26.6.07

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ

Image Hosted by ImageShack.us
Michel Foucault (15/10/1926 – 26/6/1984)
Φιλόσοφος, Γαλλία
.
Περί σεξουαλικότητας
του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ (Ελευθεροτυπία 7/2/2007)
Πριν από τριάντα περίπου χρόνια, τον Δεκέμβριο του 1976, ο γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό δημοσίευσε τον πρώτο τόμο της «Ιστορίας της σεξουαλικότητας» με τίτλο «Η δίψα της γνώσης» (εκδόσεις «Ράππα», 1978).
Αυτό το βιβλίο δεν άλλαζε μόνο τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε τη σεξουαλικότητα, αλλά άνοιγε νέους δρόμους και στην ανάλυση της εξουσίας. Η κριτική που ασκούσε ο Φουκό στην «υπόθεση της καταστολής», στην ιδέα δηλαδή ότι η ιστορία της σεξουαλικότητας συμπίπτει με το χρονικό μιας αύξουσας καταστολής των σεξουαλικών ενστίκτων, είναι ταυτόχρονα κριτική και σε μιαν ορισμένη θεωρία της εξουσίας που την ταυτίζει με τον νόμο, την απαγόρευση και την καταπίεση.
Τον Νοέμβριο του 1975, δεκατρείς μήνες πριν από τη δημοσίευση του βιβλίου του, ο Φουκό έδωσε μια διάλεξη στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Από τη διάλεξη αυτή (που παραμένει ανέκδοτη στη γαλλική γλώσσα και δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο ιταλικό περιοδικό «aut-aut») παρουσιάζουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα.
Ξανάρχισα μια εργασία που είναι ένα είδος συνέχειας του βιβλίου μου για την ιστορία της τρέλας. Πριν από μερικά χρόνια, πράγματι, είχα σκεφτεί να γράψω κάτι σαν μια ιστορία της σεξουαλικής καταπίεσης, της σεξουαλικής ανωμαλίας, των μηχανισμών που την ορίζουν και ταυτόχρονα την καταστέλλουν. Ξόδεψα πολύ χρόνο προσπαθώντας να κατανοήσω ποιοι είναι οι πολλαπλοί λόγοι εξαιτίας των οποίων δεν κατόρθωσα να ολοκληρώσω αυτή την εργασία.
Η πρώτη εξήγηση που έδωσα ήταν ότι δυσκολευόμουν να βρω τα αναγκαία ντοκουμέντα. Στην πραγματικότητα όμως ο λόγος για τον οποίο δεν έβρισκα τα ντοκουμένα ήταν πιθανότατα επειδή αυτά τα ντοκουμέντα απλώς δεν υπήρχαν, δηλαδή ότι αυτό που αναζητούσα δεν μπορούσε να αποκωδικοποιηθεί ως το σύνολο των μηχανισμών που αποκαλούμε καταπίεση. Θα έλεγα ότι πολλά πρόσωπα πριν από μένα, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου, ακολούθησαν ένα πολύ συγκεκριμένο σχήμα ανάλυσης, το οποίο διαμορφώθηκε μεταξύ του 1920 και του 1930 γύρω από το πρόσωπο και το έργο του Βίλχελμ Ράιχ. Ωστόσο, έχω την αίσθηση ότι αυτό το σχήμα, του οποίου αποδέχομαι την αξία και από το οποίο προέκυψαν πολυάριθμα έργα, έρευνες, αναλύσεις και ως ένα βαθμό πολύ ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις, δεν θα οδηγήσει την ιστορική έρευνα στην επιτυχία (...). Τώρα βλέπω το σχήμα του Ράιχ περισσότερο ως εμπόδιο παρά ως εργαλείο.
Σε τι έγκειται όμως αυτό το σχήμα; Απλουστεύοντας λίγο θα έλεγα ότι με βάση αυτό το σχήμα εμείς ζούμε -στην πραγματικότητα ήδη με αφετηρία τουλάχιστον τον 18ο αιώνα- σε ένα σεξουαλικό καθεστώς που θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε βικτωριανό. Το σκυθρωπό βλέμμα της βασίλισσας, η συνοφρυωμένη όψη του πουριτανού της αυτοκρατορικής περιόδου θα μπορούσαν να είναι τα εμβλήματα της δική μας ταλαίπωρης, υποκριτικής και σιωπηλής σεξουαλικότητας. Γενικά, σύμφωνα με το σχήμα του Ράιχ και με το ύφος της ανάλυσης που θα την αποκαλούσα αντικαταπιεστική, μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα η σεξουαλικότητα απολάμβανε ένα είδος ασυλίας και με τις δύο έννοιες του όρου, από τη στιγμή που συνεπαγόταν τόσο μια μη καταπιεσμένη σεξουαλική πρακτική, μιαν ανοιχτή και φυσική σεξουαλική πρακτική, όσο και μιαν ελεύθερη και ανέμελη συζήτηση, έναν τύπο λόγου για τη σεξουαλικότητα χωρίς αποσιωπήσεις ή φτιασιδώματα (...).
Αυτή η χρυσή εποχή μιας φλύαρης και φωτεινής σεξουαλικότητας δίνει τη θέση της σε ένα σούρουπο, που μας οδήγησε στην καρδιά του 19ου αιώνα στη βικτωριανή νύχτα (στην οποία όλοι οι γάτοι έχουν γκρίζο χρώμα), όπου μπορεί κανείς να κάνει έρωτα μόνο στη σκιά, μυστικά, στο περιθώριο της ζωής, όπου μπορεί κανείς να μιλάει για τον έρωτα μόνο με φτιασιδωμένα λόγια. Με δυο λόγια, από τις αρχές του 17ου αιώνα σε όλο το δυτικό κόσμο θα είχε αρχίσει να διαδίδεται μια σεξουαλικότητα αποτελούμενη από σκιές, μια σεξουαλικότητα παγιδευμένη στη χωρική μετωνυμία του μπορντέλου και στις υποχρεωτικές μεταφορές του λόγου, από την οποία τελικά θα μας έσωζε ο Φρόιντ (...).
Πιστεύω ότι έχει έρθει η στιγμή να τελειώνουμε με αυτόν τον τύπο δυϊσμού, μανιχαϊσμού, που τοποθετεί από τη μια μεριά τον λόγο, την ελευθερία, την αλήθεια, το φως της μέρας και από την άλλη τη σιωπή, την καταπίεση, την άγνοια, τη νύχτα. Αντί να κάνουμε μια διαίρεση αυτού του τύπου, οφείλουμε να προσπαθήσουμε να επανενώσουμε όλα αυτά τα στοιχεία και να περιγράψουμε αυτό που θα αποκαλούσα τεχνολογικό αστερισμό, δηλαδή ένα τρισδιάστατο σύνολο που περιλαμβάνει τον λόγο, τη γνώση και την εξουσία, μέσα στο οποίο θα ερμηνευόταν (ήμουν έτοιμος να πω θα «παραγόταν») η σύγχρονη σεξουαλικότητα, δηλαδή θα αναπτυσσόταν και θα ελεγχόταν, θα συγκροτούνταν ως θέμα, θα διατυπωνόταν με βάση μιαν «αλήθεια» και θα οριζόταν ως αντικείμενο, ως ο στόχος μιας πιθανής γνώσης.
Η σεξουαλικότητα δεν ήταν «καταπιεσμένη», θα έλεγα μάλλον ότι ήταν «εκφρασμένη», όχι με την έννοια ότι τελικά μεταφραζόταν σε λόγια, αλλά με την έννοια ότι εκείνη τη στιγμή άρχισε να υπάρχει ένας λόγος για τη σεξουαλικότητα. Ενας λόγος για τη σεξουαλικότητα που ήταν ταυτόχρονα μια σχέση εξουσίας και μια σχέση αντικειμένου.
Συνεπώς το θέμα, η γενική μορφή της εργασίας, δεν θα ήταν η καταπίεση της σεξουαλικότητας ως βασικός μηχανισμός από τον οποίο πρέπει να ξεκινήσουμε για να κατανοήσουμε όλους τους άλλους. Το θέμα αυτής της έρευνας έπρεπε να είναι το σύνολο της τεχνολογίας της σεξουαλικότητας ή το σύνολο των ρητών σεξουαλικών συστημάτων (...).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου