3.4.10

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 3

.
Πάσχα στο Πήλιο
Απόγευμα Μεγάλης Πέμπτης καταλύσαμε σ' ένα μικρό ξενοδοχείο του Αγίου Ιωάννη. Ελάχιστοι ακόμα οι επισκέπτες, η παραλία ερημική κι εμείς βαδίσαμε σχεδόν σιωπηλοί, την ώρα που τριγύρω άναβαν τα φώτα κι έπεφτε σκοτεινός ο ίσκιος του βουνού στη θάλασσα.
Την επομένη προσκυνήσαμε τον Επιτάφιο στον Κισσό, κι επισκεφθήκαμε την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Έντρομος στάθηκα μπροστά στις λαϊκές τοιχογραφίες με τα μαρτύρια της κολάσεως: καμιά εξαίρεση, καμιά διαφυγή’ κάθε αμαρτία και μια αμείλικτη ποινή, με τόση φρίκη εικονισμένη, που μέσα στο ημίφως του ναού μού φάνηκε πως μ' έδεσαν οι φλόγες. Βγήκα στο φως σκοτεινιασμένος και ζήτησα να επιστρέψουμε στον όρμο.

Το απόγευμα της ίδιας μέρας ήταν που τον είδα. Ποιητής και δοκιμιογράφος της νεώτερης γενιάς, με πλούσιο έργο ήδη και τιμές (τον αναγνώρισα από φωτογραφίες του σε περιοδικά και σε βιβλία) κάθονταν μ' ένα νεαρό καλοφτιαγμένο σε καφετέρια της παραλίας. Έκανε εντύπωση η ανύπαρχτη επαφή, η ανανταπόδοτη επιθυμία - τι κι αν μιλούσε κάπου κάπου ο ποιητής, ο νεαρός είχε σχεδόν την πλάτη γυρισμένη, δύσθυμος, κατηφής να κάθεται μαζί του, να τους βλέπουν. Δαγκώθηκα μεμιάς’ ποιος ξέρει, σκέφτηκα, αύριο μεθαύριο κι εγώ...
Μεγάλο Σάββατο, κατά το δειλινό, τους είδα πάλι. Μπροστά ο νεαρός σαν ξένος, ξοπίσω του ο ποιητής με κυρτωμένους ώμους να κοιτά το xώμα. Θυμήθηκα τις φοβερές τοιxογραφίες και δεν άντεξα. «Εδώ η κόλαση», έσκουξα βουβά, «εδώ και τα μαρτύριά της όλα!».
Είχε σκοτεινιάσει. «Ώρα για την Ανάσταση», είπε κάποιος. Και φύγαμε για να ντυθούμε καταλλήλως!
[1993]

Αντώνης Περαντωνάκης: Ακίδες και δήγματα (Πλέθρον, 1993)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου