Ιερός πανικός είχε πιάσει τότε την Ελλάδα μην τυχόν ο Αμερικανός σκηνοθέτης
βγάλει ομοφυλόφιλο τον στρατηλάτη
.
Τζέιμς Ντέιβιντσον: μια ριζοσπαστική αποτίμηση της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα
Ήταν οι αρχαίοι γκέι;
Γράφει ο Δημήτρης Παπανικολάου (ΤΑ ΝΕΑ, 16/2/2008)
ΟΠΩΣ ΟΛΟΙ ΟΙ ΞΕΝΟΔΟΧΟΙ ΜΥΚΟΝΟΥ ΚΑΙ ΕΡΕΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΣΑΣ ΕΞΗΓΗΣΟΥΝ, Η ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΛΕΟΝ ΕΥΧΡΗΣΤΑ ΚΑΙ ΕΥΠΩΛΗΤΑ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΧΩΡΙΟΥ. ΕΝΤΟΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΒΕΒΑΙΩΣ, ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΙΩΣ. ΤΟ ΘΕΜΑ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΑΒΟΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ «ΤΗΛΕΦΙΛΟΛΟΓΟΥΣ», ΟΠΟΤΕ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΠΡΕΦΑ ΟΤΙ «ΑΚΟΜΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΛΕΝΕ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΜΑΣ ΓΚΕΪ», ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΥΝ ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΣΥΝΩΜΟΣΙΕΣ
Τους συγκεκριμένους τηλεφιλόλογους έρχεται να αγχώσει πάλι το ογκωδέστατο βιβλίο Τhe Greeks and Greek Love (Οι αρχαίοι Έλληνες και ο ομοφυλόφιλος έρως) που εκδόθηκε πρόσφατα στη Βρετανία. Στόχος του συγγραφέα Τζέιμς Ντέιβιντσον, αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Warwick, είναι να προχωρήσει σε «μια ριζοσπαστική εκ νέου αποτίμηση της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα». Ήδη το βιβλίο έχει πάρει αρκετά θερμές κριτικές, αντιμετωπίζεται ως σημαντική παρέμβαση στη σχετική βιβλιογραφία και τα βασικά επιχειρήματά του θα απασχολήσουν νομίζω τη φιλολογική κριτική για καιρό. Τι υποστηρίζει, θα ρωτήσετε, ήταν ή δεν ήταν τελικά οι αρχαίοι Έλληνες γκέι; Η απάντηση πάει κάπως έτσι: Ήταν πολύ λιγότερο από ό,τι θα τους ήθελε ο μέσος γκέι του Σαν Φρανσίσκο, και πολύ περισσότερο από ό,τι θα τους ήθελε ο μέσος Άδωνις Γεωργιάδης.
Δεν ήταν ίδιοι
Ουσιαστικά, όλο το βιβλίο του Ντέιβιντσον μπορεί να διαβαστεί ως μια καλή απόδειξη του πόσο ανεδαφικό είναι αυτό το «ήταν ή δεν ήταν». Πρώτα απ΄ όλα, λέει, δεν είναι εύκολο να περιγραφεί ενιαία άποψη περί ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι το ίδιο η Λέσβος της Σαπφούς, η Αθήνα του Σωκράτη, ο θηβαϊκός Ιερός Λόχος και η μακεδονική αυλή. Το σύγχρονο στερεότυπο του «αρχαιοελληνικού έρωτα», μπορεί μεν να βασίζεται στο Συμπόσιο και άλλους διαλόγους του Πλάτωνα, ακόμα όμως και στη στενή κλασική εποχή υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο πώς το θέμα αντιμετωπίζεται από διαφορετικούς συγγραφείς (ή ακόμα και στον ίδιο συγγραφέα: ο Πλάτωνας στους Νόμους φαίνεται ήδη να έχει αφήσει πίσω του τις ιδέες του Συμποσίου ). Υπάρχουν επίσης διαφορές στο τι συμβαίνει σε διαφορετικές περιοχές, στη Σπάρτη, την Αθήνα και την Κρήτη. Τις τοπικές αυτές διαφορές μάλιστα οι αρχαίοι συγγραφείς συζητούν, συχνά με ξενοφοβικά επιχειρήματα (τύπου «το δικό μας είναι καλαισθησία, των άλλων είναι απλώς ανήθικο») που θυμίζουν τους σημερινούς τηλεφιλόλογους.
Σοδομανία
Το δεύτερο επιχείρημα του Ντέιβιντσον είναι ότι πρέπει να ξεφύγουμε από τη φιλολογική «σοδομανία» των τελευταίων δεκαετιών, δηλαδή τη μανία να βλέπουμε τη σεξουαλική πράξη πίσω από κάθε αναφορά των αρχαίων συγγραφέων σε «εραστή και ερωμένο». Αντίθετα, σε αυτό το κλασικό μοντέλο πρέπει να δούμε μία σειρά από αγαπητικές σχέσεις που συχνά δεν καταλήγουν σε σεξουαλική επαφή. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και σεξουαλικά «ολοκληρωμένες» επαφές. Λέει ο συγγραφέας: «Ας το ξεκαθαρίσω: δεν έχω συναντήσει κανέναν, εκτός Ελλάδος, που να πιστεύει ότι οι αρχαίοι Έλληνες απλώς κρατιόντουσαν χεράκι χεράκι και τίποτα άλλο». Ωστόσο, σημειώνει, δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η σεξουαλική πράξη ήταν αυτοσκοπός.
Το τελευταίο επιχείρημα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τα προηγούμενα: αν δούμε την αρχαιοελληνική ομοφυλοφιλία στην ιστορική πολυπλοκότητα, αντιφατικότητα και πολυμορφία της, μόνο τότε θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε και τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε ως θεσμός στην κοινωνία, την οργάνωση της πολιτικής, τον στρατό. Τότε θα επανεκτιμήσουμε και τον τρόπο με τον οποίο διαφορετικές ερωτικές πρακτικές απεικονίστηκαν στην τέχνη, συζητήθηκαν στη φιλοσοφία και τη ρητορική, αναπαράχθηκαν παραδειγματικά στους αρχαιοελληνικούς μύθους.
Όχι πια σεξ, μόνο έρωτας
Το βιβλίο του Davidson αντιπαρατίθεται έντονα στο κλασικό Greek Ηomosexuality (1978) του φημισμένου φιλολόγου J.Κ. Dover. Το βιβλίο εκείνο επέβαλε την άποψη ότι η ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα είχε να κάνει με ένα σύστημα ηλικιακής τάξης και κοινωνικής επιβολής και άρα, βασιζόταν στην ιδιότυπη- χρονικά προσδιορισμένη και κοινωνικά υπερκαθορισμένη- σχέση εραστή- ερωμένου. Όχι ερωτισμός, απλώς σεξουαλική πράξη· όχι σεξουαλικότητα, απλώς διαπαιδαγώγηση. Ο δεύτερος τόμος της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας του Μισέλ Φουκώ στηρίχθηκε αρκετά στο έργο του Dover, για να υποστηρίξει ότι η χρήση των ηδονών στην αρχαία Ελλάδα εντασσόταν στο παιχνίδι εξουσίας και κοινωνικών σχέσεων (σε αντίθεση με την ηδονή στον χριστιανικό κόσμο, που συνδέεται με την υπέρβαση και την παρανομία). Ο Davidson επιμένει στον ερωτισμό των σχέσεων αυτών και ασκεί σκληρή κριτική και στα δύο βιβλία, πειστικά όμως μόνο στο πρώτο, καθώς το σχήμα του Φουκώ μάλλον μου φαίνεται πως ενδυναμώνεται παρά υπονομεύεται από την ανάλυσή του. Ουσιαστικά τα επιχειρήματά του μοιάζει να ξαναγυρίζουν σε παλαιότερες απόψεις, κυρίως διαμορφωμένες τον 19ο αιώνα, μεταξύ των άλλων και από το βιβλίο του βικτωριανού John Αddington Symonds Α Ρroblem in Greek Εthics (1883), από το οποίο και καθιερώθηκε ο όρος Greek Love.
Ελληνισμός και ανδρισμός
Ξεχνάμε συχνά πόσο τα ζητήματα της σεξουαλικότητας είναι πλεγμένα με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τη θέση μας στον κόσμο. Παράδειγμα: ο ιερός πανικός, μήπως ο Όλιβερ Στόουν βγάλει τον Μεγαλέξαντρο γκέι, που είχε πιάσει προ ετών από τηλεπαρουσιάστριες μέχρι Βαγγέλη Βενιζέλο. Σίγουρα δεν είχε να κάνει με τον ίδιο τον «στρατηλάτη» ούτε με την «ιστορική αλήθεια». Αντίθετα, αναδείκνυε μια αγχωμένη σχέση εθνικής ταυτότητας, κοινωνικού φύλου και φαντασιακής προβολής (όπου εν προκειμένω Νεοέλλην = αρχαιότητα + επιβλητικότητα + ανδρισμός, ή, πιο απλά, Νεοέλλην = γαμάω σε διαχρονία). Τέτοια ταυτοτικά παλίμψηστα δεν χαρακτηρίζουν όμως μόνο τους Νεοέλληνες. Όπως η νεοελληνική παραδοσιακή ταυτότητα δυσφορεί με την ιδέα μιας αρχαίας Ελλάδας που της φαίνεται να μοιάζει με γκέι Ντίσνεϊλαντ, έτσι και η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη γκέι ταυτότητα βασίζεται συχνά σε μια υπεραπλουστευμένη υιοθέτηση των αρχαίων Ελλήνων ως ένδοξων προγόνων. Και οι δύο τακτικές γίνονται ιστορικά κατανοητές μόνο εφόσον τις τοποθετήσουμε στα συμφραζόμενα και δούμε τα όριά τους. Νέες μελέτες που δείχνουν πόσο πολύπλοκα ήταν τα αρχαιοελληνικά συστήματα σεξουαλικότητας, δείχνουν επίσης και πόσο ιδεολογικά προκαθορισμένες είναι και οι σύγχρονες απόψεις γι΄ αυτά, θετικές ή αρνητικές.
Τζέιμς Ντέιβιντσον: μια ριζοσπαστική αποτίμηση της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα
Ήταν οι αρχαίοι γκέι;
Γράφει ο Δημήτρης Παπανικολάου (ΤΑ ΝΕΑ, 16/2/2008)
ΟΠΩΣ ΟΛΟΙ ΟΙ ΞΕΝΟΔΟΧΟΙ ΜΥΚΟΝΟΥ ΚΑΙ ΕΡΕΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΣΑΣ ΕΞΗΓΗΣΟΥΝ, Η ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΛΕΟΝ ΕΥΧΡΗΣΤΑ ΚΑΙ ΕΥΠΩΛΗΤΑ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΧΩΡΙΟΥ. ΕΝΤΟΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΒΕΒΑΙΩΣ, ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΙΩΣ. ΤΟ ΘΕΜΑ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΑΒΟΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ «ΤΗΛΕΦΙΛΟΛΟΓΟΥΣ», ΟΠΟΤΕ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΠΡΕΦΑ ΟΤΙ «ΑΚΟΜΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΛΕΝΕ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΜΑΣ ΓΚΕΪ», ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΥΝ ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΣΥΝΩΜΟΣΙΕΣ
Τους συγκεκριμένους τηλεφιλόλογους έρχεται να αγχώσει πάλι το ογκωδέστατο βιβλίο Τhe Greeks and Greek Love (Οι αρχαίοι Έλληνες και ο ομοφυλόφιλος έρως) που εκδόθηκε πρόσφατα στη Βρετανία. Στόχος του συγγραφέα Τζέιμς Ντέιβιντσον, αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Warwick, είναι να προχωρήσει σε «μια ριζοσπαστική εκ νέου αποτίμηση της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα». Ήδη το βιβλίο έχει πάρει αρκετά θερμές κριτικές, αντιμετωπίζεται ως σημαντική παρέμβαση στη σχετική βιβλιογραφία και τα βασικά επιχειρήματά του θα απασχολήσουν νομίζω τη φιλολογική κριτική για καιρό. Τι υποστηρίζει, θα ρωτήσετε, ήταν ή δεν ήταν τελικά οι αρχαίοι Έλληνες γκέι; Η απάντηση πάει κάπως έτσι: Ήταν πολύ λιγότερο από ό,τι θα τους ήθελε ο μέσος γκέι του Σαν Φρανσίσκο, και πολύ περισσότερο από ό,τι θα τους ήθελε ο μέσος Άδωνις Γεωργιάδης.
Δεν ήταν ίδιοι
Ουσιαστικά, όλο το βιβλίο του Ντέιβιντσον μπορεί να διαβαστεί ως μια καλή απόδειξη του πόσο ανεδαφικό είναι αυτό το «ήταν ή δεν ήταν». Πρώτα απ΄ όλα, λέει, δεν είναι εύκολο να περιγραφεί ενιαία άποψη περί ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι το ίδιο η Λέσβος της Σαπφούς, η Αθήνα του Σωκράτη, ο θηβαϊκός Ιερός Λόχος και η μακεδονική αυλή. Το σύγχρονο στερεότυπο του «αρχαιοελληνικού έρωτα», μπορεί μεν να βασίζεται στο Συμπόσιο και άλλους διαλόγους του Πλάτωνα, ακόμα όμως και στη στενή κλασική εποχή υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο πώς το θέμα αντιμετωπίζεται από διαφορετικούς συγγραφείς (ή ακόμα και στον ίδιο συγγραφέα: ο Πλάτωνας στους Νόμους φαίνεται ήδη να έχει αφήσει πίσω του τις ιδέες του Συμποσίου ). Υπάρχουν επίσης διαφορές στο τι συμβαίνει σε διαφορετικές περιοχές, στη Σπάρτη, την Αθήνα και την Κρήτη. Τις τοπικές αυτές διαφορές μάλιστα οι αρχαίοι συγγραφείς συζητούν, συχνά με ξενοφοβικά επιχειρήματα (τύπου «το δικό μας είναι καλαισθησία, των άλλων είναι απλώς ανήθικο») που θυμίζουν τους σημερινούς τηλεφιλόλογους.
Σοδομανία
Το δεύτερο επιχείρημα του Ντέιβιντσον είναι ότι πρέπει να ξεφύγουμε από τη φιλολογική «σοδομανία» των τελευταίων δεκαετιών, δηλαδή τη μανία να βλέπουμε τη σεξουαλική πράξη πίσω από κάθε αναφορά των αρχαίων συγγραφέων σε «εραστή και ερωμένο». Αντίθετα, σε αυτό το κλασικό μοντέλο πρέπει να δούμε μία σειρά από αγαπητικές σχέσεις που συχνά δεν καταλήγουν σε σεξουαλική επαφή. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και σεξουαλικά «ολοκληρωμένες» επαφές. Λέει ο συγγραφέας: «Ας το ξεκαθαρίσω: δεν έχω συναντήσει κανέναν, εκτός Ελλάδος, που να πιστεύει ότι οι αρχαίοι Έλληνες απλώς κρατιόντουσαν χεράκι χεράκι και τίποτα άλλο». Ωστόσο, σημειώνει, δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η σεξουαλική πράξη ήταν αυτοσκοπός.
Το τελευταίο επιχείρημα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τα προηγούμενα: αν δούμε την αρχαιοελληνική ομοφυλοφιλία στην ιστορική πολυπλοκότητα, αντιφατικότητα και πολυμορφία της, μόνο τότε θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε και τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε ως θεσμός στην κοινωνία, την οργάνωση της πολιτικής, τον στρατό. Τότε θα επανεκτιμήσουμε και τον τρόπο με τον οποίο διαφορετικές ερωτικές πρακτικές απεικονίστηκαν στην τέχνη, συζητήθηκαν στη φιλοσοφία και τη ρητορική, αναπαράχθηκαν παραδειγματικά στους αρχαιοελληνικούς μύθους.
Όχι πια σεξ, μόνο έρωτας
Το βιβλίο του Davidson αντιπαρατίθεται έντονα στο κλασικό Greek Ηomosexuality (1978) του φημισμένου φιλολόγου J.Κ. Dover. Το βιβλίο εκείνο επέβαλε την άποψη ότι η ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα είχε να κάνει με ένα σύστημα ηλικιακής τάξης και κοινωνικής επιβολής και άρα, βασιζόταν στην ιδιότυπη- χρονικά προσδιορισμένη και κοινωνικά υπερκαθορισμένη- σχέση εραστή- ερωμένου. Όχι ερωτισμός, απλώς σεξουαλική πράξη· όχι σεξουαλικότητα, απλώς διαπαιδαγώγηση. Ο δεύτερος τόμος της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας του Μισέλ Φουκώ στηρίχθηκε αρκετά στο έργο του Dover, για να υποστηρίξει ότι η χρήση των ηδονών στην αρχαία Ελλάδα εντασσόταν στο παιχνίδι εξουσίας και κοινωνικών σχέσεων (σε αντίθεση με την ηδονή στον χριστιανικό κόσμο, που συνδέεται με την υπέρβαση και την παρανομία). Ο Davidson επιμένει στον ερωτισμό των σχέσεων αυτών και ασκεί σκληρή κριτική και στα δύο βιβλία, πειστικά όμως μόνο στο πρώτο, καθώς το σχήμα του Φουκώ μάλλον μου φαίνεται πως ενδυναμώνεται παρά υπονομεύεται από την ανάλυσή του. Ουσιαστικά τα επιχειρήματά του μοιάζει να ξαναγυρίζουν σε παλαιότερες απόψεις, κυρίως διαμορφωμένες τον 19ο αιώνα, μεταξύ των άλλων και από το βιβλίο του βικτωριανού John Αddington Symonds Α Ρroblem in Greek Εthics (1883), από το οποίο και καθιερώθηκε ο όρος Greek Love.
Ελληνισμός και ανδρισμός
Ξεχνάμε συχνά πόσο τα ζητήματα της σεξουαλικότητας είναι πλεγμένα με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τη θέση μας στον κόσμο. Παράδειγμα: ο ιερός πανικός, μήπως ο Όλιβερ Στόουν βγάλει τον Μεγαλέξαντρο γκέι, που είχε πιάσει προ ετών από τηλεπαρουσιάστριες μέχρι Βαγγέλη Βενιζέλο. Σίγουρα δεν είχε να κάνει με τον ίδιο τον «στρατηλάτη» ούτε με την «ιστορική αλήθεια». Αντίθετα, αναδείκνυε μια αγχωμένη σχέση εθνικής ταυτότητας, κοινωνικού φύλου και φαντασιακής προβολής (όπου εν προκειμένω Νεοέλλην = αρχαιότητα + επιβλητικότητα + ανδρισμός, ή, πιο απλά, Νεοέλλην = γαμάω σε διαχρονία). Τέτοια ταυτοτικά παλίμψηστα δεν χαρακτηρίζουν όμως μόνο τους Νεοέλληνες. Όπως η νεοελληνική παραδοσιακή ταυτότητα δυσφορεί με την ιδέα μιας αρχαίας Ελλάδας που της φαίνεται να μοιάζει με γκέι Ντίσνεϊλαντ, έτσι και η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη γκέι ταυτότητα βασίζεται συχνά σε μια υπεραπλουστευμένη υιοθέτηση των αρχαίων Ελλήνων ως ένδοξων προγόνων. Και οι δύο τακτικές γίνονται ιστορικά κατανοητές μόνο εφόσον τις τοποθετήσουμε στα συμφραζόμενα και δούμε τα όριά τους. Νέες μελέτες που δείχνουν πόσο πολύπλοκα ήταν τα αρχαιοελληνικά συστήματα σεξουαλικότητας, δείχνουν επίσης και πόσο ιδεολογικά προκαθορισμένες είναι και οι σύγχρονες απόψεις γι΄ αυτά, θετικές ή αρνητικές.
Πολύ ενδιαφέρον και ισορροπημένο φαίνεται το βιβλίο. Πρέπει να ξεφύγουμε τόσο από την αποσιώπηση των ομο-ερωτικών σχέσεων στην αρχαιότητα όσο και από την υπερβολική "μυθοποίησή" τους. Δεν ήταν τόσο απελευθερωμένοι όσο τους φανταζόμαστε καμιά φορά, ούτε όμως υπήρχε κάποιο θέμα που να το θεωρούν ταμπού όπως κάνουμε σήμερα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙστορικά η ομοφυλοφιλία και η ετεροφυλοφιλία αποτελούν ένα εννοιολογικό δίπολο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν μπορεί κανείς να αλλάξει το νόημα του ενός πόλου χωρίς να επηρεασθεί κι ο άλλος.
Κατά τα άλλα και στον διαχρονικό και στον συγχρονικό άξονα της αρχαίας Ελλάδας παρατηρούνται συνεχείς μεταβολές προς φιλικές ή φοβικές κατευθύνσεις.
Το πρόβλημα είναι ότι οι πηγές της ομοφυλοφιλίας συνήθως έχουν μεθοδικά καταστραφεί ή λογοκριθεί με αποτέλεσμα η εικόνα να είναι ελλιπής και μεροληπτική, οδηγώντας σε εσφαλμένα συμπεράσματα.