24.2.10

Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ. ΕΝΑ ΓΚΕΪ ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΛΟΒΕΝΙΑ


Ο αναγνώστης (Bralec)
Στο γραμματοκιβώτιο με περίμενε κιόλας ένα γραμματάκι. Αγαπητέ κύριε Βρεγκ! Διάβασα τη νουβέλα σας για τον Σ., και μου άρεσε φοβερά. Τη διαβάζω συνέχεια. Τέτοιο πάθος με ανάβει αφάνταστα, το ίδιο και τα χτυπήματα με το σκοινί. Θέλω να σας εκμυστηρευθώ ότι διαβάζοντας πάντα αρχίζω να αυνανίζομαι. Περιμένω να εμφανιστεί καμιά καινούρια ιστορία σας. Σας γράφω γιατί θέλω να γνωριστούμε. Είμαι είκοσι χρονών, 1 και 80 ύψος, 69 κιλά και 18 πόντους μήκος, έχω μαύρα μαλλιά, δεν έχω τρίχες στο σώμα και μου αρέσουν οι άγριες φάσεις. Νομίζω ότι και σε σας θα αρέσουν. Τα αγόρια με ερωτεύονται αμέσως, αλλά όλοι τους είναι βαρετοί μέχρι θανάτου. Σας παρακαλώ ελάτε στο σπίτι μου. Οι γονείς μου το σαββατοκύριακο φεύγουν στο χωριό, και έτσι θα είμαι μόνος. Τη διεύθυνσή σας τη βρήκα στον τηλεφωνικό κατάλογο, έχω και το τηλέφωνό σας. Το σαββατοκύριακο θα σας τηλεφωνήσω. Σας παρακαλώ μην μου το αρνηθείτε, θα ήθελα τόσο πολύ να βρεθώ στο βιβλίο σας. Λοιπόν θα περιμένω να βρεθούμε, δικός σας, Β. Το γράμμα σαφώς μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Αν και δεν υπήρχε εκεί κάτι που να με κάνει να πετάω από χαρά. Ο νεαρός όντως μου τηλεφώνησε και συναντηθήκαμε στο κέντρο της πόλης. Τα μάτια του γυάλιζαν ελαφρά, μολονότι προσπαθούσε να δείχνει λίγάκι ντροπαλός. Στ' αλήθεια ήταν κούκλος, σαν να βγήκε από κάποια τηλεοπτική διαφήμηση. Μετά πήγαμε σπίτι του. Εκείνος συνέχεια μιλούσε για εκείνο το διήγημα, και άρχισε να μου τη δίνει στα νεύρα. Του το είπα και εκείνος το βούλωσε. Στο ευρύχωρο σπίτι του με πήγε στο δωμάτιό του και άρχισε αμέσως να ξεντύνεται. Το σώμα του ήταν αγαλματένιο, μου παινεύτηκε ότι γυμνάζεται, ότι προσέχει το φαγητό του και τα συναφή. Κάθησα και άναψα τσιγάρο. Κάτι μέσα μου τινάχτηκε. Ενώ έπαιζε μουσική έκανε στριπτίζ, αληθινό αντρικό στριπτίζ, με κοιτούσε με πάθος και μετά γονάτισε στο πάτωμα και άρχισε να σέρνεται με τα τέσσερα προς το μέρος μου. Εγώ καθόμουν και κάπνιζα, και σκεφτόμουν τί στην ευχή τινάζεται τόσο δυνατά μέσα μου. Είχε, βλέπετε, ιδανικό σώμα, πρόσωπο και όλα τα άλλα. Σερνόταν προς το μέρος μου, καθόταν στα πόδια μου, σαν παιδί χαϊδευόταν πάνω μου. Περίμενε. Ήταν φανερό ότι κάτι περίμενε από μένα. Τότε σηκώθηκα, έτσι που έτριξε το πάτωμα, πήγα στο μπάνιο και κλείδωσα την πόρτα. Αφού πλύθηκα και ντύθηκα, πήρα ένα σκοινάκι από την τουαλέτα και το έχωσα στην τσέπη μου. Κοίταξα γύρω μήπως βρω κάτι καλύτερο. Κύριε των δυνάμεων, χτυπούσε κιόλας την πόρτα. Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη, κοίταξα όλες τις φακίδες, τα μαύρα σημαδάκια, τα μαλλιά που έπεφταν. Πίσω από το αυτί φάνηκε ένας κόκκινος λεκές, που ολοένα και μεγάλωνε. Άνοιξα την πόρτα, την έσπρωξα, και ο νεαρός έπεσε στο πλάι, καθ' ότι στεκόταν γονατιστός μπρόστα στην πόρτα.
Ξανακάθησα, του έκανα νόημα να έρθει. Τον σήκωσα και τον πήρα στα γόνατά μου. Ήταν βαρύς. Από το στήθος σιγά σιγά προχώρησα στην πλάτη, στον πισινό, άγγιξα τα πόδια, γεμάτα μικρές τριχούλες. Από ικανοποίηση του βαρούσα τον πισινό, μία, δύο, τρείς φορές, τόσο δυνατά, που ο ήχος από το χτύπημα ξεπερνούσε ακόμα και τη δυνατή μουσική. Δεν έλεγα να σταματήσω, και το δέρμα του κοκκίνισε ακόμα πιο πολύ. Με το άλλο χέρι τον έπιανα από τη μέση, μέχρι να βρω το πρησμένο ογκώδες όργανό του. Όταν ξεκουράστηκα, άνοιξα το φερμουάρ μου, έβγαλα το δικό μου, έσπρωξα τον νεαρό στα τέσσερα, και εκείνος άρχισε να μου παίρνει πίπα. Αυτό μου έφτανε. Τον έσπρωξα στο κρεβάτι, και εκείνος, γεμάτος σάλιο, βρέθηκε αμέσως μπροστά μου, σήκωσε τον πισινό του και πλησίασε. Όταν μπήκα μέσα του για τα καλά, εκείνος βόγγηξε σαν ζώο, τινάχτηκε ολόκληρος και έχυσε το σπέρμα του στο κρεβάτι, τότε ηρέμησε. Στ' αλήθεια δεν ήθελα άλλο. Ωστόσο έμεινα ακόμα μέσα του, και τον γύρισα προσεκτικά από την άλλη. Θυμήθηκα το σκοινάκι. Άραγε ήταν γερό, μήπως ήξερα; Και φανταστείτε να μας έβλέπε κανείς, ε; Είμασταν ξαπλωμένοι και οι δυο μας, εγώ πάνω σ' εκείνον, ο συγγραφέας πάνω στον αναγνώστη, και έξω ήταν χαρά Θεού. Ένοιωσα την ανάγκη να πάω στο πάρκο. Τότε είδα ότι τον είχε πάρει ο ύπνος. Παρατηρούσα το πρόσωπό του, που δεν θα ήταν δύσκολο να το ερωτευτώ. Όμως δεν ήταν πια κομμάτι αυτού του κόσμου. Γι' αυτό με πολύ περισσότερη προθυμία έβγαλα το σκοινάκι, έσυρα τον νεαρό μέχρι την πόρτα και άρχισα να τον δέρνω αλύπητα. Δεν τέλειωσε γρήγορα, ήθελε πολλή προσπάθεια. Τελικά τον ταχτοποίησα. Όταν εκείνος έχασε τις αισθήσεις του, εγώ πήγα στο μπάνιο, πήρα έναν κουβά, τον γέμισα νερό και περέχυσα το ξαπλωμένο του σώμα. Γύρω στους δέκα κουβάδες χρειάστηκα, το κρεβάτι έγινε μούσκεμα, στο πάτωμα είχε σχηματιστεί λιμνούλα. Η μουσική ακόμα έπαιζε.
Στο πάρκο κάθησα σ' ένα παγκάκι, κοίταξα τις πάπιες που κολυμπούσαν, ζεστάθηκα στον ήλιο. Ακόμα μια φορά διάβασα δυνατά το γράμμα του νεαρού, που το είχα πάρει μαζί μου, και ύστερα το πέταξα στο σκουπιδοκάλαθο. Όταν γύρισα σπίτι, κάθησα στο κρεβάτι και άρχισα να γράφω, για να εκπληρώσω τις προσδοκίες του νεαρού μέχρι τέλος.

Brane Mozetič / Σλοβενία
Μετάφραση από τα Σλοβενικά : Σωτήρης Σουλιώτης - Νέρινγκα Αμπρουτίτε

Brane Mozetič is a poet, writer, translator and editor who graduated in comparative literature from the University of Ljubljana. He also pursued an advanced degree in comparative literature in Paris.
Since 1990, Mozetič has been the editor of gay magazine Revolver. He has translated a number of French authors, among which Rimbaud, Genet, Foucault, and Brossard, published ten poetry collections and three works of fiction, winning the City of Ljubljana Poetry Prize and the European Poetry Prize-Falgwe. His poems have been translated into various languages. Mozetič is currently the director of Center for Slovenian Literature. A poet who has not shied away from strict forms, Mozetič writes in a feverish style of the evanescent experience that is a poignant reflection of the postmodern condition and its narcissism.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου