3.7.08

ΤΟ ΠΑΡΚΟ

Image Hosted by ImageShack.us
.
το πάρκο
Με την αιώνια επιφυλακτικότητα που σε διακρίνει, μπαίνεις πάντα από την ίδια πλευρά, όχι τόσο γιατί συνήθισες ή αγάπησες αυτό το δρομάκι, όσο γιατί αισθάνεσαι μεγαλύτερη ασφάλεια έτσι μοναχικός και αθόρυβος που εισβάλλεις. Άλλωστε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ευκολότερα καλύπτεις με τη βόλτα σου όλες τις κατευθύνσεις του πράσινου φωτοστέφανου, με την αψιά μυρουδιά κατουρλιού ζώων κι ανθρώπων’ ακόμα και τη μυρουδιά απ’ το τρίχωμα και τα φαγιά τους. Τα δυο πρώτα παγκάκια – σαπισμένο το ξύλο, χορταριασμένες οι τσιμεντένιες βάσεις, κι αν επιχειρήσεις μια έρευνα, χωρίς δυσκολία διαπιστώνεις ότι οι πιο πολλοί προτιμάνε να βολεύονται στο σανίδι της ράχης, γδέρνοντας και λερώνοντας με τα παπούτσια τους το υπόλοιπο παγκάκι’ κι η πρώτη εικόνα, λοιπόν, παρουσιάζει κάτι απ’ την αρπαχτικότητα των γυμνασμένων γυπαετών που, συνήθως, δεν κατασπαράζουν, παρά μόνο σε περίπτωση έντονης πρόκλησης – κατά κανόνα τα προσπερνάς, γιατί μια ζωή γεμίζουν απ’ τα μεσάνυχτα και πέρα, εξαιτίας του ότι βρίσκονται κοντά σε φως από αυτοκίνητα παρκαρισμένα και βόλτες άσχετων μοναχικών ή ζευγαριών. Αντικρίζεις φάτσες που κατ’ επανάληψη στην ίδια πτέρυγα μαρμαρώνουν ή κάνουν πιάτσα κάτω απ’ τις ίδιες κολώνες, τα δέντρα ή τελοσπάντων γυροφέρνουν μόνιμα στον ίδιο μικρό τόπο – «του εγκλήματος» σού ‘ρχεται να γράψεις απ’ τις χιλιάδες εκφράσεις κλισέ πού ‘μαθες να αναμασάς. Λίγες οι άγνωστες μορφές. Συμμαζεμένες, δειλές κι άτολμες ακόμα, δεν κοιτάζουν κατάματα. Το ξέρεις – στό ‘μαθε μια χαρά το κύκλωμά σου – έχουνε μεγαλύτερη πέραση τα νέα φυντάνια του πάρκου, οι πρωτόβγαλτοι – όπως στο θέατρο, που πάντα τραβούσε κι εσένα, από περιέργεια, το παίξιμο του πρωτοεμφανιζόμενου. Σκέψου πως θά ‘θελες κι εσύ να θεωρείσαι κάτι τέτοιο, ένα αγόρι που πρωτοπατάει με χίλιες προφυλάξεις και αναστολές το υγρό χώμα, που αγγίζει αναρριγώντας τα φυλλώματα, έτσι, για να διαπιστώσει ότι βρίσκεται σε πραγματικό χώρο, όπου δεν βρικολακιάζουν οι άνθρωποι.

Γιάννης Παλαμιώτης: Από το πάρκο στο κενό (Πολύχρωμος Πλανήτης, 2008)

Ρεαλιστικά, απροσχημάτιστα, τα διηγήματα του Γιάννη Παλαμιώτη στο βιβλίο «Από το Πάρκο στο Κενό» (εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης) φέρουν ακέραια την ουσία της λογοτεχνίας - κάτι που ορισμένοι προσπερνούν, απλώς επειδή πρόκειται για ένα βιβλίο που ακουμπά στο ράφι της γκέι λογοτεχνίας.
Από τον Χρήστο Παρίδη (Lifo, τ.117)
Πάρκα, ψωνιστήρια, ουρητήρια, τα πρώτα τσοντάδικα, καταγώγια, ο Βαρδάρης, οι λαϊκές συνοικίες, τα μπάνια στις πλαζ του ΕΟΤ και στην Αρετσού, οι πειρατικοί ραδιοσταθμοί, λούμπεν ταβέρνες, λούμπεν τραβεστί, λούμπεν «αδερφές». Κάπου ανάμεσα σ' όλα και η Βλαχοπούλου, η Βουγιουκλάκη κι ο Βουλγαρίδης! Μια ολόκληρη εποχή, ένας ολόκληρος κόσμος, εκείνος της μακρινής πια δεκαετίας του '70, ένας κόσμος σχεδόν ξεχασμένος που αναβιώνει σαν παλιά ελληνική ταινία ή καλύτερα σαν ταινία αβανγκάρντ παζολινικού τύπου, τέλος πάντων λίγο και από τα δύο, με την «κόπια» της κάπως φθαρμένη αλλά με το άρωμα αναγνωρίσιμο! Σαν ένα τελευταίο μπουκάλι να έμεινε καλά κρυμμένο πίσω βαθιά στο ντουλαπάκι της τουαλέτας και να το ξαναβγάζεις στην επιφάνεια -και ναι- δεν έχει χάσει καθόλου τη μυρωδιά του, είναι σαν φρέσκο, σαν τότε, όταν το φορούσες κι εσύ και όλοι, γιατί ήταν κάποτε πολύ της μόδας!
Αυτό το συναίσθημα μου προκάλεσε το νέο βιβλίο του Γιάννη Παλαμιώτη Από το Πάρκο στο Κενό των εκδόσεων Πολύχρωμος Πλανήτης, όπου ξαναδιάβασα αφηγήματα που ο συγγραφέας (και ηθοποιός της θρυλικής Επιθεώρησης Δραματικής Τέχνης της Ρούλας Πατεράκη, ό,τι πιο πρωτοποριακό συνέβη θεατρικά στη Θεσσαλονίκη πότε!) έγραψε και δημοσίευσε σε τακτά χρονικά διαστήματα για το περιοδικό ΑΜΦΙ κυρίως, και που το 1981 εξέδωσε ο Εξάντας -μαζί με άλλα που προστέθηκαν εν τω μεταξύ- ως συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο Το πάρκο. Ένα βιβλίο που στην εποχή του έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, μιας και υπήρξε από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο καθαρά του είδους που διεθνώς αποκαλούνταν γκέι λογοτεχνία, αδικώντας έτσι ενίοτε τη συγγραφική δεινότητα. Ο Παλαμιώτης πράγματι είχε κάνει μεγάλη εντύπωση με την τολμηρότητα της γραφής του, τον ακραία βιωματικό και ζωντανό λόγο, μέσα από μια εξομολόγηση και μια αυτοκριτική που λίγοι είχαν τολμήσει στην ελληνική λογοτεχνία μέχρι τότε, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό. Μια αυτοεξόντωση σχεδόν που εξαντλεί κάθε πιθανότητα για εξωτερική αμφισβήτηση ή αντίδραση. Η δε ρεαλιστική του γλώσσα, η οποία συχνά παραπέμπει και στο χαρακτηριστικό ιδίωμα του τότε «περιθωρίου», αποδεικνύεται το σημαντικότερο προσόν του - μαρτυρία από τις πιο σπάνιες και πολύτιμες της μεταδικτατορικής Ελλάδας.
Διηγήματα που προηγούνται χρονικά κάποιων άλλων κι έτσι μοιάζουν πιο «αθώα», συνέχιση μιας ρομαντικής προχωρημένης εφηβείας, τα πρώτα βήματα αυτογνωσίας, η ανακάλυψη και σκιαγράφηση των χώρων δράσης, οι πρώτοι έρωτες, σπαραξικάρδιοι χωρισμοί που ακολουθούνται από ένα λογοτεχνικό στριπτίζ το οποίο εξελίσσεται σε ένα θαυμαστό ξεδίπλωμα εμπειριών. Η σταδιακή και πλήρης σεξουαλική συνειδητοποίησή του ως συγγραφέα αλλά και ως κοινωνικής οντότητας μέσα σε έναν κόσμο σκληρό και άνανδρο οδηγεί και το ίδιο το βιβλίο να γίνεται «σκληρό», ιδιαίτερα στο κεφάλαιο το οποίο τιτλοφορείται «Μικρή Αυτοβιογραφία», όπου όχι μόνο δεν χαρίζεται σε κανέναν αλλά απογυμνώνει όλους τους μηχανισμούς και τη δομή της ελληνικής οικογένειας και της μικροαστικής τάξης. Δεν κρατάει δε τα προσχήματα ούτε καν όταν φτάνει στη μάνα, της οποίας όλες οι πτυχές περιγράφονται με μια σοκαριστική -σχεδόν χωρίς οίκτο- βδελυγμία, προπομπός της αιρετικής Μητροκτονίας που έγραψε μια δεκαετία αργότερα και εξέδωσε από τις εκδόσεις Μπιλιέτο.
Στη σημερινή αυτή επανέκδοση ξανασυναντάμε, εκτός από τα αναγνωρίσιμα διηγήματα, και κείμενα μεταγενέστερα και πιο ώριμα, με αποκορύφωμα το αδημοσίευτο Κενό, ένα κρεσέντο πεσιμισμού για τη ματαιότητα της ύπαρξης, το οποίο θα προκαλέσει πολύ περισσότερο από το υπόλοιπο και ιδιαίτερα τρυφερό, σύμφωνα με τη σύγχρονη ματιά, υλικό. Ένα υλικό άξιο να ανακαλυφθεί εκ νέου και να επαναπροσδιοριστεί ως κιβωτός ανθρώπινων συμπεριφορών μιας γενναίας εποχής!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου