους, αφού πριν μερικά χρόνια η Ελευθεροτυπία το μοίρασε δωρεάν με κουπόνια σε κόσμο και κοσμάκη– να σιγουρευτούν για το τι σημαίνει η λέξη.
Το ζήτημα δεν είναι να μιλάμε καλά ελληνικά - που ευχής έργον θα ήταν - αλλά κατανοητά ελληνικά, δηλαδή να ξέρουμε, και να συμμεριζόμαστε, τι εννοούν οι λέξεις που μεταχειριζόμαστε, με την ελπίδα ότι θα καταλήξουμε κάποτε να συνεννοηθούμε.
Ειδικά στο γράμμα Δ θα βρουν κάμποσα ακόμη χρήσιμα λήμματα (διαφάνεια, διαπλοκή, δεοντολογία, δημοσιογραφία κλπ) που θα μπορούσαν να αποσαφηνίσουν έννοιες για τις οποίες φαίνεται να υπάρχει σύγχυση ή η κατανόησή τους γίνεται συχνά μέσω μεταφραστικής προσέγγισης εκ της αγγλικής.
Ίσως έτσι ο διάλογος – άλλη λέξη από δέλτα, ε;- να αποκτήσει ουσία και σκοπό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου