9.5.09

ELIOT DEAREST

Image Hosted by ImageShack.us
T.S. Eliot
.
Mr Modern T.S. Eliot
Από τον Γιώργο Πανόπουλο [Paper (το ένθετο περιοδικό της Ημερησίας) ]

Eliot Dearest
«Πόσο δυσάρεστο να συναντάς τον κ. Ελιοτ!» γράφει για τον εαυτό του ο ποιητής. «Μ ένα κοπρόσκυλο, κομμένη ουρά, σ' ένα παλτό από γούνα και μια σκαντζοχοιρένια γούνα κι ένα καπέλο νεκροφόρα: Πόσο δυσάρεστο να συναντάς τον κ. Ελιοτ (είτε το στόμα του ανοιχτό είτε κλειστό).»

Πόσο δυσάρεστος ήταν άραγε ο ποιητής;
Η απάντηση είναι ΔΕΝ ξέρουμε. Εικασίες, φήμες, υπονοούμενα. Κι έπειτα νύξεις, αμφιβολίες, ελλιπείς πληροφορίες και κουτσομπολιά πέφτουν σαν κομφετί για τη ζωή του. Το υλικό που θα έριχνε φως στην προσωπική του ζωή είναι κλειδωμένο σε ένα τεράστιο αρχείο από το οποίο έχει κυκλοφορήσει μόνο ένας τόμος με προσωπικές σημειώσεις και επιστολές του που επιμελήθηκε η χήρα του, Βάλερι, και εκδόθηκαν το 1988. Περιέχουν τα χρόνια από το 1898, όταν ο δεκάχρονος Τόμας Στερν Ελιοτ άφησε το σχολείο του Σεν Λούις, μέχρι το 1922 που εξέδωσε την Ερημη χώρα.
Κι όμως, μόνο η αλληλογραφία του 1923 περιέχει 88.388 λέξεις. Το 1926 έγραψε 112.878. Μεταξύ 1922 και 1940 υπολογίζονται σε 2.000.000 οι λέξεις που δεν έχουν εκδοθεί. Δεν υπάρχει ούτε επίσημος βιογράφος του. Ο Πίτερ Ακρόιντ που έγραψε την πιο γνωστή βιογραφία του δεν πήρε καν την έγκριση να παραθέσει αποσπάσματα από την ποίησή του. Μέχρι τώρα η ογδοντάχρονη πλέον κυρία Ελιοτ εμποδίζει οποιαδήποτε πρόσβαση στο αρχείο του προσπαθώντας να μη διαρρεύσει κάτι δυσάρεστο για τη ζωή του.
Οι γνώμες για τον Ελιοτ είναι ακραίες. Υπάρχουν αυτοί που τον μισούν κι αυτοί που τον θεωρούν εξαίσιο. Το ειρωνικό παράδοξο που θα διασκέδαζε τον Ελιοτ είναι ότι οι περισσότεροι θαυμαστές του δεν ξέρουν ότι είναι θαυμαστές του δεν αναγνωρίζουν πιθανόν καν το όνομά του κι αν το αναγνωρίσουν θεωρούν ότι είναι στιχουργός, αφού είναι ο άνθρωπος που έγραψε τα λόγια στα τραγούδια του μιούζικαλ Γάτες.
Στην εποχή του επίσης δεν είναι όλοι μαγεμένοι με τον Ελιοτ. Οταν γράφει το «Τραγούδι αγάπης του Τζ. Αλφρεντ Προύφροκ» είναι 22 χρόνων. Το ποίημα ξεκινάει με τους τώρα διάσημους στίχους κατά τους οποίους παρομοιάζει το βραδινό ουρανό «σαν ναρκωμένο άρρωστο επάνω στο τραπέζι». Η διανόηση της εποχής σοκάρεται. Οι Times γράφουν στις 21 Ιουνίου του 1917: «Το γεγονός ότι τέτοια πράγματα εμφανίζονται στο μυαλό του κ. Ελιοτ δεν έχει την παραμικρή σημασία για κανέναν, ούτε καν για τον ίδιο.
Δεν έχουν καμία σχέση με ποίηση.» Κι όμως, το 1948 το βραβείο Νόμπελ του δίνεται για «την εκπληκτική και πρωτοποριακή συνεισφορά του στη σύγχρονη ποίηση».
Η Ντόροθι Γουέλσλι, δούκισσα, κοσμική, συγγραφέας και κριτικός γράφει στο Γέιτς για τον Ελιοτ: «Δεν είναι καθόλου μοντέρνος. Στύβει το παρελθόν και αδειάζει το χυμό στα λαρύγγια αυτών που είναι είτε πολύ απασχολημένοι είτε πολύ δημιουργικοί για να διαβάζουν τόσο πολύ όσο αυτός.» Ο χαρακτηρισμός «χυμός του παρελθόντος» δεν είναι καθόλου άσχημος για να περιγράψει κανείς την Ερημη χώρα. Σαν να μπαίνεις σε μια χρονομηχανή και βρίσκεις τον Βούδα δίπλα στον Αγιο Αυγουστίνο, σανσκριτικά δίπλα σε λατινικά και γερμανικά και τον Οβίδιο δίπλα στον Βάγκνερ. Κι όμως, αισθάνεσαι τον πνευματικό ιδρώτα του να στάζει στην ψυχή σου καθόλου παράξενο αφού σημαντικό μέρος της Ερημης χώρας γράφεται στη Λοζάνη όπου βρίσκεται ο Ελιοτ υπό τη θεραπεία του Ελβετού ψυχιάτρου Roger Vittoz και χάρη σ' αυτήν τη δημιουργία του ξεπερνάει την ψύχωση.
Πολιτικά «δυσάρεστος»
Πολύ δυσάρεστος σύμφωνα με ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 1995 από τον Αντονι Τζούλιους, που κατηγορεί τον Ελιοτ για ρατσισμό και μισογυνισμό και γράφει ότι «έβαλε τον αντισημιτισμό του στην υπηρεσία της τέχνης του». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πιστεύω του Ελιοτ είναι ακραία δεξιά. Ενας από τους αγαπημένους του φίλους είναι ο Εσρα Πάουντ, που είναι και ο πρώτος που είδε την Ερημη χώρα. Ο Πάουντ είναι φανατικός αντισημίτης και θαυμαστής του φασισμού αποφεύγει μάλιστα τη δίκη για προδοσία μετά τον πόλεμο δηλώνοντας σχιζοφρένεια. Ο Ελιοτ δεν είναι φασίστας για τον απλό λόγο ότι σαν φανατικός αγγλοκαθολικός δεν μπορούσε να δεχθεί τις παγανιστικές πλευρές του φασισμού. Αλλά είναι αντισημίτης. Οταν αναλαμβάνει υφηγητής στο Yorkshire επιβάλλει στους φοιτητές του τα βιβλία του Σαρλ Μοράς, ενός Γάλλου φιλοσόφου τον οποίο θαύμαζε. Ο Μοράς είναι ιδρυτής της φασιστικής Γαλλικής Δράσης (Action Franaise), την οποία το 1927 το Βατικανό καταδικάζει και ο Ελιοτ σπεύδει προς υπεράσπισή της:
«Οι περισσότερες ιδέες που μπορούν να κάνουν ελκυστικό το φασισμό βρίσκονται και μάλιστα σε περισσότερο κατανοητή μορφή στο έργο του Σαρλ Μοράς», γράφει. Τη χρονιά που ο Χίτλερ καταλαμβάνει την εξουσία παρόλο που αργότερα θα το μετανιώσει υπαγορεύει στους μελετητές του να ανακαλύψουν στην ποίησή του περισσότερα σημεία αντισημιτισμού. Οι λογοτεχνικοί ντετέκτιβ έψαξαν και βρήκαν τρία ποιήματά του με αντισημιτικά υπονοούμενα, αλλά καμία ένδειξη στα αριστουργήματά του, Ερημη χώρα, Προύφροκ και Τέσσερα Κουαρτέτα.
Private lives
H προσωπική ζωή του Τ.Σ. Ελιοτ είναι ένας απομονωμένος, θλιμμένος και γεμάτος σκιές τόπος. Ο Ελιοτ είναι 26 χρόνων και σίγουρα ένας μπερδεμένος παρθένος όταν παντρεύεται μια Αγγλίδα που έχει γνωρίσει μόλις τρεις μήνες πριν. Η Βίβιαν Γουντ είναι μια διαταραγμένη γυναίκα που παίρνει φάρμακα για να μην καταρρεύσει. Υποφέρει από ημικρανίες και νευραλγίες και παθαίνει κρίσεις πανικού. Είναι όμορφη, φιλόδοξη και τις καλές μέρες ζωντανή, δυναμική και δραστήρια. Ο Τομ είναι κομψός, φιλόδοξος και το αντίθετο του ζωντανού, δυναμικού και δραστήριου. Ο Μπέρτραντ Ράσελ τη χαρακτηρίζει «έξοχη και ληθαργική» όταν τη συναντάει σε ένα δείπνο που δίνουν οι Ελιοτ δύο εβδομάδες μετά το γάμο τους. «Λέει ότι τον παντρεύτηκε για να τον ζωντανέψει, αλλά μάλλον αισθάνεται ότι δεν μπορεί. Μάλλον την παντρεύτηκε για να τον ζωντανέψει. Νομίζω ότι πολύ γρήγορα θα τον βαρεθεί.»
Η διαίσθηση του Ράσελ είναι ακριβέστατη. Οι Ελιοτ συνειδητοποιούν αμέσως ότι είναι σεξουαλικά ασύμβατοι. Η κυρία Ελιοτ αντιδρά δημιουργώντας σχέση με τον Ράσελ, την οποία ο σύζυγός της παριστάνει ότι αγνοεί. Η βιογράφος της, μάλιστα, ισχυρίζεται χωρίς πειστικά επιχειρήματα ότι ο Ελιοτ έδειχνε ανοχή σ' αυτή τη σχέση επειδή άρεσε και στον ίδιο ο Ράσελ.
Τα προβλήματα του ζεύγους ενισχύονται και από τη συναναστροφή του με την ομάδα του Bloomsbury, μια παρέα από αστραφτερούς διανοούμενους που πηδούσαν ο ένας στο κρεβάτι του άλλου αδιακρίτως φύλου και χωρίς σεξουαλικά ταμπού. Αυτός και η Βιβ έχουν ξεχωριστά δωμάτια. Ουσιαστικά ένας λευκός γάμος.
Τέσσερα χρόνια μετά, ο Ελιοτ επιστρέφει στις Ηνωμένες Πολιτείες για να διδάξει και να δώσει διαλέξεις αφήνοντας τη Βίβιαν στην Αγγλία. Ενώ λείπει, βάζει τους δικηγόρους του να της ανακοινώσουν την απόφασή του να χωρίσουν και όταν επιστρέφει μετά από ένα χρόνο αρχίζει να κρύβεται. Ο χωρισμός την τρελαίνει. Θα καταδιώκει το διάσημο πλέον σύζυγό της επί πέντε χρόνια. Μπαίνει κρυφά στο γραφείο του στον εκδοτικό οίκο Faber & Faber ή παραμονεύει απ έξω.
Οι περισσότεροι κοινοί φίλοι την εγκαταλείπουν και η συμπεριφορά της γίνεται όλο και πιο ακατανόητη. Το 1934 γίνεται μέλος της Βρετανικής Ενωσης Φασιστών και κυκλοφορεί δημόσια με τη στολή των φασιστών. Το 1938 ο αδελφός της, Μορίς, την οδηγεί σε ψυχιατρικό άσυλο. Πεθαίνει σ' αυτό το 1947, σε ηλικία 58 ετών, από συνειδητή υπερβολική δόση φαρμάκων.
Ο Ελιοτ ανανεώνει τη σχέση του με την Αμερικανίδα Εμιλι Χέιλ, με την οποία ήταν ερωτευμένος όταν ήταν φοιτητής στο Χάρβαρντ. Η σχέση τους είναι πλατωνική.
Η Χέιλ δεν έχει αντίρρηση. Θεωρεί τον εαυτό της υποψήφια κυρία Ελιοτ. Ο Ελιοτ μετά το θάνατο της Βιβ της το ξεκόβει κι εκείνη συμβιβάζεται με μια ανολοκλήρωτη αγάπη σε μια σχέση χωρίς γάμο. Ο Ελιοτ αποκτάει κι άλλη θαυμάστρια. Την Αγγλίδα Μέρι Τρεβέλιαν. Η σχέση τους είναι επίσης χωρίς σεξ. Μάλιστα, ο Ελιοτ για να αποθαρρύνει κάθε αυταπάτη οικειότητας κάνει κανόνα να μην τρώνε ποτέ συνεχόμενες μέρες μαζί.
Και ξαφνικά το 1957 παντρεύεται την κατά σαράντα χρόνια μικρότερή του τριαντάχρονη γραμματέα του, Βάλερι Φλέτσερ. Η Μέρι σταματάει να του μιλάει και η Εμιλι μπαίνει σε κλινική με νευρικό κλονισμό. Ο Ελιοτ είναι ευτυχισμένος. «Δεν συνέβαινε τίποτα περίεργο με τον Τομ, εάν υπονοείτε κάτι τέτοιο», λέει αργότερα η Βάλερι Ελιοτ σε ένα δημοσιογράφο που τη ρωτάει γιατί ο πρώτος γάμος του Ελιοτ απέτυχε. Ο Ελιοτ πέθανε το 1965. Η Βάλερι είναι η διαχειρίστρια του πνευματικού του έργου και χάρη στις Γάτες μια πολύ πλούσια γυναίκα.
Φήμες
Είναι περίεργο αλλά η σεξουαλικότητα μοιάζει ανύπαρκτη για κάποιον που στο έργο του έχει εμμονή με το σεξ. Ομως, η σεξουαλική εμπειρία δεν είναι απαραίτητη στη σεξουαλική φαντασία. Αυτό μάλλον δεν μπορεί να το αντιληφθεί η Κάρολ Σέιμουρ Τζόουνς που στο βιβλίο της Painted Shadow The life of Vivienne Eliot, first wife of T.S. Eliot and the long suppressed truth about her influence on his genius (2001) θεωρεί την ποίηση του Ελιοτ αναφορά των γούστων του. Πιστεύει ότι ο Ελιοτ ήταν ομοφυλόφιλος και ότι είχε κρυφή ζωή. Παντρεύτηκε τη Βίβιαν προσπαθώντας να «κάνει κανονική ζωή» και παρέμεινε παντρεμένος από το φόβο του σκανδάλου. Η Εμιλι και η Μέρι λειτουργούσαν σαν καμουφλάζ. Παντρεύεται ξανά σε μεγάλη ηλικία επειδή υποφέρει από εμφύσημα και χρειάζεται νοσοκόμα. Διαβάζοντας αυτή τη θεωρία αυτό που σε εξοργίζει περισσότερο είναι η ανικανότητα της συγγραφέως να αποδείξει οτιδήποτε. Το Painted Shadow δεν αλλάζει το προφίλ της Βίβιαν ως δυστυχισμένης συζύγου που έκανε τον Ελιοτ επίσης δυστυχισμένο αλλά υπήρξε και η μούσα του. Αντίθετα με τον υπότιτλο του βιβλίου, η επιρροή της Βίβιαν δεν ήταν εμφανής. Φυσικά διάβαζε τα χειρόγραφά του, συνεργαζόταν στην Επιθεώρηση Τέχνης Criterion που εξέδιδε ο σύζυγός της και πίστευε στην ιδιοφυϊα του. Ο Ελιοτ ήταν υπερήφανος για τις ικανότητές της. «Διαθέτει ένα πρωτότυπο μυαλό», έγραψε σε ένα φίλο του για κείνη, «και δεν το θεωρώ καθόλου θηλυκό» η έλλειψη θηλυκού μυαλού ισοδυναμούσε για τον Ελιοτ με παράσημο.
Ο ισχυρισμός της ομοφυλοφιλίας για την κατανόηση του Ελιοτ και του έργου του δεν είναι καινούργιος. Το 1952 ένας νεαρός πανεπιστημιακός, ο Τζο Πίτερ, δημοσιεύει ένα άρθρο στο περιοδικό Essays in Criticism στο οποίο ερμηνεύει την Ερημη χώρα σαν ελεγεία για ένα νεκρό αγαπημένο άντρα. Οταν το δοκίμιο του Πίτερ πέφτει στην αντίληψη του Ελιοτ στέλνει μέσω των δικηγόρων του μια επιστολή στο περιοδικό όπου δηλώνεται «η έκπληξη και η οργή» του απειλώντας με μήνυση. Οι επίμαχες παράγραφοι αφαιρούνται. Το 1969, τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο του Ελιοτ, ο Πίτερ το επαναφέρει, προσθέτοντας νέα στοιχεία στα οποία ονοματίζεται ο αγαπημένος νεαρός άντρας του Ελιοτ. Ονομάζεται Ζαν Βερντενάλ. Το 1977 το άρθρο γίνεται βιβλίο: T.S. Eliot Personal Wasteland. Ποιος είναι όμως ο Ζαν Βερντενάλ; Είναι αυτός που του έτυχε ο κλήρος να ενσαρκώσει την υποτιθέμενη ομοφυλοφιλία του Ελιοτ. Ο Βερντενάλ ήταν Γάλλος σπουδαστής της Ιατρικής που συνάντησε τον Ελιοτ στο Παρίσι όταν κάθισε εκεί για ένα χρόνο, το 1910. Μένουν στην ίδια πανσιόν και γίνονται φίλοι. Είναι μια σημαντική χρονιά για τον Ελιοτ. Ερχεται σε επαφή με τη φιλοσοφία του Μπερξόν που επηρεάζει τα πρώτα του ποιήματα και ιδιαίτερα το «Τραγούδι αγάπης του Τζ. Αλφρεντ Προύφροκ», που τέλειωσε το 1911. Αυτή τη χρονιά μαθαίνει για τις φασιστικές ιδέες της Γαλλικής Δράσης που επιδρούν στην ποίησή του και στις κοινωνικές του ιδέες. Δεν ξανασυναντιούνται ποτέ.
Ο Βερντενάλ κατατάσσεται ως γιατρός και σκοτώνεται το 1915 στην Γκαλίπολη. Οταν ο Ελιοτ εκδίδει το πρώτο βιβλίο με ποιήματά του Προύφροκ και άλλες παρατηρήσεις, το 1917, το αφιερώνει στο Βερντενάλ.
Είναι πιθανόν στο μυαλό του να ενσαρκώνει το ιδεώδες μιας αγάπης «που δεν τολμάει να πει το όνομά της». Αλλά σίγουρα εκπροσωπεί το άνθος του ευρωπαϊκού πολιτισμού που καταστρέφει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου