.
Γυναικείες υποθέσεις
Στο νέο της μυθιστόρημα η Αντζελα Δημητρακάκη δίνει φωνή σε μια ομοφυλόφιλη και παρακολουθεί τη διαδρομή της προς την αυτογνωσία
Της Σταυρούλας Παπασπύρου , Ελευθεροτυπία, 14/6/2009
Η γυναικεία ομοφυλοφιλία ελάχιστες φορές απασχόλησε την ελληνική λογοτεχνία ώς τώρα.
Αν εξαιρέσουμε το ρομάντζο «Η ερωμένη της» της μυστηριώδους Ντόρας Ρωζέττη που γράφτηκε το 1929 και αναδείχτηκε από τη φιλόλογο Χριστίνα Ντουνιά τα τελευταία χρόνια (εκδ. Μεταίχμιο), καθώς και το μυθιστόρημα «Μόνο γυναίκες» που υπογράφεται από την επίσης μυστηριώδη Μάρα Σέη (εκδ. Κέδρος, 2001), άλλα δείγματα δεν διαθέταμε.
Να, όμως, που η 41χρονη Αντζελα Δημητρακάκη, συγγραφέας που έκανε αίσθηση στα τέλη της δεκαετίας του '90, αποτυπώνοντας τα ήθη των «παγκοσμιοποιημένων» συνομηλίκων της στην «Ανταρκτική» (εκδ. Οξύ), σπάει την παράδοση. Στο καινούριο της βιβλίο «Μέσα σ' ένα κορίτσι σαν κι εσένα» (εκδ. Εστία), δανείζεται το προσωπείο μιας τριαντάχρονης λεσβίας και, μέσα από μια φιλόδοξη, μεταμοντέρνα σύνθεση, επιχειρεί να ξεδιπλώσει τη διαδρομή της ηρωίδας της προς την αυτογνωσία, φωτίζοντας από πολλές πλευρές τον εσώτερο εαυτό της.
Η αποκάλυψη
Η πρωταγωνίστρια του «Μέσα σ' ένα κορίτσι σαν κι εσένα», η Κατίνα Μελά, είναι μια γεννημένη στο Σικάγο Ελληνοαμερικανίδα, και η γνωριμία μαζί της, σε πρώτη φάση, γίνεται μέσα από ένα πλήθος επιστολών. Από τα γράμματα που συντάσσει η ίδια με αποδέκτες συγγενείς και φίλους -κάποια από τα οποία δεν αντέχει να στείλει καν- γίνεται αντιληπτό πως έχει μόλις εγκαταλείψει το διδακτορικό της στο Πρίνστον, πως φλερτάρει με την ιδέα να γράψει ένα μυθιστόρημα, πως έχει πίσω της μια πολύχρονη αλλά οριστικά τελειωμένη ερωτική σχέση με ομόφυλή της, και πως το οικογενειακό της παρελθόν την έχει σημαδέψει βαθιά.
Καρπός δύο ανθρώπων «που μόνο σ' ένα πράγμα συμφωνούσαν, στο ότι δεν ήταν Αμερικανοί», και των οποίων το διαζύγιο μόνο βελούδινο δεν ήταν, η ηρωίδα της Δημητρακάκη πάλλεται από αισθήματα μίσους για τον πατέρα της, ενώ αντίθετα η πρόσφατα χαμένη μητέρα της στοιχειώνει ολόκληρη την ύπαρξή της. Η τελευταία, όπως μαθαίνουμε, ήταν μια ομοφυλόφιλη διανοούμενη με κρυφή ζωή, που μολονότι άργησε να μυήσει την κόρη της στα μυστικά της, ανέπτυξε μια σχέση μαζί της εξαιρετικά δυνατή. Ο βασικός άλλωστε λόγος που η Μελά επιστρέφει στη χώρα καταγωγής της είναι για να σκαλίσει τις ρίζες της μητέρας της.
Η Αθήνα που συνάντησε
Σε πείσμα των συμβουλών του καθηγητή της να καταπιαστεί μ' ένα ακόμη «ελυτοσεφεροκαβαφικό» διδακτορικό, η Μελά έχει ξοδέψει ήδη τέσσερα χρόνια εξερευνώντας την ποίηση ως χώρο έκφρασης της γυναικείας ομοφυλοφιλίας στην Ελλάδα, μέσα από το έργο μιας αινιγματικής ποιητικής φωνής, που φέρει το ψευδώνυμο Θαλασσία Υλη. Μιας εκπροσώπου της φεμινιστικής γενιάς του '60 με κομβικό στοιχείο στο έργο της τη σχέση μητέρας-κόρης, μιας καταξιωμένης ποιήτριας που ως τον ξαφνικό θάνατό της, το 2005, είχε αρνηθεί πεισματικά ν' αποκαλύψει την αληθινή της ταυτότητα.
Χάρη στους συνεχείς υπαινιγμούς της Δημητρακάκη, η υποψία ότι ένας πραγματικός, κι όχι μεταφορικός, ομφάλιος λώρος συνδέει τις παραπάνω γυναίκες, αρχίζει να γιγαντώνεται από νωρίς. Μέχρις ότου, όμως, συμπληρωθεί αυτό το παζλ, που αποτελείται από επιστολές, ημερολογιακές καταγραφές και επιστημονικές ανακοινώσεις, η συγγραφέας της «Αντιθάλασσας» και του «Μανιφέστου της ήττας» έχει όλη την άνεση να μας ξεναγήσει λεπτομερώς στο ταραγμένο παρελθόν και το αθηναϊκό παρόν της ηρωίδας της, σχολιάζοντας εμμέσως την πραγματικότητα που αντίκρισε και η ίδια τη διετία 2006-2007, σ' ένα διάλειμμα από τις ακαδημαϊκές της υποχρεώσεις στη Βρετανία.
Περί διακριτικότητος
Η τεχνολογική καθυστέρηση της Ελλάδας, ο υφέρπων ρατσισμός, η άβυσσος που χωρίζει μια κολωνακιώτικη μπουτίκ από το φωταγωγό μιας μικροαστικής πολυκατοικίας, η αποξένωση των ανθρώπων, το λάιφ στάιλ των τριάντα και κάτι «ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσδιορισμού», που «καπνίζουν, πίνουν, πηδιούνται και νοικιάζουν διαμερίσματα για να μην έχουν σκοτούρες», οι εντάσεις στα πεδία της οικονομίας και της παιδείας, όλα λίγο πολύ βρίσκουν τη θέση τους.
Η σεξουαλική ταυτότητα της Μελά δεν την οδηγεί στη μοναξιά, κάθε άλλο, αλλά γράφοντας στην παλιά της ερωμένη «ήθελα στ' αλήθεια να σε παντρευτώ», έχει συνείδηση πόσο γελοίο ακούγεται αυτό στη γλώσσα μας. «Εδώ όλα βασίζονται στη "διακριτικότητα"», αναγνωρίζει. «Οι λεσβίες σαν κι εμάς, με ξεκάθαρα και ανοιχτά σχέδια για κοινή ζωή σε κοινή θέα δεν υφίστανται. Κρύβονται, ποιος ξέρει...».
Αν το alter ego της Δημητρακάκη καταπιανόταν τελικά μ' ένα μυθιστόρημα «για όλες τις λεσβίες της Αθήνας που είναι γύρω στα τριάντα, που τους αρέσουν οι εκδρομές, που πιστεύουν στον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις, που είναι οικονομικά ανεξάρτητες, που ακούνε Blonde Redhead και Feist», θα προέκυπτε κάτι με συνοχή - «ο κύκλος δεν είναι μεγάλος», όπως λέει.
Η ίδια η Δημητρακάκη, πάντως, με το τέταρτο μυθιστόρημά της δεν αποσκοπεί σε μιαν αντίστοιχη κοινωνική καταγραφή. Απ' ό,τι φαίνεται το στοίχημά της ήταν να περιπλανηθεί σε υπαρξιακά βάθη, να στοχαστεί πάνω στο λεσβιακό ψυχισμό και να μπολιάσει το μυθιστορηματικό της κόσμο με το θεωρητικό της υπόβαθρο στη σύγχρονη τέχνη, απευθυνόμενη σ' ένα μάλλον απαιτητικό κοινό
Γυναικείες υποθέσεις
Στο νέο της μυθιστόρημα η Αντζελα Δημητρακάκη δίνει φωνή σε μια ομοφυλόφιλη και παρακολουθεί τη διαδρομή της προς την αυτογνωσία
Της Σταυρούλας Παπασπύρου , Ελευθεροτυπία, 14/6/2009
Η γυναικεία ομοφυλοφιλία ελάχιστες φορές απασχόλησε την ελληνική λογοτεχνία ώς τώρα.
Αν εξαιρέσουμε το ρομάντζο «Η ερωμένη της» της μυστηριώδους Ντόρας Ρωζέττη που γράφτηκε το 1929 και αναδείχτηκε από τη φιλόλογο Χριστίνα Ντουνιά τα τελευταία χρόνια (εκδ. Μεταίχμιο), καθώς και το μυθιστόρημα «Μόνο γυναίκες» που υπογράφεται από την επίσης μυστηριώδη Μάρα Σέη (εκδ. Κέδρος, 2001), άλλα δείγματα δεν διαθέταμε.
Να, όμως, που η 41χρονη Αντζελα Δημητρακάκη, συγγραφέας που έκανε αίσθηση στα τέλη της δεκαετίας του '90, αποτυπώνοντας τα ήθη των «παγκοσμιοποιημένων» συνομηλίκων της στην «Ανταρκτική» (εκδ. Οξύ), σπάει την παράδοση. Στο καινούριο της βιβλίο «Μέσα σ' ένα κορίτσι σαν κι εσένα» (εκδ. Εστία), δανείζεται το προσωπείο μιας τριαντάχρονης λεσβίας και, μέσα από μια φιλόδοξη, μεταμοντέρνα σύνθεση, επιχειρεί να ξεδιπλώσει τη διαδρομή της ηρωίδας της προς την αυτογνωσία, φωτίζοντας από πολλές πλευρές τον εσώτερο εαυτό της.
Η αποκάλυψη
Η πρωταγωνίστρια του «Μέσα σ' ένα κορίτσι σαν κι εσένα», η Κατίνα Μελά, είναι μια γεννημένη στο Σικάγο Ελληνοαμερικανίδα, και η γνωριμία μαζί της, σε πρώτη φάση, γίνεται μέσα από ένα πλήθος επιστολών. Από τα γράμματα που συντάσσει η ίδια με αποδέκτες συγγενείς και φίλους -κάποια από τα οποία δεν αντέχει να στείλει καν- γίνεται αντιληπτό πως έχει μόλις εγκαταλείψει το διδακτορικό της στο Πρίνστον, πως φλερτάρει με την ιδέα να γράψει ένα μυθιστόρημα, πως έχει πίσω της μια πολύχρονη αλλά οριστικά τελειωμένη ερωτική σχέση με ομόφυλή της, και πως το οικογενειακό της παρελθόν την έχει σημαδέψει βαθιά.
Καρπός δύο ανθρώπων «που μόνο σ' ένα πράγμα συμφωνούσαν, στο ότι δεν ήταν Αμερικανοί», και των οποίων το διαζύγιο μόνο βελούδινο δεν ήταν, η ηρωίδα της Δημητρακάκη πάλλεται από αισθήματα μίσους για τον πατέρα της, ενώ αντίθετα η πρόσφατα χαμένη μητέρα της στοιχειώνει ολόκληρη την ύπαρξή της. Η τελευταία, όπως μαθαίνουμε, ήταν μια ομοφυλόφιλη διανοούμενη με κρυφή ζωή, που μολονότι άργησε να μυήσει την κόρη της στα μυστικά της, ανέπτυξε μια σχέση μαζί της εξαιρετικά δυνατή. Ο βασικός άλλωστε λόγος που η Μελά επιστρέφει στη χώρα καταγωγής της είναι για να σκαλίσει τις ρίζες της μητέρας της.
Η Αθήνα που συνάντησε
Σε πείσμα των συμβουλών του καθηγητή της να καταπιαστεί μ' ένα ακόμη «ελυτοσεφεροκαβαφικό» διδακτορικό, η Μελά έχει ξοδέψει ήδη τέσσερα χρόνια εξερευνώντας την ποίηση ως χώρο έκφρασης της γυναικείας ομοφυλοφιλίας στην Ελλάδα, μέσα από το έργο μιας αινιγματικής ποιητικής φωνής, που φέρει το ψευδώνυμο Θαλασσία Υλη. Μιας εκπροσώπου της φεμινιστικής γενιάς του '60 με κομβικό στοιχείο στο έργο της τη σχέση μητέρας-κόρης, μιας καταξιωμένης ποιήτριας που ως τον ξαφνικό θάνατό της, το 2005, είχε αρνηθεί πεισματικά ν' αποκαλύψει την αληθινή της ταυτότητα.
Χάρη στους συνεχείς υπαινιγμούς της Δημητρακάκη, η υποψία ότι ένας πραγματικός, κι όχι μεταφορικός, ομφάλιος λώρος συνδέει τις παραπάνω γυναίκες, αρχίζει να γιγαντώνεται από νωρίς. Μέχρις ότου, όμως, συμπληρωθεί αυτό το παζλ, που αποτελείται από επιστολές, ημερολογιακές καταγραφές και επιστημονικές ανακοινώσεις, η συγγραφέας της «Αντιθάλασσας» και του «Μανιφέστου της ήττας» έχει όλη την άνεση να μας ξεναγήσει λεπτομερώς στο ταραγμένο παρελθόν και το αθηναϊκό παρόν της ηρωίδας της, σχολιάζοντας εμμέσως την πραγματικότητα που αντίκρισε και η ίδια τη διετία 2006-2007, σ' ένα διάλειμμα από τις ακαδημαϊκές της υποχρεώσεις στη Βρετανία.
Περί διακριτικότητος
Η τεχνολογική καθυστέρηση της Ελλάδας, ο υφέρπων ρατσισμός, η άβυσσος που χωρίζει μια κολωνακιώτικη μπουτίκ από το φωταγωγό μιας μικροαστικής πολυκατοικίας, η αποξένωση των ανθρώπων, το λάιφ στάιλ των τριάντα και κάτι «ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσδιορισμού», που «καπνίζουν, πίνουν, πηδιούνται και νοικιάζουν διαμερίσματα για να μην έχουν σκοτούρες», οι εντάσεις στα πεδία της οικονομίας και της παιδείας, όλα λίγο πολύ βρίσκουν τη θέση τους.
Η σεξουαλική ταυτότητα της Μελά δεν την οδηγεί στη μοναξιά, κάθε άλλο, αλλά γράφοντας στην παλιά της ερωμένη «ήθελα στ' αλήθεια να σε παντρευτώ», έχει συνείδηση πόσο γελοίο ακούγεται αυτό στη γλώσσα μας. «Εδώ όλα βασίζονται στη "διακριτικότητα"», αναγνωρίζει. «Οι λεσβίες σαν κι εμάς, με ξεκάθαρα και ανοιχτά σχέδια για κοινή ζωή σε κοινή θέα δεν υφίστανται. Κρύβονται, ποιος ξέρει...».
Αν το alter ego της Δημητρακάκη καταπιανόταν τελικά μ' ένα μυθιστόρημα «για όλες τις λεσβίες της Αθήνας που είναι γύρω στα τριάντα, που τους αρέσουν οι εκδρομές, που πιστεύουν στον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις, που είναι οικονομικά ανεξάρτητες, που ακούνε Blonde Redhead και Feist», θα προέκυπτε κάτι με συνοχή - «ο κύκλος δεν είναι μεγάλος», όπως λέει.
Η ίδια η Δημητρακάκη, πάντως, με το τέταρτο μυθιστόρημά της δεν αποσκοπεί σε μιαν αντίστοιχη κοινωνική καταγραφή. Απ' ό,τι φαίνεται το στοίχημά της ήταν να περιπλανηθεί σε υπαρξιακά βάθη, να στοχαστεί πάνω στο λεσβιακό ψυχισμό και να μπολιάσει το μυθιστορηματικό της κόσμο με το θεωρητικό της υπόβαθρο στη σύγχρονη τέχνη, απευθυνόμενη σ' ένα μάλλον απαιτητικό κοινό
Θέλω να το διαβάσω αυτό το βιβλίο. Δείχνει πολύ ενδιαφέρον...
ΑπάντησηΔιαγραφήEιδικά η φράση "που καπνίζουν, πίνουν, πηδιούνται και νοικιάζουν διαμερίσματα για να μην έχουν σκοτούρες" πέφτει σαν τσεκούρι!