7.8.08

ΜΙΚΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ 4

Image Hosted by ImageShack.us
Γιάννης Τσαρούχης

ΜΙΚΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ AΝΘΟΛΟΓΙΟ
από την gay βιβλιογραφία
.
Δ’
12 Ελληνικά Ποιήματα



Κωνσταντίνος Π. Καβάφης: Μέρες του 1908

[...]
Α μέρες του καλοκαιριού του εννιακόσια οκτώ,
απ’ το είδωμά σας, καλαισθητικά,
έλειψ’ η κανελιά ξεθωριασμένη φορεσιά.

Το είδωμά σας τον εφύλαξε
όταν που τάβγαζε, που τάριxνε από πάνω του,
τ’ ανάξια ρούxα, και τα μπαλωμένα εσώρουxα.
κ’ έμενε ολόγυμνος’ άψογα ωραίος’ ένα θαύμα.
Αxτένιστα, ανασηκωμένα τα μαλλιά του’
τα μέλη του ηλιοκαμένα λίγο
από την γύμνια του πρωιού στα μπάνια, και στην παραλία.

Κ.Π. Καβάφη, Ποιήματα (1919-1933) (Ίκαρος, 1963)


Ανδρέας Αγγελάκης: Ο επερχόμενος χειμώνας
.
Χτες μόλις ήταν εύκολο να βρεις κορμί,
το καλοκαίρι μεγαλόκαρδο προνοεί,
εξασφαλίζει ψευδαισθήσεις στη μεγαλοθυμία του,
παίζει γελώντας με την έξαψη,
κάνει τα σώματα υποχωρητικά, πιο επιεική,
μειώνει τις αντιστάσεις,
φέρνει ψιμύθια για τα γερατειά, κουτί με χρώματα,
μας βάφει ωραία με γαλάζιο και μοβ.
Αλλά ο χειμώνας με στολή αστυνομικού αρνιέται
να παίξει το παιχνίδι μας
...
Τα ποιήματα του δολοφόνου μου (Νεφέλη, 1986)

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου: Στάχτη του καλοκαιριού

Αυτό το μεσημέρι σε θυμήθηκα
ανάμεσα στις φυλλωσιές, τα στάχυα και τον ουρανό
γιατί ήσουν άγγιγμα της θάλασσας που θά 'ρθει
απ’ τα παράθυρα να σχίσει τη σιωπή, να αιχμαλωτίσει
το φως, μα συλλογίστηκα
όλα είναι στάχτη
Αυτό το απόγευμα, καθώς
κατέβαινα στις ξύλινες εξέδρες και στους κήπους
που πλάγιαζαν σμίγοντας με τον ήλιο, σε κατάλαβα
σελίδες άγραφες, κλειστά τετράδια να μου απλώνεις
κι όλο να στήνεις σκαλωσιές, δε μίλησα
όλα είναι στάχτη

Αυτό το βράδυ που ο αέρας γέμισε
ψιθυρισμούς της θάλασσας στον τσιμεντένιο εξώστη
στην έξαρση της ομορφιάς με αποδεκάτισες
με μια βραχνή κορνέτα, δε σταμάτησα
θα γίνεις στάχτη

-συλ: Ο θάνατος του Μύρωνα-
Ο δύσκολος θάνατος (Νεφέλη, 2007)


Τάσος Γαλάτης: Η Γύμνια

Όταν ο ήλιος του αλωνάρη
μαστίζει τις φορβάδες του
κι οι σφήκες και οι αγριομέλισσες
θρασομανούν στις μελωμένες xαρουπιές
οι μπάμπουρες κοντανασαίνουν
σέρνοντας τα θεόρατα σβωλάρια τους
και μια μικρή ανέμελη xρυσόμυγα
σκαλώνει στης φραγκοσυκιάς τ’ αγκάθια

τότε και οι σμέρνες ξεπορτίζουν από τα πετροκόλλητα θολάμια τους
κι αλαλιασμένα πηλαλούν τα ψαροπούλια
να γλυτώσουν τα ψιλόλιγνα ποδάρια τους.

Κρύψε τη γύμνια σου Νιρέα
βάψε το πρόσωπό σου με άμμο και φύκια
και γείρε στα αρμυρίκια του γιαλού
αφήνοντας άλλους να ονειρεύονται το χαλασμό της Τροίας.

Κρύψε τη γύμνια σου Νιρέα
Οι αχινοί βαλάντωσαν τις φτέρνες σου
Κι η σμέρνα σπαρταρά πάνω απ’ το γόνα σου
Έτοιμη να ξεριζώσει τον ανθό της νιότης σου Νιρέα.

- συλ: Νιρέας -
Αντιπτόποδες και σφενδονήτες (Γαβριηλίδης, 2005)


Λουκάς Θεοδωρακόπουλος: Χωρίς υπομονή

Παράξενο καλοκαίρι το φετινό.
Χωρίς θάλασσα χωρίς υπομονή
με μια βροχή σαν μέσα
σε όνειρο ασταμάτητη
κι ένα χέρι που απομακρύνεται –
το δικό σου χέρι.

Αγάπη μου μας ρήμαξαν
δεν έχω πια όνειρα
μας πήραν τα πουλιά
τα μικρά μας στηρίγματα.

Παντού σημαίες μεσίστιες.

- συλ: Μυθολογία της Ξάνθης -
Λ.Θ. Τέσσερις ποιητικές συλλογές (Νεφέλη, 1996)


Γιώργος Ιωάννου: Ίσως την αποπλύνει

Μη φοβάσαι πια
την καλοκαιριάτικη βροχή
τις νύχτες που ξυπνάς
απ' τον βαθύ των φύλλων ψίθυρο.

Κλείσε τα μάτια μόνο καλύτερα,
κι άνοιξε κείνη την καρδιά σου

Ίσως την αποπλύνει η καταιγίδα.

-συλ: Ηλιοτρόπια-


Ναπολέων Λαπαθιώτης: Τραγούδι των καλοκαιριών

Καλοκαιράκια αλάβαστρα, μουχρώματα,
γλύκες – πληγές-,
άυλοι κρουνοί, δασάκια μες στα σύθαμπα,
-γλυκές πηγές,

φλόγες – αυγές-, λαχτάρες, θεία λυσίματα
θανατερά,
-του ήλιου γλαυκά πεσίματα
μες στα νερά...

Ελάτε, ελάτε, πράσινα χρυσόμηλα
της χαραυγής!
Έλα, γλυκό μου βράδυ, άρρητα μήλινο
-και μην αργείς!

Πόθοι βουβοί, πλανέματα, λυσίματα
Θανατερά,
-λαγγέματα, σβησίματα
λόγια – φτερά...

Ν.Λ. Ποιήματα (Εκδόσεις Ζήτρος, 2001)


Χάρης Μεγαλυνός: Ψεγάδια του καλοκαιριού

Γιατί άραγε περπατώντας σε μια παραλία τα μάτια μας αvτί να είναι στραμμένα στον ανοιχτόν ορίζοντα, στις γεμάτες γοη­τεία γραμμές μιας καρένας, ενός πανιού, ενός φάρου φόβητρου των νησιών, γιατί άραγε να πρέπει να γεμίζουμε μιαν άδεια επι­φάνεια με λέξεις αντί τα μάτια μας να ψάχνωνται μ' ένα σώμα. Αφού στον αρμυρόν αέρα νοιώθουμε καλύτερα μες στο δικό μας κορμί, γιατί λοιπόν τα μάτια μας να κοσκινίζουν τήν άμμο, γυρεύοντας αυτό που κανονικά υπάρχει, απτό κι αγύρευτο, πάνω σ' ένα ναύτη, άπλωμένο σε μια βεράντα, ξεχασμένο σ' ένα τραπεζομάντηλο.

Αυτοί που έχουν περισσότερο καιρό από μας, αυτοί που μπο­ρούν άνετα να γεράσουν μέσα σε χέρια άλλων, κάθονται εδώ, γύρω μας, στους ξύλινους πάγκους του καραβιού που ταξι­δεύει, φλυαρούν μέσα στον χρόνο που είναι πάντα περισσότε­ρος γι' αυτούς και θέλουν μ' αναίδεια να μας γνωρίσουν, Εμάς, που χλωμοί, με μουσκεμένα από τα δάκρυα μάγουλα, περπα­τάμε στην αντίπερα όχθη.

Γιατί κοντά στη θάλασσα, όπως κοντά σ' έναν άνθρωπο, δεν προχωράμε ποτέ κατά πρόσωπο, αλλά πάντα παράλληλα, σ' ένα δρόμο που ανεβοκατεβαίνει σε μια προσπά'θεια εξερεύνη­σης από τα πλάγια, ατέρμονης επαφής με το φαρδύ μέρος κά­ποιου που ποτέ δεν στρέφει το πρόσωπό του, αλλά παραμένει αμέτοχος μέσα σ' αυτό το παιχνίδι της αλληλοεξέτασης όπως μέσα στο σκοτάδι του κινηματογράφου.

Γιατί δεν έχει σημασία αν βρεθήκαμε στις πιο βρωμερές παρα­λίες, πάνω στα πιο αλαζονικά καράβια, δίπλα σ' αυτούς που δεν θα προχωρήσουμε ποτέ στη ζωή, δεν έχει σημασία που εμείς ζητάμε να υλοποιήσουμε ένα κόσμο που τίποτα δεν κρύ­βει, ούτε πεθαμένο ούτε ζωντανό, που στο φόβητρο του καλο­καιρινού ουρανού δεν μοιάζει στο εχθρικό κόσμο χωρίς ένα ψεγάδι.

X.M. Tο μήλον της έριδος (Οδός Πανός, 1983)


Ρούλα Σκούταρη: Το κόκκινο φεγγάρι

Στην αύρα του καλοκαιριού
Στης θάλασσας το χάδι
Λαμπιόνια παιχνιδίζανε
Τη νύχτα χαιρετίζανε
Και μέσα από το πέλαγος
Ολοκόκκινο ανέτειλε το φεγγάρι.

Τα κόκκινα φεγγάρια (Δωδώνη, 2001)


Κώστας Ταχτσής: Στη βεράντα το καλοκαίρι

Είμ ένα άστρο, μια τρίχα στο κεφάλι του θεού, θα πέσω, στα λαιμό
φοράω ένα ποίημα, προτού προλάβει να θερμάνει τις καρδιές μας θα
σβήσει, αισθάνομαι τα κόκκαλά μου να τρίζουν κιόλας από ανεξήγητες
επιθυμίες, μα σωπάστε και θυμηθείτε τα μάτια του, να ζήσω μες στις
τούφες των μαλλιών του, στα δάχτυλά του ανάμεσα, εκεί που ενώνονταν
με τα δικά μου μέσα στο σκοτάδι, τα μάτια του, τα μάτια του να λά­-
μπουν σαν φανοί αυτοκινήτων που 'ρχονται καταπάνω σου, και τίποτα
να μην ακούγεται, ο θόρυβος κι' οι διαΦημίσεις του κορμιού να μην
υπάρχουν -cette rumeur-là vient de la ville- τίποτα παρ' αυτός κι' εγώ,
σε μια βεράντα το καλοκαίρι.

Σύγχρονη Ερωτική Ποίηση (Καστανιώτη, 2000)


Ντίνος Χριστιανόπουλος: Καλοκαίρι

Βρήκες την εποχή να με ταράξεις στα δαγκώματα
και να μου κάνεις μελανιές σ’ όλο μου το κορμί.

Φοβάμαι μήπως φαίνονται απ’ τον ανοιχτό γιακά,
μήπως το καταλάβει η μητέρα,
μήπως το μυριστούν οι φίλοι,
και πώς να εμφανιστώ γυμνός στα μπάνια.

Δεν ξέρω πού ήσουνα ολόκληρο χειμώνα.

-συλ: Ανυπεράσπιστος καημός-
Ν.Χ. Ποιήματα (Διαγωνίου, 1998)


Γιώργος Χρονάς: Καλοκαιρινός πυρετός

Σε φαντάζομαι να έχεις πυρετό
να λυώνεις
Τα χείλη σου να κολλάς
στον άδειο καθρέφτη
Τα σεντόνια
άσπρα σεντόνια
να μην χωράνε τα πόδια σου
Τα μαλλιά σου να θέλουν κούρεμα
και να μην μπορείς να σηκωθείς
να πας στον κουρέα.

Κατάστημα νεωτερισμών (Οδός Πανός, 1997)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου